ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Βόρεια Ελλάδα: «Κυρώσεις» σε εξαγωγές, τουρισμό, μεταποίηση φέρνει το Ουκρανικό

Aλυσιδωτές οι επιπτώσεις στην αγορά - Ελεγχόμενα…ανησυχητική η κατάσταση που διαμορφώνεται στον απόηχο των πολεμικών συγκρούσεων – Οι φόβοι για εγκλωβισμό της παραγωγικής δραστηριότητας σε σπιράλ αβεβαιότητας

 07/03/2022 08:00

Βόρεια Ελλάδα: «Κυρώσεις» σε εξαγωγές, τουρισμό, μεταποίηση φέρνει το Ουκρανικό

Στέφανος Μαχτσίρας

Σε «πολεμική» επιφυλακή έχει τεθεί το οικονομικό επιτελείο με την οικονομική δραστηριότητα, χωρίς ανάσες, να πλέει σε αχαρτογράφητα νερά μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ενώ υφίσταται εντεινόμενες πιέσεις που προϊδεάζουν για νέο κύμα ανατιμήσεων σε πρώτες ύλες, ενέργεια, καύσιμα και είδη πρώτης ανάγκης όπως το ψωμί. Ενδεικτικό είναι πως το ΑΕΠ θα χάνει 600 εκατ. ευρώ για κάθε 10 ευρώ που θα ανεβαίνει η τιμή του φυσικού αερίου.

Σε μία προσπάθεια να μπει «χειρόφρενο» στην ξέφρενη πορεία των τιμών η κυβέρνηση ανακοίνωσε την επιβολή πλαφόν κέρδους στα καύσιμα και σε όποιο προϊόν σχετίζεται ή επηρεάζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπως τα σιτηρά, κάτι που σημαίνει πως με το περιθώριο κέρδους που λειτουργούσαν οι επιχειρήσεις τον Σεπτέμβριο του 2021 θα πρέπει, εφεξής, να λειτουργούν όσοι εμπορεύονται ή παράγουν προϊόντα το κόστος των οποίων επηρεάζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Η διάρκεια και το μέγεθος των αναταραχών θα καθορίσουν το αν θα «πληρώσει» τίμημα το ΑΕΠ για το 2022 (σενάρια έκαναν λόγο για επιβράδυνσή του μέχρι και 1%), αν και είναι πολύ πρόωρο να γίνουν εκτιμήσεις. Το βέβαιο είναι πως η οικονομική αλυσίδα πρέπει να ανταπεξέλθει στο περιβάλλον αβεβαιότητας που διαμορφώνεται (ξανά) με τους φόβους για υπονόμευση της αναπτυξιακής δυναμικής που είχε αρχίσει να αναπτύσσει η ελληνική οικονομία να αναζωπυρώνονται.

Σαν να μην έφτανε η ακρίβεια που προυπήρχε των πολεμικών συγκρούσεων, ένα νέο τσουνάμι αυξήσεων που πυροδοτείται από το «πολεμικό σκηνικό» και στο οικονομικό πεδίο, χωρίς επαρκή αντίμετρα, θα ισοπεδώσει τους προϋπολογισμούς νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Στο δημοσιονομικό πεδίο δεν υπάρχει ακόμη ανατροπή και παραμένει ο στόχος για πρωτογενές έλλειμμα στο 1,4% του ΑΕΠ. Κανείς όμως δεν μπορεί…να βάλει το χέρι του στη φωτιά ότι ο στόχος αυτός θα παραμείνει άθικτος.

Και βέβαια ζητούμενο είναι τι θα γίνει με το επίδομα που υπάρχει ως σκέψη στην κυβέρνηση να χορηγηθεί προς τους ευάλωτους, πιθανότατα πριν το Πάσχα, προκειμένου να πάρουν μία μικρή ανάσα στην προσπάθεια αναχαίτισης της επελαύνουσας ακρίβειας.

Τρεις παράγοντες θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στον γενικότερο σχεδιασμό της κυβέρνησης.

1. Πόσο άμεσα θα λάβει τις αποφάσεις η Κομισιόν αναφορικά με την ανάληψη κοινής δράσης απέναντι στην ακρίβεια. Τι βάθος θα έχουν και βέβαια τι επιβάρυνση θα υπάρχει σε προϋπολογισμό και χρέος.

2. Ποια είναι η πορεία των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Τα πρώτα δείχνουν ότι ο Φεβρουάριος τουλάχιστον κάλυψε ένα μεγάλο μέρος των απωλειών που υπήρξαν τον Ιανουάριο.

3. Η πορεία των τιμών σε ενέργεια, αλλά και οι εξελίξεις στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων.

Εν κατακλείδι στο υπουργείο Οικονομικών πλέον δεν αποκλείουν κανένα σενάριο, καθώς όλες οι σταθερές ανατρέπονται ταχύτατα. Στο ευρωπαϊκό τραπέζι μπαίνει και το ενδεχόμενο συνέχισης της δημοσιονομικής χαλάρωσης και το 2023 την ώρα που οι στόχοι για την ανάπτυξη του 2022 τίθενται εν αμφιβόλω σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γεγονός που θα επηρεάσει και τα επίπεδα διαμόρφωσης του ΑΕΠ στα τέλη του τρέχοντος έτους.

«Βομβαρδίζεται» το επιχειρείν στη Βόρεια Ελλάδα

Οι ραγδαίες γεωπολιτικές ανακατατάξεις που λαμβάνουν χώρα στην «γειτονιά» μας μοιραία έχουν επίδραση και στο επιχειρείν το οποίο προσπαθεί να ανιχνεύσει και να προσαρμοστεί γρήγορα στα νέα δεδομένα.

Εξαγωγείς, βιοτέχνες, επιχειρηματίες και επαγγελματίες του τουρισμού στη Βόρεια Ελλάδα κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα μέχρι να κάτσει η σκόνη και αποκρυσταλλωθεί το νέο σκηνικό με τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής να δείχνουν για την ώρα ελεγχόμενες, αν και οι καταναλωτές όπως όλα δείχνουν θα χρειαστεί να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για βασικά αγαθά.

«Ο πόλεμος στην Ουκρανία έρχεται σαν ένα δεύτερο ισχυρό διαδοχικό χτύπημα μετά την πανδημία, αρχικά στην κοινωνία και κατ’ επέκταση στην οικονομία. Ελλάδα, Ευρώπη, κόσμος όλοι θα επηρεαστούν από αυτή την κρίση. Ασφαλή συμπεράσματα δεν μπορούν να εξαχθούν στην παρούσα φάση, αλλά ήδη βλέπουμε ότι οι διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες έχουν επηρεαστεί, και θα επηρεαστούν ακόμη περισσότερο στο προσεχές μέλλον. Οι εναέριες και οδικές μεταφορές στις δύο χώρες αλλά και στη Λευκορωσία έχουν σταματήσει, ενώ καταγράφονται σημαντικές καθυστερήσεις λόγω του συνωστισμού που παρατηρείται σε μεγάλα εμπορευματικά κέντρα όπως η Ολλανδία και η Γερμανία. Το ίδιο ισχύει και για τις πληρωμές, όπου επικρατεί στασιμότητα. Οι επιχειρήσεις της Βόρειας Ελλάδας έχουν μεγαλύτερη δραστηριότητα στις δύο χώρες και θα επηρεαστούν περισσότερο, γι’ αυτό απαιτείται ετοιμότητα σε εναλλακτικές λύσεις και υποστήριξη σε κυβερνητικό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση, η ζημιά είναι δύσκολο να εκτιμηθεί και να ποσοτικοποιηθεί, αλλά είναι σημαντικό να αρχίσουμε σταδιακά να βρίσκουμε εναλλακτικές επιλογές, ξεκινώντας από την αποκατάσταση της σταθερότητας και της ασφάλειας», επισημαίνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ), Γεώργιος Κωνσταντόπουλος.

Όπως αναφέρει, «η Ουκρανία και η Ρωσία βρίσκονται στην 30η και στην 41η θέση αντίστοιχα στη λίστα με τους σημαντικότερους εξαγωγικούς προορισμούς της Ελλάδας για το 2021. Στη μεν Ουκρανία αποστείλαμε προϊόντα αξίας 338,6 εκατ. ευρώ με τα πετρελαιοειδή να είναι ο σημαντικότερος κλάδος με 70,5% μερίδιο, ενώ στη δε Ρωσία οι εξαγωγές ανήλθαν σε 206,6 εκατ. ευρώ με σημαντικότερους κλάδους τα βιομηχανικά (18,4%), τα χημικά (16,4%) και τα μηχανήματα και οχήματα (15,4%). Πρόκειται ουσιαστικά για το 1,3% των ελληνικών εξαγωγών αθροιστικά. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι κάποιες επιχειρήσεις έχουν σημαντική δραστηριότητα στις δύο χώρες, όπως για παράδειγμα στους κλάδους της γούνας και του ροδάκινου από τη Δυτική Μακεδονία. Αναμφίβολα σημαντικές θα είναι και οι απώλειες για επιχειρήσεις που έχουν θυγατρικές, εργοστάσια ή εμπορικά παραρτήματα στις χώρες αυτές. Πιστεύουμε ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρξει άμεση υποστήριξη προς τις επιχειρήσεις που θα υποστούν τις συνέπειες του πολέμου».

Καταλήγοντας, υποστηρίζει πως «ο υψηλός πληθωρισμός θα αποτελέσει ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα, αλλά και η Ευρώπη κατ’ επέκταση. Ήδη από το Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους έχουμε πολύ υψηλά νούμερα με 6,3% στην Ελλάδα και 5,8% στην ευρωζώνη. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα δημιουργήσει νέες πληθωριστικές τάσεις σε διάφορους κλάδους, τις οποίες θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε. Αφενός στον τομέα της ενέργειας, αφετέρου στα τρόφιμα και συγκεκριμένα στα δημητριακά και τα σιτηρά. Η Ουκρανία είναι από τους σημαντικότερους παραγωγούς σιτηρών παγκοσμίως, ενώ και οι δύο χώρες μαζί εξάγουν το 16% των παγκόσμιων εξαγωγών δημητριακών αξίας περίπου 16,5 δις ευρώ. Όλες αυτές οι αρνητικές εξελίξεις προκαλούν και άμεση αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την οικονομική ανάπτυξη του 2022, τόσο για τη χώρα μας όσο και για όλον τον κόσμο».

Το ψωμί…ψωμάκι;

Ούτε το ψωμί γλιτώνει από το τσουνάμι ανατιμήσεων με την τιμή του σιταριού να καταγράφει συνεχή άλματα και τον κίνδυνο των αυξήσεων να είναι κάτι παραπάνω από ορατός, όχι όμως άμεσα όπως διαβεβαιώνουν οι αρτοποιοί ενώ όλα θα εξαρτηθούν από την διάρκεια των διαταραχών.

«H τιμή στα άλευρα είναι φέτος αυξημένη κατά 40% σε σχέση με πέρυσι και γενικώς οι πρώτες ύλες στα αρτοποιία έχουν ανατιμηθεί σε ποσοστό από 30% έως και 50%. Oι αυξήσεις στο ψωμί που διαφαίνονται στο βάθος του τούνελ έχουν να κάνουν με τις τιμές που θα διαμορφωθούν στα άλευρα και με το αν θα εκτελεστούν τα συμβόλαια που έχουν συμφωνηθεί με τις εταιρείες, δεν θα γίνουν αυξήσεις αύριο το πρωί», αναφέρει η πρόεδρος του σωματείου αρτοποιών Θεσσαλονίκης Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ, Έλσα Κουκουμέρια.

Θολό τοπίο στον τουρισμό

Την ώρα που το 2022 έδειχνε πως ο ελληνικός τουρισμός θα καταρρίψει νέα ρεκόρ η αναταραχή που έχει προκληθεί λόγω της ρωσικής εισβολής, προσγείωσε προσωρινά τις προσδοκίες του κλάδου στη Βόρεια Ελλάδα, αν και είναι πολύ πρόωρο να διατυπωθούν ασφαλείς εκτιμήσεις (για πτώση εισπράξεων 5% κάνουν λόγο οι προβλέψεις).

Η διάρκεια και η ένταση της ουκρανικής κρίσης θα κρίνουν τον αντίκτυπο στις αφίξεις ενώ πρόσθετο παράγοντα προβληματισμού, σε μία κρίσιμη περίοδο για τις προκρατήσεις που «δείχνουν» προς τα που θα κινηθεί η σεζόν, αποτελεί και η ψυχολογία που διαμορφώνεται και επηρεάζεται δυσμενώς από συγκρούσεις και αναταραχές.

Η Ελλάδα υποδέχεται κάθε χρόνο εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες από τις δύο χώρες. Το 2019 τα σύνορα της χώρας μας είχαν περάσει περίπου 500.000 Ρώσοι τουρίστες με αρκετούς από αυτούς να δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στη Χαλκιδική.

Πέρσι η Χαλκιδική δέχτηκε 50.000 Ουκρανούς τουρίστες, οι οποίοι ταξιδεύουν τόσο οδικώς, όσο και αεροπορικώς. Την ίδια χρονιά η Χαλκιδική υποδέχτηκε 75.000 χιλιάδες Ρώσους τουρίστες ενώ συνολικά η χώρα 750.000 τουρίστες.

Το 2021, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από τη Ρωσία ξεπέρασαν τα 115 εκατ. ευρώ, ενώ το 2019 ήταν πάνω από 433 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον, ο αριθμός των Ουκρανών τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα μας, αυξανόταν συνεχώς κατά την τελευταία τριετία πριν την πανδημία. Ειδικότερα, από τους 232.064 τουρίστες του 2017, είχαμε άλμα στους 262.795 το 2018 (αύξηση 12,9%), για να καταλήξουμε στους 447.124 τουρίστες το 2019. Το 2020 ο αριθμός των τουριστών από την Ουκρανία μειώθηκε στα 19.074 άτομα, γεγονός που οφείλεται στους περιορισμούς στις μετακινήσεις που ίσχυσαν για το μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου.

«Η εικόνα δεν είναι καλή αυτή τη στιγμή, ενώ τα μηνύματα από τις προκρατήσεις ήταν πολύ θετικά ιδιαίτερα για τα πεντάστερα ξενοδοχεία και το θέμα που μας απασχολούσε ήταν η πανδημία, από την ώρα που ξέσπασαν οι αναταραχές ανατράπηκαν όλα. Δεν ξέρουμε τώρα πώς και πότε θα τελειώσει όλο αυτό, πάμε οικονομικά σε αχαρτογράφητα νερά, ο αντίκτυπος θα φανεί αργότερα, ακόμα είναι πολύ νωρίς. Περιμένουμε τις εξελίξεις, δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά πράγματα έτσι κι αλλιώς, υπάρχει παγωμάρα», σημειώνει ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Χαλκιδικής, Γιάννης Κουφίδης.

Συναγερμός σήμανε στο οικονομικό επιτελείο και για το νέο ράλι που κατέγραψε το ενεργειακό κόστος. Η «έκρηξη» των τιμών φυσικού αερίου και οι μετασεισμοί σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας ήχησαν ηχηρές…καμπάνες, αν και τα δημοσιονομικά περιθώρια για ρηξικέλευθες παρεμβάσεις είναι στενά. Καθησυχαστικά εμφανίζονται τα κυβερνητικά στελέχη αναφορικά με την διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας καθώς ακόμα και στο πιο δυσμενές σενάριο που η Gazprom «έκλεινε» τις κάνουλες, η επιστράτευση της Ρεβυθούσας (με το υγροποιημένο LNG), των ΑΠΕ και η παροχή μεγαλύτερων ποσοτήτων αερίου από τον αγωγό ΤΑP θα κάλυπταν τις ενεργειακές ανάγκες.

Έντονος προβληματισμός επικρατεί και για την απογείωση της τιμής του πετρελαίου, που συμπαρασύρει τις τιμές των καυσίμων. Θέμα μείωσης των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης δεν εξετάζεται στην παρούσα φάση, καθώς το δημοσιονομικό κόστος είναι απαγορευτικό, αν και η τιμή της βενζίνης φλερτάρει με τα 2 ευρώ το λίτρο και στα αστικά κέντρα, πέρα από τα νησιά.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα συνεχιστεί κανονικά το πρόγραμμα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, απέναντι στο αυξημένο ενεργειακό κόστος και για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί. Το ποσό που μέχρι σήμερα έχει δοθεί υπερβαίνει τα 2 δισ. και «τρέχει» με περίπου 350 - 400 εκατ. τον μήνα.

Η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, ώστε να μην πληρώσουν το μάρμαρο νοικοκυριά και επιχειρήσεις, στις συνθήκες των υψηλών τιμών που διαμόρφωσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι κρίσιμο στοίχημα που καλείται να κερδίσει η κυβέρνηση, μέσα σε αντίξοες συνθήκες.

Ένα κοινό Ευρωπαϊκό Ταμείο, κάτι το οποίο πρότεινε και ο πρωθυπουργός, με «μοντέλο» και οδηγό το ταμείο ανάκαμψης που συγκροτήθηκε σε χρόνο – ρεκόρ για τα δεδομένα της δυσκίνητης ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, για τη χρηματοδότηση αντισταθμιστικών μέτρων απέναντι στο αυξανόμενο ενεργειακό κόστος θα ήταν η καλύτερη λύση, ωστόσο η διαδικασία για να λάβει σάρκα και οστά μοιάζει χρονοβόρα σε σχέση με τον κατεπείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης.

Η εκτόξευση της τιμής του φυσικού αερίου (η ευρωπαϊκή τιμή αναφοράς του φυσικού αερίου αυξήθηκε την Τετάρτη στο ιστορικό ρεκόρ των 194,715 ευρώ ανά μεγαβατώρα) ξεπέρασε και τα πιο δυσοίωνα σενάρια, για να υποχωρήσει στη συνέχεια. Αν και ως το κλείσιμο, η τιμή του είχε υποχωρήσει γύρω στα 118 ευρώ, γίνεται φανερό πως η «επόμενη ημέρα» θα είναι πιο σκοτεινή και πιο…κρύα, ειδικά αν η Μόσχα απαντήσει με ενεργειακά αντίποινα στις κυρώσεις των Ευρωπαίων.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 05-06.02.2022

Σε «πολεμική» επιφυλακή έχει τεθεί το οικονομικό επιτελείο με την οικονομική δραστηριότητα, χωρίς ανάσες, να πλέει σε αχαρτογράφητα νερά μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ενώ υφίσταται εντεινόμενες πιέσεις που προϊδεάζουν για νέο κύμα ανατιμήσεων σε πρώτες ύλες, ενέργεια, καύσιμα και είδη πρώτης ανάγκης όπως το ψωμί. Ενδεικτικό είναι πως το ΑΕΠ θα χάνει 600 εκατ. ευρώ για κάθε 10 ευρώ που θα ανεβαίνει η τιμή του φυσικού αερίου.

Σε μία προσπάθεια να μπει «χειρόφρενο» στην ξέφρενη πορεία των τιμών η κυβέρνηση ανακοίνωσε την επιβολή πλαφόν κέρδους στα καύσιμα και σε όποιο προϊόν σχετίζεται ή επηρεάζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπως τα σιτηρά, κάτι που σημαίνει πως με το περιθώριο κέρδους που λειτουργούσαν οι επιχειρήσεις τον Σεπτέμβριο του 2021 θα πρέπει, εφεξής, να λειτουργούν όσοι εμπορεύονται ή παράγουν προϊόντα το κόστος των οποίων επηρεάζεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Η διάρκεια και το μέγεθος των αναταραχών θα καθορίσουν το αν θα «πληρώσει» τίμημα το ΑΕΠ για το 2022 (σενάρια έκαναν λόγο για επιβράδυνσή του μέχρι και 1%), αν και είναι πολύ πρόωρο να γίνουν εκτιμήσεις. Το βέβαιο είναι πως η οικονομική αλυσίδα πρέπει να ανταπεξέλθει στο περιβάλλον αβεβαιότητας που διαμορφώνεται (ξανά) με τους φόβους για υπονόμευση της αναπτυξιακής δυναμικής που είχε αρχίσει να αναπτύσσει η ελληνική οικονομία να αναζωπυρώνονται.

Σαν να μην έφτανε η ακρίβεια που προυπήρχε των πολεμικών συγκρούσεων, ένα νέο τσουνάμι αυξήσεων που πυροδοτείται από το «πολεμικό σκηνικό» και στο οικονομικό πεδίο, χωρίς επαρκή αντίμετρα, θα ισοπεδώσει τους προϋπολογισμούς νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Στο δημοσιονομικό πεδίο δεν υπάρχει ακόμη ανατροπή και παραμένει ο στόχος για πρωτογενές έλλειμμα στο 1,4% του ΑΕΠ. Κανείς όμως δεν μπορεί…να βάλει το χέρι του στη φωτιά ότι ο στόχος αυτός θα παραμείνει άθικτος.

Και βέβαια ζητούμενο είναι τι θα γίνει με το επίδομα που υπάρχει ως σκέψη στην κυβέρνηση να χορηγηθεί προς τους ευάλωτους, πιθανότατα πριν το Πάσχα, προκειμένου να πάρουν μία μικρή ανάσα στην προσπάθεια αναχαίτισης της επελαύνουσας ακρίβειας.

Τρεις παράγοντες θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στον γενικότερο σχεδιασμό της κυβέρνησης.

1. Πόσο άμεσα θα λάβει τις αποφάσεις η Κομισιόν αναφορικά με την ανάληψη κοινής δράσης απέναντι στην ακρίβεια. Τι βάθος θα έχουν και βέβαια τι επιβάρυνση θα υπάρχει σε προϋπολογισμό και χρέος.

2. Ποια είναι η πορεία των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Τα πρώτα δείχνουν ότι ο Φεβρουάριος τουλάχιστον κάλυψε ένα μεγάλο μέρος των απωλειών που υπήρξαν τον Ιανουάριο.

3. Η πορεία των τιμών σε ενέργεια, αλλά και οι εξελίξεις στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων.

Εν κατακλείδι στο υπουργείο Οικονομικών πλέον δεν αποκλείουν κανένα σενάριο, καθώς όλες οι σταθερές ανατρέπονται ταχύτατα. Στο ευρωπαϊκό τραπέζι μπαίνει και το ενδεχόμενο συνέχισης της δημοσιονομικής χαλάρωσης και το 2023 την ώρα που οι στόχοι για την ανάπτυξη του 2022 τίθενται εν αμφιβόλω σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γεγονός που θα επηρεάσει και τα επίπεδα διαμόρφωσης του ΑΕΠ στα τέλη του τρέχοντος έτους.

«Βομβαρδίζεται» το επιχειρείν στη Βόρεια Ελλάδα

Οι ραγδαίες γεωπολιτικές ανακατατάξεις που λαμβάνουν χώρα στην «γειτονιά» μας μοιραία έχουν επίδραση και στο επιχειρείν το οποίο προσπαθεί να ανιχνεύσει και να προσαρμοστεί γρήγορα στα νέα δεδομένα.

Εξαγωγείς, βιοτέχνες, επιχειρηματίες και επαγγελματίες του τουρισμού στη Βόρεια Ελλάδα κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα μέχρι να κάτσει η σκόνη και αποκρυσταλλωθεί το νέο σκηνικό με τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής να δείχνουν για την ώρα ελεγχόμενες, αν και οι καταναλωτές όπως όλα δείχνουν θα χρειαστεί να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για βασικά αγαθά.

«Ο πόλεμος στην Ουκρανία έρχεται σαν ένα δεύτερο ισχυρό διαδοχικό χτύπημα μετά την πανδημία, αρχικά στην κοινωνία και κατ’ επέκταση στην οικονομία. Ελλάδα, Ευρώπη, κόσμος όλοι θα επηρεαστούν από αυτή την κρίση. Ασφαλή συμπεράσματα δεν μπορούν να εξαχθούν στην παρούσα φάση, αλλά ήδη βλέπουμε ότι οι διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες έχουν επηρεαστεί, και θα επηρεαστούν ακόμη περισσότερο στο προσεχές μέλλον. Οι εναέριες και οδικές μεταφορές στις δύο χώρες αλλά και στη Λευκορωσία έχουν σταματήσει, ενώ καταγράφονται σημαντικές καθυστερήσεις λόγω του συνωστισμού που παρατηρείται σε μεγάλα εμπορευματικά κέντρα όπως η Ολλανδία και η Γερμανία. Το ίδιο ισχύει και για τις πληρωμές, όπου επικρατεί στασιμότητα. Οι επιχειρήσεις της Βόρειας Ελλάδας έχουν μεγαλύτερη δραστηριότητα στις δύο χώρες και θα επηρεαστούν περισσότερο, γι’ αυτό απαιτείται ετοιμότητα σε εναλλακτικές λύσεις και υποστήριξη σε κυβερνητικό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση, η ζημιά είναι δύσκολο να εκτιμηθεί και να ποσοτικοποιηθεί, αλλά είναι σημαντικό να αρχίσουμε σταδιακά να βρίσκουμε εναλλακτικές επιλογές, ξεκινώντας από την αποκατάσταση της σταθερότητας και της ασφάλειας», επισημαίνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ), Γεώργιος Κωνσταντόπουλος.

Όπως αναφέρει, «η Ουκρανία και η Ρωσία βρίσκονται στην 30η και στην 41η θέση αντίστοιχα στη λίστα με τους σημαντικότερους εξαγωγικούς προορισμούς της Ελλάδας για το 2021. Στη μεν Ουκρανία αποστείλαμε προϊόντα αξίας 338,6 εκατ. ευρώ με τα πετρελαιοειδή να είναι ο σημαντικότερος κλάδος με 70,5% μερίδιο, ενώ στη δε Ρωσία οι εξαγωγές ανήλθαν σε 206,6 εκατ. ευρώ με σημαντικότερους κλάδους τα βιομηχανικά (18,4%), τα χημικά (16,4%) και τα μηχανήματα και οχήματα (15,4%). Πρόκειται ουσιαστικά για το 1,3% των ελληνικών εξαγωγών αθροιστικά. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι κάποιες επιχειρήσεις έχουν σημαντική δραστηριότητα στις δύο χώρες, όπως για παράδειγμα στους κλάδους της γούνας και του ροδάκινου από τη Δυτική Μακεδονία. Αναμφίβολα σημαντικές θα είναι και οι απώλειες για επιχειρήσεις που έχουν θυγατρικές, εργοστάσια ή εμπορικά παραρτήματα στις χώρες αυτές. Πιστεύουμε ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρξει άμεση υποστήριξη προς τις επιχειρήσεις που θα υποστούν τις συνέπειες του πολέμου».

Καταλήγοντας, υποστηρίζει πως «ο υψηλός πληθωρισμός θα αποτελέσει ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα, αλλά και η Ευρώπη κατ’ επέκταση. Ήδη από το Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους έχουμε πολύ υψηλά νούμερα με 6,3% στην Ελλάδα και 5,8% στην ευρωζώνη. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα δημιουργήσει νέες πληθωριστικές τάσεις σε διάφορους κλάδους, τις οποίες θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε. Αφενός στον τομέα της ενέργειας, αφετέρου στα τρόφιμα και συγκεκριμένα στα δημητριακά και τα σιτηρά. Η Ουκρανία είναι από τους σημαντικότερους παραγωγούς σιτηρών παγκοσμίως, ενώ και οι δύο χώρες μαζί εξάγουν το 16% των παγκόσμιων εξαγωγών δημητριακών αξίας περίπου 16,5 δις ευρώ. Όλες αυτές οι αρνητικές εξελίξεις προκαλούν και άμεση αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την οικονομική ανάπτυξη του 2022, τόσο για τη χώρα μας όσο και για όλον τον κόσμο».

Το ψωμί…ψωμάκι;

Ούτε το ψωμί γλιτώνει από το τσουνάμι ανατιμήσεων με την τιμή του σιταριού να καταγράφει συνεχή άλματα και τον κίνδυνο των αυξήσεων να είναι κάτι παραπάνω από ορατός, όχι όμως άμεσα όπως διαβεβαιώνουν οι αρτοποιοί ενώ όλα θα εξαρτηθούν από την διάρκεια των διαταραχών.

«H τιμή στα άλευρα είναι φέτος αυξημένη κατά 40% σε σχέση με πέρυσι και γενικώς οι πρώτες ύλες στα αρτοποιία έχουν ανατιμηθεί σε ποσοστό από 30% έως και 50%. Oι αυξήσεις στο ψωμί που διαφαίνονται στο βάθος του τούνελ έχουν να κάνουν με τις τιμές που θα διαμορφωθούν στα άλευρα και με το αν θα εκτελεστούν τα συμβόλαια που έχουν συμφωνηθεί με τις εταιρείες, δεν θα γίνουν αυξήσεις αύριο το πρωί», αναφέρει η πρόεδρος του σωματείου αρτοποιών Θεσσαλονίκης Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ, Έλσα Κουκουμέρια.

Θολό τοπίο στον τουρισμό

Την ώρα που το 2022 έδειχνε πως ο ελληνικός τουρισμός θα καταρρίψει νέα ρεκόρ η αναταραχή που έχει προκληθεί λόγω της ρωσικής εισβολής, προσγείωσε προσωρινά τις προσδοκίες του κλάδου στη Βόρεια Ελλάδα, αν και είναι πολύ πρόωρο να διατυπωθούν ασφαλείς εκτιμήσεις (για πτώση εισπράξεων 5% κάνουν λόγο οι προβλέψεις).

Η διάρκεια και η ένταση της ουκρανικής κρίσης θα κρίνουν τον αντίκτυπο στις αφίξεις ενώ πρόσθετο παράγοντα προβληματισμού, σε μία κρίσιμη περίοδο για τις προκρατήσεις που «δείχνουν» προς τα που θα κινηθεί η σεζόν, αποτελεί και η ψυχολογία που διαμορφώνεται και επηρεάζεται δυσμενώς από συγκρούσεις και αναταραχές.

Η Ελλάδα υποδέχεται κάθε χρόνο εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες από τις δύο χώρες. Το 2019 τα σύνορα της χώρας μας είχαν περάσει περίπου 500.000 Ρώσοι τουρίστες με αρκετούς από αυτούς να δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στη Χαλκιδική.

Πέρσι η Χαλκιδική δέχτηκε 50.000 Ουκρανούς τουρίστες, οι οποίοι ταξιδεύουν τόσο οδικώς, όσο και αεροπορικώς. Την ίδια χρονιά η Χαλκιδική υποδέχτηκε 75.000 χιλιάδες Ρώσους τουρίστες ενώ συνολικά η χώρα 750.000 τουρίστες.

Το 2021, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από τη Ρωσία ξεπέρασαν τα 115 εκατ. ευρώ, ενώ το 2019 ήταν πάνω από 433 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον, ο αριθμός των Ουκρανών τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα μας, αυξανόταν συνεχώς κατά την τελευταία τριετία πριν την πανδημία. Ειδικότερα, από τους 232.064 τουρίστες του 2017, είχαμε άλμα στους 262.795 το 2018 (αύξηση 12,9%), για να καταλήξουμε στους 447.124 τουρίστες το 2019. Το 2020 ο αριθμός των τουριστών από την Ουκρανία μειώθηκε στα 19.074 άτομα, γεγονός που οφείλεται στους περιορισμούς στις μετακινήσεις που ίσχυσαν για το μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου.

«Η εικόνα δεν είναι καλή αυτή τη στιγμή, ενώ τα μηνύματα από τις προκρατήσεις ήταν πολύ θετικά ιδιαίτερα για τα πεντάστερα ξενοδοχεία και το θέμα που μας απασχολούσε ήταν η πανδημία, από την ώρα που ξέσπασαν οι αναταραχές ανατράπηκαν όλα. Δεν ξέρουμε τώρα πώς και πότε θα τελειώσει όλο αυτό, πάμε οικονομικά σε αχαρτογράφητα νερά, ο αντίκτυπος θα φανεί αργότερα, ακόμα είναι πολύ νωρίς. Περιμένουμε τις εξελίξεις, δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά πράγματα έτσι κι αλλιώς, υπάρχει παγωμάρα», σημειώνει ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Χαλκιδικής, Γιάννης Κουφίδης.

Συναγερμός σήμανε στο οικονομικό επιτελείο και για το νέο ράλι που κατέγραψε το ενεργειακό κόστος. Η «έκρηξη» των τιμών φυσικού αερίου και οι μετασεισμοί σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας ήχησαν ηχηρές…καμπάνες, αν και τα δημοσιονομικά περιθώρια για ρηξικέλευθες παρεμβάσεις είναι στενά. Καθησυχαστικά εμφανίζονται τα κυβερνητικά στελέχη αναφορικά με την διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας καθώς ακόμα και στο πιο δυσμενές σενάριο που η Gazprom «έκλεινε» τις κάνουλες, η επιστράτευση της Ρεβυθούσας (με το υγροποιημένο LNG), των ΑΠΕ και η παροχή μεγαλύτερων ποσοτήτων αερίου από τον αγωγό ΤΑP θα κάλυπταν τις ενεργειακές ανάγκες.

Έντονος προβληματισμός επικρατεί και για την απογείωση της τιμής του πετρελαίου, που συμπαρασύρει τις τιμές των καυσίμων. Θέμα μείωσης των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης δεν εξετάζεται στην παρούσα φάση, καθώς το δημοσιονομικό κόστος είναι απαγορευτικό, αν και η τιμή της βενζίνης φλερτάρει με τα 2 ευρώ το λίτρο και στα αστικά κέντρα, πέρα από τα νησιά.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα συνεχιστεί κανονικά το πρόγραμμα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, απέναντι στο αυξημένο ενεργειακό κόστος και για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί. Το ποσό που μέχρι σήμερα έχει δοθεί υπερβαίνει τα 2 δισ. και «τρέχει» με περίπου 350 - 400 εκατ. τον μήνα.

Η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, ώστε να μην πληρώσουν το μάρμαρο νοικοκυριά και επιχειρήσεις, στις συνθήκες των υψηλών τιμών που διαμόρφωσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι κρίσιμο στοίχημα που καλείται να κερδίσει η κυβέρνηση, μέσα σε αντίξοες συνθήκες.

Ένα κοινό Ευρωπαϊκό Ταμείο, κάτι το οποίο πρότεινε και ο πρωθυπουργός, με «μοντέλο» και οδηγό το ταμείο ανάκαμψης που συγκροτήθηκε σε χρόνο – ρεκόρ για τα δεδομένα της δυσκίνητης ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, για τη χρηματοδότηση αντισταθμιστικών μέτρων απέναντι στο αυξανόμενο ενεργειακό κόστος θα ήταν η καλύτερη λύση, ωστόσο η διαδικασία για να λάβει σάρκα και οστά μοιάζει χρονοβόρα σε σχέση με τον κατεπείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης.

Η εκτόξευση της τιμής του φυσικού αερίου (η ευρωπαϊκή τιμή αναφοράς του φυσικού αερίου αυξήθηκε την Τετάρτη στο ιστορικό ρεκόρ των 194,715 ευρώ ανά μεγαβατώρα) ξεπέρασε και τα πιο δυσοίωνα σενάρια, για να υποχωρήσει στη συνέχεια. Αν και ως το κλείσιμο, η τιμή του είχε υποχωρήσει γύρω στα 118 ευρώ, γίνεται φανερό πως η «επόμενη ημέρα» θα είναι πιο σκοτεινή και πιο…κρύα, ειδικά αν η Μόσχα απαντήσει με ενεργειακά αντίποινα στις κυρώσεις των Ευρωπαίων.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 05-06.02.2022

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία