Villa Bianca: Αλλαγές μετά τους ελέγχους
27/08/2019 07:00
27/08/2019 07:00
Τους τελευταίους δυο μήνες η ιστορική Casa Bianca στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Όλγας και Θεμιστοκλή Σοφούλη έχει αποκτήσει τακτικότερους επισκέπτες. Στην αυλή του κτιρίου που στεγάζεται από το 2013 η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης έχει δημιουργηθεί ένα καφέ, έπειτα από διαγωνισμό που προκήρυξε η δημοτική αρχή. Το πολυτελές κτίριο ελκύει πλέον πολλούς που θέλουν να απολαύσουν στη σκιά του ένα καφέ, κοκτέιλ ή φαγητό, σε μία από τις ωραιότερες αυλές της πόλης.
Ωστόσο, οι έλεγχοι από πλευράς του δήμου, που έγιναν το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου προκειμένου να διαπιστωθεί αν οι όροι του συμβολαίου τηρούνται, αποκάλυψαν πως ο επιχειρηματίας που δημιούργησε τη «Villa Bianca» παραβίαζε αρκετούς από αυτούς, γεγονός που έφερε στο φως της δημοσιότητας το makthes.gr. και που επιβεβαιώθηκε από επίσημη ενημέρωση μέσω ανακοίνωσης από την ίδια τη διοίκηση του δήμου Θεσσαλονίκης.
Οι παραβάσεις και οι αλλαγές
Η σύμβαση, λοιπόν, που υπογράφηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 2018 μεταξύ του δήμου και του εκμισθωτή προέβλεπε τη λειτουργία καφέ-αναψυκτηρίου. Το πρόβλημα ξεκινάει από αυτό το σημείο, καθώς παράβαση συνιστά το γεγονός πως ο επιχειρηματίας αρχικά ονόμασε το χώρο «Villa Bianca» αλλά και επειδή έβαλε στην περιγραφή «cafe-bar-restaurant». «Δεν θα έπρεπε να είναι ούτε καφέ-μπαρ ούτε καφέ-ρεστοράν, αλλά καφέ-αναψυκτήριο.
Έτσι πήρε την άδεια» δήλωσε σε ραδιοφωνική εκπομπή η αντιδήμαρχος Πολιτισμού Έλλη Χρυσίδου. Μετά από αυτό, ο εκμισθωτής έσβησε τη λέξη «restaurant» από όλους τους καταλόγους του μαγαζιού, όμως συνεχίζει να σερβίρει φαγητό, καθώς όπως λέει στη «ΜτΚ» ο ίδιος ο Δημήτρης Ρόζας, η νομοθεσία το δικαιολογεί για αναψυκτήριο. «Ακόμα και για το όνομα είχαν θέμα. Είμαστε στη Villa Bianca, πώς να το ονομάζαμε δηλαδή; Λευκό Πύργο;» αναφέρει.
Στην αυλή της Casa Bianca υπάρχει ένα μπαρ, για το οποίο επίσης η επιτροπή είχε τις αντιρρήσεις της, κατηγορώντας τον ανάδοχο. «Το μπαρ στην αυλή είναι τροχήλατο, δεν πρόκειται για μια μόνιμη κατασκευή φυσικά. Στη σύμβαση αναφέρεται ότι δικαιούμαστε έναν πάγκο εργασίας, οπότε δεν είναι παράνομο αυτό που έχουμε» δηλώνει ο Δημήτρης Ρόζας.
Στους ελέγχους από το δήμο διαπιστώθηκε πως στα δέντρα της αυλής του κτιρίου είχαν κρεμαστεί με ιμάντες ηχεία. Έπειτα από τις υποδείξεις, το μαγαζί κατέβασε τα ηχεία και τα εγκατέστησε στο μπαρ. Ωστόσο, άξιο αναφοράς είναι πως στα ίδια δέντρα υπάρχουν υπέρβαροι προβολείς καρφωμένοι στους κορμούς και όπως μας ενημέρωσε ο κ. Ρόζας πρόκειται για κατασκευές του δήμου Θεσσαλονίκης.
Σε κάποιους χώρους του κτιρίου και την αυλή μέχρι πρότινος υπήρχαν διάσπαρτα φιαλίδια και αντικείμενα. «Δεν έχουν προβλέψει αποθηκευτικούς χώρους και αντιμετωπίζουμε μεγάλο πρόβλημα» εξηγεί ο επιχειρηματίας, όμως τονίζει πως «παρ' όλα αυτά νοίκιασα ένα μαγαζί απέναντι, τα μαζέψαμε όλα και πλέον τα αποθηκεύουμε εκεί».
Ξεναγώντας μας στο χώρο που νοικιάζει στο κτίριο της Δημοτικής Πινακοθήκης, o Δημήτρης Ρόζας, διαπιστώσαμε πως υπάρχει όντως μεγάλο πρόβλημα χωρητικότητας και αποθηκευτικού χώρου. Ενδεικτικό είναι πως δεν υπάρχει ειδικός χώρος αποδυτηρίων για το προσωπικό του μαγαζιού, που ξεπερνάει τα τριάντα άτομα.
Βασικό πρόβλημα υπάρχει με το ωράριο λειτουργίας του καταστήματος. Στους δυο πρώτους άγονους διαγωνισμούς το ωράριο λειτουργίας συμβάδιζε με τις ώρες που ήταν ανοιχτή η Πινακοθήκη, με αποτέλεσμα να ήταν αναγκασμένοι οι ανάδοχοι να κλείνουν στις 16.00-17.00. Έπειτα από αναφορές του επιχειρηματία ότι ο όρος αυτός αποτελεί εμπόδιο για μια εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης, στον τρίτο διαγωνισμό το ωράριο επεκτάθηκε έως τις 23.00. Όμως, όπως τονίζει ο κ. Ρόζας, δεν μπορεί να κλείνει στις 23.00 καθημερινά, αν ακόμα στο μαγαζί υπάρχουν πελάτες.
«Εγώ μίλησα με την αντιδήμαρχο Οικονομικών Άννα Αγγελίδου και της εξήγησα ότι είναι πολύ δύσκολο να σηκώνω τους πελάτες που κάθονται και να τους διώχνω όταν πάει 23.00. Αν το κάνω αυτό, που δεν επιτρέπεται, δεν θα ξανάρθουν κιόλας. Ωστόσο, εμείς βάλαμε παντού ταμπέλες με το ωράριο λειτουργίας που δείχνει 10.00 -23.00, για να το βλέπει ο κόσμος» αναφέρει.
«Μας κατηγόρησαν για τα πάντα. Συμβαίνουν απίστευτα πράγματα που εγώ ως επιχειρηματίας τα βλέπω πρώτη φορά» δηλώνει ο Δημήτρης Ρόζας, θέλοντας να επισημάνει πως υπήρχαν και ευτράπελες απαιτήσεις. «Έκαναν συστάσεις ακόμα και για τον τρόπο που κάθονται οι πελάτες, λέγοντας πως υπάρχει κίνδυνος να πέσουν και να ακουμπήσουν το κτίριο» υποστηρίζει, «ενώ μας είπαν από τις ελεγκτικές αρχές πως οι ομπρέλες που έχουμε είναι ανομοιόμορφες. Δεν ξέρω τι να πω. Ωστόσο εμείς θα βγάλουμε τις τέσσερις μικρές ομπρέλες που έχουμε, ώστε να μείνουν μόνο οι μεγάλες και να είναι ομοιόμορφες».
Το λάθος και η επένδυση
Για να λειτουργήσει το καφέ με την επωνυμία «Villa Bianca», ο επιχειρηματίας επένδυσε, όπως λέει στη «ΜτΚ», περίπου 200.000 ευρώ. Εκτός από τα έξοδα της διακόσμησης και της λειτουργίας, αναδιαμόρφωσε τον κήπο, τον εξωτερικό χώρο και τους χώρους της τουαλέτας. Το λάθος όμως που αναγνωρίζει και ο ίδιος είναι πως πραγματοποίησαν αλλαγές στον κήπο, πριν δοθεί άδεια από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων. «Όταν ήρθαμε πριν από έξι μήνες, ο εξωτερικός χώρος ήταν σαν ζούγκλα. Ο κήπος είχε άμμο, οι τοίχοι είχαν γκράφιτι και όλα ήταν σε κακή κατάσταση.
Ο χρόνος κυλούσε και έπρεπε να ανοίξουμε, αλλιώς θα χάναμε τη φετινή σεζόν. Ζητήσαμε άδεια από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων για εργασίες στον κήπο και μας είπαν ότι θα δουν την αίτησή μας έπειτα από δυο χρόνια. Η απάντησή τους με συνέτριψε αλλά δεν γινόταν να μείνουμε με σταυρωμένα χέρια» αναφέρει ο επιχειρηματίας, που αποφάσισε τελικά να ξοδέψει 25.000 ευρώ για την αναδιαμόρφωση του κήπου. Πλέον ο εξωτερικός χώρος του εμβληματικού κτιρίου είναι αυτός που του αρμόζει: γρασίδι, φυτά και άνθη, χωρίς ίχνος γκράφιτι. Ο κόσμος καθημερινά φαίνεται να το απολαμβάνει αλλά, όπως αποδέχεται και ο κ. Ρόζας, πρόκειται για μία παράβαση. Κατά τη διάρκεια των εργασιών «η τριμελής επιτροπή με παρακολουθούσε κάθε μέρα και γενικά μας επιτηρούσαν και μας συμβούλευαν και άλλοι άνθρωποι και από το δήμο», υποστηρίζει.
Πρόσφατα, οι ελεγκτικές αρχές ζήτησαν από την επιχείρηση να αναδιαμορφώσουν τον κήπο στην αρχική του μορφή. «Θέλουν να βάλουμε ξανά την άμμο. Δεν υπάρχει περίπτωση να το κάνουμε. Ο δικηγόρος μας τους απάντησε αν θέλουν να το πραγματοποιήσουν αυτοί» .
Ο κ. Ρόζας αναφέρθηκε και στην αγάπη του κόσμου για το κατάστημά του. Όπως λέει, τους αγκάλιασαν αμέσως και καθημερινά μετά τις 20.00 όλα τα τραπεζοκαθίσματα είναι γεμάτα. «Μας επιβραβεύουν για αυτό που κάναμε. Έρχονται κάθε μέρα και πλέον το νιώθουν δικό τους. Χαίρονται που πλέον η πόρτα του κτιρίου είναι ανοιχτή, με φώτα και έχει δημιουργηθεί ένας ωραίος χώρος» δηλώνει ο κ. Ρόζας.
O εξωτερικός χώρος πριν:
Οι αποτρεπτικοί όροι
Για το καφέ-αναψυκτήριο στην Casa Bianca έγιναν τρεις διαγωνισμοί. Στον τρίτο διαγωνισμό ο μοναδικός ενδιαφερόμενος ήταν ο σημερινός ανάδοχος. «Υπάρχει λόγος που ήμασταν μόνοι μας» τονίζει ο Δημήτρης Ρόζας. «Ήρθαν 100 άτομα και είδαν το χώρο και αμέσως έτρεχαν προς τη Σοφούλη ή διέφευγαν από τη Β. Όλγας». Η κατάσταση που αντίκριζαν ήταν αποτρεπτική για κάθε επιχειρηματία, σύμφωνα με τον ανάδοχο. «Επίσης οι όροι της συμφωνίας τους προβλημάτιζαν όλους. Η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων σε συνδυασμό με την τριμελή επιτροπή θέλουν να έχουν σε όλα λόγο, από τις ομπρέλες μέχρι τον καφέ» τονίζει.
Λόγος έγινε και για το ενοίκιο που πληρώνει ο επιχειρηματίας. Βέβαια, γι’ αυτό δεν ευθύνεται ο ίδιος, καθώς ήταν απόφαση του δήμου να το μισθώσει με το τίμημα των 5.500 ευρώ το έτος. «Σε κάθε διαγωνισμό έριχναν και την τιμή του μισθώματος, γιατί καταλάβαιναν πως δεν θα το πάρει κανείς. Όμως δεν ήταν η τιμή το θέμα για εμάς. Υπάρχουν προβλήματα λειτουργικότητας και όρων» επισημαίνει ο κ. Ρόζας.
Υπάρχουν δυο χώροι εντός του κτιρίου που έχουν εκμισθωθεί στον επιχειρηματία για εκμετάλλευση κατά τους χειμερινούς μήνες. Ο ίδιος μιλώντας, στη «ΜτΚ», τόνισε πως αν δεν λυθούν τα προβλήματα και δεν αποσαφηνιστούν οι βλέψεις της νέας διοίκησης, δεν πρόκειται να επενδύσει ούτε ένα ευρώ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 25 Αυγούστου 2019
Τους τελευταίους δυο μήνες η ιστορική Casa Bianca στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Όλγας και Θεμιστοκλή Σοφούλη έχει αποκτήσει τακτικότερους επισκέπτες. Στην αυλή του κτιρίου που στεγάζεται από το 2013 η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης έχει δημιουργηθεί ένα καφέ, έπειτα από διαγωνισμό που προκήρυξε η δημοτική αρχή. Το πολυτελές κτίριο ελκύει πλέον πολλούς που θέλουν να απολαύσουν στη σκιά του ένα καφέ, κοκτέιλ ή φαγητό, σε μία από τις ωραιότερες αυλές της πόλης.
Ωστόσο, οι έλεγχοι από πλευράς του δήμου, που έγιναν το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου προκειμένου να διαπιστωθεί αν οι όροι του συμβολαίου τηρούνται, αποκάλυψαν πως ο επιχειρηματίας που δημιούργησε τη «Villa Bianca» παραβίαζε αρκετούς από αυτούς, γεγονός που έφερε στο φως της δημοσιότητας το makthes.gr. και που επιβεβαιώθηκε από επίσημη ενημέρωση μέσω ανακοίνωσης από την ίδια τη διοίκηση του δήμου Θεσσαλονίκης.
Οι παραβάσεις και οι αλλαγές
Η σύμβαση, λοιπόν, που υπογράφηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 2018 μεταξύ του δήμου και του εκμισθωτή προέβλεπε τη λειτουργία καφέ-αναψυκτηρίου. Το πρόβλημα ξεκινάει από αυτό το σημείο, καθώς παράβαση συνιστά το γεγονός πως ο επιχειρηματίας αρχικά ονόμασε το χώρο «Villa Bianca» αλλά και επειδή έβαλε στην περιγραφή «cafe-bar-restaurant». «Δεν θα έπρεπε να είναι ούτε καφέ-μπαρ ούτε καφέ-ρεστοράν, αλλά καφέ-αναψυκτήριο.
Έτσι πήρε την άδεια» δήλωσε σε ραδιοφωνική εκπομπή η αντιδήμαρχος Πολιτισμού Έλλη Χρυσίδου. Μετά από αυτό, ο εκμισθωτής έσβησε τη λέξη «restaurant» από όλους τους καταλόγους του μαγαζιού, όμως συνεχίζει να σερβίρει φαγητό, καθώς όπως λέει στη «ΜτΚ» ο ίδιος ο Δημήτρης Ρόζας, η νομοθεσία το δικαιολογεί για αναψυκτήριο. «Ακόμα και για το όνομα είχαν θέμα. Είμαστε στη Villa Bianca, πώς να το ονομάζαμε δηλαδή; Λευκό Πύργο;» αναφέρει.
Στην αυλή της Casa Bianca υπάρχει ένα μπαρ, για το οποίο επίσης η επιτροπή είχε τις αντιρρήσεις της, κατηγορώντας τον ανάδοχο. «Το μπαρ στην αυλή είναι τροχήλατο, δεν πρόκειται για μια μόνιμη κατασκευή φυσικά. Στη σύμβαση αναφέρεται ότι δικαιούμαστε έναν πάγκο εργασίας, οπότε δεν είναι παράνομο αυτό που έχουμε» δηλώνει ο Δημήτρης Ρόζας.
Στους ελέγχους από το δήμο διαπιστώθηκε πως στα δέντρα της αυλής του κτιρίου είχαν κρεμαστεί με ιμάντες ηχεία. Έπειτα από τις υποδείξεις, το μαγαζί κατέβασε τα ηχεία και τα εγκατέστησε στο μπαρ. Ωστόσο, άξιο αναφοράς είναι πως στα ίδια δέντρα υπάρχουν υπέρβαροι προβολείς καρφωμένοι στους κορμούς και όπως μας ενημέρωσε ο κ. Ρόζας πρόκειται για κατασκευές του δήμου Θεσσαλονίκης.
Σε κάποιους χώρους του κτιρίου και την αυλή μέχρι πρότινος υπήρχαν διάσπαρτα φιαλίδια και αντικείμενα. «Δεν έχουν προβλέψει αποθηκευτικούς χώρους και αντιμετωπίζουμε μεγάλο πρόβλημα» εξηγεί ο επιχειρηματίας, όμως τονίζει πως «παρ' όλα αυτά νοίκιασα ένα μαγαζί απέναντι, τα μαζέψαμε όλα και πλέον τα αποθηκεύουμε εκεί».
Ξεναγώντας μας στο χώρο που νοικιάζει στο κτίριο της Δημοτικής Πινακοθήκης, o Δημήτρης Ρόζας, διαπιστώσαμε πως υπάρχει όντως μεγάλο πρόβλημα χωρητικότητας και αποθηκευτικού χώρου. Ενδεικτικό είναι πως δεν υπάρχει ειδικός χώρος αποδυτηρίων για το προσωπικό του μαγαζιού, που ξεπερνάει τα τριάντα άτομα.
Βασικό πρόβλημα υπάρχει με το ωράριο λειτουργίας του καταστήματος. Στους δυο πρώτους άγονους διαγωνισμούς το ωράριο λειτουργίας συμβάδιζε με τις ώρες που ήταν ανοιχτή η Πινακοθήκη, με αποτέλεσμα να ήταν αναγκασμένοι οι ανάδοχοι να κλείνουν στις 16.00-17.00. Έπειτα από αναφορές του επιχειρηματία ότι ο όρος αυτός αποτελεί εμπόδιο για μια εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης, στον τρίτο διαγωνισμό το ωράριο επεκτάθηκε έως τις 23.00. Όμως, όπως τονίζει ο κ. Ρόζας, δεν μπορεί να κλείνει στις 23.00 καθημερινά, αν ακόμα στο μαγαζί υπάρχουν πελάτες.
«Εγώ μίλησα με την αντιδήμαρχο Οικονομικών Άννα Αγγελίδου και της εξήγησα ότι είναι πολύ δύσκολο να σηκώνω τους πελάτες που κάθονται και να τους διώχνω όταν πάει 23.00. Αν το κάνω αυτό, που δεν επιτρέπεται, δεν θα ξανάρθουν κιόλας. Ωστόσο, εμείς βάλαμε παντού ταμπέλες με το ωράριο λειτουργίας που δείχνει 10.00 -23.00, για να το βλέπει ο κόσμος» αναφέρει.
«Μας κατηγόρησαν για τα πάντα. Συμβαίνουν απίστευτα πράγματα που εγώ ως επιχειρηματίας τα βλέπω πρώτη φορά» δηλώνει ο Δημήτρης Ρόζας, θέλοντας να επισημάνει πως υπήρχαν και ευτράπελες απαιτήσεις. «Έκαναν συστάσεις ακόμα και για τον τρόπο που κάθονται οι πελάτες, λέγοντας πως υπάρχει κίνδυνος να πέσουν και να ακουμπήσουν το κτίριο» υποστηρίζει, «ενώ μας είπαν από τις ελεγκτικές αρχές πως οι ομπρέλες που έχουμε είναι ανομοιόμορφες. Δεν ξέρω τι να πω. Ωστόσο εμείς θα βγάλουμε τις τέσσερις μικρές ομπρέλες που έχουμε, ώστε να μείνουν μόνο οι μεγάλες και να είναι ομοιόμορφες».
Το λάθος και η επένδυση
Για να λειτουργήσει το καφέ με την επωνυμία «Villa Bianca», ο επιχειρηματίας επένδυσε, όπως λέει στη «ΜτΚ», περίπου 200.000 ευρώ. Εκτός από τα έξοδα της διακόσμησης και της λειτουργίας, αναδιαμόρφωσε τον κήπο, τον εξωτερικό χώρο και τους χώρους της τουαλέτας. Το λάθος όμως που αναγνωρίζει και ο ίδιος είναι πως πραγματοποίησαν αλλαγές στον κήπο, πριν δοθεί άδεια από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων. «Όταν ήρθαμε πριν από έξι μήνες, ο εξωτερικός χώρος ήταν σαν ζούγκλα. Ο κήπος είχε άμμο, οι τοίχοι είχαν γκράφιτι και όλα ήταν σε κακή κατάσταση.
Ο χρόνος κυλούσε και έπρεπε να ανοίξουμε, αλλιώς θα χάναμε τη φετινή σεζόν. Ζητήσαμε άδεια από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων για εργασίες στον κήπο και μας είπαν ότι θα δουν την αίτησή μας έπειτα από δυο χρόνια. Η απάντησή τους με συνέτριψε αλλά δεν γινόταν να μείνουμε με σταυρωμένα χέρια» αναφέρει ο επιχειρηματίας, που αποφάσισε τελικά να ξοδέψει 25.000 ευρώ για την αναδιαμόρφωση του κήπου. Πλέον ο εξωτερικός χώρος του εμβληματικού κτιρίου είναι αυτός που του αρμόζει: γρασίδι, φυτά και άνθη, χωρίς ίχνος γκράφιτι. Ο κόσμος καθημερινά φαίνεται να το απολαμβάνει αλλά, όπως αποδέχεται και ο κ. Ρόζας, πρόκειται για μία παράβαση. Κατά τη διάρκεια των εργασιών «η τριμελής επιτροπή με παρακολουθούσε κάθε μέρα και γενικά μας επιτηρούσαν και μας συμβούλευαν και άλλοι άνθρωποι και από το δήμο», υποστηρίζει.
Πρόσφατα, οι ελεγκτικές αρχές ζήτησαν από την επιχείρηση να αναδιαμορφώσουν τον κήπο στην αρχική του μορφή. «Θέλουν να βάλουμε ξανά την άμμο. Δεν υπάρχει περίπτωση να το κάνουμε. Ο δικηγόρος μας τους απάντησε αν θέλουν να το πραγματοποιήσουν αυτοί» .
Ο κ. Ρόζας αναφέρθηκε και στην αγάπη του κόσμου για το κατάστημά του. Όπως λέει, τους αγκάλιασαν αμέσως και καθημερινά μετά τις 20.00 όλα τα τραπεζοκαθίσματα είναι γεμάτα. «Μας επιβραβεύουν για αυτό που κάναμε. Έρχονται κάθε μέρα και πλέον το νιώθουν δικό τους. Χαίρονται που πλέον η πόρτα του κτιρίου είναι ανοιχτή, με φώτα και έχει δημιουργηθεί ένας ωραίος χώρος» δηλώνει ο κ. Ρόζας.
O εξωτερικός χώρος πριν:
Οι αποτρεπτικοί όροι
Για το καφέ-αναψυκτήριο στην Casa Bianca έγιναν τρεις διαγωνισμοί. Στον τρίτο διαγωνισμό ο μοναδικός ενδιαφερόμενος ήταν ο σημερινός ανάδοχος. «Υπάρχει λόγος που ήμασταν μόνοι μας» τονίζει ο Δημήτρης Ρόζας. «Ήρθαν 100 άτομα και είδαν το χώρο και αμέσως έτρεχαν προς τη Σοφούλη ή διέφευγαν από τη Β. Όλγας». Η κατάσταση που αντίκριζαν ήταν αποτρεπτική για κάθε επιχειρηματία, σύμφωνα με τον ανάδοχο. «Επίσης οι όροι της συμφωνίας τους προβλημάτιζαν όλους. Η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων σε συνδυασμό με την τριμελή επιτροπή θέλουν να έχουν σε όλα λόγο, από τις ομπρέλες μέχρι τον καφέ» τονίζει.
Λόγος έγινε και για το ενοίκιο που πληρώνει ο επιχειρηματίας. Βέβαια, γι’ αυτό δεν ευθύνεται ο ίδιος, καθώς ήταν απόφαση του δήμου να το μισθώσει με το τίμημα των 5.500 ευρώ το έτος. «Σε κάθε διαγωνισμό έριχναν και την τιμή του μισθώματος, γιατί καταλάβαιναν πως δεν θα το πάρει κανείς. Όμως δεν ήταν η τιμή το θέμα για εμάς. Υπάρχουν προβλήματα λειτουργικότητας και όρων» επισημαίνει ο κ. Ρόζας.
Υπάρχουν δυο χώροι εντός του κτιρίου που έχουν εκμισθωθεί στον επιχειρηματία για εκμετάλλευση κατά τους χειμερινούς μήνες. Ο ίδιος μιλώντας, στη «ΜτΚ», τόνισε πως αν δεν λυθούν τα προβλήματα και δεν αποσαφηνιστούν οι βλέψεις της νέας διοίκησης, δεν πρόκειται να επενδύσει ούτε ένα ευρώ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 25 Αυγούστου 2019
ΣΧΟΛΙΑ