Τα 3.000 «αθέατα» θύματα της Θεσσαλονίκης ήταν το πολύ μέχρι 5 ετών
29/01/2023 11:00
29/01/2023 11:00
Ημέρα συγκινησιακά φορτισμένη η σημερινή, καθώς συμπληρώνονται 78 χρόνια από την την απελευθέρωση του Άουσβιτς, του μεγαλύτερου κολαστήριου που υπήρξε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία, κυριολεκτικά μια βιομηχανία θανάτου. Εκεί, καθώς και σε άλλα ναζιστικά στρατόπεδα έχασαν τη ζωή τους περίπου 45.000 Θεσσαλονικείς. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πληγή στο σώμα της πόλης. Ήταν συμπολίτες μας, άνθρωποι με ονοματεπώνυμο, οικογένειες, φιλίες και ρίζες στη Θεσσαλονίκη που φτάνουν πέντε αιώνες πίσω στο χρόνο. Για τους ναζί όμως δεν ήταν άνθρωποι, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από τον αριθμό που τους χτύπησαν με τατουάζ στο μπράτσο τους.
Υπήρχαν όμως κι ανθρώπινες ψυχές που χάθηκαν χωρίς καν αυτή την υπόμνηση της ύπαρξης, του περάσματος από αυτό τον κόσμο. Είναι τα μικρά παιδιά, έως πέντε ετών, που ενώ ο γραφειοκρατικός μηχανισμός των ναζί που κατέγραφε κάθε λεπτομέρεια, αυτά δεν μπήκε καν στον κόπο να τα υπολογίσει ανάμεσα στα θύματα. Τα πέταξαν κατευθείαν στους θαλάμους αερίων, αγκαλιά με τις μητέρες τους, για να βρουν τόσο πρόωρο και τόσο τραγικό θάνατο.
Με αυτό τον τρόπο από τη Θεσσαλονίκη χάθηκαν 3.000 παιδιά, που γεννήθηκαν από το 1938 έως το 1943 που άρχισαν οι εκτοπίσεις. Ήταν η επόμενη γενιά, που δεν κατάφερε ποτέ να ζήσει την παιδική ηλικία, να πάει στο σχολείο, να ενηλικιωθεί και να δημιουργήσει τη δική τους οικογένεια. Αν δεν είχε γίνει το Ολοκαύτωμα, οι άνθρωποι αυτοί θα είχαν ζήσει μια πλήρη ζωή και σήμερα πολλοί από αυτούς θα ζούσαν ανάμεσα σε παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα.
Το σύντομό πέρασμά τους από τη ζωή όμως καταγράφηκε στο ληξιαρχείο του δήμου Θεσσαλονίκης. Η δικηγόρος Λέλα Σαλέμ, κόρη ενός επιζήσαντα, του μόνου από τα 22 μέλη της οικογένειάς του που κατάφερε να βγει ζωντανός από την κόλαση του Άουσβιτς και του Νταχάου, έβαλε ως στόχο να καταγράψει αυτά τα παιδιά. Από τα στοιχεία του δημοτολογίου προκύπτει ότι το 1938 δηλώθηκαν 336 γεννήσεις, το 1939 συνολικά 672 γεννήσεις, το 1940 είχαμε 630 γεννήσεις, το 1941 καταγράφονται 586 γεννήσεις, το 1942 734 και μέχρι τον Αύγουστο του 1943 που έφυγε και η 17η αποστολή στο Άουσβιτς το 1942 119 γεννήσεις. Το θέμα είχε θέσει στο δημοτικό συμβούλιο ο τότε αντιδήμαρχος, και απόγονος επιζήσαντα από το Άουσβιτς, Χασδάι Καπόν, λέγοντας ότι τα παιδιά αυτά, αγανή θύματα του Ολοκαυτώματος, είχαν ονοματεπώνυμο. Η μνήμη τους θα πρέπει να διασωθεί.
Τότε ο κ. Καπόν είχε προτείνει την αποκαθήλωση των φωτογραφιών των δοσίλογων δημάρχων Σερεμέτη και Μερκούριου (ο δεύτερος μάλιστα ήταν ο μόνος ο μόνος Ευρωπαίος δήμαρχος, που με δική του πρωτοβουλία κατέστρεψε το μεγαλύτερο εβραϊκό νεκροταφείο στον κόσμο, αυτό δεν συνέβη ούτε στη Βαρσοβία) κάτι που συνέβη λίγο αργότερα. Αυτό που πρότεινε και δεν προχώρησε μέχρι σήμερα ήταν η αποκατάσταση των ονομάτων των οδών που έφεραν εβραϊκά ονόματα. Λίγες μέρες μόλις μετά τον εκτοπισμό των Εβραίων συμπολιτών, η τότε διοικούσα επιτροπή του δήμου αποφάσισε την μετονομασία αυτών των οδών που δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ.
Με τη διοίκηση Μπουτάρη έγιναν σημαντικά βήματα για να αρχίσει η πόλη να επουλώνει τα τραύματα που άνοιξαν πριν από 80 χρόνια. Είναι καιρός αυτά τα βήματα να συνεχιστούν. Το οφείλουμε στους χιλιάδες συμπολίτες μας που χάθηκαν στα στρατόπεδα. Το οφείλουμε στα 3.000 «αθέατα» θύματα του Ολοκαυτώματος, τα μικρά παιδιά που χάθηκαν σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ. Για την πόλη όμως υπήρξαν. Με τη διοίκηση Μπουτάρη έγιναν σημαντικά βήματα για να αρχίσει η πόλη να επουλώνει τα τραύματα που άνοιξαν πριν από 80 χρόνια. Είναι καιρός αυτά τα βήματα να συνεχιστούν. Το οφείλουμε στους χιλιάδες συμπολίτες μας που χάθηκαν στα στρατόπεδα. Το οφείλουμε στα 3.000 «αθέατα» θύματα του Ολοκαυτώματος, τα μικρά παιδιά που χάθηκαν σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ. Για την πόλη όμως υπήρξαν.
Ημέρα συγκινησιακά φορτισμένη η σημερινή, καθώς συμπληρώνονται 78 χρόνια από την την απελευθέρωση του Άουσβιτς, του μεγαλύτερου κολαστήριου που υπήρξε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία, κυριολεκτικά μια βιομηχανία θανάτου. Εκεί, καθώς και σε άλλα ναζιστικά στρατόπεδα έχασαν τη ζωή τους περίπου 45.000 Θεσσαλονικείς. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πληγή στο σώμα της πόλης. Ήταν συμπολίτες μας, άνθρωποι με ονοματεπώνυμο, οικογένειες, φιλίες και ρίζες στη Θεσσαλονίκη που φτάνουν πέντε αιώνες πίσω στο χρόνο. Για τους ναζί όμως δεν ήταν άνθρωποι, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από τον αριθμό που τους χτύπησαν με τατουάζ στο μπράτσο τους.
Υπήρχαν όμως κι ανθρώπινες ψυχές που χάθηκαν χωρίς καν αυτή την υπόμνηση της ύπαρξης, του περάσματος από αυτό τον κόσμο. Είναι τα μικρά παιδιά, έως πέντε ετών, που ενώ ο γραφειοκρατικός μηχανισμός των ναζί που κατέγραφε κάθε λεπτομέρεια, αυτά δεν μπήκε καν στον κόπο να τα υπολογίσει ανάμεσα στα θύματα. Τα πέταξαν κατευθείαν στους θαλάμους αερίων, αγκαλιά με τις μητέρες τους, για να βρουν τόσο πρόωρο και τόσο τραγικό θάνατο.
Με αυτό τον τρόπο από τη Θεσσαλονίκη χάθηκαν 3.000 παιδιά, που γεννήθηκαν από το 1938 έως το 1943 που άρχισαν οι εκτοπίσεις. Ήταν η επόμενη γενιά, που δεν κατάφερε ποτέ να ζήσει την παιδική ηλικία, να πάει στο σχολείο, να ενηλικιωθεί και να δημιουργήσει τη δική τους οικογένεια. Αν δεν είχε γίνει το Ολοκαύτωμα, οι άνθρωποι αυτοί θα είχαν ζήσει μια πλήρη ζωή και σήμερα πολλοί από αυτούς θα ζούσαν ανάμεσα σε παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα.
Το σύντομό πέρασμά τους από τη ζωή όμως καταγράφηκε στο ληξιαρχείο του δήμου Θεσσαλονίκης. Η δικηγόρος Λέλα Σαλέμ, κόρη ενός επιζήσαντα, του μόνου από τα 22 μέλη της οικογένειάς του που κατάφερε να βγει ζωντανός από την κόλαση του Άουσβιτς και του Νταχάου, έβαλε ως στόχο να καταγράψει αυτά τα παιδιά. Από τα στοιχεία του δημοτολογίου προκύπτει ότι το 1938 δηλώθηκαν 336 γεννήσεις, το 1939 συνολικά 672 γεννήσεις, το 1940 είχαμε 630 γεννήσεις, το 1941 καταγράφονται 586 γεννήσεις, το 1942 734 και μέχρι τον Αύγουστο του 1943 που έφυγε και η 17η αποστολή στο Άουσβιτς το 1942 119 γεννήσεις. Το θέμα είχε θέσει στο δημοτικό συμβούλιο ο τότε αντιδήμαρχος, και απόγονος επιζήσαντα από το Άουσβιτς, Χασδάι Καπόν, λέγοντας ότι τα παιδιά αυτά, αγανή θύματα του Ολοκαυτώματος, είχαν ονοματεπώνυμο. Η μνήμη τους θα πρέπει να διασωθεί.
Τότε ο κ. Καπόν είχε προτείνει την αποκαθήλωση των φωτογραφιών των δοσίλογων δημάρχων Σερεμέτη και Μερκούριου (ο δεύτερος μάλιστα ήταν ο μόνος ο μόνος Ευρωπαίος δήμαρχος, που με δική του πρωτοβουλία κατέστρεψε το μεγαλύτερο εβραϊκό νεκροταφείο στον κόσμο, αυτό δεν συνέβη ούτε στη Βαρσοβία) κάτι που συνέβη λίγο αργότερα. Αυτό που πρότεινε και δεν προχώρησε μέχρι σήμερα ήταν η αποκατάσταση των ονομάτων των οδών που έφεραν εβραϊκά ονόματα. Λίγες μέρες μόλις μετά τον εκτοπισμό των Εβραίων συμπολιτών, η τότε διοικούσα επιτροπή του δήμου αποφάσισε την μετονομασία αυτών των οδών που δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ.
Με τη διοίκηση Μπουτάρη έγιναν σημαντικά βήματα για να αρχίσει η πόλη να επουλώνει τα τραύματα που άνοιξαν πριν από 80 χρόνια. Είναι καιρός αυτά τα βήματα να συνεχιστούν. Το οφείλουμε στους χιλιάδες συμπολίτες μας που χάθηκαν στα στρατόπεδα. Το οφείλουμε στα 3.000 «αθέατα» θύματα του Ολοκαυτώματος, τα μικρά παιδιά που χάθηκαν σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ. Για την πόλη όμως υπήρξαν. Με τη διοίκηση Μπουτάρη έγιναν σημαντικά βήματα για να αρχίσει η πόλη να επουλώνει τα τραύματα που άνοιξαν πριν από 80 χρόνια. Είναι καιρός αυτά τα βήματα να συνεχιστούν. Το οφείλουμε στους χιλιάδες συμπολίτες μας που χάθηκαν στα στρατόπεδα. Το οφείλουμε στα 3.000 «αθέατα» θύματα του Ολοκαυτώματος, τα μικρά παιδιά που χάθηκαν σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ. Για την πόλη όμως υπήρξαν.
ΣΧΟΛΙΑ