Τα πέντε συν ένα μηνύματα των χθεσινών ευρωεκλογών. Του Νίκου Ηλιάδη
10/06/2024 07:00
10/06/2024 07:00
Όπως σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, έτσι και στις χθεσινές ευρωεκλογές υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Είναι όμως η πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της χώρας που για να βρεις νικητές θα πρέπει να προσπεράσεις τα τρία πρώτα κόμματα. Η χθεσινή κάλπη έστειλε πολλά μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση. Σταχυολογώντας τα, τα σπουδαιότερα είναι τα εξής:
1. Από τις αρχές του 2016 που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναδείχθηκε πρόεδρος του κόμματος είναι η πρώτη φορά που η Νέα Δημοκρατία αισθάνεται ότι η πολιτική ηγεμονία της τίθεται υπό μερική αμφισβήτηση, έστω και από τον “κανέναν”. Το κυβερνών κόμμα αν και έβαλε τον πήχη χαμηλά, στο 33% των ευρωεκλογών του 2019, πέρασε από κάτω χάνοντας περί τις 13 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το ποσοστό που πήρε πριν από μόλις ένα χρόνο στις εθνικές εκλογές, αλλά και πέντε μονάδες σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές. Ο πρωθυπουργός δήλωσε χθες πως έλαβε το μήνυμα. Μένει να φανεί πώς θα το μεταφράσει. Πλέον, ένας ανασχηματισμός ρουτίνας δεν είναι ικανός να διασκεδάσει το κακό χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα. Ο κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα, και όχι μετά το καλοκαίρι, σε δομικό ανασχηματισμό της κυβέρνησής του με ταυτόχρονη ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών για την επίλυση των σοβαρών προβλημάτων που μαστίζουν την κοινωνία, με κορυφαία αυτά της ακρίβειας, της ενίσχυσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας, της έλλειψης φτηνής στέγης κ.ο.κ. Ανησυχητικό για τον κ. Μητσοτάκη είναι και το γεγονός ότι, όπως φάνηκε από τα exit polls έχασε τη μάχη του κέντρου όπου τα πρωτεία πήρε το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, διαθέτει ακόμη μια σημαντική δεξαμενή πρώην ψηφοφόρων του οι οποίοι προτίμησαν να απέχουν, άρα μπορεί να πει κανείς ότι οι απώλειες αυτές, υπό προϋποθέσεις, δεν θεωρούνται οριστικές και αμετάκλητες, αλλά αυτό μένει να αποδειχθεί. Τελευταίο θετικό στοιχείο για τη ΝΔ είναι ότι τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν φαίνεται να καρπώνονται σχεδόν τίποτε από αυτές τις απώλειες εξ ου και το άθροισμα αυτών των δύο κομμάτων μετά βίας φτάνει στο ποσοστό της ΝΔ.
2. Η χθεσινή εκλογική αναμέτρηση ήταν η πρώτη δοκιμασία για τον Στέφανο Κασσελάκη ο οποίος, όπως πρόδιδε η γλώσσα του σώματός του στις χθεσινοβραδινές δηλώσεις του, δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένος από την εκλογική επίδοση του κόμματός του. Οι ελπίδες του για ποσοστό άνω του 20% αποδείχθηκαν φρούδες. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε σχεδόν τρεις ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το ποσοστό των εθνικών εκλογών και περισσότερες από οκτώ μονάδες από αυτό των ευρωεκλογών του 2019. Το μόνο που κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν να παραμείνει δεύτερο κόμμα, αισθανόμενος όμως πολύ κοντά πλέον την ανάσα του ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα σε περίπου είκοσι εκλογικές περιφέρειες το κόμμα του κ. Κασσελάκη ήταν στην τρίτη θέση. Το κακό εκλογικό αποτέλεσμα είναι βέβαιο πως θα επιταχύσει τις αλλαγές που έτσι κι αλλιώς είχε σκοπό να επιβάλει ο πρόεδρός του οι οποίες πρόκειται να οριστικοποιηθούν στο καταστατικό συνέδριο του κόμματος τον προσεχή Σεπτέμβριο. Οι αλλαγές αυτές, όπως όλα δείχνουν, θα στοχεύουν στην περαιτέρω εκκαθάριση του ΣΥΡΙΖΑ από στελέχη τα οποία ο νέος αρχηγός τα θεωρεί σαν βαρίδια, ώστε να δημιουργήσει ένα καθαρά προσωποπαγές κόμμα το οποίο θα ξεμακραίνει κι άλλο από την αριστερά, κάτι που ενδεχομένως να σηματοδοτηθεί και από την ενδεχόμενη αλλαγή του ονόματός του.
