Θεσσαλονίκη: «Οι εβραϊκές περιουσίες – Κράτος και δωσιλογισμός στη Θεσσαλονίκη, 1943-1949»
28/03/2024 10:58
28/03/2024 10:58
Σαφείς και στοιχειοθετημένες απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με τις εβραϊκές περιουσίες, κινητές και ακίνητες, δίνει το βιβλίο του Δρ. Ανδρέα Μπουρούτη «Οι εβραϊκές περιουσίες - Κράτος και δωσιλογισμός στη Θεσσαλονίκη, 1943-1949», αξιοποιώντας πρωτογενές αρχειακό υλικό, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά. Το βιβλίο παρουσιάζεται απόψε, στις 7μμ, στο δημαρχείο Θεσσαλονίκης (αίθουσα Μ. Αναγνωστάκης).
Ο Ανδρέας Μπουρούτης παρακολουθεί την προπολεμική εποχή, την Κατοχή και τη μεταπολεμική περίοδο και μεταφέρει νοερά τον αναγνώστη στους δρόμους του κέντρου, της ανατολικής και της δυτικής Θεσσαλονίκης, όπου εκτυλίσσονται οι ιστορίες ανθρώπων, οι περισσότεροι από τους οποίους χάθηκαν με τραγικό τρόπο στα στρατόπεδα θανάτου.
Η άνθηση της ιστορικής έρευνας για τον ελληνικό εβραϊσμό τα τελευταία χρόνια επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στην προπολεμική παρουσία των εβραϊκών κοινοτήτων και κυρίως στο Ολοκαύτωμα την περίοδο του πολέμου. Αντίθετα υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα που αφορούν τη μεταπολεμική εποχή, ιδίως το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών, που αποτελεί θέμα συζήτησης στη δημόσια ιστορία.
Στα ερωτήματα αυτά έρχεται ν' απαντήσει το βιβλίο του Δρ. Μπουρούτη, ο οποίος στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος που τού παρέδωσε με την αναχώρησή του για το εξωτερικό ο Λεόν Σαλτιέλ (ιστορικός ερευνητής, εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου στα Ηνωμένα Έθνη, στη Γενεύη) -και παρά τις δύσκολες συνθήκες την εποχή του κορονοϊού- κατάφερε να επισκεφθεί τρία αρχεία και ν' αντλήσει πολύτιμο υλικό για τη συγγραφή του βιβλίου.
Την άνοιξη του 1943, με την εφαρμογή της Τελικής Λύσης στη Θεσσαλονίκη, οι ναζί φρόντισαν να ανοίξουν τον κύκλο της συνενοχής στη λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών, κάτι που έπραξαν σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Το ελληνικό κράτος ενεπλάκη στην υπόθεση με τη δημιουργία της Υπηρεσίας Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών (ΥΔΙΠ), ενώ χιλιάδες Έλληνες χριστιανοί έσπευσαν, άλλοι από ανάγκη και πολλοί από καιροσκοπισμό, να συμμετάσχουν στη διαδικασία εκμετάλλευσης ως μεσεγγυούχοι.
«Ξεκίνησα τη δουλειά μου από την έρευνα στα αρχεία του Οργανισμού Περίθαλψης και Αποκατάστασης Ισραηλιτών Ελλάδος, που βρίσκεται στο Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο στην Αθήνα. Μετά την άδεια την οποία έλαβα μπόρεσα να δουλέψω στα αρχεία τα οποία αφορούσαν στη Θεσσαλονίκη. Η εικόνα που έχουμε είναι ότι αμέσως μετά τον πόλεμο ξεκίνησε μια διαδικασία στο ελληνικό κράτος για να μπορέσει να επιστρέψει τις περιουσίες -ή τελοσπάντων ό,τι είχε απομείνει από αυτά τα οποία είχαν ληφθεί από την υπηρεσία διαχείρισης ισραηλιτικών περιουσιών που ήταν η κατοχική δημόσια υπηρεσία την οποία σύστησαν οι Έλληνες κατ' εντολή των γερμανικών δυνάμεων και η οποία ανέλαβε να πάρει τα ακίνητα αυτά και να τα παραδώσει στους μεσεγγυούχους. Οι μεσεγγυούχοι ήταν οι περίφημοι Έλληνες χριστιανοί, οι οποίοι πήραν αυτά τα ακίνητα, πήραν δηλαδή καταστήματα, πήραν σπίτια, πήραν επιχειρήσεις για να τα διαχειριστούν. Ήταν μία πολύ δύσκολη περίοδος γιατί έγινε φανερό ότι κατά την περίοδο της κατοχής υπήρξε μία εκτεταμένη λεηλασία των εβραϊκών ακινήτων, των περιουσιών, των επιχειρήσεων, των πάντων» εξιστορεί, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Μπουρούτης.
Ακόμη και μετά την απελευθέρωση, το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών εξακολούθησε να αποτελεί ένα ακανθώδες θέμα που εξέθετε διεθνώς τη χώρα. «Η διαδικασία αυτή, μετά τη λήξη του πολέμου, την απελευθέρωση της χώρας, απ' ό,τι φαίνεται βάλτωσε πολύ γρήγορα. Αυτό έγινε πρώτα απ' όλα γιατί υπήρχαν γραφειοκρατικές διαδικασίες και γιατί οι μεσεγγυούχοι ήταν ένα κρίσιμο σώμα ανθρώπων, που απ' ό,τι φαίνεται είχε αποκτήσει πολιτική δύναμη σε μία περίοδο πολιτικής αστάθειας και σε μία περίοδο στην οποία η Ελλάδα είχε εμπλακεί στον εμφύλιο πόλεμο. Ως εκ τούτου ήταν πολύ δύσκολη η έρευνα που αφορούσε τα χρόνια από το 1944 έως το 1949. Δουλεύοντας στα αρχεία του ΟΠΑΙΕ κατάλαβα ότι το 1949 είναι μία κρίσιμη χρόνια για τη διαδικασία ανάκτησης των εβραϊκών ιδιοκτησιών γιατί τότε συστήνεται επιτέλους από το ελληνικό κράτος, δηλαδή η Ελλάδα αποφασίζει να εφαρμόσει το νόμο, να δημιουργήσει δηλαδή τον Οργανισμό Περίθαλψης και Αποκατάστασης Ισραηλιτών Ελλάδος» επισημαίνει ο συγγραφέας του βιβλίου.
Εκτός από το αρχείο του ΟΠΑΙΕ, η έρευνα επεκτάθηκε και στο Αρχείο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια και στο Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και ο Δρ. Μπουρούτης δεν αμελεί να ευχαριστήσει όλους όσοι τον βοήθησαν στα τρία αυτά αρχεία. «Οφείλω να ευχαριστήσω τον κύριο Ταραμπουλούς, που ήταν τότε πρόεδρος του ΟΠΑΙΕ, την Μπέλα Ααρών, που είναι αντιπρόεδρος στον ΟΠΑΙΕ, την Αλίκη Αρούχ στο αρχείο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και την Αρετή Μάκρη στο Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας» αναφέρει.
Από την έρευνα προέκυψε ότι οι ακίνητες περιουσίες ουσιαστικά χάθηκαν κι αυτά που τελικά επεστράφησαν στους νόμιμους δικαιούχους -τους ελάχιστους ανθρώπους που κατάφεραν να επιβιώσουν από τα στρατόπεδα κολαστήρια των ναζί ή τους συγγενείς τους- ήταν ελάχιστα είδη (οικοσκευές, προϊόντα και εξοπλισμός επιχειρήσεων κ.ά).
«Την εποχή εκείνη πρώτα απ' όλα υπήρχε μια μεγάλη φτωχοποίηση του κόσμου γενικότερα και το να έχεις κινητή περιουσία, να έχεις κάποιο πλούτο άμεσα στα χέρια σου, ήταν πολύ πιο πιθανό να σου επιτρέψει να επιβιώσεις. Οπότε πολλοί άνθρωποι είχαν ρευστοποιήσει ένα μεγάλο μέρος από τις περιουσίες τους προκειμένου να μπορέσουν να επιζήσουν, κάνοντας λίρες, κάνοντας χρήματα για να αποκτήσουν τρόφιμα. Αυτά όλα χάθηκαν. Δεν υπήρξε τίποτα.
