ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

«Το Ρίφι»: Μια κραυγή για να γυρίσει η βολεμένη κοινωνία το βλέμμα της στις άκρες του χάρτη

Ο συγγραφέας Μηνάς Βιντιάδης μιλά για το τελευταίο του βιβλίο και τις απομονωμένες περιοχές που υποφέρουν

 06/09/2022 07:00

«Το Ρίφι»: Μια κραυγή για να γυρίσει η βολεμένη κοινωνία το βλέμμα της στις άκρες του χάρτη

Κυριακή Τσολάκη

“Στο Πετρονήσι, στο νοτιανατολικότερο άκρο της Ελλάδας, γεννιέται ένα παιδί που χάνει τη μητέρα του πάνω στη γέννα. Ο βοσκός πατέρας του, άγριος και ακοινώνητος, θα το κρύψει σε μια στάνη ψηλά στο βουνό και θα το μεγαλώσει με τα ζώα, χωρίς ποτέ κανείς να πληροφορηθεί την ύπαρξη του.

Ο Χαδιώτης Βασιλάς, ο βασικός ήρωας του μυθιστορήματος, δεν θα βγάλει ταυτότητα, δεν θα πάει σχολείο, δεν θα συναντήσει άνθρωπο. Πρόβατα, κατσίκια, μουλάρια, σκυλιά και πουλιά του κρατούν παρέα στο μικρό του σύμπαν, που συμπληρώνεται από χωράφια με ελιές, σιτάρια, κριθάρια και μελίσσια.

Μόλις κλείνει τα 18 γίνεται η μεγάλη ανατροπή στη ζωή του.

Η κοινωνία ανακαλύπτει την ύπαρξή του, τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν πάνω του, η Επιστήμη και το Θέαμα τον διεκδικούν κι εκείνος γνωρίζει μια ζωή που δεν φανταζόταν, τον έρωτα και, κυρίως, μέχρι που φτάνει η δύναμη του μυαλού του.

Έως που θα φτάσει αλήθεια;

Αυτή είναι η υπόθεση του νέου βιβλίου του Μηνά Βιντιάδη με τίτλο «Το Ρίφι» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», οκτώ χρόνια μετά το τελευταίο του μυθιστόρημα και αφού ενδιαμέσως ο ίδιος ασχολήθηκε κυρίως με θεατρικό κείμενο.

Μέσα από την αφήγηση ο γνωστός συγγραφέας επιχειρεί με βάση τη ζωή των ανθρώπων ενός μικρού νησιού στην άκρη του χάρτη να αναδείξει την αθωότητα, τον άνθρωπο, τη φύση σε μια «άλλη Ελλάδα» των τελευταίων 250 χρόνων. Διαβάζοντας το βιβλίο έρχεται στο νου η «Επιστροφή στη φύση» ενός εκ των γνωστότερων των διαφωτιστών, του Ζαν Ζακ Ρουσό. Όταν το λέω στον Μηνά Βιντιάδη απαντάει: «Χωρίς να θέλω να δώσω φιλοσοφική διάσταση στην ταπεινή μου θεωρία, η φύση είναι ο πολιτισμός. Πολλές φορές στο σπίτι μου στην Κάσο, που είναι ένας μικρός αναπαλαιωμένος στάβλο του 1870 καθισμένος στην αυλή, ακούω τα τζιτζίκια και τα κοτσύφια να τραγουδούν και νομίζω ότι ακούω μια συμφωνία ή μια σονάτα που ο Μπετόβεν ονειρευόταν να γράψει. Βλέπω ένα σιτοχώραφο να λικνίζεται από τον αέρα και σκέφτομαι πόσο θα το ζήλευε ο Βαν Γκογκ. Το ηλιοβασίλεμα που βλέπω από την αυλή μου στα Αρμάθια δεν μπορεί ο Ταρκόφσκι να το δείξει σε μια ταινία, η φορτωμένη ελιά, οι δέκα αποχρώσεις του μπλε στο Αιγαίο, ακόμα και μια μαντινάδα ενός κασιώτη βοσκού συναγωνίζεται την ποίηση του Ελύτη. Όλα τ’ άλλα που κάνουμε εμείς οι άνθρωποι στις πόλεις φρούρια είναι μιμήσεις για να βλέπουμε πως θα ζούσαμε κοντά στην ομορφιά της φύσης, γιατί δεν μπορούμε να είμαστε ‘εκεί έξω’...».

to-rifi.jpg


«Η απομόνωση μας κάνει δυνατούς»

Το ρίφι είναι ο πρωτόγονος ήρωας που ο συγγραφέας πλάθει, ο οποίος στο τέλος βρίσκει τον πολιτισμό, τον έρωτα, τη λάμψη. Την ευτυχία τη βρίσκει; «Ο ήρωάς μου γεννιέται σ’ ένα δικό του κόσμο και μεγαλώνει σ’ έναν άλλο, πιο άγνωστο και ξένο. Και στις δυο φάσεις της ζωής του η μοίρα καθορίζει τις συνθήκες που ζει και το μόνο που ξέρει είναι αυτό που νιώθω κι εγώ: Ευτυχία είναι μικρές στιγμές, μεγάλα στοιχήματα, αυτοσεβασμός, υπέρβαση των δεδομένων. Υπ’ αυτήν την έννοια, πέρα από το σοκ των συγκλονιστικών αλλαγών, ναι βρίσκει στο τέλος μιας άλλης μορφής ευτυχίας: τη δικαίωση!», απαντά ο Μηνάς Βιντιάδης.

Στις σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης βλέπει μέχρι πού, τελικά μπορούν να φτάσουν η ψυχή, το μυαλό και η θέληση ενός ανθρώπου, κάτι πολύ ενδιαφέρον ιδιαίτερα στις δύσκολες αυτές εποχές που ζούμε. «Όλα μπορούν να γίνουν, μόνο η βιολογική μας φθορά -προσωρινά – δεν έχει αντίδοτο. Δείτε το παιδί από τον καταυλισμό της Μόρια που μπήκε στο Πολυτεχνείο. Μέσα σ’ έναν καταυλισμό, έμαθε τη γλώσσα, πάλεψε και πέτυχε», λέει ο Μηνάς Βιντιάδης.

Γεννημένος στην Αίγυπτο, μεγαλωμένος στην Κάσο ο ίδιος αισθάνθηκε πολλές φορές «ρίφι» στην περιοχή που έζησε τα παιδικά του χρόνια, μια που είναι γνωστό πόση απομόνωση βιώνουν τέτοιοι τόποι στην Ελλάδα. «Και εγώ και χιλιάδες παιδιά ορεινών χωριών και μικρών νησιών στην Ελλάδα γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε σαν το ‘ρίφι μου’. Από τα σχολεία έλειπαν δάσκαλοι και καθηγητές, από τα ιατρεία γιατροί, το καράβι στις φουρτούνες δεν έμπαινε στο λιμάνι, οι πόλεις ήταν μακριά, η κεντρική εξουσία αδιαφορούσε στις περισσότερες εποχές. Η απομόνωση μας κάνει δυνατούς, η αδιαφορία για το μέλλον μας μάς πεισμώνει, ο ανταγωνισμός με τους ευνοημένους μας κάνει να ξεπερνάμε τη λογική. Γι’ αυτό το βιβλίο μου ήθελα να είναι μια ωδή γι’ αυτούς που οι άλλοι θεωρούν χαμένους από χέρι. Μια κραυγή για να γυρίσει η βολεμένη κοινωνία το βλέμμα της στις άκρες του χάρτη, όπου εκεί ζουν μικροί και μεγάλοι ήρωες».

«Όσο ζω δεν θέλω να γίνω ένα φοβισμένο αρνί»

Ρίφι όμως νιώθει μέσα του και τώρα, μετά από τα χρόνια που ζει σε μεγαλουπόλεις. «Όσο ζω δεν θέλω να γίνω ένα φοβισμένο αρνί των πόλεων, υπάκουο, που του λένε ‘τώρα φάε’, ‘τώρα γέννησε’, ‘τώρα δώσε γάλα, βέλαζε, πιες νερό, κοιμήσου’. Θέλω να είμαι το αγριοκάτσικο των βουνών του νησιού μου, που πίνει θάλασσα, τρέχει ελεύθερο, δεν ανήκει σε κανέναν, δεν του αρέσει να είναι μέρος κανενός κοπαδιού. Γι’ αυτό τώρα πια κάνω ο, τι θέλω, πάω όπου μ’ αρέσει και αγαπώ αυτούς του το αξίζουν. Έστω και μια στιγμή αν νιώσεις ελεύθερος είναι σαν να κατέκτησες τον κόσμο», υπογραμμίζει.

Μετά το μυθιστόρημα αυτό ετοιμάζει το δεύτερο βιβλίο της σειράς «Γνωρίζω του Μεγάλους Μουσουργούς» από την Ελληνοεκδοτική. Μετά τον Μπετόβεν που κυκλοφόρησε πέρυσι, φέτος τα Χριστούγεννα θα κυκλοφορήσει το «Μια μέρα με τον Μότσαρτ» που είναι «graphic novel» για μικρούς και μεγάλους. Επίσης, ετοιμάζει ένα καινούριο θεατρικό που ολοκληρώνεται αυτές τις μέρες και τον κρατάει ξάγρυπνο.

Όσο για το τι τελικά σημαίνει ρίφι η λέξη «ρίφι» στα Πετρονησιώτικα, θα το μάθετε διαβάζοντας το βιβλίο…!

Από τη Μακεδονία της Κυριακής 28 Αυγούστου

“Στο Πετρονήσι, στο νοτιανατολικότερο άκρο της Ελλάδας, γεννιέται ένα παιδί που χάνει τη μητέρα του πάνω στη γέννα. Ο βοσκός πατέρας του, άγριος και ακοινώνητος, θα το κρύψει σε μια στάνη ψηλά στο βουνό και θα το μεγαλώσει με τα ζώα, χωρίς ποτέ κανείς να πληροφορηθεί την ύπαρξη του.

Ο Χαδιώτης Βασιλάς, ο βασικός ήρωας του μυθιστορήματος, δεν θα βγάλει ταυτότητα, δεν θα πάει σχολείο, δεν θα συναντήσει άνθρωπο. Πρόβατα, κατσίκια, μουλάρια, σκυλιά και πουλιά του κρατούν παρέα στο μικρό του σύμπαν, που συμπληρώνεται από χωράφια με ελιές, σιτάρια, κριθάρια και μελίσσια.

Μόλις κλείνει τα 18 γίνεται η μεγάλη ανατροπή στη ζωή του.

Η κοινωνία ανακαλύπτει την ύπαρξή του, τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν πάνω του, η Επιστήμη και το Θέαμα τον διεκδικούν κι εκείνος γνωρίζει μια ζωή που δεν φανταζόταν, τον έρωτα και, κυρίως, μέχρι που φτάνει η δύναμη του μυαλού του.

Έως που θα φτάσει αλήθεια;

Αυτή είναι η υπόθεση του νέου βιβλίου του Μηνά Βιντιάδη με τίτλο «Το Ρίφι» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», οκτώ χρόνια μετά το τελευταίο του μυθιστόρημα και αφού ενδιαμέσως ο ίδιος ασχολήθηκε κυρίως με θεατρικό κείμενο.

Μέσα από την αφήγηση ο γνωστός συγγραφέας επιχειρεί με βάση τη ζωή των ανθρώπων ενός μικρού νησιού στην άκρη του χάρτη να αναδείξει την αθωότητα, τον άνθρωπο, τη φύση σε μια «άλλη Ελλάδα» των τελευταίων 250 χρόνων. Διαβάζοντας το βιβλίο έρχεται στο νου η «Επιστροφή στη φύση» ενός εκ των γνωστότερων των διαφωτιστών, του Ζαν Ζακ Ρουσό. Όταν το λέω στον Μηνά Βιντιάδη απαντάει: «Χωρίς να θέλω να δώσω φιλοσοφική διάσταση στην ταπεινή μου θεωρία, η φύση είναι ο πολιτισμός. Πολλές φορές στο σπίτι μου στην Κάσο, που είναι ένας μικρός αναπαλαιωμένος στάβλο του 1870 καθισμένος στην αυλή, ακούω τα τζιτζίκια και τα κοτσύφια να τραγουδούν και νομίζω ότι ακούω μια συμφωνία ή μια σονάτα που ο Μπετόβεν ονειρευόταν να γράψει. Βλέπω ένα σιτοχώραφο να λικνίζεται από τον αέρα και σκέφτομαι πόσο θα το ζήλευε ο Βαν Γκογκ. Το ηλιοβασίλεμα που βλέπω από την αυλή μου στα Αρμάθια δεν μπορεί ο Ταρκόφσκι να το δείξει σε μια ταινία, η φορτωμένη ελιά, οι δέκα αποχρώσεις του μπλε στο Αιγαίο, ακόμα και μια μαντινάδα ενός κασιώτη βοσκού συναγωνίζεται την ποίηση του Ελύτη. Όλα τ’ άλλα που κάνουμε εμείς οι άνθρωποι στις πόλεις φρούρια είναι μιμήσεις για να βλέπουμε πως θα ζούσαμε κοντά στην ομορφιά της φύσης, γιατί δεν μπορούμε να είμαστε ‘εκεί έξω’...».

to-rifi.jpg


«Η απομόνωση μας κάνει δυνατούς»

Το ρίφι είναι ο πρωτόγονος ήρωας που ο συγγραφέας πλάθει, ο οποίος στο τέλος βρίσκει τον πολιτισμό, τον έρωτα, τη λάμψη. Την ευτυχία τη βρίσκει; «Ο ήρωάς μου γεννιέται σ’ ένα δικό του κόσμο και μεγαλώνει σ’ έναν άλλο, πιο άγνωστο και ξένο. Και στις δυο φάσεις της ζωής του η μοίρα καθορίζει τις συνθήκες που ζει και το μόνο που ξέρει είναι αυτό που νιώθω κι εγώ: Ευτυχία είναι μικρές στιγμές, μεγάλα στοιχήματα, αυτοσεβασμός, υπέρβαση των δεδομένων. Υπ’ αυτήν την έννοια, πέρα από το σοκ των συγκλονιστικών αλλαγών, ναι βρίσκει στο τέλος μιας άλλης μορφής ευτυχίας: τη δικαίωση!», απαντά ο Μηνάς Βιντιάδης.

Στις σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης βλέπει μέχρι πού, τελικά μπορούν να φτάσουν η ψυχή, το μυαλό και η θέληση ενός ανθρώπου, κάτι πολύ ενδιαφέρον ιδιαίτερα στις δύσκολες αυτές εποχές που ζούμε. «Όλα μπορούν να γίνουν, μόνο η βιολογική μας φθορά -προσωρινά – δεν έχει αντίδοτο. Δείτε το παιδί από τον καταυλισμό της Μόρια που μπήκε στο Πολυτεχνείο. Μέσα σ’ έναν καταυλισμό, έμαθε τη γλώσσα, πάλεψε και πέτυχε», λέει ο Μηνάς Βιντιάδης.

Γεννημένος στην Αίγυπτο, μεγαλωμένος στην Κάσο ο ίδιος αισθάνθηκε πολλές φορές «ρίφι» στην περιοχή που έζησε τα παιδικά του χρόνια, μια που είναι γνωστό πόση απομόνωση βιώνουν τέτοιοι τόποι στην Ελλάδα. «Και εγώ και χιλιάδες παιδιά ορεινών χωριών και μικρών νησιών στην Ελλάδα γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε σαν το ‘ρίφι μου’. Από τα σχολεία έλειπαν δάσκαλοι και καθηγητές, από τα ιατρεία γιατροί, το καράβι στις φουρτούνες δεν έμπαινε στο λιμάνι, οι πόλεις ήταν μακριά, η κεντρική εξουσία αδιαφορούσε στις περισσότερες εποχές. Η απομόνωση μας κάνει δυνατούς, η αδιαφορία για το μέλλον μας μάς πεισμώνει, ο ανταγωνισμός με τους ευνοημένους μας κάνει να ξεπερνάμε τη λογική. Γι’ αυτό το βιβλίο μου ήθελα να είναι μια ωδή γι’ αυτούς που οι άλλοι θεωρούν χαμένους από χέρι. Μια κραυγή για να γυρίσει η βολεμένη κοινωνία το βλέμμα της στις άκρες του χάρτη, όπου εκεί ζουν μικροί και μεγάλοι ήρωες».

«Όσο ζω δεν θέλω να γίνω ένα φοβισμένο αρνί»

Ρίφι όμως νιώθει μέσα του και τώρα, μετά από τα χρόνια που ζει σε μεγαλουπόλεις. «Όσο ζω δεν θέλω να γίνω ένα φοβισμένο αρνί των πόλεων, υπάκουο, που του λένε ‘τώρα φάε’, ‘τώρα γέννησε’, ‘τώρα δώσε γάλα, βέλαζε, πιες νερό, κοιμήσου’. Θέλω να είμαι το αγριοκάτσικο των βουνών του νησιού μου, που πίνει θάλασσα, τρέχει ελεύθερο, δεν ανήκει σε κανέναν, δεν του αρέσει να είναι μέρος κανενός κοπαδιού. Γι’ αυτό τώρα πια κάνω ο, τι θέλω, πάω όπου μ’ αρέσει και αγαπώ αυτούς του το αξίζουν. Έστω και μια στιγμή αν νιώσεις ελεύθερος είναι σαν να κατέκτησες τον κόσμο», υπογραμμίζει.

Μετά το μυθιστόρημα αυτό ετοιμάζει το δεύτερο βιβλίο της σειράς «Γνωρίζω του Μεγάλους Μουσουργούς» από την Ελληνοεκδοτική. Μετά τον Μπετόβεν που κυκλοφόρησε πέρυσι, φέτος τα Χριστούγεννα θα κυκλοφορήσει το «Μια μέρα με τον Μότσαρτ» που είναι «graphic novel» για μικρούς και μεγάλους. Επίσης, ετοιμάζει ένα καινούριο θεατρικό που ολοκληρώνεται αυτές τις μέρες και τον κρατάει ξάγρυπνο.

Όσο για το τι τελικά σημαίνει ρίφι η λέξη «ρίφι» στα Πετρονησιώτικα, θα το μάθετε διαβάζοντας το βιβλίο…!

Από τη Μακεδονία της Κυριακής 28 Αυγούστου

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία