Το 50+1 μπορεί να κάνει καλύτερο το ποδόσφαιρο
03/05/2021 11:45
03/05/2021 11:45
Το αποτυχημένο «πραξικόπημα» των 12 ισχυρών της Ευρώπης και η ματαίωση του σχεδίου τους για τη συγκρότηση της European Super League επανέφεραν στο προσκήνιο τη συζήτηση για τον ρόλο των οπαδών, που εν προκειμένω ύψωσαν το ανάστημά τους για να υπερασπιστούν την τιμή του δημοφιλέστερου ομαδικού αθλήματος στον κόσμο.
Χωρίς την κινητοποίησή τους, άλλωστε, είναι βέβαιο πως οι 12 δε θα είχαν κάνει πίσω. Αρκεί να διαβάσει κανείς τις δηλώσεις των εκπροσώπων τους για να βεβαιωθεί. Ο εξαιρετικά φιλόδοξος πρόεδρος της ΟΥΕΦΑ, Αλεξάντερ Τσεφερίν, προσπαθεί μεν να κεφαλαιοποιήσει την αποτυχία του εγχειρήματος προβάλλοντας τον δικό του ρόλο, αλλά είναι σαφές πως η κλειστή λίγκα ενταφιάστηκε πριν καν συγκροτηθεί λόγω της αντίδρασης των φιλάθλων και όχι εξαιτίας της απειλής επιβολής κυρώσεων από πλευράς της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας.
Ακόμη και οι κυβερνήσεις που συνέβαλαν στην κατάρρευση του προκλητικού σχεδίου των 12, το πολιτικό κόστος είχαν στο μυαλό τους, διαπιστώνοντας πως όποιος τολμήσει να πάρει το μέρος των ελίτ, θα πληρώσει βαρύτατο τίμημα στις επόμενες εκλογές. Το θέμα είχε άλλωστε και σαφή πολιτικο-ιδεολογική διάσταση, ως μία αντιπαράθεση των πολιτών με τις αδηφάγες ελίτ.
Η άρνηση των Γερμανών και το μοντέλο του 50+1
Η πρώτη μεγάλη ήττα των 12, πριν καν προκύψει το τσουνάμι των αντιδράσεων από πλευράς φιλάθλων, ήταν ασφαλώς η κατηγορηματική άρνηση των Μπάγερν και Ντόρτμουντ να συμμετάσχουν στο εγχείρημα. Η άρνηση των Βαυαρών, της ομάδας δηλαδή που κατέκτησε το τελευταίο Champions League και συγκαταλέγεται στα δέκα μεγαλύτερα κλαμπ του κόσμου, από καταβολής ποδοσφαίρου, ήταν ένα δυνατό χαστούκι στο πρόσωπο του προέδρου της Ρεάλ Μαδρίτης, Φλορεντίνο Πέρεθ, του ανθρώπου που εμπνεύστηκε το όλο σχέδιο για τη δημιουργία της κλειστής ευρωπαϊκής λίγκας.
Πίσω από το ηχηρό nein των πρωταθλητών Ευρώπης στην ESL, δεν κρύβεται όμως η… προτεσταντική ηθική των Γερμανών, όπως κάποιοι αναλυτές έσπευσαν να υποστηρίξουν. Η Μπάγερν δε θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος μιας τόσο αδιαφανούς διαδικασίας, λόγω του μοντέλου διοίκησής της. Η μεγάλη ομάδα του Μονάχου αποτελεί στην ουσία μια εταιρεία λαϊκής βάσης, καθώς τα εκατοντάδες χιλιάδες μέλη της, είναι παράλληλα και μέτοχοι.
Μέχρι το 1998, οι γερμανικοί σύλλογοι λειτουργούσαν ως σωματεία, αφού ανήκαν κατά αποκλειστικότητα στις λέσχες μελών που συγκροτούσαν οι οπαδοί τους. Τον Οκτώβριο του εν λόγω έτους, η γερμανική ομοσπονδία ποδοσφαίρου υιοθέτησε έναν κανονισμό βάσει του οποίου θα επιτρεπόταν πλέον η μετατροπή των ποδοσφαιρικών σωματείων σε εταιρείες. Ο κανονισμός προέβλεπε όμως ως ασφαλιστική δικλίδα πως ο αθλητικός σύλλογος θα πρέπει υποχρεωτικά να διατηρεί το 50% συν μία, των συνολικών μετοχών της εταιρείας. Με τον τρόπο αυτό, τα μέλη του κλαμπ, δηλαδή οι φίλαθλοι, θα έχουν πάντα το πάνω χέρι έναντι οποιουδήποτε επιχειρηματία ή χορηγού.
Σε αντίθεση με τους 12, απόφαση για τη συμμετοχή της Μπάγερν και της Ντόρτμουντ στην κλειστή λίγκα μπορούσαν να πάρουν μόνον οι πραγματικοί φίλαθλοί τους και όχι κάποιοι επενδυτές που βλέπουν τις ομάδες ως επιχειρηματικά πρότζεκτ και μόνο. Από το μοντέλο του 50+1 θα μπορούσαν να εξαιρεθούν μόνον οι ομάδες που στηρίζονται για τουλάχιστον 20 χρόνια στη χρηματοδότηση μίας συγκεκριμένης εταιρείας. Η πρόβλεψη αυτή ήταν «φωτογραφική» και αφορούσε τις περιπτώσεις της Λεβερκούζεν και της Βόλφσμπουργκ, που έχουν μια ειδική και μακροχρόνια σχέση με τις εταιρείες Bayer και Volkswagen. Αργότερα, της εξαίρεσης αυτής επωφελήθηκε και ο πρόεδρος της Χόφενχαϊμ, Ντίτμαρ Χοπ, αφού επί της ουσίας η ομάδα υπάρχει χάρη στα δικά του χρήματα.
Οι επικριτές και η περίπτωση της Λειψίας
Το μοντέλο αυτό υποστηρίζεται από τη συντριπτική πλειονότητα των Γερμανών και αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τις υπόλοιπες μεγάλες χώρες. Στην Αγγλία, τα κλαμπ των οπαδών της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πιέζουν προς αυτήν την κατεύθυνση, ζητώντας -εκτός των άλλων- σχετική νομοθετική ρύθμιση από πλευράς της συντηρητικής κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον. Υπάρχουν όμως και οι επικριτές, όπως ο πρόεδρος του Ανόβερου, Μάρτιν Κιντ, ο οποίος ισχυρίζεται πως το 50+1 αντιβαίνει στην ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ανταγωνισμού. Το 2009 ζήτησε να διεξαχθεί ψηφοφορία με σκοπό την κατάργησή του, αλλά οι ομάδες που τον υποστήριξαν ήταν ελάχιστες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει τέλος η περίπτωση της Λειψίας, που ανήκει στην εταιρεία Red Bull. Αν και θεωρητικά όλοι οι οπαδοί έχουν δικαίωμα να γίνουν μέλη, ώστε το μοντέλο του 50+1 να εφαρμοστεί και στην ομάδα από τη Σαξονία, το καταστατικό της εταιρείας προβλέπει πως ο βασικός μέτοχος μπορεί να απορρίψει κάθε αίτηση εγγραφής, χωρίς να υποχρεούται να αιτιολογήσει απόφασή του. Η Λειψία αποτελεί επομένως μια… ρωγμή στο σύστημα, που ίσως δημιουργήσει προβλήματα στο μέλλον.
Στη Σουηδία, ο αθλητισμός είναι επί της ουσίας ερασιτεχνικός και ο νόμος προβλέπει πως μόνο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σωματεία μπορούν να συμμετάσχουν στο πρωτάθλημα. Το κλαμπ ελέγχει λοιπόν τουλάχιστον το 51% της αθλητικής εταιρείας.
* Δημοσιεύτηκε στη "Μακεδονία της Κυριακής" στις 30/4/2021
Το αποτυχημένο «πραξικόπημα» των 12 ισχυρών της Ευρώπης και η ματαίωση του σχεδίου τους για τη συγκρότηση της European Super League επανέφεραν στο προσκήνιο τη συζήτηση για τον ρόλο των οπαδών, που εν προκειμένω ύψωσαν το ανάστημά τους για να υπερασπιστούν την τιμή του δημοφιλέστερου ομαδικού αθλήματος στον κόσμο.
Χωρίς την κινητοποίησή τους, άλλωστε, είναι βέβαιο πως οι 12 δε θα είχαν κάνει πίσω. Αρκεί να διαβάσει κανείς τις δηλώσεις των εκπροσώπων τους για να βεβαιωθεί. Ο εξαιρετικά φιλόδοξος πρόεδρος της ΟΥΕΦΑ, Αλεξάντερ Τσεφερίν, προσπαθεί μεν να κεφαλαιοποιήσει την αποτυχία του εγχειρήματος προβάλλοντας τον δικό του ρόλο, αλλά είναι σαφές πως η κλειστή λίγκα ενταφιάστηκε πριν καν συγκροτηθεί λόγω της αντίδρασης των φιλάθλων και όχι εξαιτίας της απειλής επιβολής κυρώσεων από πλευράς της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας.
Ακόμη και οι κυβερνήσεις που συνέβαλαν στην κατάρρευση του προκλητικού σχεδίου των 12, το πολιτικό κόστος είχαν στο μυαλό τους, διαπιστώνοντας πως όποιος τολμήσει να πάρει το μέρος των ελίτ, θα πληρώσει βαρύτατο τίμημα στις επόμενες εκλογές. Το θέμα είχε άλλωστε και σαφή πολιτικο-ιδεολογική διάσταση, ως μία αντιπαράθεση των πολιτών με τις αδηφάγες ελίτ.
Η άρνηση των Γερμανών και το μοντέλο του 50+1
Η πρώτη μεγάλη ήττα των 12, πριν καν προκύψει το τσουνάμι των αντιδράσεων από πλευράς φιλάθλων, ήταν ασφαλώς η κατηγορηματική άρνηση των Μπάγερν και Ντόρτμουντ να συμμετάσχουν στο εγχείρημα. Η άρνηση των Βαυαρών, της ομάδας δηλαδή που κατέκτησε το τελευταίο Champions League και συγκαταλέγεται στα δέκα μεγαλύτερα κλαμπ του κόσμου, από καταβολής ποδοσφαίρου, ήταν ένα δυνατό χαστούκι στο πρόσωπο του προέδρου της Ρεάλ Μαδρίτης, Φλορεντίνο Πέρεθ, του ανθρώπου που εμπνεύστηκε το όλο σχέδιο για τη δημιουργία της κλειστής ευρωπαϊκής λίγκας.
Πίσω από το ηχηρό nein των πρωταθλητών Ευρώπης στην ESL, δεν κρύβεται όμως η… προτεσταντική ηθική των Γερμανών, όπως κάποιοι αναλυτές έσπευσαν να υποστηρίξουν. Η Μπάγερν δε θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος μιας τόσο αδιαφανούς διαδικασίας, λόγω του μοντέλου διοίκησής της. Η μεγάλη ομάδα του Μονάχου αποτελεί στην ουσία μια εταιρεία λαϊκής βάσης, καθώς τα εκατοντάδες χιλιάδες μέλη της, είναι παράλληλα και μέτοχοι.
Μέχρι το 1998, οι γερμανικοί σύλλογοι λειτουργούσαν ως σωματεία, αφού ανήκαν κατά αποκλειστικότητα στις λέσχες μελών που συγκροτούσαν οι οπαδοί τους. Τον Οκτώβριο του εν λόγω έτους, η γερμανική ομοσπονδία ποδοσφαίρου υιοθέτησε έναν κανονισμό βάσει του οποίου θα επιτρεπόταν πλέον η μετατροπή των ποδοσφαιρικών σωματείων σε εταιρείες. Ο κανονισμός προέβλεπε όμως ως ασφαλιστική δικλίδα πως ο αθλητικός σύλλογος θα πρέπει υποχρεωτικά να διατηρεί το 50% συν μία, των συνολικών μετοχών της εταιρείας. Με τον τρόπο αυτό, τα μέλη του κλαμπ, δηλαδή οι φίλαθλοι, θα έχουν πάντα το πάνω χέρι έναντι οποιουδήποτε επιχειρηματία ή χορηγού.
Σε αντίθεση με τους 12, απόφαση για τη συμμετοχή της Μπάγερν και της Ντόρτμουντ στην κλειστή λίγκα μπορούσαν να πάρουν μόνον οι πραγματικοί φίλαθλοί τους και όχι κάποιοι επενδυτές που βλέπουν τις ομάδες ως επιχειρηματικά πρότζεκτ και μόνο. Από το μοντέλο του 50+1 θα μπορούσαν να εξαιρεθούν μόνον οι ομάδες που στηρίζονται για τουλάχιστον 20 χρόνια στη χρηματοδότηση μίας συγκεκριμένης εταιρείας. Η πρόβλεψη αυτή ήταν «φωτογραφική» και αφορούσε τις περιπτώσεις της Λεβερκούζεν και της Βόλφσμπουργκ, που έχουν μια ειδική και μακροχρόνια σχέση με τις εταιρείες Bayer και Volkswagen. Αργότερα, της εξαίρεσης αυτής επωφελήθηκε και ο πρόεδρος της Χόφενχαϊμ, Ντίτμαρ Χοπ, αφού επί της ουσίας η ομάδα υπάρχει χάρη στα δικά του χρήματα.
Οι επικριτές και η περίπτωση της Λειψίας
Το μοντέλο αυτό υποστηρίζεται από τη συντριπτική πλειονότητα των Γερμανών και αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τις υπόλοιπες μεγάλες χώρες. Στην Αγγλία, τα κλαμπ των οπαδών της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πιέζουν προς αυτήν την κατεύθυνση, ζητώντας -εκτός των άλλων- σχετική νομοθετική ρύθμιση από πλευράς της συντηρητικής κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον. Υπάρχουν όμως και οι επικριτές, όπως ο πρόεδρος του Ανόβερου, Μάρτιν Κιντ, ο οποίος ισχυρίζεται πως το 50+1 αντιβαίνει στην ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ανταγωνισμού. Το 2009 ζήτησε να διεξαχθεί ψηφοφορία με σκοπό την κατάργησή του, αλλά οι ομάδες που τον υποστήριξαν ήταν ελάχιστες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει τέλος η περίπτωση της Λειψίας, που ανήκει στην εταιρεία Red Bull. Αν και θεωρητικά όλοι οι οπαδοί έχουν δικαίωμα να γίνουν μέλη, ώστε το μοντέλο του 50+1 να εφαρμοστεί και στην ομάδα από τη Σαξονία, το καταστατικό της εταιρείας προβλέπει πως ο βασικός μέτοχος μπορεί να απορρίψει κάθε αίτηση εγγραφής, χωρίς να υποχρεούται να αιτιολογήσει απόφασή του. Η Λειψία αποτελεί επομένως μια… ρωγμή στο σύστημα, που ίσως δημιουργήσει προβλήματα στο μέλλον.
Στη Σουηδία, ο αθλητισμός είναι επί της ουσίας ερασιτεχνικός και ο νόμος προβλέπει πως μόνο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σωματεία μπορούν να συμμετάσχουν στο πρωτάθλημα. Το κλαμπ ελέγχει λοιπόν τουλάχιστον το 51% της αθλητικής εταιρείας.
* Δημοσιεύτηκε στη "Μακεδονία της Κυριακής" στις 30/4/2021
ΣΧΟΛΙΑ