Υπήρξαν φοβερές περιπτώσεις. Αυτό το οποίο εμένα με ενδιέφερε και αν θέλετε με συγκλόνισε κάνοντας αυτή τη δουλειά -η αλήθεια είναι ότι προσπαθούμε να είμαστε αποστασιοποιημένοι συνήθως από το αντικείμενο, αλλά μερικές φορές είναι αδύνατο- είναι το μέγεθος της λεηλασίας και το γεγονός ότι δεν έγινε από κάποιους γνωστούς- οπορτουνιστές, τους καιροσκόπους που ξέρουμε ότι πάντοτε υπάρχουν σε έκτακτες καταστάσεις κρίσης. Είναι ότι συμμετείχαν πολλοί άνθρωποι. Υπήρξε δηλαδή μια αποσάθρωση της κοινωνικής συνοχής συγκλονιστική. Δηλαδή μπορούσε να σου αρπάξει ότι μπορούσε περισσότερο χωρίς να έχει κανέναν ενδοιασμό.
Η περιγραφή δηλαδή του Ιωάννου στο βιβλίο του, στη Σαρκοφάγο, ότι όταν έφυγε η οικογένεια που ζούσε στην οικοδομή, στην πολυκατοικία την οποία ζούσαν όλοι μαζί οι ένοικοι, και όλοι οι υπόλοιποι χριστιανοί όρμηξαν μέσα και άρχισαν να τραβάνε τα σεντόνια, τις κουρτίνες, ό,τι μπορούσαν περισσότερο. Είναι συγκλονιστική. Έπεσα σε πάρα πολλές τέτοιες περιπτώσεις» περιγράφει ο Δρ. Μπουρούτης.
Στο βιβλίο δίνονται επίσης απαντήσεις σε μια σειρά από ερωτήματα, όπως: Ποια ήταν η δημόσια στάση έναντι των επιζώντων Ελλήνων Εβραίων; Πώς αντιμετωπίστηκαν οι δωσίλογοι και όσοι εκμεταλλεύτηκαν και διασπάθισαν τις εβραϊκές περιουσίες; Γιατί καθυστέρησε η εφαρμογή των νόμων και τι συνέβη το 1949; Τι έγινε τελικά;
Ορισμένα απ' αυτά τα ερωτήματα αναμένεται να τεθούν και στην αποψινή παρουσίαση, όπου εκτός του συγγραφέα θα μιλήσουν επίσης οι: Νικόλας Σεβαστάκης, καθηγητής ΑΠΘ, Στράτος Δορδανάς, επίκουρος καθηγητής ΑΠΘ και Γιώργος Σκαμπαρδώνης, συγγραφέας.
Σαφείς και στοιχειοθετημένες απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με τις εβραϊκές περιουσίες, κινητές και ακίνητες, δίνει το βιβλίο του Δρ. Ανδρέα Μπουρούτη «Οι εβραϊκές περιουσίες - Κράτος και δωσιλογισμός στη Θεσσαλονίκη, 1943-1949», αξιοποιώντας πρωτογενές αρχειακό υλικό, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά. Το βιβλίο παρουσιάζεται απόψε, στις 7μμ, στο δημαρχείο Θεσσαλονίκης (αίθουσα Μ. Αναγνωστάκης).
Ο Ανδρέας Μπουρούτης παρακολουθεί την προπολεμική εποχή, την Κατοχή και τη μεταπολεμική περίοδο και μεταφέρει νοερά τον αναγνώστη στους δρόμους του κέντρου, της ανατολικής και της δυτικής Θεσσαλονίκης, όπου εκτυλίσσονται οι ιστορίες ανθρώπων, οι περισσότεροι από τους οποίους χάθηκαν με τραγικό τρόπο στα στρατόπεδα θανάτου.
Η άνθηση της ιστορικής έρευνας για τον ελληνικό εβραϊσμό τα τελευταία χρόνια επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στην προπολεμική παρουσία των εβραϊκών κοινοτήτων και κυρίως στο Ολοκαύτωμα την περίοδο του πολέμου. Αντίθετα υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα που αφορούν τη μεταπολεμική εποχή, ιδίως το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών, που αποτελεί θέμα συζήτησης στη δημόσια ιστορία.
Στα ερωτήματα αυτά έρχεται ν' απαντήσει το βιβλίο του Δρ. Μπουρούτη, ο οποίος στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος που τού παρέδωσε με την αναχώρησή του για το εξωτερικό ο Λεόν Σαλτιέλ (ιστορικός ερευνητής, εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου στα Ηνωμένα Έθνη, στη Γενεύη) -και παρά τις δύσκολες συνθήκες την εποχή του κορονοϊού- κατάφερε να επισκεφθεί τρία αρχεία και ν' αντλήσει πολύτιμο υλικό για τη συγγραφή του βιβλίου.
Την άνοιξη του 1943, με την εφαρμογή της Τελικής Λύσης στη Θεσσαλονίκη, οι ναζί φρόντισαν να ανοίξουν τον κύκλο της συνενοχής στη λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών, κάτι που έπραξαν σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Το ελληνικό κράτος ενεπλάκη στην υπόθεση με τη δημιουργία της Υπηρεσίας Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών (ΥΔΙΠ), ενώ χιλιάδες Έλληνες χριστιανοί έσπευσαν, άλλοι από ανάγκη και πολλοί από καιροσκοπισμό, να συμμετάσχουν στη διαδικασία εκμετάλλευσης ως μεσεγγυούχοι.
«Ξεκίνησα τη δουλειά μου από την έρευνα στα αρχεία του Οργανισμού Περίθαλψης και Αποκατάστασης Ισραηλιτών Ελλάδος, που βρίσκεται στο Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο στην Αθήνα. Μετά την άδεια την οποία έλαβα μπόρεσα να δουλέψω στα αρχεία τα οποία αφορούσαν στη Θεσσαλονίκη. Η εικόνα που έχουμε είναι ότι αμέσως μετά τον πόλεμο ξεκίνησε μια διαδικασία στο ελληνικό κράτος για να μπορέσει να επιστρέψει τις περιουσίες -ή τελοσπάντων ό,τι είχε απομείνει από αυτά τα οποία είχαν ληφθεί από την υπηρεσία διαχείρισης ισραηλιτικών περιουσιών που ήταν η κατοχική δημόσια υπηρεσία την οποία σύστησαν οι Έλληνες κατ' εντολή των γερμανικών δυνάμεων και η οποία ανέλαβε να πάρει τα ακίνητα αυτά και να τα παραδώσει στους μεσεγγυούχους. Οι μεσεγγυούχοι ήταν οι περίφημοι Έλληνες χριστιανοί, οι οποίοι πήραν αυτά τα ακίνητα, πήραν δηλαδή καταστήματα, πήραν σπίτια, πήραν επιχειρήσεις για να τα διαχειριστούν. Ήταν μία πολύ δύσκολη περίοδος γιατί έγινε φανερό ότι κατά την περίοδο της κατοχής υπήρξε μία εκτεταμένη λεηλασία των εβραϊκών ακινήτων, των περιουσιών, των επιχειρήσεων, των πάντων» εξιστορεί, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Μπουρούτης.
Ακόμη και μετά την απελευθέρωση, το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών εξακολούθησε να αποτελεί ένα ακανθώδες θέμα που εξέθετε διεθνώς τη χώρα. «Η διαδικασία αυτή, μετά τη λήξη του πολέμου, την απελευθέρωση της χώρας, απ' ό,τι φαίνεται βάλτωσε πολύ γρήγορα. Αυτό έγινε πρώτα απ' όλα γιατί υπήρχαν γραφειοκρατικές διαδικασίες και γιατί οι μεσεγγυούχοι ήταν ένα κρίσιμο σώμα ανθρώπων, που απ' ό,τι φαίνεται είχε αποκτήσει πολιτική δύναμη σε μία περίοδο πολιτικής αστάθειας και σε μία περίοδο στην οποία η Ελλάδα είχε εμπλακεί στον εμφύλιο πόλεμο. Ως εκ τούτου ήταν πολύ δύσκολη η έρευνα που αφορούσε τα χρόνια από το 1944 έως το 1949. Δουλεύοντας στα αρχεία του ΟΠΑΙΕ κατάλαβα ότι το 1949 είναι μία κρίσιμη χρόνια για τη διαδικασία ανάκτησης των εβραϊκών ιδιοκτησιών γιατί τότε συστήνεται επιτέλους από το ελληνικό κράτος, δηλαδή η Ελλάδα αποφασίζει να εφαρμόσει το νόμο, να δημιουργήσει δηλαδή τον Οργανισμό Περίθαλψης και Αποκατάστασης Ισραηλιτών Ελλάδος» επισημαίνει ο συγγραφέας του βιβλίου.
Εκτός από το αρχείο του ΟΠΑΙΕ, η έρευνα επεκτάθηκε και στο Αρχείο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια και στο Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και ο Δρ. Μπουρούτης δεν αμελεί να ευχαριστήσει όλους όσοι τον βοήθησαν στα τρία αυτά αρχεία. «Οφείλω να ευχαριστήσω τον κύριο Ταραμπουλούς, που ήταν τότε πρόεδρος του ΟΠΑΙΕ, την Μπέλα Ααρών, που είναι αντιπρόεδρος στον ΟΠΑΙΕ, την Αλίκη Αρούχ στο αρχείο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και την Αρετή Μάκρη στο Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας» αναφέρει.
Από την έρευνα προέκυψε ότι οι ακίνητες περιουσίες ουσιαστικά χάθηκαν κι αυτά που τελικά επεστράφησαν στους νόμιμους δικαιούχους -τους ελάχιστους ανθρώπους που κατάφεραν να επιβιώσουν από τα στρατόπεδα κολαστήρια των ναζί ή τους συγγενείς τους- ήταν ελάχιστα είδη (οικοσκευές, προϊόντα και εξοπλισμός επιχειρήσεων κ.ά).
«Την εποχή εκείνη πρώτα απ' όλα υπήρχε μια μεγάλη φτωχοποίηση του κόσμου γενικότερα και το να έχεις κινητή περιουσία, να έχεις κάποιο πλούτο άμεσα στα χέρια σου, ήταν πολύ πιο πιθανό να σου επιτρέψει να επιβιώσεις. Οπότε πολλοί άνθρωποι είχαν ρευστοποιήσει ένα μεγάλο μέρος από τις περιουσίες τους προκειμένου να μπορέσουν να επιζήσουν, κάνοντας λίρες, κάνοντας χρήματα για να αποκτήσουν τρόφιμα. Αυτά όλα χάθηκαν. Δεν υπήρξε τίποτα.
Υπήρξαν φοβερές περιπτώσεις. Αυτό το οποίο εμένα με ενδιέφερε και αν θέλετε με συγκλόνισε κάνοντας αυτή τη δουλειά -η αλήθεια είναι ότι προσπαθούμε να είμαστε αποστασιοποιημένοι συνήθως από το αντικείμενο, αλλά μερικές φορές είναι αδύνατο- είναι το μέγεθος της λεηλασίας και το γεγονός ότι δεν έγινε από κάποιους γνωστούς- οπορτουνιστές, τους καιροσκόπους που ξέρουμε ότι πάντοτε υπάρχουν σε έκτακτες καταστάσεις κρίσης. Είναι ότι συμμετείχαν πολλοί άνθρωποι. Υπήρξε δηλαδή μια αποσάθρωση της κοινωνικής συνοχής συγκλονιστική. Δηλαδή μπορούσε να σου αρπάξει ότι μπορούσε περισσότερο χωρίς να έχει κανέναν ενδοιασμό.
Η περιγραφή δηλαδή του Ιωάννου στο βιβλίο του, στη Σαρκοφάγο, ότι όταν έφυγε η οικογένεια που ζούσε στην οικοδομή, στην πολυκατοικία την οποία ζούσαν όλοι μαζί οι ένοικοι, και όλοι οι υπόλοιποι χριστιανοί όρμηξαν μέσα και άρχισαν να τραβάνε τα σεντόνια, τις κουρτίνες, ό,τι μπορούσαν περισσότερο. Είναι συγκλονιστική. Έπεσα σε πάρα πολλές τέτοιες περιπτώσεις» περιγράφει ο Δρ. Μπουρούτης.
Στο βιβλίο δίνονται επίσης απαντήσεις σε μια σειρά από ερωτήματα, όπως: Ποια ήταν η δημόσια στάση έναντι των επιζώντων Ελλήνων Εβραίων; Πώς αντιμετωπίστηκαν οι δωσίλογοι και όσοι εκμεταλλεύτηκαν και διασπάθισαν τις εβραϊκές περιουσίες; Γιατί καθυστέρησε η εφαρμογή των νόμων και τι συνέβη το 1949; Τι έγινε τελικά;
Ορισμένα απ' αυτά τα ερωτήματα αναμένεται να τεθούν και στην αποψινή παρουσίαση, όπου εκτός του συγγραφέα θα μιλήσουν επίσης οι: Νικόλας Σεβαστάκης, καθηγητής ΑΠΘ, Στράτος Δορδανάς, επίκουρος καθηγητής ΑΠΘ και Γιώργος Σκαμπαρδώνης, συγγραφέας.
ΣΧΟΛΙΑ