ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το Χρηματιστήριο Αθηνών επέστρεψε στα προ μνημονίου επίπεδα

Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς έχει ξεπεράσει τα επίπεδα των 100 δισ. ευρώ, τα οποία είχε να δει από τις αρχές Νοεμβρίου του 2009, όταν ο δείκτης ήταν στις 2.400 μονάδες

 12/05/2024 08:30

Το Χρηματιστήριο Αθηνών επέστρεψε στα προ μνημονίου επίπεδα

Έναν επώδυνο χρηματιστηριακό κύκλο 13 και πλέον ετών κλείνει η χρηματιστηριακή αγορά έχοντας επιστρέψει στον Απρίλιο του 2011.

Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς έχει ξεπεράσει τα επίπεδα των 100 δισ. ευρώ, τα οποία είχε να "δει" από τις αρχές Νοεμβρίου του 2009, όταν ο δείκτης ήταν στις 2.400 μονάδες.

Την ίδια ώρα η μέση ημερήσια συναλλακτική δραστηριότητα εκτοξεύθηκε στα προ Lehman Brothers επίπεδα, 15 και πλέον χρόνια πίσω.

Η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών στο πρώτο τρίμηνο του 2024 διαμορφώθηκε στα 146,046 εκατ. ευρώ, αυξημένη κατά 32% έναντι του 2023.

Από τις αρχές του έτους η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά (με βάση το κλείσιμο της Πέμπτης) κερδίζει 14,24% και βρίσκεται στην τέταρτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης των χρηματιστηριακών αγορών.

Ο γενικός δείκτης, έρχεται από ένα πολύμηνο ράλι καθώς η αγορά από τις 9 Οκτωβρίου και τις 1.105 μονάδες, καταγράφει κέρδη της τάξεως του 34% .

Τα κέρδη της τάξεως του 14% που σημειώνει από τις αρχές του 2024 ο Γενικός Δείκτης Τιμών επιβεβαιώνουν το ανοδικό momentum της χρηματιστηριακής αγοράς και ο στόχος των 1.500 μονάδων είναι πολύ κοντά, σε πρώτη φάση, με επόμενο στόχο, σύμφωνα με τους αναλυτές, την κίνηση της αγοράς πάνω κι από τα επίπεδα των 1.600 μονάδων, επίπεδα που έχει να "δει" το Χρηματιστήριο Αθηνών από τα τέλη Μαρτίου του 2011 (1.611 μονάδες).

Μερίδα εγχωρίων αναλυτών θέτει ως δυνητικό στόχο τα επίπεδα των 1.670- 1.690 μονάδων, σύμφωνα με την μακροπρόθεσμη τεχνική εικόνα της αγοράς, επίπεδα στα οποία ήταν η αγορά λίγο πριν την απώλεια της επενδυτικής βαθμίδας.

Η Ελλάδα έχασε την επενδυτική βαθμίδα στις 27 Απριλίου του 2010, όταν ο Standard & Poor's έγινε ο πρώτος οίκος που την υποβάθμισε σε «junk». Ο γενικός δείκτης «έγραψε» εκείνη την ημέρα 1.696,68 μονάδες, με πτώση 6% . Βέβαια είχε προηγηθεί η συνεχής πτώση από τις 2.327 μονάδες που βρισκόταν η αγορά στις αρχές του 2010, καθώς το φάσμα της διάσωσης της Ελλάδας ανοιγόταν όλο και πιο καθαρά, μέχρι τις 23 Απριλίου και την προσφυγή της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Η αγορά κυρίως βρίσκει στηρίγματα:

- Στο ισχυρό αναπτυξιακό story της ελληνικής οικονομίας. Η ελληνική οικονομία διαθέτει τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια έναν "ελεύθερο διάδρομο" ανάπτυξης σε συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας υπό την αίρεση ότι δεν θα υπάρξει σοβαρή κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή ή άλλες απρόβλεπτες αρνητικές εξελίξεις στο ταραγμένο γεωπολιτικό περιβάλλον. Πρόκειται για το κοινό συμπέρασμα όλων των εκθέσεων και των εκτιμήσεων που δημοσιοποιήθηκαν το τελευταίο διάστημα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor's, ξένους επενδυτικούς οίκους και ελληνικά ινστιτούτα. Η Ελληνική Οικονομία θα είναι και το 2024, μια από τις πρώτες σε ανάπτυξη στην Ε.Ε.

Ανάπτυξη 2,1% εφέτος και 1,9% το 2025 προβλέπει το ΔΝΤ, στο 2,1% "βλέπει" τον εφετινό ρυθμό μεγέθυνσης το ΙΟΒΕ, ενώ ο οίκος S&P εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με μέσο ρυθμό 2,4% την πενταετία 2024-2027. H ελληνική οικονομία παραμένει ανθεκτική και αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2% εφέτος και 2,5% το 2025, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ .

- Στη δημοσιονομική σταθερότητα. Το 2023 η ελληνική οικονομία πέτυχε πλεόνασμα- έκπληξη, φτάνοντας στο 1,9% του ΑΕΠ, όταν το 2022 ήταν μηδενικό. Το ΑΕΠ το 2023 αυξήθηκε στα 220,3 δισ. έναντι 206,6 δισ. το 2022 και 181,5 δισ. το 2021. Η υπέρβαση του στόχου αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα έχει αντανάκλαση στα πεδία: Πρώτον, στην ταχύτερη μείωση του δημοσίου χρέους. Με βάση το ανωτέρω αποτέλεσμα, ο λόγος Χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε από 172,7% το 2022 σε 161,9% το 2023. Δεύτερον, στη δημιουργία μιας καλύτερης αφετηρίας για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2024, παρά τις διεθνείς αναταράξεις και την επιβράδυνση των διεθνών και ευρωπαϊκών ρυθμών ανάπτυξης. Τρίτον, το αποτέλεσμα αυτό στέλνει ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές ότι η ελληνική οικονομία ισχυροποιείται και αναπτύσσεται πέραν των στόχων, παρά τις δυσκολίες και τα έκτακτα γεγονότα που αντιμετώπισε η χώρα (φυσικές καταστροφές, διεθνείς κρίσεις, διπλές εθνικές εκλογές κ.λπ.)

- Στη δυναμική που έχει δημιουργήσει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Η τελευταία έξοδος της Ελλάδας στις αγορές με 30ετές ομόλογο επιβεβαίωσε την ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης στα ελληνικά ομόλογα προσφέροντας 33 δισ. ευρώ, ενώ το επιτόκιο διαμορφώθηκε σε επίπεδο που πιστοποιεί την επενδυτική βαθμίδα και συγκρίνεται ευθέως με τα αντίστοιχα επιτόκια άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Η έξοδος του Δημοσίου στις αγορές τον περασμένο Ιανουάριο είχε συγκεντρώσει υψηλές προσφορές ύψους 35 δισ. Δηλαδή μέσα σε δύο σχεδόν μήνες μόνο τα ελληνικά ομόλογα προσέλκυσαν 68 δισ. ευρώ και εάν προσθέσουμε και τις προσφορές και για άλλα ελληνικά assets μιλάμε για πάνω από 100 δισ. ευρώ, του τελευταίους μήνες.

Την ίδια ώρα η αναβάθμιση των προοπτικών του ελληνικού αξιόχρεου από σταθερές σε θετικές από την Standard & Poor's θέτει την Ελλάδα στο προθάλαμο νέας ουσιαστικής αναβάθμισης στους επομένους 12 μήνες.

- Η υψηλή κερδοφορία των εισηγμένων εταιρειών στηρίζει τις αποτιμήσεις των μετοχών. Έκρηξη κερδοφορίας εμφανίζουν τα αποτελέσματα των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο της Αθήνας εταιρειών και οι χρηματιστηριακοί αναλυτές εκτιμούν ότι θα επιτύχουν την υψηλότερη κερδοφορία 16ετίας, από το 2007, όταν τα κέρδη είχαν διαμορφωθεί στα 11,3 δισ. ευρώ.

Το 2023 τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών αναμένεται να ξεπεράσουν τα 10,4 δισ. ευρώ που πέτυχαν το 2022, ενώ οι χρηματοοικονομικές εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 4 δισ. ευρώ, το υψηλότερο ποσό από το 2008 (4,49 δισ) και το 2007 (5,42 δισ. ευρώ).

Οι αποδόσεις του 2024

Από τις αρχές του έτους τη μεγαλύτερη άνοδο καταγράφουν οι μετοχές της Q&R (+106,67%), της Moda Bango (+75,13%), της Εβροφάρμα (+40,42%) και της Σαράντης (+38,57%). Αντιθέτως τις μεγαλύτερες απώλειες κατέγραψαν οι τίτλοι της Intercontinental Intl ( -33,75%), της Ακρίτας (-26,21%), της Προοδευτικής (-22,11%) και της 'Αβαξ (-21,51%).

Από τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, από τις αρχές του 2024 τη μεγαλύτερη άνοδο σημειώνουν οι μετοχές: Τιτάν (+45,45%), Σαράντης (+38,57%), Eurobank (+28,57%), Εθνική (+28,57%), ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ (+27,20%), Coca Cola HBC (+19,83%), Τέρνα Ενεργειακή (+18,24%), Πειραιώς (+18,12%), ΕΛΠΕ (+16,07%), Viohalco (+15,97%), Motor Oil (+13,80%), Aegean Airlines (+13,14%), ΟΤΕ (+12,40%) και Jumbo (+10,67%). Μικρότερα κέρδη παρουσιάζουν οι μετοχές της Elvalhalcor (+9,73%), ΟΛΠ (+6,90%), Mytilineos(+6,70%), Alpha Bank (+5,78%), ΔΕΗ (+5,29%), Lamda Development (+4,44%), Ελλάκτωρ (+2,75%), Quest (+2,71%), ΟΠΑΠ (+1,04%), Autohellas (+0,47%).

Αντιθέτως, πτώση σημειώνει μόνο η μετοχή της ΕΥΔΑΠ.

Έναν επώδυνο χρηματιστηριακό κύκλο 13 και πλέον ετών κλείνει η χρηματιστηριακή αγορά έχοντας επιστρέψει στον Απρίλιο του 2011.

Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς έχει ξεπεράσει τα επίπεδα των 100 δισ. ευρώ, τα οποία είχε να "δει" από τις αρχές Νοεμβρίου του 2009, όταν ο δείκτης ήταν στις 2.400 μονάδες.

Την ίδια ώρα η μέση ημερήσια συναλλακτική δραστηριότητα εκτοξεύθηκε στα προ Lehman Brothers επίπεδα, 15 και πλέον χρόνια πίσω.

Η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών στο πρώτο τρίμηνο του 2024 διαμορφώθηκε στα 146,046 εκατ. ευρώ, αυξημένη κατά 32% έναντι του 2023.

Από τις αρχές του έτους η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά (με βάση το κλείσιμο της Πέμπτης) κερδίζει 14,24% και βρίσκεται στην τέταρτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης των χρηματιστηριακών αγορών.

Ο γενικός δείκτης, έρχεται από ένα πολύμηνο ράλι καθώς η αγορά από τις 9 Οκτωβρίου και τις 1.105 μονάδες, καταγράφει κέρδη της τάξεως του 34% .

Τα κέρδη της τάξεως του 14% που σημειώνει από τις αρχές του 2024 ο Γενικός Δείκτης Τιμών επιβεβαιώνουν το ανοδικό momentum της χρηματιστηριακής αγοράς και ο στόχος των 1.500 μονάδων είναι πολύ κοντά, σε πρώτη φάση, με επόμενο στόχο, σύμφωνα με τους αναλυτές, την κίνηση της αγοράς πάνω κι από τα επίπεδα των 1.600 μονάδων, επίπεδα που έχει να "δει" το Χρηματιστήριο Αθηνών από τα τέλη Μαρτίου του 2011 (1.611 μονάδες).

Μερίδα εγχωρίων αναλυτών θέτει ως δυνητικό στόχο τα επίπεδα των 1.670- 1.690 μονάδων, σύμφωνα με την μακροπρόθεσμη τεχνική εικόνα της αγοράς, επίπεδα στα οποία ήταν η αγορά λίγο πριν την απώλεια της επενδυτικής βαθμίδας.

Η Ελλάδα έχασε την επενδυτική βαθμίδα στις 27 Απριλίου του 2010, όταν ο Standard & Poor's έγινε ο πρώτος οίκος που την υποβάθμισε σε «junk». Ο γενικός δείκτης «έγραψε» εκείνη την ημέρα 1.696,68 μονάδες, με πτώση 6% . Βέβαια είχε προηγηθεί η συνεχής πτώση από τις 2.327 μονάδες που βρισκόταν η αγορά στις αρχές του 2010, καθώς το φάσμα της διάσωσης της Ελλάδας ανοιγόταν όλο και πιο καθαρά, μέχρι τις 23 Απριλίου και την προσφυγή της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Η αγορά κυρίως βρίσκει στηρίγματα:

- Στο ισχυρό αναπτυξιακό story της ελληνικής οικονομίας. Η ελληνική οικονομία διαθέτει τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια έναν "ελεύθερο διάδρομο" ανάπτυξης σε συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας υπό την αίρεση ότι δεν θα υπάρξει σοβαρή κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή ή άλλες απρόβλεπτες αρνητικές εξελίξεις στο ταραγμένο γεωπολιτικό περιβάλλον. Πρόκειται για το κοινό συμπέρασμα όλων των εκθέσεων και των εκτιμήσεων που δημοσιοποιήθηκαν το τελευταίο διάστημα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor's, ξένους επενδυτικούς οίκους και ελληνικά ινστιτούτα. Η Ελληνική Οικονομία θα είναι και το 2024, μια από τις πρώτες σε ανάπτυξη στην Ε.Ε.

Ανάπτυξη 2,1% εφέτος και 1,9% το 2025 προβλέπει το ΔΝΤ, στο 2,1% "βλέπει" τον εφετινό ρυθμό μεγέθυνσης το ΙΟΒΕ, ενώ ο οίκος S&P εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με μέσο ρυθμό 2,4% την πενταετία 2024-2027. H ελληνική οικονομία παραμένει ανθεκτική και αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2% εφέτος και 2,5% το 2025, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ .

- Στη δημοσιονομική σταθερότητα. Το 2023 η ελληνική οικονομία πέτυχε πλεόνασμα- έκπληξη, φτάνοντας στο 1,9% του ΑΕΠ, όταν το 2022 ήταν μηδενικό. Το ΑΕΠ το 2023 αυξήθηκε στα 220,3 δισ. έναντι 206,6 δισ. το 2022 και 181,5 δισ. το 2021. Η υπέρβαση του στόχου αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα έχει αντανάκλαση στα πεδία: Πρώτον, στην ταχύτερη μείωση του δημοσίου χρέους. Με βάση το ανωτέρω αποτέλεσμα, ο λόγος Χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε από 172,7% το 2022 σε 161,9% το 2023. Δεύτερον, στη δημιουργία μιας καλύτερης αφετηρίας για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2024, παρά τις διεθνείς αναταράξεις και την επιβράδυνση των διεθνών και ευρωπαϊκών ρυθμών ανάπτυξης. Τρίτον, το αποτέλεσμα αυτό στέλνει ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές ότι η ελληνική οικονομία ισχυροποιείται και αναπτύσσεται πέραν των στόχων, παρά τις δυσκολίες και τα έκτακτα γεγονότα που αντιμετώπισε η χώρα (φυσικές καταστροφές, διεθνείς κρίσεις, διπλές εθνικές εκλογές κ.λπ.)

- Στη δυναμική που έχει δημιουργήσει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Η τελευταία έξοδος της Ελλάδας στις αγορές με 30ετές ομόλογο επιβεβαίωσε την ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης στα ελληνικά ομόλογα προσφέροντας 33 δισ. ευρώ, ενώ το επιτόκιο διαμορφώθηκε σε επίπεδο που πιστοποιεί την επενδυτική βαθμίδα και συγκρίνεται ευθέως με τα αντίστοιχα επιτόκια άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Η έξοδος του Δημοσίου στις αγορές τον περασμένο Ιανουάριο είχε συγκεντρώσει υψηλές προσφορές ύψους 35 δισ. Δηλαδή μέσα σε δύο σχεδόν μήνες μόνο τα ελληνικά ομόλογα προσέλκυσαν 68 δισ. ευρώ και εάν προσθέσουμε και τις προσφορές και για άλλα ελληνικά assets μιλάμε για πάνω από 100 δισ. ευρώ, του τελευταίους μήνες.

Την ίδια ώρα η αναβάθμιση των προοπτικών του ελληνικού αξιόχρεου από σταθερές σε θετικές από την Standard & Poor's θέτει την Ελλάδα στο προθάλαμο νέας ουσιαστικής αναβάθμισης στους επομένους 12 μήνες.

- Η υψηλή κερδοφορία των εισηγμένων εταιρειών στηρίζει τις αποτιμήσεις των μετοχών. Έκρηξη κερδοφορίας εμφανίζουν τα αποτελέσματα των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο της Αθήνας εταιρειών και οι χρηματιστηριακοί αναλυτές εκτιμούν ότι θα επιτύχουν την υψηλότερη κερδοφορία 16ετίας, από το 2007, όταν τα κέρδη είχαν διαμορφωθεί στα 11,3 δισ. ευρώ.

Το 2023 τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών αναμένεται να ξεπεράσουν τα 10,4 δισ. ευρώ που πέτυχαν το 2022, ενώ οι χρηματοοικονομικές εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 4 δισ. ευρώ, το υψηλότερο ποσό από το 2008 (4,49 δισ) και το 2007 (5,42 δισ. ευρώ).

Οι αποδόσεις του 2024

Από τις αρχές του έτους τη μεγαλύτερη άνοδο καταγράφουν οι μετοχές της Q&R (+106,67%), της Moda Bango (+75,13%), της Εβροφάρμα (+40,42%) και της Σαράντης (+38,57%). Αντιθέτως τις μεγαλύτερες απώλειες κατέγραψαν οι τίτλοι της Intercontinental Intl ( -33,75%), της Ακρίτας (-26,21%), της Προοδευτικής (-22,11%) και της 'Αβαξ (-21,51%).

Από τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, από τις αρχές του 2024 τη μεγαλύτερη άνοδο σημειώνουν οι μετοχές: Τιτάν (+45,45%), Σαράντης (+38,57%), Eurobank (+28,57%), Εθνική (+28,57%), ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ (+27,20%), Coca Cola HBC (+19,83%), Τέρνα Ενεργειακή (+18,24%), Πειραιώς (+18,12%), ΕΛΠΕ (+16,07%), Viohalco (+15,97%), Motor Oil (+13,80%), Aegean Airlines (+13,14%), ΟΤΕ (+12,40%) και Jumbo (+10,67%). Μικρότερα κέρδη παρουσιάζουν οι μετοχές της Elvalhalcor (+9,73%), ΟΛΠ (+6,90%), Mytilineos(+6,70%), Alpha Bank (+5,78%), ΔΕΗ (+5,29%), Lamda Development (+4,44%), Ελλάκτωρ (+2,75%), Quest (+2,71%), ΟΠΑΠ (+1,04%), Autohellas (+0,47%).

Αντιθέτως, πτώση σημειώνει μόνο η μετοχή της ΕΥΔΑΠ.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία