Τζον φαν'τ Σχιπ: «Η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει τη δική της σχολή»
06/07/2020 10:00
06/07/2020 10:00
Ο Τζον φαν’τ Σχιπ παρέλαβε… ερείπια. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, όμως, ο Ολλανδός τεχνικός ανανέωσε ριζικά το ρόστερ της Εθνικής ομάδας, άλλαξε τελείως την αγωνιστική της φυσιογνωμία και κατάφερε να παρουσιάσει μια ελκυστική ομάδα που έχει τον τρόπο να κερδίζει παίζοντας επιθετικό ποδόσφαιρο. \
Ο ομοσπονδιακός εκλέκτορας μίλησε στη «ΜτΚ» για το τολμηρό αγωνιστικό πρότζεκτ που βρίσκεται σε εξέλιξη τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι φιλοδοξεί να δημιουργήσει ένα σύνολο που θα αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και για τους ελληνικούς συλλόγους.
Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ανανεώσατε ριζικά την Εθνική ομάδα. Με ποια κριτήρια έγινε η επιλογή των παικτών;
Η επιλογή των παικτών της Εθνικής ομάδας δε γίνεται με μοναδικό γνώμονα το ταλέντο. Προφανώς αναζητούμε τους πιο ικανούς, αλλά όσο ταλαντούχος και να είναι κάποιος, δεν μπορεί να φορά τη φανέλα της Εθνικής, αν βλέπει τις υποχρεώσεις του με αυτήν ως αγγαρεία. Θέλουμε παίκτες που αγαπούν την ομάδα, που αισθάνονται υπερήφανοι όταν φορούν τη φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος, που παίζουν πάντα με πάθος και ενθουσιασμό και είναι έτοιμοι να τα δώσουν όλα για την Εθνική. Για την ομάδα, δηλαδή, που ανήκει σε όλους τους Έλληνες. Με αυτά τα κριτήρια έχουμε κάνει τις μέχρι τώρα επιλογές μας και με την ίδια λογική θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε.
Η ανανέωση του ρόστερ συνεπάγεται την οριστική «αποστρατεία» των παικτών που αποτελούσαν τον κορμό της ομάδας πριν αναλάβετε;
Η πόρτα της Εθνικής είναι ανοιχτή για όλους, αρκεί να είναι συμβατοί με τη φιλοσοφία του αγωνιστικού πρότζεκτ που έχουμε εκπονήσει. Δεν τίθεται ζήτημα αποκλεισμών λόγω ηλικίας, ούτε δίνουμε έμφαση στα παιδιά που παίζουν στο εξωτερικό επειδή, ενδεχομένως, είναι πιο εξοικειωμένα με τη λογική μας. Χρειαζόμαστε εξίσου τον ενθουσιασμό των νέων, που αναμφίβολα είναι πιο ευέλικτοι και δεκτικοί στο να μάθουν νέα πράγματα και την εμπειρία των παλιότερων. Όσοι αποδεικνύουν ότι μπορούν να παίξουν στην Εθνική, θα έχουν ευκαιρίες. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια μεγάλη δεξαμενή παικτών από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αλλά είναι σαφές πως πρέπει να χτίσουμε έναν κορμό 16-17 ποδοσφαιριστών, που θα αποτελέσει τη βάση της ομάδας.
Προέρχεστε από μία χώρα με τεράστια ποδοσφαιρική παράδοση, που έχει επηρεάσει όσο λίγες την εξέλιξη του ποδοσφαίρου σε διεθνές επίπεδο. Είναι ρεαλιστική η προσδοκία δημιουργίας μιας ελληνικής σχολής ποδοσφαίρου;
Δεν ήρθαμε εδώ για να αλλάξουμε το ελληνικό ποδόσφαιρο στο σύνολό του, ούτε θέλουμε να επιβάλουμε τη δική μας φιλοσοφία. Θα ήμασταν, όμως, ευτυχείς αν καταφέρναμε να αφήσουμε πίσω μας, ως κληρονομιά, μια Εθνική ομάδα που θα είναι σε θέση να κυνηγά υψηλούς στόχους, παίζοντας όμορφο, πραγματικά ελκυστικό ποδόσφαιρο. Αν χτίζαμε δηλαδή μια ομάδα που με τη νοοτροπία και το στιλ παιχνιδιού της, θα αποτελούσε παράδειγμα προς μίμηση και για τους συλλόγους, συμπαρασύροντάς τους σε μια κατεύθυνση που θα αναβάθμιζε το επίπεδο του αθλήματος στη χώρα. Ίσως έτσι θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια ελληνική σχολή ποδοσφαίρου, βασισμένη στις σύγχρονες ιδέες για το ποδόσφαιρο.
Πολλοί πιστεύουν, πάντως, πως το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι ταυτισμένο με τη μαζική άμυνα και ότι η Εθνική μπορεί να έχει επιτυχίες αποκλειστικά και μόνον μιμούμενη το αγωνιστικό στιλ του 2004. Φιλοδοξείτε να σπάσετε αυτό το στερεότυπο;
Το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Κανείς δεν πιστεύει πλέον πως μπορεί να κερδίσει και να πετύχει σημαντικούς στόχους, παίζοντας απλώς και μόνο μαζική άμυνα. Ακόμη και στην Ιταλία, που είχε μια διαφορετική παράδοση, τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά. Οι ιταλικές ομάδες παίζουν, πλέον, πολύ πιο επιθετικά. Το κατενάτσιο έχει ουσιαστικά πεθάνει. Αυτό που όλοι αποδέχονται πια είναι ότι πρέπει να έχεις την μπάλα στην κατοχή σου για όσο μεγαλύτερο διάστημα γίνεται. Γι’ αυτό και όταν χάνεις την μπάλα, δεν κάθεσαι πίσω περιμένοντας ένα λάθος του αντιπάλου για να την ανακτήσεις. Πιέζεις αμέσως όσο πιο ψηλά μπορείς, με σκοπό να κερδίσεις την κατοχή και να επιτεθείς ξανά.
Δείτε τον τρόπο παιχνιδιού της Λίβερπουλ. Η ομάδα του Κλοπ αμύνεται και επιτίθεται ως σύνολο, ως μία μονάδα. Όταν χαθεί η μπάλα, ο Σαλάχ είναι ο πρώτος που πιέζει τον τερματοφύλακα ή τον αντίπαλο στόπερ. Όταν η ομάδα έχει την κατοχή και προσπαθεί να χτίσει την επίθεση, η φάση ξεκινά από τον Άλισον και τον Φαν Ντάικ. Αυτό είναι το μοντέρνο ποδόσφαιρο και αυτό προσπαθούμε να διδάξουμε κι εμείς στους παίκτες της Εθνικής ομάδας. Για να μην υπάρχουν παρανοήσεις, εννοείται πως δεν υποτιμούμε τον ρόλο της άμυνας. Θέλουμε να συνδυάσουμε την παράδοση που έχει το ελληνικό ποδόσφαιρο σ’ αυτόν τον τομέα, με τη δική μας λογική για το ποδόσφαιρο.
Στόχος είναι να ενσωματώσουμε όλες τις αρετές του ελληνικού ποδοσφαίρου σ’ ένα νέο στιλ παιχνιδιού, το οποίο οι Έλληνες παίκτες έχουν τη διάθεση και το ταλέντο να υπηρετήσουν. Εννοείται πως όλα τα παιχνίδια δεν είναι ίδια. Στο ματς με την Ιταλία, για παράδειγμα, κάποιοι είχαν την εντύπωση πως εγκαταλείψαμε τις αρχές μας και παίξαμε αμυντικά. Δεν είναι έτσι. Είχαμε ακριβώς την ίδια φιλοσοφία. Ήταν η δυναμικότητα του αντιπάλου που μας ανάγκασε να προσαρμόσουμε την τακτική μας στις ανάγκες του παιχνιδιού.
Είμαστε, πάντως, βέβαιοι πως μπορούμε να συνδυάσουμε το καλό ποδόσφαιρο με την εκπλήρωση σημαντικών στόχων. Το ζητούμενο δεν είναι απλώς και μόνο να μετέχουμε στα προκριματικά. Θέλουμε να είμαστε παρόντες σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις, μολονότι γνωρίζουμε πόσο δύσκολο είναι να φτάσουμε στα τελικά, όταν π.χ. μόνον η πρώτη θέση του ομίλου εξασφαλίζει την απευθείας πρόκριση.
"ΜΕΝΤΟΡΑΣ ΜΟΥ Ο ΓΙΟΧΑΝ ΚΡΟΪΦ"
Ο Τζον φαν’τ Σχιπ έμαθε από τους κορυφαίους. «Ο άνθρωπος που με επηρέασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον και ουσιαστικά διαμόρφωσε τη φιλοσοφία και την οπτική μου σε ό,τι αφορά το ποδόσφαιρο, ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ. Υπήρξε προπονητής μου στον Άγιαξ και είναι βέβαιο πως αυτός ήταν ο μέντοράς μου. Η επίδραση που έχουν οι ιδέες του στον τρόπο με τον οποίο σκέφτομαι και στο στιλ παιχνιδιού των ομάδων που προπονώ, είναι εμφανής. Έχω δουλέψει βέβαια και με άλλους σπουδαίους Ολλανδούς προπονητές, από τους οποίους έμαθα πολλά όπως, για παράδειγμα, ο Λουίς Φαν Χάαλ και ο Ρίνους Μίχελς, τον οποίο είχα προπονητή στην Εθνική ομάδα. Ήταν όλοι πολύ σημαντικοί για μένα και για την καριέρα μου αλλά, όπως είπα και πριν, ο άνθρωπος που με σημάδεψε ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ».
"ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΜΕΙΝΩ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ"
Ο ομοσπονδιακός τεχνικός αισθάνεται δικαιωμένος για την απόφασή του να αναλάβει την Εθνική και ελπίζει πως αυτή η συνεργασία θα είναι μακράς πνοής.
«Αισθάνομαι πολύ καλά στην Ελλάδα. Μου αρέσουν η χώρα, ο κόσμος, ο τρόπος ζωής. Δουλεύουμε πάνω σε ένα πολύ ενδιαφέρον πρότζεκτ και προσωπικά θα μπορούσα άνετα να φανταστώ τον εαυτό μου να μένει για πολλά χρόνια εδώ, ως προπονητής της Εθνικής ομάδας. Μακάρι να έρθουν έτσι τα πράγματα ώστε αυτή η συνεργασία να είναι μακρά και επιτυχημένη».
Η ΚΡΙΣΗ ΩΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Ο άλλοτε εξτρέμ του Άγιαξ και της εθνικής Ολλανδίας, εκτιμά πως η οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία, ενδέχεται να έχει και θετικές πλευρές για το ποδόσφαιρο. «Η πανδημία προκαλεί ασφαλώς οικονομική ζημιά στους συλλόγους, αλλά όλο αυτό μπορεί να αποδειχθεί και ευεργετικό για το ποδόσφαιρο. Εξηγούμαι. Ομάδες όπως η Μάντσεστερ Σίτι, η Παρί Σεν Ζερμέν, η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ, έχουν τεράστια ρόστερ με 40-50 ποδοσφαιριστές, αλλά μόνον 18-20 από αυτούς έχουν τη δυνατότητα να παίξουν. Με δεδομένο λοιπόν ότι πρέπει να μειώσουν τα μπάτζετ, θα αποδεσμεύσουν εξαιρετικούς παίκτες που θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά σε άλλα κλαμπ. Υπ’ αυτήν την έννοια, η κρίση μπορεί να αποδειχθεί ευκαιρία, διαμορφώνοντας μια νέα, πιο υγιή και πιο ισορροπημένη κατάσταση».
* Δημοσιεύτηκε στη "Μακεδονία της Κυριακής" στις 5/7/2020
Ο Τζον φαν’τ Σχιπ παρέλαβε… ερείπια. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, όμως, ο Ολλανδός τεχνικός ανανέωσε ριζικά το ρόστερ της Εθνικής ομάδας, άλλαξε τελείως την αγωνιστική της φυσιογνωμία και κατάφερε να παρουσιάσει μια ελκυστική ομάδα που έχει τον τρόπο να κερδίζει παίζοντας επιθετικό ποδόσφαιρο. \
Ο ομοσπονδιακός εκλέκτορας μίλησε στη «ΜτΚ» για το τολμηρό αγωνιστικό πρότζεκτ που βρίσκεται σε εξέλιξη τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι φιλοδοξεί να δημιουργήσει ένα σύνολο που θα αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και για τους ελληνικούς συλλόγους.
Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ανανεώσατε ριζικά την Εθνική ομάδα. Με ποια κριτήρια έγινε η επιλογή των παικτών;
Η επιλογή των παικτών της Εθνικής ομάδας δε γίνεται με μοναδικό γνώμονα το ταλέντο. Προφανώς αναζητούμε τους πιο ικανούς, αλλά όσο ταλαντούχος και να είναι κάποιος, δεν μπορεί να φορά τη φανέλα της Εθνικής, αν βλέπει τις υποχρεώσεις του με αυτήν ως αγγαρεία. Θέλουμε παίκτες που αγαπούν την ομάδα, που αισθάνονται υπερήφανοι όταν φορούν τη φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος, που παίζουν πάντα με πάθος και ενθουσιασμό και είναι έτοιμοι να τα δώσουν όλα για την Εθνική. Για την ομάδα, δηλαδή, που ανήκει σε όλους τους Έλληνες. Με αυτά τα κριτήρια έχουμε κάνει τις μέχρι τώρα επιλογές μας και με την ίδια λογική θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε.
Η ανανέωση του ρόστερ συνεπάγεται την οριστική «αποστρατεία» των παικτών που αποτελούσαν τον κορμό της ομάδας πριν αναλάβετε;
Η πόρτα της Εθνικής είναι ανοιχτή για όλους, αρκεί να είναι συμβατοί με τη φιλοσοφία του αγωνιστικού πρότζεκτ που έχουμε εκπονήσει. Δεν τίθεται ζήτημα αποκλεισμών λόγω ηλικίας, ούτε δίνουμε έμφαση στα παιδιά που παίζουν στο εξωτερικό επειδή, ενδεχομένως, είναι πιο εξοικειωμένα με τη λογική μας. Χρειαζόμαστε εξίσου τον ενθουσιασμό των νέων, που αναμφίβολα είναι πιο ευέλικτοι και δεκτικοί στο να μάθουν νέα πράγματα και την εμπειρία των παλιότερων. Όσοι αποδεικνύουν ότι μπορούν να παίξουν στην Εθνική, θα έχουν ευκαιρίες. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια μεγάλη δεξαμενή παικτών από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αλλά είναι σαφές πως πρέπει να χτίσουμε έναν κορμό 16-17 ποδοσφαιριστών, που θα αποτελέσει τη βάση της ομάδας.
Προέρχεστε από μία χώρα με τεράστια ποδοσφαιρική παράδοση, που έχει επηρεάσει όσο λίγες την εξέλιξη του ποδοσφαίρου σε διεθνές επίπεδο. Είναι ρεαλιστική η προσδοκία δημιουργίας μιας ελληνικής σχολής ποδοσφαίρου;
Δεν ήρθαμε εδώ για να αλλάξουμε το ελληνικό ποδόσφαιρο στο σύνολό του, ούτε θέλουμε να επιβάλουμε τη δική μας φιλοσοφία. Θα ήμασταν, όμως, ευτυχείς αν καταφέρναμε να αφήσουμε πίσω μας, ως κληρονομιά, μια Εθνική ομάδα που θα είναι σε θέση να κυνηγά υψηλούς στόχους, παίζοντας όμορφο, πραγματικά ελκυστικό ποδόσφαιρο. Αν χτίζαμε δηλαδή μια ομάδα που με τη νοοτροπία και το στιλ παιχνιδιού της, θα αποτελούσε παράδειγμα προς μίμηση και για τους συλλόγους, συμπαρασύροντάς τους σε μια κατεύθυνση που θα αναβάθμιζε το επίπεδο του αθλήματος στη χώρα. Ίσως έτσι θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια ελληνική σχολή ποδοσφαίρου, βασισμένη στις σύγχρονες ιδέες για το ποδόσφαιρο.
Πολλοί πιστεύουν, πάντως, πως το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι ταυτισμένο με τη μαζική άμυνα και ότι η Εθνική μπορεί να έχει επιτυχίες αποκλειστικά και μόνον μιμούμενη το αγωνιστικό στιλ του 2004. Φιλοδοξείτε να σπάσετε αυτό το στερεότυπο;
Το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Κανείς δεν πιστεύει πλέον πως μπορεί να κερδίσει και να πετύχει σημαντικούς στόχους, παίζοντας απλώς και μόνο μαζική άμυνα. Ακόμη και στην Ιταλία, που είχε μια διαφορετική παράδοση, τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά. Οι ιταλικές ομάδες παίζουν, πλέον, πολύ πιο επιθετικά. Το κατενάτσιο έχει ουσιαστικά πεθάνει. Αυτό που όλοι αποδέχονται πια είναι ότι πρέπει να έχεις την μπάλα στην κατοχή σου για όσο μεγαλύτερο διάστημα γίνεται. Γι’ αυτό και όταν χάνεις την μπάλα, δεν κάθεσαι πίσω περιμένοντας ένα λάθος του αντιπάλου για να την ανακτήσεις. Πιέζεις αμέσως όσο πιο ψηλά μπορείς, με σκοπό να κερδίσεις την κατοχή και να επιτεθείς ξανά.
Δείτε τον τρόπο παιχνιδιού της Λίβερπουλ. Η ομάδα του Κλοπ αμύνεται και επιτίθεται ως σύνολο, ως μία μονάδα. Όταν χαθεί η μπάλα, ο Σαλάχ είναι ο πρώτος που πιέζει τον τερματοφύλακα ή τον αντίπαλο στόπερ. Όταν η ομάδα έχει την κατοχή και προσπαθεί να χτίσει την επίθεση, η φάση ξεκινά από τον Άλισον και τον Φαν Ντάικ. Αυτό είναι το μοντέρνο ποδόσφαιρο και αυτό προσπαθούμε να διδάξουμε κι εμείς στους παίκτες της Εθνικής ομάδας. Για να μην υπάρχουν παρανοήσεις, εννοείται πως δεν υποτιμούμε τον ρόλο της άμυνας. Θέλουμε να συνδυάσουμε την παράδοση που έχει το ελληνικό ποδόσφαιρο σ’ αυτόν τον τομέα, με τη δική μας λογική για το ποδόσφαιρο.
Στόχος είναι να ενσωματώσουμε όλες τις αρετές του ελληνικού ποδοσφαίρου σ’ ένα νέο στιλ παιχνιδιού, το οποίο οι Έλληνες παίκτες έχουν τη διάθεση και το ταλέντο να υπηρετήσουν. Εννοείται πως όλα τα παιχνίδια δεν είναι ίδια. Στο ματς με την Ιταλία, για παράδειγμα, κάποιοι είχαν την εντύπωση πως εγκαταλείψαμε τις αρχές μας και παίξαμε αμυντικά. Δεν είναι έτσι. Είχαμε ακριβώς την ίδια φιλοσοφία. Ήταν η δυναμικότητα του αντιπάλου που μας ανάγκασε να προσαρμόσουμε την τακτική μας στις ανάγκες του παιχνιδιού.
Είμαστε, πάντως, βέβαιοι πως μπορούμε να συνδυάσουμε το καλό ποδόσφαιρο με την εκπλήρωση σημαντικών στόχων. Το ζητούμενο δεν είναι απλώς και μόνο να μετέχουμε στα προκριματικά. Θέλουμε να είμαστε παρόντες σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις, μολονότι γνωρίζουμε πόσο δύσκολο είναι να φτάσουμε στα τελικά, όταν π.χ. μόνον η πρώτη θέση του ομίλου εξασφαλίζει την απευθείας πρόκριση.
"ΜΕΝΤΟΡΑΣ ΜΟΥ Ο ΓΙΟΧΑΝ ΚΡΟΪΦ"
Ο Τζον φαν’τ Σχιπ έμαθε από τους κορυφαίους. «Ο άνθρωπος που με επηρέασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον και ουσιαστικά διαμόρφωσε τη φιλοσοφία και την οπτική μου σε ό,τι αφορά το ποδόσφαιρο, ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ. Υπήρξε προπονητής μου στον Άγιαξ και είναι βέβαιο πως αυτός ήταν ο μέντοράς μου. Η επίδραση που έχουν οι ιδέες του στον τρόπο με τον οποίο σκέφτομαι και στο στιλ παιχνιδιού των ομάδων που προπονώ, είναι εμφανής. Έχω δουλέψει βέβαια και με άλλους σπουδαίους Ολλανδούς προπονητές, από τους οποίους έμαθα πολλά όπως, για παράδειγμα, ο Λουίς Φαν Χάαλ και ο Ρίνους Μίχελς, τον οποίο είχα προπονητή στην Εθνική ομάδα. Ήταν όλοι πολύ σημαντικοί για μένα και για την καριέρα μου αλλά, όπως είπα και πριν, ο άνθρωπος που με σημάδεψε ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ».
"ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΜΕΙΝΩ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ"
Ο ομοσπονδιακός τεχνικός αισθάνεται δικαιωμένος για την απόφασή του να αναλάβει την Εθνική και ελπίζει πως αυτή η συνεργασία θα είναι μακράς πνοής.
«Αισθάνομαι πολύ καλά στην Ελλάδα. Μου αρέσουν η χώρα, ο κόσμος, ο τρόπος ζωής. Δουλεύουμε πάνω σε ένα πολύ ενδιαφέρον πρότζεκτ και προσωπικά θα μπορούσα άνετα να φανταστώ τον εαυτό μου να μένει για πολλά χρόνια εδώ, ως προπονητής της Εθνικής ομάδας. Μακάρι να έρθουν έτσι τα πράγματα ώστε αυτή η συνεργασία να είναι μακρά και επιτυχημένη».
Η ΚΡΙΣΗ ΩΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Ο άλλοτε εξτρέμ του Άγιαξ και της εθνικής Ολλανδίας, εκτιμά πως η οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία, ενδέχεται να έχει και θετικές πλευρές για το ποδόσφαιρο. «Η πανδημία προκαλεί ασφαλώς οικονομική ζημιά στους συλλόγους, αλλά όλο αυτό μπορεί να αποδειχθεί και ευεργετικό για το ποδόσφαιρο. Εξηγούμαι. Ομάδες όπως η Μάντσεστερ Σίτι, η Παρί Σεν Ζερμέν, η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ, έχουν τεράστια ρόστερ με 40-50 ποδοσφαιριστές, αλλά μόνον 18-20 από αυτούς έχουν τη δυνατότητα να παίξουν. Με δεδομένο λοιπόν ότι πρέπει να μειώσουν τα μπάτζετ, θα αποδεσμεύσουν εξαιρετικούς παίκτες που θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά σε άλλα κλαμπ. Υπ’ αυτήν την έννοια, η κρίση μπορεί να αποδειχθεί ευκαιρία, διαμορφώνοντας μια νέα, πιο υγιή και πιο ισορροπημένη κατάσταση».
* Δημοσιεύτηκε στη "Μακεδονία της Κυριακής" στις 5/7/2020
ΣΧΟΛΙΑ