3. Το ΠΑΣΟΚ είναι ο ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ των χαμένων και των κερδισμένων των χθεσινών εκλογών. Έχει λόγους να αισθάνεται μία κάποια ικανοποίηση καθώς πήρε ελαφρώς υψηλότερο ποσοστό από αυτό του Ιουνίου 2023, και σημαντικά υψηλότερο από τις ευρωεκλογές του 2019. Ωστόσο απέτυχε να προσπεράσει τον ΣΥΡΙΖΑ που ήταν η βασική επιδίωξή του, αν και το κατάφερε σε 19 εκλογικές περιφέρειες, όμως τον έχει σε απόσταση βολής, κάτι που του επιτρέπει να διατηρεί ζωντανό το στόχο της δεύτερης θέσης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης στις χθεσινοβραδινές δηλώσεις του ορθά διέγνωσε το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στα κακά ποσοστά του ΠΑΣΟΚ στην Αττική και στη Θεσσαλονίκη σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Άρα από τα πρώτα που πρέπει να δει είναι τι φταίει και το κόμμα του υστερεί στις πολυπληθέστερες εκλογικές περιφέρειες. Έδειξε επίσης να αντιλαμβάνεται ότι θα πρέπει να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες ώστε να καταφέρει να δημιουργήσει, μαζί με άλλες δυνάμεις της κεντροαριστεράς, προϋποθέσεις για μία πρόταση εναλλακτικής διακυβέρνησης. Βεβαίως, με τα σημερινά δεδομένα, η συζήτηση αυτή δεν μπορεί να γίνει με τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Κασσελάκη, μπορεί όμως να συμπεριλάβει τη Νέα Αριστερά η οποία είναι στους χαμένους των χθεσινών εκλογών, κινήσεις της Οικολογίας κ.ο.κ.
4. Η στροφή της ΝΔ προς το κέντρο, σε συνδυασμό με κάποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες της όπως ο γάμος για τα ομόφυλα ζευγάρια, άφησε ελεύθερο το πεδίο στην ακραία και αντισυστημική δεξιά όπου πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η Ελληνική Λύση που είναι η μεγαλύτερη κερδισμένη των ευρωεκλογών. Κατάφερε να πλασαριστεί στην τέταρτη θέση, υπερδιπλασιάζοντας το ποσοστό που είχε πάρει τον Ιούνιο του 2023 καθώς και στις ευρωεκλογές του 2019. Όπως έδειξαν τα exit polls το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου είχε εισροές και από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα κι επίσης, σημαντική μερίδα ψηφοφόρων του το θεωρεί ως κεντρώο κόμμα. Το δικό της μερίδιο στον ίδιο χώρο διεκδικεί από χθες η Αφροδίτη Λατινοπούλου η οποία κατάφερε, έστω και οριακά να διαβεί το κατώφλι του ευρωκοινοβουλίου, ενώ διατήρησε τα ποσοστά της η ΝΙΚΗ. Το ερώτημα που δημιουργείται είναι εάν μπορεί ο χώρος αυτός να συμπορευτεί κάτω από κάποιον αρχηγό κοινής αποδοχής. Όπως φάνηκε από τις χθεσινοβραδινές υπερφίαλες δηλώσεις του ο κ. Βελόπουλος θα ήθελε να ηγηθεί αυτός του συγκεκριμένου χώρου, αλλά ένα τέτοιο εγχείρημα φαίνεται προς το παρόν να τον υπερβαίνει.
5. Στο χώρο της αριστεράς τα πράγματα αρχίζουν και ξεκαθαρίζουν. Από τη μια είναι το ΚΚΕ το οποίο αύξησε τα ποσοστά του, τόσο σε σχέση με τις περσινές εθνικές εκλογές, όσο πολύ περισσότερο αυτά των ευρωεκλογών του 2019. Από τα υπόλοιπα κόμματα τα οποία προέκυψαν από τις κατά καιρούς διασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ μόνον η Πλεύση Ελευθερίας κατάφερε να επιβιώσει κοινοβουλευτικά. Αντιθέτως, το ΜεΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη απέτυχε για άλλη μια φορά να εκπροσωπηθεί σε Κοινοβούλιο, ενώ η Νέα Αριστερά υπέστη δεινή ήττα η οποία θέτει υπό ισχυρή αμφισβήτηση το πολιτικό μέλλον της. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα μικρότερα κόμματα που έχουν αναφορά στο χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς όπως οι Δημοκράτες του Ανδρέα Λοβέρδου, ο Κόσμος του Πέτρου Κόκκαλη, άλλα οικολογικά σχήματα κ.λπ. Κάποια απ' αυτά τα κόμματα ίσως θα μπορούσαν να μπουν σε μια συζήτηση με το ΠΑΣΟΚ για τη δημιουργία ενός ισχυρότερου κεντροαριστερού πόλου.
Από τα ισχυρότερα μηνύματα των χθεσινών εκλογών είναι αυτό που έστειλαν όσοι δεν συμμετείχαν σ' αυτές. Το επίσημο ποσοστό αποχής άγγιξε σχεδόν το 60% (στο 41,3% η συμμετοχή), κάτι που πρέπει να προβληματίσει σοβαρά όλα τα κόμματα καθώς υπάρχει πλέον σαφές ζήτημα αντιπροσώπευσης. Το προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ συμμετοχής ήταν στις ευρωεκλογές του 2009 με 52,63%. Ωστόσο, στην Ελλάδα οι αριθμοί αυτοί είναι πλασματικοί καθώς οι εκλογικοί κατάλογοι είναι γεμάτοι από άτομα τα οποία έχουν εγκαταλείψει προ πολλού τα εγκόσμια, ενώ υπάρχουν και αρκετές διπλοεγγραφές.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ξεπερνούν τα 9,7 εκατ. Στην τελευταία απογραφή μετρηθήκαμε περί τα 10,5 εκατ. Εξ αυτών περίπου το 16%, δηλαδή κοντά 1,7 εκατ. είναι κάτω των 17 ετών, άρα δεν έχουν δικαίωμα ψήφου. Επιπλέον, σχεδόν 730.000 είναι αλλοδαποί εκ των οποίων η συντριπτική πλειονότητα δεν έχουν δικαίωμα ψήφου. Συνεπώς, από τα 10,5 εκατ. δικαίωμα ψήφου έχουν περίπου 8,1 εκατ., δηλαδή 1,6 εκατ. λιγότεροι σε σχέση με τους εγγεγραμμένους στους εκλογικούς καταλόγους. Άρα, στην πραγματικότητα το ποσοστό αποχής είναι κοντά στο 50% και όχι 60%. Να λοιπόν, ένα από τα απλούστερα πράγματα που οφείλει να κάνει ως τις επόμενες εκλογές η κυβέρνηση: να ξεκαθαρίσει επιτέλους τους εκλογικούς καταλόγους ώστε να γνωρίζουμε ποιός είναι ο πραγματικός αριθμός των ψηφοφόρων, άρα και το πραγματικό ποσοστό της αποχής.
Όπως σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, έτσι και στις χθεσινές ευρωεκλογές υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Είναι όμως η πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της χώρας που για να βρεις νικητές θα πρέπει να προσπεράσεις τα τρία πρώτα κόμματα. Η χθεσινή κάλπη έστειλε πολλά μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση. Σταχυολογώντας τα, τα σπουδαιότερα είναι τα εξής:
1. Από τις αρχές του 2016 που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναδείχθηκε πρόεδρος του κόμματος είναι η πρώτη φορά που η Νέα Δημοκρατία αισθάνεται ότι η πολιτική ηγεμονία της τίθεται υπό μερική αμφισβήτηση, έστω και από τον “κανέναν”. Το κυβερνών κόμμα αν και έβαλε τον πήχη χαμηλά, στο 33% των ευρωεκλογών του 2019, πέρασε από κάτω χάνοντας περί τις 13 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το ποσοστό που πήρε πριν από μόλις ένα χρόνο στις εθνικές εκλογές, αλλά και πέντε μονάδες σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές. Ο πρωθυπουργός δήλωσε χθες πως έλαβε το μήνυμα. Μένει να φανεί πώς θα το μεταφράσει. Πλέον, ένας ανασχηματισμός ρουτίνας δεν είναι ικανός να διασκεδάσει το κακό χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα. Ο κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα, και όχι μετά το καλοκαίρι, σε δομικό ανασχηματισμό της κυβέρνησής του με ταυτόχρονη ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών για την επίλυση των σοβαρών προβλημάτων που μαστίζουν την κοινωνία, με κορυφαία αυτά της ακρίβειας, της ενίσχυσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας, της έλλειψης φτηνής στέγης κ.ο.κ. Ανησυχητικό για τον κ. Μητσοτάκη είναι και το γεγονός ότι, όπως φάνηκε από τα exit polls έχασε τη μάχη του κέντρου όπου τα πρωτεία πήρε το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, διαθέτει ακόμη μια σημαντική δεξαμενή πρώην ψηφοφόρων του οι οποίοι προτίμησαν να απέχουν, άρα μπορεί να πει κανείς ότι οι απώλειες αυτές, υπό προϋποθέσεις, δεν θεωρούνται οριστικές και αμετάκλητες, αλλά αυτό μένει να αποδειχθεί. Τελευταίο θετικό στοιχείο για τη ΝΔ είναι ότι τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν φαίνεται να καρπώνονται σχεδόν τίποτε από αυτές τις απώλειες εξ ου και το άθροισμα αυτών των δύο κομμάτων μετά βίας φτάνει στο ποσοστό της ΝΔ.
2. Η χθεσινή εκλογική αναμέτρηση ήταν η πρώτη δοκιμασία για τον Στέφανο Κασσελάκη ο οποίος, όπως πρόδιδε η γλώσσα του σώματός του στις χθεσινοβραδινές δηλώσεις του, δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένος από την εκλογική επίδοση του κόμματός του. Οι ελπίδες του για ποσοστό άνω του 20% αποδείχθηκαν φρούδες. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε σχεδόν τρεις ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το ποσοστό των εθνικών εκλογών και περισσότερες από οκτώ μονάδες από αυτό των ευρωεκλογών του 2019. Το μόνο που κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν να παραμείνει δεύτερο κόμμα, αισθανόμενος όμως πολύ κοντά πλέον την ανάσα του ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα σε περίπου είκοσι εκλογικές περιφέρειες το κόμμα του κ. Κασσελάκη ήταν στην τρίτη θέση. Το κακό εκλογικό αποτέλεσμα είναι βέβαιο πως θα επιταχύσει τις αλλαγές που έτσι κι αλλιώς είχε σκοπό να επιβάλει ο πρόεδρός του οι οποίες πρόκειται να οριστικοποιηθούν στο καταστατικό συνέδριο του κόμματος τον προσεχή Σεπτέμβριο. Οι αλλαγές αυτές, όπως όλα δείχνουν, θα στοχεύουν στην περαιτέρω εκκαθάριση του ΣΥΡΙΖΑ από στελέχη τα οποία ο νέος αρχηγός τα θεωρεί σαν βαρίδια, ώστε να δημιουργήσει ένα καθαρά προσωποπαγές κόμμα το οποίο θα ξεμακραίνει κι άλλο από την αριστερά, κάτι που ενδεχομένως να σηματοδοτηθεί και από την ενδεχόμενη αλλαγή του ονόματός του.
3. Το ΠΑΣΟΚ είναι ο ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ των χαμένων και των κερδισμένων των χθεσινών εκλογών. Έχει λόγους να αισθάνεται μία κάποια ικανοποίηση καθώς πήρε ελαφρώς υψηλότερο ποσοστό από αυτό του Ιουνίου 2023, και σημαντικά υψηλότερο από τις ευρωεκλογές του 2019. Ωστόσο απέτυχε να προσπεράσει τον ΣΥΡΙΖΑ που ήταν η βασική επιδίωξή του, αν και το κατάφερε σε 19 εκλογικές περιφέρειες, όμως τον έχει σε απόσταση βολής, κάτι που του επιτρέπει να διατηρεί ζωντανό το στόχο της δεύτερης θέσης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης στις χθεσινοβραδινές δηλώσεις του ορθά διέγνωσε το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στα κακά ποσοστά του ΠΑΣΟΚ στην Αττική και στη Θεσσαλονίκη σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Άρα από τα πρώτα που πρέπει να δει είναι τι φταίει και το κόμμα του υστερεί στις πολυπληθέστερες εκλογικές περιφέρειες. Έδειξε επίσης να αντιλαμβάνεται ότι θα πρέπει να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες ώστε να καταφέρει να δημιουργήσει, μαζί με άλλες δυνάμεις της κεντροαριστεράς, προϋποθέσεις για μία πρόταση εναλλακτικής διακυβέρνησης. Βεβαίως, με τα σημερινά δεδομένα, η συζήτηση αυτή δεν μπορεί να γίνει με τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Κασσελάκη, μπορεί όμως να συμπεριλάβει τη Νέα Αριστερά η οποία είναι στους χαμένους των χθεσινών εκλογών, κινήσεις της Οικολογίας κ.ο.κ.
4. Η στροφή της ΝΔ προς το κέντρο, σε συνδυασμό με κάποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες της όπως ο γάμος για τα ομόφυλα ζευγάρια, άφησε ελεύθερο το πεδίο στην ακραία και αντισυστημική δεξιά όπου πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η Ελληνική Λύση που είναι η μεγαλύτερη κερδισμένη των ευρωεκλογών. Κατάφερε να πλασαριστεί στην τέταρτη θέση, υπερδιπλασιάζοντας το ποσοστό που είχε πάρει τον Ιούνιο του 2023 καθώς και στις ευρωεκλογές του 2019. Όπως έδειξαν τα exit polls το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου είχε εισροές και από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα κι επίσης, σημαντική μερίδα ψηφοφόρων του το θεωρεί ως κεντρώο κόμμα. Το δικό της μερίδιο στον ίδιο χώρο διεκδικεί από χθες η Αφροδίτη Λατινοπούλου η οποία κατάφερε, έστω και οριακά να διαβεί το κατώφλι του ευρωκοινοβουλίου, ενώ διατήρησε τα ποσοστά της η ΝΙΚΗ. Το ερώτημα που δημιουργείται είναι εάν μπορεί ο χώρος αυτός να συμπορευτεί κάτω από κάποιον αρχηγό κοινής αποδοχής. Όπως φάνηκε από τις χθεσινοβραδινές υπερφίαλες δηλώσεις του ο κ. Βελόπουλος θα ήθελε να ηγηθεί αυτός του συγκεκριμένου χώρου, αλλά ένα τέτοιο εγχείρημα φαίνεται προς το παρόν να τον υπερβαίνει.
5. Στο χώρο της αριστεράς τα πράγματα αρχίζουν και ξεκαθαρίζουν. Από τη μια είναι το ΚΚΕ το οποίο αύξησε τα ποσοστά του, τόσο σε σχέση με τις περσινές εθνικές εκλογές, όσο πολύ περισσότερο αυτά των ευρωεκλογών του 2019. Από τα υπόλοιπα κόμματα τα οποία προέκυψαν από τις κατά καιρούς διασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ μόνον η Πλεύση Ελευθερίας κατάφερε να επιβιώσει κοινοβουλευτικά. Αντιθέτως, το ΜεΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη απέτυχε για άλλη μια φορά να εκπροσωπηθεί σε Κοινοβούλιο, ενώ η Νέα Αριστερά υπέστη δεινή ήττα η οποία θέτει υπό ισχυρή αμφισβήτηση το πολιτικό μέλλον της. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα μικρότερα κόμματα που έχουν αναφορά στο χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς όπως οι Δημοκράτες του Ανδρέα Λοβέρδου, ο Κόσμος του Πέτρου Κόκκαλη, άλλα οικολογικά σχήματα κ.λπ. Κάποια απ' αυτά τα κόμματα ίσως θα μπορούσαν να μπουν σε μια συζήτηση με το ΠΑΣΟΚ για τη δημιουργία ενός ισχυρότερου κεντροαριστερού πόλου.
Από τα ισχυρότερα μηνύματα των χθεσινών εκλογών είναι αυτό που έστειλαν όσοι δεν συμμετείχαν σ' αυτές. Το επίσημο ποσοστό αποχής άγγιξε σχεδόν το 60% (στο 41,3% η συμμετοχή), κάτι που πρέπει να προβληματίσει σοβαρά όλα τα κόμματα καθώς υπάρχει πλέον σαφές ζήτημα αντιπροσώπευσης. Το προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ συμμετοχής ήταν στις ευρωεκλογές του 2009 με 52,63%. Ωστόσο, στην Ελλάδα οι αριθμοί αυτοί είναι πλασματικοί καθώς οι εκλογικοί κατάλογοι είναι γεμάτοι από άτομα τα οποία έχουν εγκαταλείψει προ πολλού τα εγκόσμια, ενώ υπάρχουν και αρκετές διπλοεγγραφές.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ξεπερνούν τα 9,7 εκατ. Στην τελευταία απογραφή μετρηθήκαμε περί τα 10,5 εκατ. Εξ αυτών περίπου το 16%, δηλαδή κοντά 1,7 εκατ. είναι κάτω των 17 ετών, άρα δεν έχουν δικαίωμα ψήφου. Επιπλέον, σχεδόν 730.000 είναι αλλοδαποί εκ των οποίων η συντριπτική πλειονότητα δεν έχουν δικαίωμα ψήφου. Συνεπώς, από τα 10,5 εκατ. δικαίωμα ψήφου έχουν περίπου 8,1 εκατ., δηλαδή 1,6 εκατ. λιγότεροι σε σχέση με τους εγγεγραμμένους στους εκλογικούς καταλόγους. Άρα, στην πραγματικότητα το ποσοστό αποχής είναι κοντά στο 50% και όχι 60%. Να λοιπόν, ένα από τα απλούστερα πράγματα που οφείλει να κάνει ως τις επόμενες εκλογές η κυβέρνηση: να ξεκαθαρίσει επιτέλους τους εκλογικούς καταλόγους ώστε να γνωρίζουμε ποιός είναι ο πραγματικός αριθμός των ψηφοφόρων, άρα και το πραγματικό ποσοστό της αποχής.
ΣΧΟΛΙΑ