Το ψυχολογικό προφίλ των χούλιγκαν: "Άτομα με διαταραχές, που έχουν την ανάγκη του ανήκειν"
16/02/2022 21:00
16/02/2022 21:00
Η καταπολέμηση φαινομένων βίας και δη οπαδικής, απαιτεί, πρώτα απ' όλα, τη μελέτη και την κατανόηση του φαινομένου. Επομένως, ποιο είναι το υπόβαθρο των ατόμων εκείνων, που συσπειρώνονται σε ομάδες και δρουν βίαια είτε σε οπαδικό είτε εν γένει σε κοινωνικό επίπεδο;
Μιλώντας στη "ΜτΚ" και το makthes.gr, ο Βαγγέλης Κανταρτζής, ψυχολόγος με εξειδίκευση στη Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία και τη Θεραπεία Σχημάτων, σκιαγραφεί τα προφίλ αυτών των ατόμων: «Πρόκειται ως επί το πλείστον για παιδιά, εφήβους και ενήλικες, που εκδηλώνουν παραβατική συμπεριφορά σε αρκετά επίπεδα. Συνεπώς, δεν είναι ένας ο παράγων που τα ωθεί να έχουν τέτοιου είδους βίαιες συμπεριφορές -γιατί στην περίπτωση αυτή θα ήταν εύκολο να τις προβλέψουμε- αλλά είναι πολλοί και ποικίλοι», σχολιάζει αρχικά και επισημαίνει πως «πρόκειται συνήθως για ανθρώπους, οι οποίοι εμφανίζουν διαταραχές διαγωγής και διαταραχές προσωπικότητας. Κυρίως μπαίνουν σε ομάδες, κάνουν ‘κλίκες’ (π.χ. με συνομήλικους από τη γειτονιά, με μέλη συνδέσμων κ.τ.λ.), γιατί μέσα από αυτές τις ομάδες αποκτούν την αίσθηση του ανήκειν από την οποία αντλούν αποδοχή και δύναμη».
Το παρελθόν παίζει σημαντικό ρόλο σε άτομα με παραβατική συμπεριφορά; «Σαφώς», λέει ο Βαγγέλης Κανταρτζής και εξηγεί πως «συνήθως αυτά τα άτομα έχουν ακάλυπτες ανάγκες στην παιδική τους ηλικία. Για τον λόγο αυτόν μέσα σε ένα θεραπευτικό πλαίσιο ανατρέχουμε στην παιδική τους ηλικία, όταν και μπορεί να βίωσαν κάποια μορφή κακοποίησης ή την αίσθηση μειονεξίας ή να βρέθηκαν σε ένα περιβάλλον, είτε οικογενειακό είτε σχολικό, με αρκετά επικριτικούς ενήλικες ή να βίωσαν την εγκατάλειψη και τη συναισθηματική στέρηση».
«Παίζει ρόλο το χαμηλό κοινωνικοαξιακό επίπεδο»
Ερωτηθείς περαιτέρω για το αν το κοινωνικό και οικονομικό τους υπόβαθρο παίζει ρόλο στην εκδήλωση τέτοιων ακραίων συμπεριφορών δηλώνει πως «υπάρχουν έρευνες, οι οποίες δείχνουν ότι άτομα με παραβατική συμπεριφορά συνδέονται με χαμηλά κοινωνικο-οικονομικά επίπεδα. Ωστόσο, υπάρχουν πολλές υποθέσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας στις οποίες εμπλέκονταν δράστες και από ανώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα. Συνεπώς, παίζει ρόλο εν γένει το χαμηλό κοινωνικοαξιακό επίπεδο. Όπως αντίστοιχα γινόταν σε μαζικούς πολέμους στο παρελθόν, οπότε και ο κόσμος πειθόταν να βιαιοπραγήσει ενάντια στον ‘απέναντι’, τον ‘εχθρό’, τον ‘διαφορετικό’».
Όσο για το ποια είναι τα κίνητρα τέτοιων ανθρώπων πίσω από τις πράξεις τους, λέει: «Αυτά τα άτομα κάνουν μία σειρά από μη ρεαλιστικές σκέψεις: εστιάζουν, δηλαδή, στις αρνητικές συμπεριφορές των υπόλοιπων ανθρώπων γύρω τους, θεωρούν ότι αυτές γίνονται επίτηδες, οι ίδιοι νιώθουν θύματα και εν συνεχεία αντιδρούν άμεσα με επιθετικότητα. Έχουν μάθει εξάλλου να επικοινωνούν με τα χέρια τους και να εκφράζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο το θυμό τους. Υπάρχουν αρκετές ομάδες που πρεσβεύουν αυτόν τον στερεότυπο τρόπο σκέψης μέσα από τις οποίες εκδηλώνεται βία κατά του διαφορετικού, με ένα μοτίβο θυματοποίησης και δικαιωματικής επιθετικότητας. Έτσι δικαιολογούν την επιθετική τους συμπεριφορά. Αυτό δεν είναι κάτι καινούριο, καθώς υπάρχουν πολλά παραδείγματα στην ιστορία, όπως την περίοδο των Σταυροφοριών, που σκότωναν τους αλλόθρησκους, κ.ά.».
Ποια θεωρεί ο Βαγγέλης Κανταρτζής ως τα πιο κατάλληλα μέτρα για την καταστολή αυτού του φαινομένου; «Σε κοινωνικό επίπεδο, πρέπει να παράξουμε κοινωνικές δομές, οι οποίες να παρέχουν θαλπωρή και ασφάλεια σε άτομα, που στερούνται αυτών. Επίσης, να εκπαιδεύσουμε τις οικογένειες, να μπουν προγράμματα πρόληψης στα σχολεία για το δέσιμο των ομάδων, να μάθουμε να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα, να μάθουμε να επικοινωνούμε με θετικούς, κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους, να δημιουργηθούν και να εφαρμοστούν προγράμματα πρόληψης κατά της βίας, να αναλάβουν δράση οι Δήμοι για το δέσιμο της γειτονιάς και φυσικά να υπάρχει αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης, γιατί είναι σημαντική και η οριοθέτηση».
«Τα πάντα ξεκινούν από το περιβάλλον ανάπτυξης και το εκπαιδευτικό σύστημα»
Σε ερώτηση για το αν θεωρεί ότι ο κορονοϊός και η πολύμηνη καραντίνα έπαιξαν ρόλο στην έξαρση του φαινομένου της (οπαδικής) βίας, υπογραμμίζει πως «δεν νομίζω ότι αυτά που βλέπουμε και βιώνουμε τον τελευταίο καιρό είναι συνέπειες της καραντίνας, καθώς θεωρώ ότι κυρίως θα τα βλέπαμε κατά τη διάρκεια της καραντίνας ή λίγο καιρό μετά από αυτήν, δεδομένου ότι αυτά τα άτομα στερούνταν την περίοδο εκείνη τη δυνατότητα αποφόρτισης. Πριν δύο χρόνια είχαμε στη Θεσσαλονίκη τη δολοφονία του Τόσκο, πριν 4,5 χρόνια το θάνατο του Νάσου και η λίστα είναι μεγάλη. Τα γεγονότα αυτά συνέβησαν πολύ πριν τον κορονοϊό».
Και συμπληρώνει λέγοντας: «Έχουμε δει οργανωμένες οπαδικές συγκρούσεις πολλά χρόνια πριν τον κορονοϊό. Απλά πλέον έχουμε κλιμάκωση αυτών των φαινομένων σε συνδυασμό με την έλλειψη προληπτικής δράσης σε επίπεδο εκπαίδευσης, την απουσία αστυνομικού ελέγχου και την ατιμωρησία. Συνεπώς, όσο προάγεται η κοινωνική ανασφάλεια, όσο δεν έχουμε δομές στήριξης των πολιτών, υγεία, παιδεία κ.τ.λ., τόσο αυτά τα φαινόμενα θα βρίσκουν διάδρομο και θα ‘ευδοκιμούν’. Τα πάντα ξεκινούν από το περιβάλλον ανάπτυξης, τις αξίες, αλλά και το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα, που δεν μπορεί να εντάξει διαφορετικά άτομα, όπως π.χ. παιδιά με σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες, κ.ά.».
Τέλος, ο ψυχολόγος εφιστά την προσοχή στο κομμάτι της γενίκευσης, λέγοντας πως «είναι μεγάλη παγίδα. Δυστυχώς, υπάρχει η τάση από ομάδες ατόμων να ωραιοποιούν καταστάσεις, ότι δηλαδή όλοι το κάνουν, όλοι οι οπαδοί, σε όλα τα αθλήματα κ.τ.λ. και αν το αποδεχτούμε είναι σα να αποδεχόμαστε εξ ορισμού ότι όλοι είναι ίδιοι. Θέλει πολλή προσοχή. Σε αυτό σημαντική είναι και η συμβολή των αθλητικών μέσων ενημέρωσης, που εδώ και πολλά χρόνια αναδεικνύουν τη διαφορετική ομάδα ως τον ‘εχθρό’» και καταλήγει, προτείνοντας «πρέπει όλοι μας να αρχίσουμε να μιλάμε για την αποδοχή της διαφορετικότητας».
O Βαγγέλης Κανταρτζής, ψυχολόγος με εξειδίκευση στη Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία και τη Θεραπεία Σχημάτων
Η καταπολέμηση φαινομένων βίας και δη οπαδικής, απαιτεί, πρώτα απ' όλα, τη μελέτη και την κατανόηση του φαινομένου. Επομένως, ποιο είναι το υπόβαθρο των ατόμων εκείνων, που συσπειρώνονται σε ομάδες και δρουν βίαια είτε σε οπαδικό είτε εν γένει σε κοινωνικό επίπεδο;
Μιλώντας στη "ΜτΚ" και το makthes.gr, ο Βαγγέλης Κανταρτζής, ψυχολόγος με εξειδίκευση στη Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία και τη Θεραπεία Σχημάτων, σκιαγραφεί τα προφίλ αυτών των ατόμων: «Πρόκειται ως επί το πλείστον για παιδιά, εφήβους και ενήλικες, που εκδηλώνουν παραβατική συμπεριφορά σε αρκετά επίπεδα. Συνεπώς, δεν είναι ένας ο παράγων που τα ωθεί να έχουν τέτοιου είδους βίαιες συμπεριφορές -γιατί στην περίπτωση αυτή θα ήταν εύκολο να τις προβλέψουμε- αλλά είναι πολλοί και ποικίλοι», σχολιάζει αρχικά και επισημαίνει πως «πρόκειται συνήθως για ανθρώπους, οι οποίοι εμφανίζουν διαταραχές διαγωγής και διαταραχές προσωπικότητας. Κυρίως μπαίνουν σε ομάδες, κάνουν ‘κλίκες’ (π.χ. με συνομήλικους από τη γειτονιά, με μέλη συνδέσμων κ.τ.λ.), γιατί μέσα από αυτές τις ομάδες αποκτούν την αίσθηση του ανήκειν από την οποία αντλούν αποδοχή και δύναμη».
Το παρελθόν παίζει σημαντικό ρόλο σε άτομα με παραβατική συμπεριφορά; «Σαφώς», λέει ο Βαγγέλης Κανταρτζής και εξηγεί πως «συνήθως αυτά τα άτομα έχουν ακάλυπτες ανάγκες στην παιδική τους ηλικία. Για τον λόγο αυτόν μέσα σε ένα θεραπευτικό πλαίσιο ανατρέχουμε στην παιδική τους ηλικία, όταν και μπορεί να βίωσαν κάποια μορφή κακοποίησης ή την αίσθηση μειονεξίας ή να βρέθηκαν σε ένα περιβάλλον, είτε οικογενειακό είτε σχολικό, με αρκετά επικριτικούς ενήλικες ή να βίωσαν την εγκατάλειψη και τη συναισθηματική στέρηση».
«Παίζει ρόλο το χαμηλό κοινωνικοαξιακό επίπεδο»
Ερωτηθείς περαιτέρω για το αν το κοινωνικό και οικονομικό τους υπόβαθρο παίζει ρόλο στην εκδήλωση τέτοιων ακραίων συμπεριφορών δηλώνει πως «υπάρχουν έρευνες, οι οποίες δείχνουν ότι άτομα με παραβατική συμπεριφορά συνδέονται με χαμηλά κοινωνικο-οικονομικά επίπεδα. Ωστόσο, υπάρχουν πολλές υποθέσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας στις οποίες εμπλέκονταν δράστες και από ανώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα. Συνεπώς, παίζει ρόλο εν γένει το χαμηλό κοινωνικοαξιακό επίπεδο. Όπως αντίστοιχα γινόταν σε μαζικούς πολέμους στο παρελθόν, οπότε και ο κόσμος πειθόταν να βιαιοπραγήσει ενάντια στον ‘απέναντι’, τον ‘εχθρό’, τον ‘διαφορετικό’».
Όσο για το ποια είναι τα κίνητρα τέτοιων ανθρώπων πίσω από τις πράξεις τους, λέει: «Αυτά τα άτομα κάνουν μία σειρά από μη ρεαλιστικές σκέψεις: εστιάζουν, δηλαδή, στις αρνητικές συμπεριφορές των υπόλοιπων ανθρώπων γύρω τους, θεωρούν ότι αυτές γίνονται επίτηδες, οι ίδιοι νιώθουν θύματα και εν συνεχεία αντιδρούν άμεσα με επιθετικότητα. Έχουν μάθει εξάλλου να επικοινωνούν με τα χέρια τους και να εκφράζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο το θυμό τους. Υπάρχουν αρκετές ομάδες που πρεσβεύουν αυτόν τον στερεότυπο τρόπο σκέψης μέσα από τις οποίες εκδηλώνεται βία κατά του διαφορετικού, με ένα μοτίβο θυματοποίησης και δικαιωματικής επιθετικότητας. Έτσι δικαιολογούν την επιθετική τους συμπεριφορά. Αυτό δεν είναι κάτι καινούριο, καθώς υπάρχουν πολλά παραδείγματα στην ιστορία, όπως την περίοδο των Σταυροφοριών, που σκότωναν τους αλλόθρησκους, κ.ά.».
Ποια θεωρεί ο Βαγγέλης Κανταρτζής ως τα πιο κατάλληλα μέτρα για την καταστολή αυτού του φαινομένου; «Σε κοινωνικό επίπεδο, πρέπει να παράξουμε κοινωνικές δομές, οι οποίες να παρέχουν θαλπωρή και ασφάλεια σε άτομα, που στερούνται αυτών. Επίσης, να εκπαιδεύσουμε τις οικογένειες, να μπουν προγράμματα πρόληψης στα σχολεία για το δέσιμο των ομάδων, να μάθουμε να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα, να μάθουμε να επικοινωνούμε με θετικούς, κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους, να δημιουργηθούν και να εφαρμοστούν προγράμματα πρόληψης κατά της βίας, να αναλάβουν δράση οι Δήμοι για το δέσιμο της γειτονιάς και φυσικά να υπάρχει αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης, γιατί είναι σημαντική και η οριοθέτηση».
«Τα πάντα ξεκινούν από το περιβάλλον ανάπτυξης και το εκπαιδευτικό σύστημα»
Σε ερώτηση για το αν θεωρεί ότι ο κορονοϊός και η πολύμηνη καραντίνα έπαιξαν ρόλο στην έξαρση του φαινομένου της (οπαδικής) βίας, υπογραμμίζει πως «δεν νομίζω ότι αυτά που βλέπουμε και βιώνουμε τον τελευταίο καιρό είναι συνέπειες της καραντίνας, καθώς θεωρώ ότι κυρίως θα τα βλέπαμε κατά τη διάρκεια της καραντίνας ή λίγο καιρό μετά από αυτήν, δεδομένου ότι αυτά τα άτομα στερούνταν την περίοδο εκείνη τη δυνατότητα αποφόρτισης. Πριν δύο χρόνια είχαμε στη Θεσσαλονίκη τη δολοφονία του Τόσκο, πριν 4,5 χρόνια το θάνατο του Νάσου και η λίστα είναι μεγάλη. Τα γεγονότα αυτά συνέβησαν πολύ πριν τον κορονοϊό».
Και συμπληρώνει λέγοντας: «Έχουμε δει οργανωμένες οπαδικές συγκρούσεις πολλά χρόνια πριν τον κορονοϊό. Απλά πλέον έχουμε κλιμάκωση αυτών των φαινομένων σε συνδυασμό με την έλλειψη προληπτικής δράσης σε επίπεδο εκπαίδευσης, την απουσία αστυνομικού ελέγχου και την ατιμωρησία. Συνεπώς, όσο προάγεται η κοινωνική ανασφάλεια, όσο δεν έχουμε δομές στήριξης των πολιτών, υγεία, παιδεία κ.τ.λ., τόσο αυτά τα φαινόμενα θα βρίσκουν διάδρομο και θα ‘ευδοκιμούν’. Τα πάντα ξεκινούν από το περιβάλλον ανάπτυξης, τις αξίες, αλλά και το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα, που δεν μπορεί να εντάξει διαφορετικά άτομα, όπως π.χ. παιδιά με σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες, κ.ά.».
Τέλος, ο ψυχολόγος εφιστά την προσοχή στο κομμάτι της γενίκευσης, λέγοντας πως «είναι μεγάλη παγίδα. Δυστυχώς, υπάρχει η τάση από ομάδες ατόμων να ωραιοποιούν καταστάσεις, ότι δηλαδή όλοι το κάνουν, όλοι οι οπαδοί, σε όλα τα αθλήματα κ.τ.λ. και αν το αποδεχτούμε είναι σα να αποδεχόμαστε εξ ορισμού ότι όλοι είναι ίδιοι. Θέλει πολλή προσοχή. Σε αυτό σημαντική είναι και η συμβολή των αθλητικών μέσων ενημέρωσης, που εδώ και πολλά χρόνια αναδεικνύουν τη διαφορετική ομάδα ως τον ‘εχθρό’» και καταλήγει, προτείνοντας «πρέπει όλοι μας να αρχίσουμε να μιλάμε για την αποδοχή της διαφορετικότητας».
O Βαγγέλης Κανταρτζής, ψυχολόγος με εξειδίκευση στη Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία και τη Θεραπεία Σχημάτων
ΣΧΟΛΙΑ