ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Προτάσεις και παρατηρήσεις κατέθεσαν οι φορείς στη Βουλή για το νομοσχέδιο εκσυγχρονισμού του ΣτΕ

Η συζήτηση σημαδεύτηκε παράλληλα από την λεκτική αντιπαράθεση του υπουργού Δικαιοσύνης, Γ. Φλωρίδη, με την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζ. Κωνσταντοπούλου

 27/06/2024 22:50

Προτάσεις και παρατηρήσεις κατέθεσαν οι φορείς στη Βουλή για το νομοσχέδιο εκσυγχρονισμού του ΣτΕ
Φωτογραφία αρχείου

Με θετικές απόψεις αλλά και παρατηρήσεις και προτάσεις των αρμόδιων εξωκοινοβουλευτικών φορέων - που είχαν κληθεί να καταθέσουν τις απόψεις τους - ολοκληρώθηκε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η δεύτερη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, που αφορά τον εκσυγχρονισμό του Συμβουλίου της Επικρατείας και την ταχύτερη έκδοση των δικαστικών αποφάσεων.

Την συνεδρίαση πάντως, χαρακτήρισε η λεκτική αντιπαράθεση ανάμεσα στον υπουργό Δικαιοσύνης, Γιώργο Φλωρίδη και την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Αφορμή στάθηκε η παρέμβαση της κ. Κωνσταντοπούλου κατά την ακρόαση των φορέων, η οποία ζήτησε την απόσυρση του νομοσχεδίου, καταγγέλλοντας την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, για «μη επαρκή και ουσιαστική διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς», για «φας τρακ κοινοβουλευτικές διαδικασίες» και «παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου».

Έντονα αντέδρασε ο κ. Φλωρίδης, αντιτείνοντας ότι το νομοσχέδιο ήταν στην διαβούλευση 23 μέρες και όλοι όσοι πραγματικά ενδιαφέρονταν για τις νέες ρυθμίσεις, κατέθεσαν τις απόψεις τους και πέρασε με απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ».

«Αν λέμε ότι σεβόμαστε την δημοκρατία και τους θεσμούς, πρέπει και να τους σεβόμαστε. Να σεβόμαστε την ύψιστη διαδικασία που είναι η διαβούλευση», τόνισε ο κ. Φλωρίδης ενώ κατηγόρησε την κ. Κωνσταντοπούλου ότι παραβιάζει τον Κανονισμό της Βουλής.

«Το μπούλινγκ σε εμάς δεν περνά» πρόσθεσε ο κ. Φλωρίδης προκαλώντας την αντίδραση της κ. Κωνσταντοπούλου, που έκανε λόγο για κουτοπόνηρες αναφορές περί διαβούλευσης και πρόσθεσε ότι «το κράτος δικαίου δεν εξαντλείται στο ό,τι όποιος το είδε, το είδε ή όφειλε να ήξερε».

«Παραβιάζεται κατάφωρα ο κανονισμός της Βουλής. Η συνεδρίαση σήμερα είναι γα τους εξωκοινοβουλευτικούς φορείς. Πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά χρονικά γίνεται παρέμβαση στην ακρόαση φορέων», ανέφερε από την πλευρά του ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Αθανάσιος Ζαμπίλης.


Οι απόψεις των φορέων

Θετικός στο νομοσχέδιο δήλωσε ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτης Τσούκας, κάνοντας λόγο για τη σημαντικότερη μεταρρύθμιση που έχει γίνει ποτέ από την ίδρυση του ΣτΕ.

Όπως τόνισε, «στόχος της νέας νομοθετικής πρωτοβουλίας είναι η εκλογίκευση και η θεραπεία των παθογενειών και η βασική λογική που την διέπει είναι η αλλαγή της ακυρωτικής διαδικασίας και η αντιμετώπιση του προβλήματος των μεγάλων καθυστερήσεων που παρατηρούνται στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων».

«Διαβουλεύτηκε πολύ καλά, με όλους τους δικαστές το υπουργείο Δικαιοσύνης, και το βασικό σκοπούμενο είναι να γίνονται σοβαρές δίκες με επιμέλεια και σε σύντομους χρόνους», τόνισε ο κ. Τσούκας.

Από την πλευρά του, το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, Δημήτρης Τσαρούχας, εξέφρασε επιφυλάξεις σχετικά με την σκοπιμότητα της διάταξης για την ψηφιακή εξουσιοδότηση του διάδικου στον δικηγόρο.

Έντονα επικριτικός στο νομοσχέδιο εμφανίστηκε ο εκπρόσωπος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Βασίλης Παπαγεωργίου, τονίζοντας ότι «όπως εισάγονται οι διατάξεις στα πλαίσια της ακυρωτικής δίκης, παρατηρούνται αντιφάσεις και προχειρότητες που δεν συνάδουν με τον σκοπό των μεταρρυθμίσεων και την επιτάχυνση των διαδικασιών».

Μίλησε ακόμα για αποσπασματικές ρυθμίσεις, ασφυκτικές προθεσμίες και ασταθή κριτήρια για την ακυρωτική δίκη.

Την αντίθεση του στο νομοσχέδιο εξέφρασε και ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας και εκπρόσωπος της ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, Θανάσης Μακρυγιάννης, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι υποβαθμίζει την έφεση, τίθενται περιορισμοί στην άσκηση των δικαστικών δικαιωμάτων, περιστέλλονται δικονομικά δικαιώματα, ενώ δεν επιλύονται σοβαρά ζητήματα όπως οι μεγάλες καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων.

«Το νομοσχέδιο κινείται σε σωστό δρόμο, σε μία καλή γραμμή», υπογράμμισε η εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος, Γεωργία Καλαντζή.

Την πλήρη ικανοποίησή του για τις διατάξεις του νομοσχεδίου εξέφρασε, ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών Ελεγκτικού Συνεδρίου, Κωνσταντίνος Εφεντάκης, επισημαίνοντας ότι υιοθετήθηκαν πλήρως τα αιτήματά τους, ενώ στην ίδια κατεύθυνση ήταν και οι απόψεις της προέδρου του Συλλόγου Υπαλλήλων του ΣτΕ, Μαρίνας Σταυροπούλου, συμπληρώνοντας ότι «η μεταρρύθμιση αποσκοπεί στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης και εφόσον δεν γίνεται καμία παράκαμψη στην προδικασία, θα έρθει και το επιθυμητό αποτέλεσμα».

Από την πλευρά της η πρόεδρος του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Διοικητικών Δικαστηρίων Αθηνών, Φωτεινή Ρόζη, εστίασε στην υποστελέχωση των δικαστηρίων, σημειώνοντας ότι ενώ αυξάνονται οι θέσεις των συμβούλων στο ΣτΕ δεν αυξάνονται και οι θέσεις των δικαστικών υπαλλήλων με αποτέλεσμα να είναι δυσβάσταχτη η αναλογία.

Τέλος, ο γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Γραμματείας Διοικητικών Δικαστηρίων, τόνισε την αναγκαιότητα άμεσων παρεμβάσεων για την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων στα δικαστήρια, διαφορετικά, όπως εκτίμησε, θα προκαλέσει τροχοπέδη στο στόχο του νομοσχεδίου για ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης.

Με θετικές απόψεις αλλά και παρατηρήσεις και προτάσεις των αρμόδιων εξωκοινοβουλευτικών φορέων - που είχαν κληθεί να καταθέσουν τις απόψεις τους - ολοκληρώθηκε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η δεύτερη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, που αφορά τον εκσυγχρονισμό του Συμβουλίου της Επικρατείας και την ταχύτερη έκδοση των δικαστικών αποφάσεων.

Την συνεδρίαση πάντως, χαρακτήρισε η λεκτική αντιπαράθεση ανάμεσα στον υπουργό Δικαιοσύνης, Γιώργο Φλωρίδη και την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Αφορμή στάθηκε η παρέμβαση της κ. Κωνσταντοπούλου κατά την ακρόαση των φορέων, η οποία ζήτησε την απόσυρση του νομοσχεδίου, καταγγέλλοντας την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, για «μη επαρκή και ουσιαστική διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς», για «φας τρακ κοινοβουλευτικές διαδικασίες» και «παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου».

Έντονα αντέδρασε ο κ. Φλωρίδης, αντιτείνοντας ότι το νομοσχέδιο ήταν στην διαβούλευση 23 μέρες και όλοι όσοι πραγματικά ενδιαφέρονταν για τις νέες ρυθμίσεις, κατέθεσαν τις απόψεις τους και πέρασε με απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ».

«Αν λέμε ότι σεβόμαστε την δημοκρατία και τους θεσμούς, πρέπει και να τους σεβόμαστε. Να σεβόμαστε την ύψιστη διαδικασία που είναι η διαβούλευση», τόνισε ο κ. Φλωρίδης ενώ κατηγόρησε την κ. Κωνσταντοπούλου ότι παραβιάζει τον Κανονισμό της Βουλής.

«Το μπούλινγκ σε εμάς δεν περνά» πρόσθεσε ο κ. Φλωρίδης προκαλώντας την αντίδραση της κ. Κωνσταντοπούλου, που έκανε λόγο για κουτοπόνηρες αναφορές περί διαβούλευσης και πρόσθεσε ότι «το κράτος δικαίου δεν εξαντλείται στο ό,τι όποιος το είδε, το είδε ή όφειλε να ήξερε».

«Παραβιάζεται κατάφωρα ο κανονισμός της Βουλής. Η συνεδρίαση σήμερα είναι γα τους εξωκοινοβουλευτικούς φορείς. Πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά χρονικά γίνεται παρέμβαση στην ακρόαση φορέων», ανέφερε από την πλευρά του ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Αθανάσιος Ζαμπίλης.


Οι απόψεις των φορέων

Θετικός στο νομοσχέδιο δήλωσε ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτης Τσούκας, κάνοντας λόγο για τη σημαντικότερη μεταρρύθμιση που έχει γίνει ποτέ από την ίδρυση του ΣτΕ.

Όπως τόνισε, «στόχος της νέας νομοθετικής πρωτοβουλίας είναι η εκλογίκευση και η θεραπεία των παθογενειών και η βασική λογική που την διέπει είναι η αλλαγή της ακυρωτικής διαδικασίας και η αντιμετώπιση του προβλήματος των μεγάλων καθυστερήσεων που παρατηρούνται στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων».

«Διαβουλεύτηκε πολύ καλά, με όλους τους δικαστές το υπουργείο Δικαιοσύνης, και το βασικό σκοπούμενο είναι να γίνονται σοβαρές δίκες με επιμέλεια και σε σύντομους χρόνους», τόνισε ο κ. Τσούκας.

Από την πλευρά του, το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, Δημήτρης Τσαρούχας, εξέφρασε επιφυλάξεις σχετικά με την σκοπιμότητα της διάταξης για την ψηφιακή εξουσιοδότηση του διάδικου στον δικηγόρο.

Έντονα επικριτικός στο νομοσχέδιο εμφανίστηκε ο εκπρόσωπος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Βασίλης Παπαγεωργίου, τονίζοντας ότι «όπως εισάγονται οι διατάξεις στα πλαίσια της ακυρωτικής δίκης, παρατηρούνται αντιφάσεις και προχειρότητες που δεν συνάδουν με τον σκοπό των μεταρρυθμίσεων και την επιτάχυνση των διαδικασιών».

Μίλησε ακόμα για αποσπασματικές ρυθμίσεις, ασφυκτικές προθεσμίες και ασταθή κριτήρια για την ακυρωτική δίκη.

Την αντίθεση του στο νομοσχέδιο εξέφρασε και ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας και εκπρόσωπος της ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, Θανάσης Μακρυγιάννης, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι υποβαθμίζει την έφεση, τίθενται περιορισμοί στην άσκηση των δικαστικών δικαιωμάτων, περιστέλλονται δικονομικά δικαιώματα, ενώ δεν επιλύονται σοβαρά ζητήματα όπως οι μεγάλες καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων.

«Το νομοσχέδιο κινείται σε σωστό δρόμο, σε μία καλή γραμμή», υπογράμμισε η εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος, Γεωργία Καλαντζή.

Την πλήρη ικανοποίησή του για τις διατάξεις του νομοσχεδίου εξέφρασε, ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών Ελεγκτικού Συνεδρίου, Κωνσταντίνος Εφεντάκης, επισημαίνοντας ότι υιοθετήθηκαν πλήρως τα αιτήματά τους, ενώ στην ίδια κατεύθυνση ήταν και οι απόψεις της προέδρου του Συλλόγου Υπαλλήλων του ΣτΕ, Μαρίνας Σταυροπούλου, συμπληρώνοντας ότι «η μεταρρύθμιση αποσκοπεί στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης και εφόσον δεν γίνεται καμία παράκαμψη στην προδικασία, θα έρθει και το επιθυμητό αποτέλεσμα».

Από την πλευρά της η πρόεδρος του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Διοικητικών Δικαστηρίων Αθηνών, Φωτεινή Ρόζη, εστίασε στην υποστελέχωση των δικαστηρίων, σημειώνοντας ότι ενώ αυξάνονται οι θέσεις των συμβούλων στο ΣτΕ δεν αυξάνονται και οι θέσεις των δικαστικών υπαλλήλων με αποτέλεσμα να είναι δυσβάσταχτη η αναλογία.

Τέλος, ο γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Γραμματείας Διοικητικών Δικαστηρίων, τόνισε την αναγκαιότητα άμεσων παρεμβάσεων για την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων στα δικαστήρια, διαφορετικά, όπως εκτίμησε, θα προκαλέσει τροχοπέδη στο στόχο του νομοσχεδίου για ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία