ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Τώρα αρχίζουν τα… δυσκολότερα

Εισήλθαμε πλέον στη δεύτερη φάση, στην οποία πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον κορονοϊό να σφυρίζει επικίνδυνα γύρω από τα κεφάλια μας 

 17/05/2020 18:00

Τώρα αρχίζουν τα… δυσκολότερα

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

«Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται» λέει η παροιμία, που προσαρμοσμένη στα σημερινά δεδομένα διατυπώνεται ως «η πανδημία μετρά το πολιτικό μπόι κυβέρνησης, αντιπολίτευσης και των διάφορων προσωπικοτήτων ατομικά».

Μέρα με τη μέρα τα πράγματα δυσκολεύουν και τα εμπόδια που γίνονται όλο και μεγαλύτερα, δεν επιτρέπουν στην κυβέρνηση να επαναπαυτεί στις δάφνες που δικαιωματικά κατέκτησε με τις επιλογές και τη δουλειά της κατά την πρώτη φάση της δοκιμασίας.

Το ό,τι πήγαμε πολύ καλά στη διάρκεια αυτής της πρώτης φάσης, είναι αδιαμφισβήτητο. Ανέλπιστα καλά θα έλεγα. Εντυπωσιάσαμε εχθρούς, φίλους και κυρίως εμάς τους ίδιους, που δεν μπορούσαμε καν να φανταστούμε ότι διαθέτουμε τέτοια διορατικότητα κι αποφασιστικότητα στη λήψη αποφάσεων, ψυχραιμία και υπευθυνότητα στην υλοποίησή τους.

Εισήλθαμε πλέον στη δεύτερη φάση, στην οποία πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον κορονοϊό να σφυρίζει επικίνδυνα γύρω από τα κεφάλια μας, ενώ εμείς αφενός θα προσπαθούμε να κλείσουμε τις πληγές που άφησε στην κοινωνία και την οικονομική δραστηριότητα το πρώτο κύμα της πανδημίας, αφετέρου θα σχεδιάζουμε και θα υλοποιούμε παρεμβάσεις επιτυχούς προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε.

Εδώ έγκειται η τεράστια δυσχέρεια.

Αυτό που μέχρι στιγμής παρατηρούμε είναι ότι έχουμε μεθοδικά σχεδιασμένες προσπάθειες να αποτραπεί το πισωγύρισμα- η ανεξέλεγκτη δηλαδή διασπορά του ιού- καθώς και αποφάσεις που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των βλαβών που επιφέρει στην οικονομία η υγειονομική κρίση.

Μια τέτοια δράση, είναι χρήσιμη, αλλά δεν είναι επαρκής. Αναγκαίο το να προσπαθείς εκ των υστέρων να διαχειριστείς τα λουκέτα των επιχειρήσεων, την ανεργία και τη νέα φτώχεια που θα προκύψει, αλλά το ζητούμενο θα ήταν να λάβεις μέτρα που θα αποτρέψουν- ή έστω θα περιορίσουν- το κακό πριν αυτό γίνει.

Αντί δηλαδή να περιμένουμε τις πτωχεύσεις, τα «τουφέκια» και τους απλήρωτους ανέργους και να τρέχουμε τότε να μοιράζουμε επιδόματα-ανάσες για ένα πιάτο φαΐ στους κατεστραμμένους, ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε ΤΩΡΑ για «να σώσουμε οτιδήποτε αν σώζεται», που λέει και το γνωστό τραγούδι.

Αν δεν κάνουμε κάτι ΤΩΡΑ, ας μην έρθουμε μετά κάποιους μήνες να χύνουμε κροκοδείλια δάκρυα για τους χιλιάδες μικρούς επιχειρηματίες που γονάτισαν, τις εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους που στοιβάζονται στις λίστες επιδοματούχων του ΟΑΕΔ, τα μαγαζιά που έκλεισαν.

*Τα τελευταία χρόνια, κατοικοεδρεύω στην καρδιά της Θεσσαλονίκης. Στο πολύβουο -ενοχλητικά θορυβώδες θα έλεγα- επιβαρυμένο από αέριους ρύπους, αλλά ταυτόχρονα υπερζώντανο και λαμπερό κέντρο, όπου μπορείς εύκολα να αφουγκραστείς τον σφυγμό της πόλης.

Κυκλοφορώντας στο κέντρο, βλέπει κανείς στα πρόσωπα των καταστηματαρχών, το άγχος και την αγωνία για το τι επιφυλάσσει για τη δουλειά τους- την επιχείρησή τους, το εισόδημά τους- η εποχή μετά τον κορονοϊό.

Τους παρατηρούσα τις μέρες που ετοιμάζονταν ν’ ανοίξουν τα μαγαζιά τους μετά το υποχρεωτικό lockdown. Με μια έκδηλη αγωνία, αλλά με ζωγραφισμένη την ελπίδα στα πρόσωπά τους ότι αφήνουν πίσω τα χειρότερα.

Δεν πήγαν άσχημα την πρώτη βδομάδα της επανεκκίνησής τους. Δεν μιλώ με στοιχεία, αλλά σύμφωνα με όσα μου είπαν οι… γείτονές μου στους οποίους εξέφρασα το ενδιαφέρον μου.

Όχι πως ρέφαραν τη χασούρα, αλλά δεν εξελίχθηκαν τα πράγματα όσο χάλια φοβόνταν. «Αν υπάρξει τουριστική κίνηση στην περιοχή και κινηθεί η αγορά τους καλοκαιρινούς μήνες, θα αντέξουμε» μου είπαν. Αν όχι, κλάφ’τα Χαράλαμπε.

*Γιατί -κακά τα ψέματα- πάντα οι κρίσεις κρύβουν χρυσές ευκαιρίες για βίαιες ανατροπές του στάτους και εγκαθίδρυση μιας νέας κατάστασης. Να κλείσουν χιλιάδες μικροί και όλη η οικονομική δραστηριότητα να περάσει στα χέρια των μεγάλων πολυεθνικών αλυσίδων, με όλους εμάς να έχουμε ως μοναδική διέξοδο να γίνουμε υπάλληλοί τους- με τις ελαστικοποιημένες μάλιστα εργασιακές σχέσεις τις οποίες εγκαθιδρύσαμε στη διάρκεια της κρίσης…

*Ακριβώς το ίδιο σκηνικό παρατηρώ και στην εστίαση. Τα δεκάδες καφέ του κέντρου που ήταν ερμητικά κλειστά από τα μέσα του Μαρτίου, αν και μπορούσαν να λειτουργούν ως take away, άνοιξαν τώρα που το ιστορικό κέντρο γέμισε κόσμο.

Σιγά σιγά, ετοιμάζονται και τα… καθιστικά. Καθαρίζονται, αναμορφώνονται, τροποποιούνται, καθώς οι ιδιοκτήτες τους προσπαθούν να προβλέψουν τι θα γίνει με τα μέτρα προστασίας και τις δυνατότητες πρόσθετης επέκτασης στο δημόσιο χώρο και ετοιμάζονται να ρίξουν τη ζαριά τους.

Πολλά όμως και γι’ αυτούς θα εξαρτηθούν από το αν θα υπάρξει τουριστική κίνηση στην αγορά.

*Είμαστε λαός που ξεφεύγουμε εύκολα από το μέτρο. Που αποφεύγουμε μετά βδελυγμίας ό,τι δεν «γουστάρουμε» και πέφτουμε με τα μούτρα σε οτιδήποτε θεωρούμε ευκαιρία.

Κλασικό παράδειγμα ο τουρισμός, που τις τελευταίες δεκαετίες μονοπωλεί σχεδόν κάθε νέα οικονομική δραστηριότητα οποιουδήποτε. Αυτό είναι λογικό μέχρι κάποιου σημείου. Αν δεν προσπαθήσεις να εκμεταλλευτείς τον ήλιο και την θάλασσα που αποτελούν τρομακτικά σου προνόμια, θα είσαι κουτός και κάθε άλλο παρά ανόητοι είμαστε ως λαός, αλλά πάντα η υπερβολή βλάπτει. Φτάσαμε πλέον στο σημείο, να πουλάμε όλοι μας… τουρισμό.

Τα μαγαζάκια προμηθεύτηκαν souvenir, τα χωράφια χτίστηκαν και έγιναν rooms to let, οι ακτές μετατράπηκαν σε μπιτσόμπαρα, τα γαϊδουράκια από αγροτικοί βοηθοί έγιναν ατραξιόν, ακόμη και τα ιδιωτικά σπίτια πέρασαν στις πλατφόρμες ενοικίασης τύπου AirBnB. Κι όμως θυμάμαι κάποτε που ήταν της μόδας η ατάκα: «εγώ δεν γίνομαι σερβιτόρος των Ευρωπαίων», τότε που θεωρούσαμε υποτιμητικό να βγάζουμε του κόσμου τα λεφτά πουλώντας καφέ, ρετσίνα και χωριάτικη σαλάτα.

Με τέτοια μονοσημαντότητα της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας, αντιλαμβάνεται κανείς τον κίνδυνο που μας απειλεί αυτό το καλοκαίρι.

*Τα πράγματα γίνονται ακόμη δυσκολότερα εξαιτίας της διαπίστωσης ότι η ενιαία Ευρώπη, δεν υπάρχει. Το υποθέταμε, το βλέπαμε, αλλά πλέον είναι βέβαιο. Τάχα πολιτική ένωση, τάχα αλληλεγγύη, τάχα συνθήκη Σένγκεν, τάχα ελεύθερη μετακίνηση και άλλα ωραία, που διαλύθηκαν όλα με τις αποφάσεις για κλείσιμο συνόρων, για ταξιδιωτικές οδηγίες, για ανυπαρξία κοινών πρωτοκόλλων διαχείρισης της κατάστασης και στρατηγικές του τύπου «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

Η βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στην υγειονομική κρίση, υποχρεώνει την ελληνική κυβέρνηση να αναζητήσει λύσεις στο πλαίσιο ενός δεύτερου σχεδίου, που θα στηρίζεται σε τρεις πυλώνες:

  1. Στη σύναψη διμερών συμφωνιών με όσα κράτη μπορέσουμε.
  2. Στην υιοθέτηση πρωτοκόλλων για τα μέτρα προστασίας των ανθρώπων- και των δυνητικών επισκεπτών, που θα πείθουν πως στην χώρα μας δεν πρόκειται κανείς να κινδυνέψει περισσότερο απ’ όσο θα κινδυνεύει στη δική του.
  3. Στην λήψη αποφάσεων που θα προσφέρουν… δεκανίκι στους επαγγελματίες και προστασία στους εργαζόμενους σε εστίαση και διανομή (π.χ. μεγάλη μείωση ΦΠΑ, απαλλαγές, επιδότηση εργασίας κ.λπ.).

Ιδού η Ρόδος. Ας τολμήσουμε το… πήδημα.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαΐου 2020

«Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται» λέει η παροιμία, που προσαρμοσμένη στα σημερινά δεδομένα διατυπώνεται ως «η πανδημία μετρά το πολιτικό μπόι κυβέρνησης, αντιπολίτευσης και των διάφορων προσωπικοτήτων ατομικά».

Μέρα με τη μέρα τα πράγματα δυσκολεύουν και τα εμπόδια που γίνονται όλο και μεγαλύτερα, δεν επιτρέπουν στην κυβέρνηση να επαναπαυτεί στις δάφνες που δικαιωματικά κατέκτησε με τις επιλογές και τη δουλειά της κατά την πρώτη φάση της δοκιμασίας.

Το ό,τι πήγαμε πολύ καλά στη διάρκεια αυτής της πρώτης φάσης, είναι αδιαμφισβήτητο. Ανέλπιστα καλά θα έλεγα. Εντυπωσιάσαμε εχθρούς, φίλους και κυρίως εμάς τους ίδιους, που δεν μπορούσαμε καν να φανταστούμε ότι διαθέτουμε τέτοια διορατικότητα κι αποφασιστικότητα στη λήψη αποφάσεων, ψυχραιμία και υπευθυνότητα στην υλοποίησή τους.

Εισήλθαμε πλέον στη δεύτερη φάση, στην οποία πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον κορονοϊό να σφυρίζει επικίνδυνα γύρω από τα κεφάλια μας, ενώ εμείς αφενός θα προσπαθούμε να κλείσουμε τις πληγές που άφησε στην κοινωνία και την οικονομική δραστηριότητα το πρώτο κύμα της πανδημίας, αφετέρου θα σχεδιάζουμε και θα υλοποιούμε παρεμβάσεις επιτυχούς προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε.

Εδώ έγκειται η τεράστια δυσχέρεια.

Αυτό που μέχρι στιγμής παρατηρούμε είναι ότι έχουμε μεθοδικά σχεδιασμένες προσπάθειες να αποτραπεί το πισωγύρισμα- η ανεξέλεγκτη δηλαδή διασπορά του ιού- καθώς και αποφάσεις που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των βλαβών που επιφέρει στην οικονομία η υγειονομική κρίση.

Μια τέτοια δράση, είναι χρήσιμη, αλλά δεν είναι επαρκής. Αναγκαίο το να προσπαθείς εκ των υστέρων να διαχειριστείς τα λουκέτα των επιχειρήσεων, την ανεργία και τη νέα φτώχεια που θα προκύψει, αλλά το ζητούμενο θα ήταν να λάβεις μέτρα που θα αποτρέψουν- ή έστω θα περιορίσουν- το κακό πριν αυτό γίνει.

Αντί δηλαδή να περιμένουμε τις πτωχεύσεις, τα «τουφέκια» και τους απλήρωτους ανέργους και να τρέχουμε τότε να μοιράζουμε επιδόματα-ανάσες για ένα πιάτο φαΐ στους κατεστραμμένους, ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε ΤΩΡΑ για «να σώσουμε οτιδήποτε αν σώζεται», που λέει και το γνωστό τραγούδι.

Αν δεν κάνουμε κάτι ΤΩΡΑ, ας μην έρθουμε μετά κάποιους μήνες να χύνουμε κροκοδείλια δάκρυα για τους χιλιάδες μικρούς επιχειρηματίες που γονάτισαν, τις εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους που στοιβάζονται στις λίστες επιδοματούχων του ΟΑΕΔ, τα μαγαζιά που έκλεισαν.

*Τα τελευταία χρόνια, κατοικοεδρεύω στην καρδιά της Θεσσαλονίκης. Στο πολύβουο -ενοχλητικά θορυβώδες θα έλεγα- επιβαρυμένο από αέριους ρύπους, αλλά ταυτόχρονα υπερζώντανο και λαμπερό κέντρο, όπου μπορείς εύκολα να αφουγκραστείς τον σφυγμό της πόλης.

Κυκλοφορώντας στο κέντρο, βλέπει κανείς στα πρόσωπα των καταστηματαρχών, το άγχος και την αγωνία για το τι επιφυλάσσει για τη δουλειά τους- την επιχείρησή τους, το εισόδημά τους- η εποχή μετά τον κορονοϊό.

Τους παρατηρούσα τις μέρες που ετοιμάζονταν ν’ ανοίξουν τα μαγαζιά τους μετά το υποχρεωτικό lockdown. Με μια έκδηλη αγωνία, αλλά με ζωγραφισμένη την ελπίδα στα πρόσωπά τους ότι αφήνουν πίσω τα χειρότερα.

Δεν πήγαν άσχημα την πρώτη βδομάδα της επανεκκίνησής τους. Δεν μιλώ με στοιχεία, αλλά σύμφωνα με όσα μου είπαν οι… γείτονές μου στους οποίους εξέφρασα το ενδιαφέρον μου.

Όχι πως ρέφαραν τη χασούρα, αλλά δεν εξελίχθηκαν τα πράγματα όσο χάλια φοβόνταν. «Αν υπάρξει τουριστική κίνηση στην περιοχή και κινηθεί η αγορά τους καλοκαιρινούς μήνες, θα αντέξουμε» μου είπαν. Αν όχι, κλάφ’τα Χαράλαμπε.

*Γιατί -κακά τα ψέματα- πάντα οι κρίσεις κρύβουν χρυσές ευκαιρίες για βίαιες ανατροπές του στάτους και εγκαθίδρυση μιας νέας κατάστασης. Να κλείσουν χιλιάδες μικροί και όλη η οικονομική δραστηριότητα να περάσει στα χέρια των μεγάλων πολυεθνικών αλυσίδων, με όλους εμάς να έχουμε ως μοναδική διέξοδο να γίνουμε υπάλληλοί τους- με τις ελαστικοποιημένες μάλιστα εργασιακές σχέσεις τις οποίες εγκαθιδρύσαμε στη διάρκεια της κρίσης…

*Ακριβώς το ίδιο σκηνικό παρατηρώ και στην εστίαση. Τα δεκάδες καφέ του κέντρου που ήταν ερμητικά κλειστά από τα μέσα του Μαρτίου, αν και μπορούσαν να λειτουργούν ως take away, άνοιξαν τώρα που το ιστορικό κέντρο γέμισε κόσμο.

Σιγά σιγά, ετοιμάζονται και τα… καθιστικά. Καθαρίζονται, αναμορφώνονται, τροποποιούνται, καθώς οι ιδιοκτήτες τους προσπαθούν να προβλέψουν τι θα γίνει με τα μέτρα προστασίας και τις δυνατότητες πρόσθετης επέκτασης στο δημόσιο χώρο και ετοιμάζονται να ρίξουν τη ζαριά τους.

Πολλά όμως και γι’ αυτούς θα εξαρτηθούν από το αν θα υπάρξει τουριστική κίνηση στην αγορά.

*Είμαστε λαός που ξεφεύγουμε εύκολα από το μέτρο. Που αποφεύγουμε μετά βδελυγμίας ό,τι δεν «γουστάρουμε» και πέφτουμε με τα μούτρα σε οτιδήποτε θεωρούμε ευκαιρία.

Κλασικό παράδειγμα ο τουρισμός, που τις τελευταίες δεκαετίες μονοπωλεί σχεδόν κάθε νέα οικονομική δραστηριότητα οποιουδήποτε. Αυτό είναι λογικό μέχρι κάποιου σημείου. Αν δεν προσπαθήσεις να εκμεταλλευτείς τον ήλιο και την θάλασσα που αποτελούν τρομακτικά σου προνόμια, θα είσαι κουτός και κάθε άλλο παρά ανόητοι είμαστε ως λαός, αλλά πάντα η υπερβολή βλάπτει. Φτάσαμε πλέον στο σημείο, να πουλάμε όλοι μας… τουρισμό.

Τα μαγαζάκια προμηθεύτηκαν souvenir, τα χωράφια χτίστηκαν και έγιναν rooms to let, οι ακτές μετατράπηκαν σε μπιτσόμπαρα, τα γαϊδουράκια από αγροτικοί βοηθοί έγιναν ατραξιόν, ακόμη και τα ιδιωτικά σπίτια πέρασαν στις πλατφόρμες ενοικίασης τύπου AirBnB. Κι όμως θυμάμαι κάποτε που ήταν της μόδας η ατάκα: «εγώ δεν γίνομαι σερβιτόρος των Ευρωπαίων», τότε που θεωρούσαμε υποτιμητικό να βγάζουμε του κόσμου τα λεφτά πουλώντας καφέ, ρετσίνα και χωριάτικη σαλάτα.

Με τέτοια μονοσημαντότητα της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας, αντιλαμβάνεται κανείς τον κίνδυνο που μας απειλεί αυτό το καλοκαίρι.

*Τα πράγματα γίνονται ακόμη δυσκολότερα εξαιτίας της διαπίστωσης ότι η ενιαία Ευρώπη, δεν υπάρχει. Το υποθέταμε, το βλέπαμε, αλλά πλέον είναι βέβαιο. Τάχα πολιτική ένωση, τάχα αλληλεγγύη, τάχα συνθήκη Σένγκεν, τάχα ελεύθερη μετακίνηση και άλλα ωραία, που διαλύθηκαν όλα με τις αποφάσεις για κλείσιμο συνόρων, για ταξιδιωτικές οδηγίες, για ανυπαρξία κοινών πρωτοκόλλων διαχείρισης της κατάστασης και στρατηγικές του τύπου «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

Η βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στην υγειονομική κρίση, υποχρεώνει την ελληνική κυβέρνηση να αναζητήσει λύσεις στο πλαίσιο ενός δεύτερου σχεδίου, που θα στηρίζεται σε τρεις πυλώνες:

  1. Στη σύναψη διμερών συμφωνιών με όσα κράτη μπορέσουμε.
  2. Στην υιοθέτηση πρωτοκόλλων για τα μέτρα προστασίας των ανθρώπων- και των δυνητικών επισκεπτών, που θα πείθουν πως στην χώρα μας δεν πρόκειται κανείς να κινδυνέψει περισσότερο απ’ όσο θα κινδυνεύει στη δική του.
  3. Στην λήψη αποφάσεων που θα προσφέρουν… δεκανίκι στους επαγγελματίες και προστασία στους εργαζόμενους σε εστίαση και διανομή (π.χ. μεγάλη μείωση ΦΠΑ, απαλλαγές, επιδότηση εργασίας κ.λπ.).

Ιδού η Ρόδος. Ας τολμήσουμε το… πήδημα.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαΐου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία