Θεσσαλονίκη – Πειραιάς με 10 κουπιά και 3 πανιά - Ένα ταξίδι… πέρα από τις γραμμές των οριζόντων
14/01/2022 07:00
14/01/2022 07:00
Το ημερολόγιο έγραφε 15 Αυγούστου 1996, όταν μια παρέα εννιά ναυτοπροσκόπων, ένας αντιπρόσωπος σχεδόν από κάθε σύστημα της Θεσσαλονίκης, έλυσαν τα σκοινιά της ξύλινης εκπαιδευτικής βάρκας τους, άνοιξαν τα πανιά της και ξεκίνησαν για ένα ταξίδι που δεν έμοιαζε με κανένα άλλο.
Ο Ζαχαρίας (Χάρης) Ψαλλιδάκης κυβερνήτης του σκάφους, ο Γιώργιος Αδαμίδης, ο Φραγκίσκος Αλεξανδράκης, ο Ανδρέας Ανδρεάδης, ο Γαβριήλ Ζαφειριάδης, ο Λευτέρης Κιαγιαδάκης, ο Αντώνης Μπουκουβάλας, ο Γιώργος Ταυλίκος και ο Στέφανος Χατζηϊωάννου, ήταν οι εννιά φιλόδοξοι και τολμηροί άντρες, που αποτέλεσαν το πλήρωμα. Όλοι διαφορετικοί μεταξύ τους, από 17 μέχρι 39 χρονών, όμως η κοινή αγάπη για τον ναυτοπροσκοπισμό και τη θάλασσα τους έφερε κοντά.
«Ξεκινήσαμε από τη Θεσσαλονίκη για τoν Πειραιά, για ένα ταξίδι που έγινε μία και μοναδική φορά, με ένα ξύλινο εκπαιδευτικό σκάφος τον "Άγιο Νικόλαο", χωρίς μηχανή, με 10 κουπιά και 3 πανιά. Είχαμε τη βαθιά επιθυμία να δούμε τις αντοχές μας και του σκάφους και να τις ξεπεράσουμε. Το 1995 είχε πραγματοποιηθεί ένα άλλο ταξίδι από ναυτοπροσκόπους, οι οποίοι όμως έφτασαν μέχρι τον Παγασητικό κόλπο. Εμείς θέλαμε να κάνουμε κάτι μεγαλύτερο», δηλώνει χαρακτηριστικά ο 65χρονος σήμερα Στέφανος Χατζηιωάννου για το έναυσμα του ταξιδιού.
«Ο Γιώργος τότε ήταν ένα νεαρό παιδί 20 χρονών, ένας άνθρωπος ζωηρός και ενθουσιώδης. Όλες τις μέρες του ταξιδιού μας παρέμεινε με πίστη στον σκοπό μας, δεν υπήρξε στιγμή που να μην πιστέψει αυτό που πάμε να κάνουμε», αναφέρει.
Παρά το μήνα Αύγουστο που επέλεξαν να αποπλεύσουν οι πρόσκοποι, υπήρξαν στιγμές μέσα στη θάλασσα που ο καιρός σκοτείνιαζε τον καλοκαιρινό ουρανό και αγρίευε επικίνδυνα τα κύματα, που γέμιζαν την ξύλινα βάρκα. «Ο τύπος αυτού το σκάφους δεν έχει κατάστρωμα, δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε τα νερά. Επειδή όμως ήταν ξύλινο το σκαρί δε βούλιαζε», επισημαίνει ο κ. Χατζηιωάννου, ενώ σε αποσπάσματα από ημερολόγιο που κρατούσαν κατά τη διάρκεια της πλεύσης τους, μεταξύ άλλων, αναφέρεται:
Παρασκευή 23 Αυγούστου 1996
«Τα μαύρα σύννεφα έχουν καλύψει όλο τον ουρανό, ο άνεμος δυναμώνει σε ένταση 4-5 μποφόρ και στις 11:40 τυλίγουμε το πλωριό «εν πλω» και δένουμε την αντένα πάνω στο άλμπουρο. Συνεχίζουμε με πρυμιό και φλόκους, αλλά ο άνεμος φτάνει σε ένταση τα 6 μποφόρ και πλέον πρέπει να κατεβάσουμε και το πρυμιό πανί. Ο Ανδρέας φέρνει το σκάφος στον καιρό χρησιμοποιώντας και το πρυμιό πανί στο ορτσάρισμα, αλλά όταν ο Χάρης με τον Λευτέρη λασκάρουν το πανί για να κατεβάσουν τηναντένα, αμέσως το μεγάλο κύμα μας γυρνάει μπάντα.
…Δεν έχουμε προλάβει να καταστρώσουμε το σχέδιο «αφίστωση πλωριού εν πλω στα πρύμα με ένταση ανέμου 8 μποφόρ» και να σταθμίσουμε όλους τους παράγοντες, όταν το κακό γίνεται και το πλωριό πανί αρχίζει να λύνεται ψηλότερα από το μέσον της αντένας και να φουσκώνει ανεξέλεγκτα. Τώρα το άλμπουρο κινδυνεύει άμεσα και ασχέτως με τα ημιτελή σχέδια αφίστωσης, η αντένα θα πρέπει να κατεβεί χωρίς άλλη σκέψη. Οι τρεις «της πρύμνης» είναι αδύνατο να βοηθήσουν: ο Ανδρέας απασχολημένος 100% με το τιμόνεμα, φροντίζει να κρατάει το σκάφος στα κατάπρυμα, ενώ ο Χάρης με τον Λευτέρη κινούμενοι συνεχώς και συντονισμένοι μεταξύ τους, φροντίζουν να ελέγχουν το κουπαστάρισμα του σκάφους, πόσο μάλλον τώρα που οι υπόλοιποι τέσσερις θα πρέπει να κινηθούν για το κατέβασμα της αντένας. Το να φέρουμε το σκάφος στον καιρό με το λυμένο πλωριό να φουσκώνει και τις δεδομένες συνθήκες ανέμου και κύματος είναι εντελώς αδύνατον, ακόμα ίσως κι’ αν διαθέταμε δέκα κωπηλάτες».
Υπήρξαν μέρες, όπως λέει ο κ. Χατζηιωάννου, που έμειναν αγκυροβολημένοι και μέρες που βρισκόντουσαν συνεχόμενα εν πλω. Μάλιστα, όταν ο αέρας δεν τους έκανε το χατίρι, κατέβαζαν τα πανιά τους και άρχιζαν την κωπηλασία. «Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, τα 45 ναυτικά μίλια, δηλαδή 90χλμ., τα διανύσαμε με κουπί, όταν η συνολική απόσταση ήταν πάνω από 280 μίλια. Είχαμε όμως σωματικό κουράγιο», υποστηρίζει ο ίδιος.
Έπειτα από συνεχείς δυσκολίες, εξάντληση και προσμονή για το τέλος, στις 25 Αυγούστου, ο «Άγιος Νικόλαος» πλέει ανοιχτά του Πειραιά. Ένα σχέδιο που σε πολλούς μπορεί να έμοιαζε ακατόρθωτο έγινε πραγματικότητα.
«Έχουμε πλεύσει απόσταση 288 ναυτικών μιλίων και απομένουν πλέον μόνο 500 μέτρα. Η κούραση των προηγούμενων 10 ημερών έχει εξαφανιστεί και στη θέση της νοιώθουμε τη γλυκιά εγρήγορση και υπερένταση της εκπλήρωσης ενός δύσκολου στόχου», γράφουν στο ημερολόγιο τους προσπαθώντας να καταγράψουν με λέξεις αυτό το συναίσθημα ικανοποίησης.
Σήμερα, ρωτώντας τον κ. Χατζηιωάννου τι έχει αφήσει εκείνο το ταξίδι 26 χρόνια μετά, απαντά με γεμάτη φωνή «Αναμνήσεις! Κάναμε κάτι πέρα από τα όριά μας». Μάλιστα, ο ίδιος συνεχίζει μέχρι και σήμερα να αποτελεί ενεργό μέλος των ναυτοπροσκόπων, τονίζοντας ότι μπαίνει σε βάρκα από τα 11 του χρόνια. Για τον κ. Χατζηιωάννου, η έννοια του ναυτοπροσκοπισμού είναι συνυφασμένη με τη διαπαιδαγώγηση των προσκόπων. Από μικρή ηλικία τα παιδιά μαθαίνουν όχι μόνο να μπαίνουν στα σκάφη, αλλά και να τα συντηρούν με τη βοήθεια έμπειρων ανθρώπων που τους μεταδίδουν τις γνώσεις τους για τα σκαριά.
Στη Θεσσαλονίκη το σώμα ναυτοπροσκόπων κλείνει φέτος τα 100 χρόνια από την ίδρυσή του το 1922, λειτουργώντας επτά συστήματα στην εφορία Λευκού Πύργου και διαθέτοντας το μεγαλύτερο στόλο στην Ελλάδα αποτελούμενο από 25 σκάφη.
Το ημερολόγιο έγραφε 15 Αυγούστου 1996, όταν μια παρέα εννιά ναυτοπροσκόπων, ένας αντιπρόσωπος σχεδόν από κάθε σύστημα της Θεσσαλονίκης, έλυσαν τα σκοινιά της ξύλινης εκπαιδευτικής βάρκας τους, άνοιξαν τα πανιά της και ξεκίνησαν για ένα ταξίδι που δεν έμοιαζε με κανένα άλλο.
Ο Ζαχαρίας (Χάρης) Ψαλλιδάκης κυβερνήτης του σκάφους, ο Γιώργιος Αδαμίδης, ο Φραγκίσκος Αλεξανδράκης, ο Ανδρέας Ανδρεάδης, ο Γαβριήλ Ζαφειριάδης, ο Λευτέρης Κιαγιαδάκης, ο Αντώνης Μπουκουβάλας, ο Γιώργος Ταυλίκος και ο Στέφανος Χατζηϊωάννου, ήταν οι εννιά φιλόδοξοι και τολμηροί άντρες, που αποτέλεσαν το πλήρωμα. Όλοι διαφορετικοί μεταξύ τους, από 17 μέχρι 39 χρονών, όμως η κοινή αγάπη για τον ναυτοπροσκοπισμό και τη θάλασσα τους έφερε κοντά.
«Ξεκινήσαμε από τη Θεσσαλονίκη για τoν Πειραιά, για ένα ταξίδι που έγινε μία και μοναδική φορά, με ένα ξύλινο εκπαιδευτικό σκάφος τον "Άγιο Νικόλαο", χωρίς μηχανή, με 10 κουπιά και 3 πανιά. Είχαμε τη βαθιά επιθυμία να δούμε τις αντοχές μας και του σκάφους και να τις ξεπεράσουμε. Το 1995 είχε πραγματοποιηθεί ένα άλλο ταξίδι από ναυτοπροσκόπους, οι οποίοι όμως έφτασαν μέχρι τον Παγασητικό κόλπο. Εμείς θέλαμε να κάνουμε κάτι μεγαλύτερο», δηλώνει χαρακτηριστικά ο 65χρονος σήμερα Στέφανος Χατζηιωάννου για το έναυσμα του ταξιδιού.
«Ο Γιώργος τότε ήταν ένα νεαρό παιδί 20 χρονών, ένας άνθρωπος ζωηρός και ενθουσιώδης. Όλες τις μέρες του ταξιδιού μας παρέμεινε με πίστη στον σκοπό μας, δεν υπήρξε στιγμή που να μην πιστέψει αυτό που πάμε να κάνουμε», αναφέρει.
Παρά το μήνα Αύγουστο που επέλεξαν να αποπλεύσουν οι πρόσκοποι, υπήρξαν στιγμές μέσα στη θάλασσα που ο καιρός σκοτείνιαζε τον καλοκαιρινό ουρανό και αγρίευε επικίνδυνα τα κύματα, που γέμιζαν την ξύλινα βάρκα. «Ο τύπος αυτού το σκάφους δεν έχει κατάστρωμα, δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε τα νερά. Επειδή όμως ήταν ξύλινο το σκαρί δε βούλιαζε», επισημαίνει ο κ. Χατζηιωάννου, ενώ σε αποσπάσματα από ημερολόγιο που κρατούσαν κατά τη διάρκεια της πλεύσης τους, μεταξύ άλλων, αναφέρεται:
Παρασκευή 23 Αυγούστου 1996
«Τα μαύρα σύννεφα έχουν καλύψει όλο τον ουρανό, ο άνεμος δυναμώνει σε ένταση 4-5 μποφόρ και στις 11:40 τυλίγουμε το πλωριό «εν πλω» και δένουμε την αντένα πάνω στο άλμπουρο. Συνεχίζουμε με πρυμιό και φλόκους, αλλά ο άνεμος φτάνει σε ένταση τα 6 μποφόρ και πλέον πρέπει να κατεβάσουμε και το πρυμιό πανί. Ο Ανδρέας φέρνει το σκάφος στον καιρό χρησιμοποιώντας και το πρυμιό πανί στο ορτσάρισμα, αλλά όταν ο Χάρης με τον Λευτέρη λασκάρουν το πανί για να κατεβάσουν τηναντένα, αμέσως το μεγάλο κύμα μας γυρνάει μπάντα.
…Δεν έχουμε προλάβει να καταστρώσουμε το σχέδιο «αφίστωση πλωριού εν πλω στα πρύμα με ένταση ανέμου 8 μποφόρ» και να σταθμίσουμε όλους τους παράγοντες, όταν το κακό γίνεται και το πλωριό πανί αρχίζει να λύνεται ψηλότερα από το μέσον της αντένας και να φουσκώνει ανεξέλεγκτα. Τώρα το άλμπουρο κινδυνεύει άμεσα και ασχέτως με τα ημιτελή σχέδια αφίστωσης, η αντένα θα πρέπει να κατεβεί χωρίς άλλη σκέψη. Οι τρεις «της πρύμνης» είναι αδύνατο να βοηθήσουν: ο Ανδρέας απασχολημένος 100% με το τιμόνεμα, φροντίζει να κρατάει το σκάφος στα κατάπρυμα, ενώ ο Χάρης με τον Λευτέρη κινούμενοι συνεχώς και συντονισμένοι μεταξύ τους, φροντίζουν να ελέγχουν το κουπαστάρισμα του σκάφους, πόσο μάλλον τώρα που οι υπόλοιποι τέσσερις θα πρέπει να κινηθούν για το κατέβασμα της αντένας. Το να φέρουμε το σκάφος στον καιρό με το λυμένο πλωριό να φουσκώνει και τις δεδομένες συνθήκες ανέμου και κύματος είναι εντελώς αδύνατον, ακόμα ίσως κι’ αν διαθέταμε δέκα κωπηλάτες».
Υπήρξαν μέρες, όπως λέει ο κ. Χατζηιωάννου, που έμειναν αγκυροβολημένοι και μέρες που βρισκόντουσαν συνεχόμενα εν πλω. Μάλιστα, όταν ο αέρας δεν τους έκανε το χατίρι, κατέβαζαν τα πανιά τους και άρχιζαν την κωπηλασία. «Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, τα 45 ναυτικά μίλια, δηλαδή 90χλμ., τα διανύσαμε με κουπί, όταν η συνολική απόσταση ήταν πάνω από 280 μίλια. Είχαμε όμως σωματικό κουράγιο», υποστηρίζει ο ίδιος.
Έπειτα από συνεχείς δυσκολίες, εξάντληση και προσμονή για το τέλος, στις 25 Αυγούστου, ο «Άγιος Νικόλαος» πλέει ανοιχτά του Πειραιά. Ένα σχέδιο που σε πολλούς μπορεί να έμοιαζε ακατόρθωτο έγινε πραγματικότητα.
«Έχουμε πλεύσει απόσταση 288 ναυτικών μιλίων και απομένουν πλέον μόνο 500 μέτρα. Η κούραση των προηγούμενων 10 ημερών έχει εξαφανιστεί και στη θέση της νοιώθουμε τη γλυκιά εγρήγορση και υπερένταση της εκπλήρωσης ενός δύσκολου στόχου», γράφουν στο ημερολόγιο τους προσπαθώντας να καταγράψουν με λέξεις αυτό το συναίσθημα ικανοποίησης.
Σήμερα, ρωτώντας τον κ. Χατζηιωάννου τι έχει αφήσει εκείνο το ταξίδι 26 χρόνια μετά, απαντά με γεμάτη φωνή «Αναμνήσεις! Κάναμε κάτι πέρα από τα όριά μας». Μάλιστα, ο ίδιος συνεχίζει μέχρι και σήμερα να αποτελεί ενεργό μέλος των ναυτοπροσκόπων, τονίζοντας ότι μπαίνει σε βάρκα από τα 11 του χρόνια. Για τον κ. Χατζηιωάννου, η έννοια του ναυτοπροσκοπισμού είναι συνυφασμένη με τη διαπαιδαγώγηση των προσκόπων. Από μικρή ηλικία τα παιδιά μαθαίνουν όχι μόνο να μπαίνουν στα σκάφη, αλλά και να τα συντηρούν με τη βοήθεια έμπειρων ανθρώπων που τους μεταδίδουν τις γνώσεις τους για τα σκαριά.
Στη Θεσσαλονίκη το σώμα ναυτοπροσκόπων κλείνει φέτος τα 100 χρόνια από την ίδρυσή του το 1922, λειτουργώντας επτά συστήματα στην εφορία Λευκού Πύργου και διαθέτοντας το μεγαλύτερο στόλο στην Ελλάδα αποτελούμενο από 25 σκάφη.
ΣΧΟΛΙΑ