Θεσσαλονίκη: Δαγκωτό σταθερότητα «ψηφίζει» η αγορά
19/05/2023 06:46
19/05/2023 06:46
Η διαρκής μάχη με την λαίλαπα της ακρίβειας που θα «καλωσορίσει» τη νέα κυβέρνηση, η ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας και οι κρίσιμες διαβουλεύσεις με τους εταίρους μας στην ΕΕ για τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι το 2027 θα «παιδέψουν» αρκετά το επόμενο οικονομικό επιτελείο που θα κληθεί να δώσει λύσεις… και απαντήσεις σε όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα.
H ταχεία και επιτυχής αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης σε συνδυασμό με τις εξαιρετικές επιδόσεις που αναμένονται και φέτος σε τουρισμό και εξαγωγές θα συμβάλλουν στο να αλλάξει επίπεδο η οικονομία θέτοντας τις βάσεις για την οικοδόμηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλoυ.
H «ΜτΚ», μία εβδομάδα πριν σπεύσουμε στις κάλπες, δίνει το λόγο στην «καρδιά» του επιχειρείν, την αγορά, οι άνθρωποι της οποίας επιχειρούν να αναδείξουν τα φλέγοντα ζητήματα που ταλανίζουν τον παραγωγικό ιστό της χώρας εκθέτοντας τους προβληματισμούς και τις προσδοκίες τους, την ώρα που η οικονομία δείχνει να ακολουθεί τον δικό της αναπτυξιακό δρόμο, χωρίς να επηρεάζεται από την εκλογική αναμέτρηση.
Παράλληλα, οι παραγωγικοί φορείς στέκονται και στις αναγκαίες παρεμβάσεις που επείγουν για να διασφαλιστεί μία σταθερή αναπτυξιακή δυναμική και για τη Θεσσαλονίκη.
«Αλλαγή παραγωγικού υποδείγματος»
«Όπως όλη η ελληνική κοινωνία, έτσι και ο κόσμος της οικονομίας και των επιχειρήσεων παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την πορεία προς τις κάλπες. Η κύρια προσδοκία από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, αλλά και τις πιθανότατες δεύτερες που έχουν σχεδόν προεξοφληθεί, είναι μία: Να προκύψει μία σταθερή κυβέρνηση. Χρειαζόμαστε ένα όσο το δυνατόν πιο σίγουρο και σταθερό πολιτικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο οι επιχειρήσεις μας να μπορούν να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους», σημειώνει η Λουκία Σαράντη, πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδας.
«Το αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή η παρατεταμένη ακυβερνησία είναι αυτό ακριβώς που απεύχεται κάθε επιχείρηση, εν μέσω παρατεταμένων διεθνών κρίσεων και μετά από τόσες δυσκολίες που έχουμε αντιμετωπίσει. Η πολιτική αβεβαιότητα μόνο αρνητικά μπορεί να επιδράσει στην υλοποίηση επενδύσεων, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και στην αξιοποίηση των μεγάλων και σημαντικών κονδυλίων, για την πρόοδο της πατρίδας μας. Η κυβέρνηση που θα προκύψει, καλείται να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε εξωγενείς κινδύνους, αλλά και να αξιοποιήσουμε νέες ευκαιρίες. Σε μία κρίσιμη περίοδο, είναι σημαντικό να υποστηρίξει στην πράξη τη βιομηχανία, ώστε και αυτή να μπορέσει με τη σειρά της να συνεχίσει να προσφέρει ουσιαστικά στον τόπο», επισημαίνει.
«Άλλωστε η ελληνική βιομηχανία είναι ισχυρός πυλώνας για την ανάκαμψη της οικονομίας μας, αφού παρουσιάζει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε περιόδους κρίσης σε σχέση με άλλους τομείς της οικονομίας -όπως π.χ. ο τουρισμός, παρέχει υψηλότερους μισθούς και αμοιβές από άλλους τομείς της οικονομίας, δημιουργεί σταθερές θέσεις εργασίας, συμβάλλει στη συγκράτηση της φυγής των νέων στο εξωτερικό, υλοποιεί επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου και τεχνολογίας», συμπληρώνει.
Ακολούθως η κ. Σαράντη αναφέρεται στις «ολοκληρωμένες προτάσεις του ΣΒΕ για την έμπρακτη υποστήριξη της πολιτείας στη βιομηχανία, με κύρια στόχευση την αντιμετώπιση των τεσσάρων μεγάλων προκλήσεων, που είναι:
1) Η ενεργειακή κρίση, η οποία δυστυχώς -παρά την πρόσφατη μείωση των τιμών- παραμένει ως συνεχής απειλή.
2) Οι αντίξοες οικονομικές συνθήκες και ιδίως η ραγδαία άνοδος των επιτοκίων δανεισμού και ο υψηλός πληθωρισμός. Προβλήματα που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση με λήψη μέτρων από τις κυβερνήσεις διεθνώς, άρα και από τη δική μας.
3) Η κάλυψη των ελλείψεων σε προσωπικό -ιδίως σε μεσαία στελέχη και εργαζόμενους με τεχνικές και ψηφιακές δεξιότητες.
4) Η ανάληψη δράσεων ψηφιακού μετασχηματισμού και πράσινης μετάβασης, που αποτελούν αναγκαίες συνθήκες για την προσαρμογή των επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα του παγκόσμιου ανταγωνισμού».
«Μετρό, ανάπλαση ΔΕΘ και παραλιακού μετώπου, αναβάθμιση λιμανιού»
Αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη, η Λουκία Σαράντη στέκεται στην ανάπτυξη των υποδομών: «Δεδομένου ότι ο ΣΒΕ είναι ο μόνος κοινωνικός εταίρος που έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη, στα παραπάνω θα προσθέταμε και μία επιπλέον πρόκληση, προσανατολισμένη στην πόλη: Να προχωρήσουν με ταχύτητα οι υποδομές που είναι αναγκαίες για να διαδραματίζει στο εξής τον διεθνή ρόλο που της αρμόζει: Της πρωτεύουσας της ευρύτερης περιοχής της ΝΑ Ευρώπης. Δηλαδή να ολοκληρωθούν εμβληματικά έργα όπως το Μετρό, να επισπευστούν έργα όπως η ανάπλαση της ΔΕΘ και να προωθηθούν έργα όπως η ανάπλαση του παραλιακού μετώπου. Τέλος να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν η αναβάθμιση του ΟΛΘ και η σύνδεση του με τους κάθετους οδικούς άξονες και τον σιδηρόδρομο».
Καταλήγοντας, η πρόεδρος του Συνδέσμου υποστηρίζει πως «η αλήθεια είναι ότι όλα τα παραπάνω θα θέλαμε να έχουν πολύ πιο κεντρικό ρόλο στην προεκλογική συζήτηση. Και να καταλήγουν στο μεγάλο θέμα που όλοι στην αγορά σκεφτόμαστε αλλά σπανίως οι πολιτικοί θέτουν στο τραπέζι: την αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας. Οι ελληνικές επιχειρήσεις -ιδίως μάλιστα οι μικρές και μεσαίες- εδώ και χρόνια έχουν αντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα. Όμως έχουν αντέξει. Σήμερα, περιμένουν όποια κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές να δείξει πολιτική βούληση για ουσιαστική συμπαράσταση, ώστε να συνεχίσουν να προσφέρουν όσα μπορούν στην οικονομία και στην κοινωνία μας».
«Εξωστρέφεια, επενδύσεις, σταθερότητα»
«Η προτεραιότητα της νέας -αλλά και κάθε- κυβέρνησης της χώρας θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός σύγχρονου παραγωγικού μοντέλου που θα εστιάζει στην εξωστρέφεια και στις επενδύσεις. Οι αλλεπάλληλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε εδώ και 15 περίπου χρόνια μας έχουν αποδείξει πως χρειαζόμαστε δυναμικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό και νέες επενδύσεις. Μόνο έτσι θα αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία με βιώσιμους ρυθμούς και μόνο με αυτόν τον τρόπο θα είμαστε θωρακισμένοι για να αντιμετωπίσουμε και τις επερχόμενες προκλήσεις. Έχουμε πλέον εμπειρία από δύσκολες καταστάσεις και γι’ αυτό θα πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος και να εστιάσουμε στους πυλώνες που μπορούν να διασφαλίσουν υψηλούς αναπτυξιακούς ρυθμούς. Και οι εξαγωγές είναι ο κυριότερος», σημειώνει ο Σίμος Διαμαντίδης, πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων - ΣΕΒΕ.
«Η επιχειρηματική κοινότητα -και δη η εξαγωγική- χρειάζεται τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος, κι αυτό προσδοκούμε πως θα συμβεί και στις επερχόμενες εκλογές. Βλέπουμε λοιπόν το όποιο εκλογικό αποτέλεσμα ως την απαρχή μίας νέας αναπτυξιακής περιόδου για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Εμείς, όντας οι σημαντικότεροι εκφραστές της εξωστρέφειας της χώρας, θα επιδιώξουμε την αγαστή και ουσιαστική συνεργασία με την κυβέρνηση, ώστε οι εξαγωγές να πετύχουν πολλά περισσότερα ρεκόρ στο προσεχές μέλλον», τονίζει.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν αυτή την περίοδο οι εξαγωγικές επιχειρήσεις αφορά στο ανθρώπινο δυναμικό», υπογραμμίζει ο κ. Διαμαντίδης.
«Τα αποτελέσματα από την πρόσφατη έρευνα που κάναμε στον ΣΕΒΕ για την απασχόληση υποδεικνύουν τη σημαντικότητα του προβλήματος, αφού 9 στις 10 επιχειρήσεις διατυπώνουν απαισιόδοξη στάση για την υφιστάμενη κατάσταση στην αγορά εργασίας. Και όπως γίνεται αντιληπτό, η δυσκολία εξεύρεσης και απορρόφησης ικανών στελεχών επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Επίσης, επηρεάζει και τις άλλες δύο μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εξαγωγικές επιχειρήσεις.
Η μία αφορά στην προσαρμογή στις παγκόσμιες προκλήσεις που αφορούν σε θέματα νέων ψηφιακών τεχνολογιών και πράσινου μετασχηματισμού. Και η άλλη αφορά το «άνοιγμα» νέων δυναμικών αγορών όπως είναι ο Καναδάς, η Ινδία, η Υποσαχάρια Αφρική και η Άπω Ανατολή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των δύο τελευταίων προκλήσεων όμως είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος που αφορά στο ανθρώπινο δυναμικό», αναφέρει.
«Περιφερειακές ανισότητες, ανθρώπινο δυναμικό, υποδομές»
Συνοψίζοντας τα ζητήματα που καίνε τις επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας ο κ. Διαμαντίδης υποστηρίζει πως «παρά το γεγονός πως η Βόρεια Ελλάδα συνιστά την παραγωγική μηχανή της χώρας και το επίκεντρο του δυναμικού κλάδου της αγροδιατροφής, το χάσμα -σε ό,τι αφορά στην παραγωγή και την εξωστρέφεια- μεγαλώνει συγκριτικά με την Αττική. Σκεφτείτε πως η συμμετοχή της Αττικής στις εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας ξεπερνάει το 50%. Αυτός πιστεύουμε πως θα πρέπει να είναι ο στόχος της νέας κυβέρνησης: η γεφύρωση του χάσματος των περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων. Όχι μόνο της Βόρειας Ελλάδας, αλλά και των υπόλοιπων ελληνικών περιφερειών».
Τέλος, αναφέρεται σε υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό. «Το δεύτερο πρόβλημα που χρήζει αναβάθμισης και βελτίωσης έχει να κάνει με τις υποδομές. Λιμάνια, αεροδρόμια, οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο πρέπει όλα να εκσυγχρονιστούν για να προσελκύσουμε νέες εμπορευματικές ροές και να διευκολύνουμε τις εξαγωγές των ελληνικών επιχειρήσεων. Τέλος, το σημαντικότερο πρόβλημα της περιοχής μας -που έχει όμως πανελλήνια εμβέλεια- είναι αυτό που ανέφερα και προηγουμένως. Το ανθρώπινο δυναμικό. Η περιοχή μας πάσχει, οι επιχειρήσεις αγωνιούν και θα πρέπει να βρούμε τρόπους για να καλύψουμε τις προσφερόμενες θέσεις και να μειώσουμε ακόμη περαιτέρω τα ποσοστά ανεργίας».
«Σταθερότητα, φοροελαφρύνσεις, Ταμείο Ανάκαμψης, επιτάχυνση ΑΠΕ»
«Η εμπέδωση ενός κλίματος σταθερότητας στο επιχειρηματικό περιβάλλον, η στήριξη των επιχειρήσεων με φοροελαφρύνσεις (ανταγωνιστικό φορολογικό περιβάλλον χωρίς αιφνιδιασμούς), η αξιοποίηση των πόρων ΕΣΠΑ και Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης με περαιτέρω αύξηση των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό μίγμα της χώρας πρέπει να αποτελέσουν τις κυριότερες προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης», επισημαίνει ο Ιωάννης Μασούτης, πρόεδρος του ΕΒΕΘ.
«Αναμφίβολα, μία παρατεταμένη εκλογική περίοδος δημιουργεί ένα κλίμα αβεβαιότητας και αυτό είναι το τελευταίο που χρειαζόμαστε. Το θετικό είναι ότι βρισκόμαστε στην διάρκεια της τουριστικής περιόδου κι αυτό θα τονώσει την αγορά», τονίζει.
Αναφερόμενος στις πιο επείγουσες προκλήσεις για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, σημειώνει πως «η συμβολή της μεταποίησης στις εξαγωγές μας είναι ιδιαίτερα σημαντική. Η ελληνική βιομηχανία πρέπει να διατηρήσει και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Στην παρούσα φάση η συγκράτηση και η αντιστροφή του κόστους σε ενέργεια και πρώτες ύλες είναι το σημαντικότερο ζήτημα για τη μεταποίηση. Επιπλέον, ο ψηφιακός μετασχηματισμός των μεταποιητικών επιχειρήσεων είναι επιβεβλημένος. Πρέπει να υιοθετηθούν σύγχρονα συστήματα διοίκησης και ελέγχου της παραγωγής, ψηφιακά ελεγχόμενος βιομηχανικός εξοπλισμός. Προϋπόθεση, βέβαια, είναι να αναβαθμιστούν και οι εθνικές υποδομές (δίκτυα 5G με υψηλές ταχύτητες και μεγάλο εύρος)».
«Έργα υποδομής, τεχνολογικό πάρκο, Καλοχώρι»
Για τη Θεσσαλονίκη, οριοθετεί τρία μέτωπα στα οποία θα κληθεί να δώσει απαντήσεις η νέα κυβέρνηση.
«1) Απαιτείται η επιτάχυνση των έργων υποδομής που αφορούν στην: Ολοκλήρωση του μετρό με τις επεκτάσεις, σύνδεση του λιμανιού με το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο και δημιουργία του κέντρου logistics στο πρώην στρατόπεδο Γκόνου και σύνδεσή του με το σιδηροδρομικό δίκτυο και ανάπλαση του εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου Θεσσαλονίκης.
2) Επιπλέον, απαιτείται η ενίσχυση έρευνας και καινοτομίας και πιο συγκεκριμένα πρωτοβουλιών όπως η Αλεξάνδρεια Ζώνη καινοτομίας, ΕΚΕΤΑ και το Τεχνολογικό Πάρκο ThessINTEC.
3) Επιτάχυνση των πρωτοβουλιών για τη μετατροπή των άτυπων βιομηχανικών συγκεντρώσεων της Κεντρικής Μακεδονίας σε οργανωμένους υποδοχείς επιχειρήσεων. Για την περιοχή της Θεσσαλονίκης, το Καλοχώρι είναι σε πρώτη προτεραιότητα».
«Στήριξη μικρομεσαίων, πτώση τιμών, επενδύσεις»
«Προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και των επαγγελματιών, κάτι που δεν έγινε επαρκώς στην απερχόμενη κυβερνητική θητεία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί φυσικά με μείωση του πληθωρισμού και κυβερνητικές πρωτοβουλίες ενάντια στο κύμα ανατιμήσεων», σημειώνει ο Μιχάλης Ζορπίδης, πρόεδρος του ΕΕΘ.
«Ταυτόχρονα, χρειάζεται προσέλκυση και αύξηση των επενδύσεων, αλλά και του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη κατανάλωση και αναζήτηση υπηρεσιών. Παράλληλα, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να θέσει κανόνες στο τραπεζικό σύστημα ώστε και μέσα από αυτό να ενισχύεται η ρευστότητα των μικρομεσαίων και να έχει πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία το σύνολο τους. Τέλος είναι πολύ σημαντικό να βρεθεί τρόπος ρύθμισης όλων των χρεών προς το δημόσιο για όλους τους επαγγελματίες, καθώς η τελευταία ρύθμιση των 72 και 120 δόσεων είναι για πολύ λίγους, τη στιγμή που ανάγκη για ρύθμιση έχει πολύ μεγαλύτερος αριθμός μικρομεσαίων», συνεχίζει.
Ο κ. Ζορπίδης εκφράζει την ανησυχία του για το ενδεχόμενο διαδοχικών εκλογών. «Κάθε εκλογική διαδικασία επηρεάζει την αγορά. Σίγουρα θα είναι αρνητικό για ολόκληρη τη χώρα αλλά ειδικότερα για την αγορά εάν οδηγηθούμε σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις. Δυστυχώς αρκετοί επαγγελματίες θα δουν μειωμένους τζίρους εάν έχουμε κύκλο εκλογικών αναμετρήσεων», επισημαίνει.
Ταυτόχρονα κάνει ιδιαίτερη μνεία στις προκλήσεις του μικρομεσαίου επιχειρείν. «Αυτό που συνηθίζω να λέω είναι πως στόχος και πρόκληση για κάθε μικρομεσαία επιχείρηση είναι η αύξηση των εσόδων και του τζίρου της, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις πάγιες υποχρεώσεις της, να εξασφαλίζει θέσεις εργασίας και να έχει την οικονομική ευχέρεια να πράξει όλα όσα πρέπει για να αναπτυχθεί και να συμβαδίζει με την σύγχρονη εποχή.
Στη σημερινή οικονομική συγκυρία μετά από διαδοχικά «χτυπήματα» αποτελεί πρόκληση και η εξυπηρέτηση των χρεών, προς δημόσιο αλλά και ιδιώτες. Πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρέθηκαν υπερχρεωμένες λόγω των καταστάσεων και όχι από κακοδιαχείριση. Πρέπει να δοθεί η ευκαιρία σε αυτές τις επιχειρήσεις να ανακάμψουν και η κυβέρνηση έχει ευθύνη προς αυτό. Παράλληλα, πρόκληση αποτελεί και ο ψηφιακός μετασχηματισμός τους, μια πρόκληση η οποία μπορεί να αποδειχθεί ευκαιρία», αναφέρει.
«Παράλληλα, μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις αποτελούν οι πληθωριστικές πιέσεις που δέχονται οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι υπέρογκες αυξήσεις στην ενέργεια και όλες τις πρώτες ύλες, που έχουν συμπαρασύρει το σύνολο των προϊόντων και υπηρεσιών. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να εφαρμόσει πολιτικές που θα επιφέρουν μείωση τιμών. Αποτελεί ανάγκη, να εξετάσει σοβαρά την μείωση του ΦΠΑ σε προϊόντα και υπηρεσίες, ώστε αυτό να λειτουργήσει ως αντίβαρο στις αυξήσεις, αλλά να γίνουμε και πιο ανταγωνιστικοί απέναντι σε γειτονικές χώρες που έχουν πολύ μικρότερο ΦΠΑ, άρα και πιο ελκυστικές τιμές», συμπληρώνει.
«Ανεπαρκής συγκοινωνία, υψηλή ανεργία, αποβιομηχάνιση»
Ο Μιχάλης Ζορπίδης στέκεται και στις παθογένειες της Θεσσαλονίκης. «Τα προβλήματα της πόλης είναι πολλά. Ένα από αυτά αφορά την έλλειψη υποδομών που στηρίζουν το επιχειρείν π.χ. ακτοπλοϊκό δίκτυο, σιδηρόδρομος, οδικό δίκτυο, υποδομές στο λιμάνι και το αεροδρόμιο. Παράλληλα, η πόλη έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα που γίνεται άμεσα αντιληπτό στους τουρίστες και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την αύξηση του αριθμού τους και δεν είναι άλλο από την ανεπαρκή αστική συγκοινωνία.
Τέλος, υπάρχει πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας στη πόλη και γενικότερα την Βόρεια Ελλάδα. Η αποβιομηχανοποίηση που έχει υποστεί η Θεσσαλονίκη, αποτελεί μέρος του προβλήματος καθώς σημαίνει χαμένες θέσεις εργασίας, γεγονός που επηρεάζει άμεσα και την αγορά. Τέλος, θέλω να επισημάνω και το πρόβλημα του παρεμπορίου το οποίο αποτελεί πλήγμα για το στεγασμένο εμπόριο και τους επαγγελματίες μέλη του επιμελητηρίου μας».
«Αναπτυξιακή δυναμική, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, παραγωγικός μετασχηματισμός»
«Η κυβέρνηση που θα αναδειχθεί από τις εκλογές, θα πρέπει να διασφαλίσει την αναπτυξιακή δυναμική, τη δημοσιονομική σταθερότητα και -κυρίως- την πορεία με στόχο τον παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Αυτό σημαίνει έμφαση στην κινητοποίηση νέων επενδύσεων, στη στήριξη του ιδιωτικού τομέα απέναντι στις πιέσεις που δημιουργεί η άνοδος του κόστους, στη διατήρηση μιας φορολογικής πολιτικής που ευνοεί την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, στην αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, στην ουσιαστική ενδυνάμωση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και στη βελτίωση της πρόσβασης των μικρών ειδικά επιχειρήσεων σε πηγές και εργαλεία χρηματοδότησης», σημειώνει ο Αναστάσιος Καπνοπώλης, πρόεδρος του ΒΕΘ.
«Σημαίνει επιτάχυνση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, θέματα στα οποία τα τελευταία χρόνια δόθηκε ουσιαστική έμφαση, με άκρως θετικά αποτελέσματα, σημαίνει ενίσχυση της καινοτομίας και στενότερη σύνδεση της έρευνας με τον κόσμο της παραγωγής, σημαίνει καλλιέργεια σύγχρονων δεξιοτήτων στο ανθρώπινο δυναμικό, συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στη λειτουργία του κράτους, στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, στη λειτουργία των θεσμών», αναφέρει.
«Το ενδεχόμενο μίας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου δεν θα βοηθήσει ούτε τις επιχειρήσεις, ούτε γενικότερα την ελληνική οικονομία. Η αβεβαιότητα προφανώς επηρεάζει αρνητικά την επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα. Είναι, επομένως, σημαντικό να ξεκαθαρίσει το τοπίο το συντομότερο δυνατόν, με την ανάδειξη μιας σταθερής κυβέρνησης, που θα συνεχίσει μια σταθερή οικονομική πολιτική, μια πολιτική φιλική προς τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, που θα διασφαλίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα», υποστηρίζει.
«Το ελληνικό επιχειρείν έχει περάσει μία δωδεκαετή κρίση οικονομική πρωτίστως αλλά και υγειονομική. Οι οικονομικοί λόγοι που γνωρίζουμε, ευελπιστούμε ότι αποτελούν παρελθόν και δε θα επαναληφθούν - το υψηλό χρέος της χώρας, το κλείσιμο των τραπεζών, η πανδημία, αλλά και οι πρόσφατες συνέπειες των ανατιμήσεων στην ενέργεια, τις μεταφορές και τις πρώτες ύλες, λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Μέσα σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες οι επιχειρήσεις άντεξαν και με στοχευμένες παρεμβάσεις από την πολιτεία έχουν εισέλθει σε πορεία ανάκαμψης, προόδου, νέων επενδύσεων και σαφώς αντικρίζουν το αύριο με αισιοδοξία.
Ωστόσο αν θέλουμε να συνεχίσουμε να βρισκόμαστε σε τροχιά αυξητικής ανάπτυξης χρειάζονται δράσεις προσαρμοσμένες στα μεγέθη και στις ανάγκες, των ΜμΕ, των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Κινήσεις που θα δίνουν τη δυνατότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να δανειοδοτηθούν, καθώς η πλειονότητα τους είναι αποκομμένη από το τραπεζικό σύστημα, δημιουργία χρηματοδοτικών εργαλείων αλλά και δυνατότητα ευκολότερης ένταξης σε προγράμματα όπως το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης, που δυστυχώς φαίνεται μέχρι στιγμής να απευθύνεται στις μεγάλες επιχειρήσεις», επισημαίνει.
«Επιπρόσθετα είναι απαραίτητη η στήριξη των επιχειρήσεων, στην προσπάθεια διαχείρισης των οφειλών τους, ώστε να μην έχουμε μια νέα εκτίναξη του ιδιωτικού χρέους, των κόκκινων δανείων αλλά και μείωση των εξαγωγών», συμπληρώνει.
«Logistics, σιδηροδρομική σύνδεση λιμανιού, αναβάθμιση συνοριακών σταθμών»
Για τις απαραίτητες παρεμβάσεις που χρειάζεται η Θεσσαλονίκη, ο κ. Καπνοπώλης σημειώνει: «Δυστυχώς για χρόνια η πόλη είχε μείνει πίσω αναφορικά με τα έργα πνοής που θα έδιναν τη δυνατότητα στην πόλη να αλλάξει σελίδα. Ωστόσο αυτό φαίνεται πως έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια, καθώς έργα όπως αυτά στο λιμάνι, η κατασκευή του μετρό, η αναγέννηση της ΔΕΘ κ.α. βρίσκονται σε τροχιά υλοποίησης. Θα πρέπει βέβαια να τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα και να ξεκινήσουν έργα όπως η σιδηροδρομική σύνδεση με το λιμάνι ώστε να γίνει λιμάνι εξόδου όλων των προϊόντων από την βαλκανική, αλλά και η αξιοποίηση του στρατοπέδου Γκόνου, στο οποίο θα μπορούσε να δημιουργηθεί logistics υψηλών προδιαγραφών, αλλά και άμεση αναβάθμιση των συνοριακών σταθμών που αποτελούν τις βασικές πύλες εισόδου στη χώρα μας προκειμένου να διευκολυνθούν ο οδικός τουρισμός, οι εμπορευματικές μεταφορές και γενικότερα η εφοδιαστική αλυσίδα. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται μια σειρά ενεργειών για να αποκτήσει τη θέση που της ταιριάζει».
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14.05.2023
Η διαρκής μάχη με την λαίλαπα της ακρίβειας που θα «καλωσορίσει» τη νέα κυβέρνηση, η ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας και οι κρίσιμες διαβουλεύσεις με τους εταίρους μας στην ΕΕ για τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι το 2027 θα «παιδέψουν» αρκετά το επόμενο οικονομικό επιτελείο που θα κληθεί να δώσει λύσεις… και απαντήσεις σε όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα.
H ταχεία και επιτυχής αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης σε συνδυασμό με τις εξαιρετικές επιδόσεις που αναμένονται και φέτος σε τουρισμό και εξαγωγές θα συμβάλλουν στο να αλλάξει επίπεδο η οικονομία θέτοντας τις βάσεις για την οικοδόμηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλoυ.
H «ΜτΚ», μία εβδομάδα πριν σπεύσουμε στις κάλπες, δίνει το λόγο στην «καρδιά» του επιχειρείν, την αγορά, οι άνθρωποι της οποίας επιχειρούν να αναδείξουν τα φλέγοντα ζητήματα που ταλανίζουν τον παραγωγικό ιστό της χώρας εκθέτοντας τους προβληματισμούς και τις προσδοκίες τους, την ώρα που η οικονομία δείχνει να ακολουθεί τον δικό της αναπτυξιακό δρόμο, χωρίς να επηρεάζεται από την εκλογική αναμέτρηση.
Παράλληλα, οι παραγωγικοί φορείς στέκονται και στις αναγκαίες παρεμβάσεις που επείγουν για να διασφαλιστεί μία σταθερή αναπτυξιακή δυναμική και για τη Θεσσαλονίκη.
«Αλλαγή παραγωγικού υποδείγματος»
«Όπως όλη η ελληνική κοινωνία, έτσι και ο κόσμος της οικονομίας και των επιχειρήσεων παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την πορεία προς τις κάλπες. Η κύρια προσδοκία από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, αλλά και τις πιθανότατες δεύτερες που έχουν σχεδόν προεξοφληθεί, είναι μία: Να προκύψει μία σταθερή κυβέρνηση. Χρειαζόμαστε ένα όσο το δυνατόν πιο σίγουρο και σταθερό πολιτικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο οι επιχειρήσεις μας να μπορούν να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους», σημειώνει η Λουκία Σαράντη, πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδας.
«Το αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή η παρατεταμένη ακυβερνησία είναι αυτό ακριβώς που απεύχεται κάθε επιχείρηση, εν μέσω παρατεταμένων διεθνών κρίσεων και μετά από τόσες δυσκολίες που έχουμε αντιμετωπίσει. Η πολιτική αβεβαιότητα μόνο αρνητικά μπορεί να επιδράσει στην υλοποίηση επενδύσεων, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και στην αξιοποίηση των μεγάλων και σημαντικών κονδυλίων, για την πρόοδο της πατρίδας μας. Η κυβέρνηση που θα προκύψει, καλείται να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε εξωγενείς κινδύνους, αλλά και να αξιοποιήσουμε νέες ευκαιρίες. Σε μία κρίσιμη περίοδο, είναι σημαντικό να υποστηρίξει στην πράξη τη βιομηχανία, ώστε και αυτή να μπορέσει με τη σειρά της να συνεχίσει να προσφέρει ουσιαστικά στον τόπο», επισημαίνει.
«Άλλωστε η ελληνική βιομηχανία είναι ισχυρός πυλώνας για την ανάκαμψη της οικονομίας μας, αφού παρουσιάζει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε περιόδους κρίσης σε σχέση με άλλους τομείς της οικονομίας -όπως π.χ. ο τουρισμός, παρέχει υψηλότερους μισθούς και αμοιβές από άλλους τομείς της οικονομίας, δημιουργεί σταθερές θέσεις εργασίας, συμβάλλει στη συγκράτηση της φυγής των νέων στο εξωτερικό, υλοποιεί επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου και τεχνολογίας», συμπληρώνει.
Ακολούθως η κ. Σαράντη αναφέρεται στις «ολοκληρωμένες προτάσεις του ΣΒΕ για την έμπρακτη υποστήριξη της πολιτείας στη βιομηχανία, με κύρια στόχευση την αντιμετώπιση των τεσσάρων μεγάλων προκλήσεων, που είναι:
1) Η ενεργειακή κρίση, η οποία δυστυχώς -παρά την πρόσφατη μείωση των τιμών- παραμένει ως συνεχής απειλή.
2) Οι αντίξοες οικονομικές συνθήκες και ιδίως η ραγδαία άνοδος των επιτοκίων δανεισμού και ο υψηλός πληθωρισμός. Προβλήματα που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση με λήψη μέτρων από τις κυβερνήσεις διεθνώς, άρα και από τη δική μας.
3) Η κάλυψη των ελλείψεων σε προσωπικό -ιδίως σε μεσαία στελέχη και εργαζόμενους με τεχνικές και ψηφιακές δεξιότητες.
4) Η ανάληψη δράσεων ψηφιακού μετασχηματισμού και πράσινης μετάβασης, που αποτελούν αναγκαίες συνθήκες για την προσαρμογή των επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα του παγκόσμιου ανταγωνισμού».
«Μετρό, ανάπλαση ΔΕΘ και παραλιακού μετώπου, αναβάθμιση λιμανιού»
Αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη, η Λουκία Σαράντη στέκεται στην ανάπτυξη των υποδομών: «Δεδομένου ότι ο ΣΒΕ είναι ο μόνος κοινωνικός εταίρος που έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη, στα παραπάνω θα προσθέταμε και μία επιπλέον πρόκληση, προσανατολισμένη στην πόλη: Να προχωρήσουν με ταχύτητα οι υποδομές που είναι αναγκαίες για να διαδραματίζει στο εξής τον διεθνή ρόλο που της αρμόζει: Της πρωτεύουσας της ευρύτερης περιοχής της ΝΑ Ευρώπης. Δηλαδή να ολοκληρωθούν εμβληματικά έργα όπως το Μετρό, να επισπευστούν έργα όπως η ανάπλαση της ΔΕΘ και να προωθηθούν έργα όπως η ανάπλαση του παραλιακού μετώπου. Τέλος να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν η αναβάθμιση του ΟΛΘ και η σύνδεση του με τους κάθετους οδικούς άξονες και τον σιδηρόδρομο».
Καταλήγοντας, η πρόεδρος του Συνδέσμου υποστηρίζει πως «η αλήθεια είναι ότι όλα τα παραπάνω θα θέλαμε να έχουν πολύ πιο κεντρικό ρόλο στην προεκλογική συζήτηση. Και να καταλήγουν στο μεγάλο θέμα που όλοι στην αγορά σκεφτόμαστε αλλά σπανίως οι πολιτικοί θέτουν στο τραπέζι: την αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας. Οι ελληνικές επιχειρήσεις -ιδίως μάλιστα οι μικρές και μεσαίες- εδώ και χρόνια έχουν αντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα. Όμως έχουν αντέξει. Σήμερα, περιμένουν όποια κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές να δείξει πολιτική βούληση για ουσιαστική συμπαράσταση, ώστε να συνεχίσουν να προσφέρουν όσα μπορούν στην οικονομία και στην κοινωνία μας».
«Εξωστρέφεια, επενδύσεις, σταθερότητα»
«Η προτεραιότητα της νέας -αλλά και κάθε- κυβέρνησης της χώρας θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός σύγχρονου παραγωγικού μοντέλου που θα εστιάζει στην εξωστρέφεια και στις επενδύσεις. Οι αλλεπάλληλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε εδώ και 15 περίπου χρόνια μας έχουν αποδείξει πως χρειαζόμαστε δυναμικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό και νέες επενδύσεις. Μόνο έτσι θα αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία με βιώσιμους ρυθμούς και μόνο με αυτόν τον τρόπο θα είμαστε θωρακισμένοι για να αντιμετωπίσουμε και τις επερχόμενες προκλήσεις. Έχουμε πλέον εμπειρία από δύσκολες καταστάσεις και γι’ αυτό θα πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος και να εστιάσουμε στους πυλώνες που μπορούν να διασφαλίσουν υψηλούς αναπτυξιακούς ρυθμούς. Και οι εξαγωγές είναι ο κυριότερος», σημειώνει ο Σίμος Διαμαντίδης, πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων - ΣΕΒΕ.
«Η επιχειρηματική κοινότητα -και δη η εξαγωγική- χρειάζεται τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος, κι αυτό προσδοκούμε πως θα συμβεί και στις επερχόμενες εκλογές. Βλέπουμε λοιπόν το όποιο εκλογικό αποτέλεσμα ως την απαρχή μίας νέας αναπτυξιακής περιόδου για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Εμείς, όντας οι σημαντικότεροι εκφραστές της εξωστρέφειας της χώρας, θα επιδιώξουμε την αγαστή και ουσιαστική συνεργασία με την κυβέρνηση, ώστε οι εξαγωγές να πετύχουν πολλά περισσότερα ρεκόρ στο προσεχές μέλλον», τονίζει.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν αυτή την περίοδο οι εξαγωγικές επιχειρήσεις αφορά στο ανθρώπινο δυναμικό», υπογραμμίζει ο κ. Διαμαντίδης.
«Τα αποτελέσματα από την πρόσφατη έρευνα που κάναμε στον ΣΕΒΕ για την απασχόληση υποδεικνύουν τη σημαντικότητα του προβλήματος, αφού 9 στις 10 επιχειρήσεις διατυπώνουν απαισιόδοξη στάση για την υφιστάμενη κατάσταση στην αγορά εργασίας. Και όπως γίνεται αντιληπτό, η δυσκολία εξεύρεσης και απορρόφησης ικανών στελεχών επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Επίσης, επηρεάζει και τις άλλες δύο μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εξαγωγικές επιχειρήσεις.
Η μία αφορά στην προσαρμογή στις παγκόσμιες προκλήσεις που αφορούν σε θέματα νέων ψηφιακών τεχνολογιών και πράσινου μετασχηματισμού. Και η άλλη αφορά το «άνοιγμα» νέων δυναμικών αγορών όπως είναι ο Καναδάς, η Ινδία, η Υποσαχάρια Αφρική και η Άπω Ανατολή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των δύο τελευταίων προκλήσεων όμως είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος που αφορά στο ανθρώπινο δυναμικό», αναφέρει.
«Περιφερειακές ανισότητες, ανθρώπινο δυναμικό, υποδομές»
Συνοψίζοντας τα ζητήματα που καίνε τις επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας ο κ. Διαμαντίδης υποστηρίζει πως «παρά το γεγονός πως η Βόρεια Ελλάδα συνιστά την παραγωγική μηχανή της χώρας και το επίκεντρο του δυναμικού κλάδου της αγροδιατροφής, το χάσμα -σε ό,τι αφορά στην παραγωγή και την εξωστρέφεια- μεγαλώνει συγκριτικά με την Αττική. Σκεφτείτε πως η συμμετοχή της Αττικής στις εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας ξεπερνάει το 50%. Αυτός πιστεύουμε πως θα πρέπει να είναι ο στόχος της νέας κυβέρνησης: η γεφύρωση του χάσματος των περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων. Όχι μόνο της Βόρειας Ελλάδας, αλλά και των υπόλοιπων ελληνικών περιφερειών».
Τέλος, αναφέρεται σε υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό. «Το δεύτερο πρόβλημα που χρήζει αναβάθμισης και βελτίωσης έχει να κάνει με τις υποδομές. Λιμάνια, αεροδρόμια, οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο πρέπει όλα να εκσυγχρονιστούν για να προσελκύσουμε νέες εμπορευματικές ροές και να διευκολύνουμε τις εξαγωγές των ελληνικών επιχειρήσεων. Τέλος, το σημαντικότερο πρόβλημα της περιοχής μας -που έχει όμως πανελλήνια εμβέλεια- είναι αυτό που ανέφερα και προηγουμένως. Το ανθρώπινο δυναμικό. Η περιοχή μας πάσχει, οι επιχειρήσεις αγωνιούν και θα πρέπει να βρούμε τρόπους για να καλύψουμε τις προσφερόμενες θέσεις και να μειώσουμε ακόμη περαιτέρω τα ποσοστά ανεργίας».
«Σταθερότητα, φοροελαφρύνσεις, Ταμείο Ανάκαμψης, επιτάχυνση ΑΠΕ»
«Η εμπέδωση ενός κλίματος σταθερότητας στο επιχειρηματικό περιβάλλον, η στήριξη των επιχειρήσεων με φοροελαφρύνσεις (ανταγωνιστικό φορολογικό περιβάλλον χωρίς αιφνιδιασμούς), η αξιοποίηση των πόρων ΕΣΠΑ και Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης με περαιτέρω αύξηση των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό μίγμα της χώρας πρέπει να αποτελέσουν τις κυριότερες προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης», επισημαίνει ο Ιωάννης Μασούτης, πρόεδρος του ΕΒΕΘ.
«Αναμφίβολα, μία παρατεταμένη εκλογική περίοδος δημιουργεί ένα κλίμα αβεβαιότητας και αυτό είναι το τελευταίο που χρειαζόμαστε. Το θετικό είναι ότι βρισκόμαστε στην διάρκεια της τουριστικής περιόδου κι αυτό θα τονώσει την αγορά», τονίζει.
Αναφερόμενος στις πιο επείγουσες προκλήσεις για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, σημειώνει πως «η συμβολή της μεταποίησης στις εξαγωγές μας είναι ιδιαίτερα σημαντική. Η ελληνική βιομηχανία πρέπει να διατηρήσει και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Στην παρούσα φάση η συγκράτηση και η αντιστροφή του κόστους σε ενέργεια και πρώτες ύλες είναι το σημαντικότερο ζήτημα για τη μεταποίηση. Επιπλέον, ο ψηφιακός μετασχηματισμός των μεταποιητικών επιχειρήσεων είναι επιβεβλημένος. Πρέπει να υιοθετηθούν σύγχρονα συστήματα διοίκησης και ελέγχου της παραγωγής, ψηφιακά ελεγχόμενος βιομηχανικός εξοπλισμός. Προϋπόθεση, βέβαια, είναι να αναβαθμιστούν και οι εθνικές υποδομές (δίκτυα 5G με υψηλές ταχύτητες και μεγάλο εύρος)».
«Έργα υποδομής, τεχνολογικό πάρκο, Καλοχώρι»
Για τη Θεσσαλονίκη, οριοθετεί τρία μέτωπα στα οποία θα κληθεί να δώσει απαντήσεις η νέα κυβέρνηση.
«1) Απαιτείται η επιτάχυνση των έργων υποδομής που αφορούν στην: Ολοκλήρωση του μετρό με τις επεκτάσεις, σύνδεση του λιμανιού με το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο και δημιουργία του κέντρου logistics στο πρώην στρατόπεδο Γκόνου και σύνδεσή του με το σιδηροδρομικό δίκτυο και ανάπλαση του εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου Θεσσαλονίκης.
2) Επιπλέον, απαιτείται η ενίσχυση έρευνας και καινοτομίας και πιο συγκεκριμένα πρωτοβουλιών όπως η Αλεξάνδρεια Ζώνη καινοτομίας, ΕΚΕΤΑ και το Τεχνολογικό Πάρκο ThessINTEC.
3) Επιτάχυνση των πρωτοβουλιών για τη μετατροπή των άτυπων βιομηχανικών συγκεντρώσεων της Κεντρικής Μακεδονίας σε οργανωμένους υποδοχείς επιχειρήσεων. Για την περιοχή της Θεσσαλονίκης, το Καλοχώρι είναι σε πρώτη προτεραιότητα».
«Στήριξη μικρομεσαίων, πτώση τιμών, επενδύσεις»
«Προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και των επαγγελματιών, κάτι που δεν έγινε επαρκώς στην απερχόμενη κυβερνητική θητεία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί φυσικά με μείωση του πληθωρισμού και κυβερνητικές πρωτοβουλίες ενάντια στο κύμα ανατιμήσεων», σημειώνει ο Μιχάλης Ζορπίδης, πρόεδρος του ΕΕΘ.
«Ταυτόχρονα, χρειάζεται προσέλκυση και αύξηση των επενδύσεων, αλλά και του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη κατανάλωση και αναζήτηση υπηρεσιών. Παράλληλα, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να θέσει κανόνες στο τραπεζικό σύστημα ώστε και μέσα από αυτό να ενισχύεται η ρευστότητα των μικρομεσαίων και να έχει πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία το σύνολο τους. Τέλος είναι πολύ σημαντικό να βρεθεί τρόπος ρύθμισης όλων των χρεών προς το δημόσιο για όλους τους επαγγελματίες, καθώς η τελευταία ρύθμιση των 72 και 120 δόσεων είναι για πολύ λίγους, τη στιγμή που ανάγκη για ρύθμιση έχει πολύ μεγαλύτερος αριθμός μικρομεσαίων», συνεχίζει.
Ο κ. Ζορπίδης εκφράζει την ανησυχία του για το ενδεχόμενο διαδοχικών εκλογών. «Κάθε εκλογική διαδικασία επηρεάζει την αγορά. Σίγουρα θα είναι αρνητικό για ολόκληρη τη χώρα αλλά ειδικότερα για την αγορά εάν οδηγηθούμε σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις. Δυστυχώς αρκετοί επαγγελματίες θα δουν μειωμένους τζίρους εάν έχουμε κύκλο εκλογικών αναμετρήσεων», επισημαίνει.
Ταυτόχρονα κάνει ιδιαίτερη μνεία στις προκλήσεις του μικρομεσαίου επιχειρείν. «Αυτό που συνηθίζω να λέω είναι πως στόχος και πρόκληση για κάθε μικρομεσαία επιχείρηση είναι η αύξηση των εσόδων και του τζίρου της, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις πάγιες υποχρεώσεις της, να εξασφαλίζει θέσεις εργασίας και να έχει την οικονομική ευχέρεια να πράξει όλα όσα πρέπει για να αναπτυχθεί και να συμβαδίζει με την σύγχρονη εποχή.
Στη σημερινή οικονομική συγκυρία μετά από διαδοχικά «χτυπήματα» αποτελεί πρόκληση και η εξυπηρέτηση των χρεών, προς δημόσιο αλλά και ιδιώτες. Πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρέθηκαν υπερχρεωμένες λόγω των καταστάσεων και όχι από κακοδιαχείριση. Πρέπει να δοθεί η ευκαιρία σε αυτές τις επιχειρήσεις να ανακάμψουν και η κυβέρνηση έχει ευθύνη προς αυτό. Παράλληλα, πρόκληση αποτελεί και ο ψηφιακός μετασχηματισμός τους, μια πρόκληση η οποία μπορεί να αποδειχθεί ευκαιρία», αναφέρει.
«Παράλληλα, μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις αποτελούν οι πληθωριστικές πιέσεις που δέχονται οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι υπέρογκες αυξήσεις στην ενέργεια και όλες τις πρώτες ύλες, που έχουν συμπαρασύρει το σύνολο των προϊόντων και υπηρεσιών. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να εφαρμόσει πολιτικές που θα επιφέρουν μείωση τιμών. Αποτελεί ανάγκη, να εξετάσει σοβαρά την μείωση του ΦΠΑ σε προϊόντα και υπηρεσίες, ώστε αυτό να λειτουργήσει ως αντίβαρο στις αυξήσεις, αλλά να γίνουμε και πιο ανταγωνιστικοί απέναντι σε γειτονικές χώρες που έχουν πολύ μικρότερο ΦΠΑ, άρα και πιο ελκυστικές τιμές», συμπληρώνει.
«Ανεπαρκής συγκοινωνία, υψηλή ανεργία, αποβιομηχάνιση»
Ο Μιχάλης Ζορπίδης στέκεται και στις παθογένειες της Θεσσαλονίκης. «Τα προβλήματα της πόλης είναι πολλά. Ένα από αυτά αφορά την έλλειψη υποδομών που στηρίζουν το επιχειρείν π.χ. ακτοπλοϊκό δίκτυο, σιδηρόδρομος, οδικό δίκτυο, υποδομές στο λιμάνι και το αεροδρόμιο. Παράλληλα, η πόλη έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα που γίνεται άμεσα αντιληπτό στους τουρίστες και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την αύξηση του αριθμού τους και δεν είναι άλλο από την ανεπαρκή αστική συγκοινωνία.
Τέλος, υπάρχει πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας στη πόλη και γενικότερα την Βόρεια Ελλάδα. Η αποβιομηχανοποίηση που έχει υποστεί η Θεσσαλονίκη, αποτελεί μέρος του προβλήματος καθώς σημαίνει χαμένες θέσεις εργασίας, γεγονός που επηρεάζει άμεσα και την αγορά. Τέλος, θέλω να επισημάνω και το πρόβλημα του παρεμπορίου το οποίο αποτελεί πλήγμα για το στεγασμένο εμπόριο και τους επαγγελματίες μέλη του επιμελητηρίου μας».
«Αναπτυξιακή δυναμική, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, παραγωγικός μετασχηματισμός»
«Η κυβέρνηση που θα αναδειχθεί από τις εκλογές, θα πρέπει να διασφαλίσει την αναπτυξιακή δυναμική, τη δημοσιονομική σταθερότητα και -κυρίως- την πορεία με στόχο τον παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Αυτό σημαίνει έμφαση στην κινητοποίηση νέων επενδύσεων, στη στήριξη του ιδιωτικού τομέα απέναντι στις πιέσεις που δημιουργεί η άνοδος του κόστους, στη διατήρηση μιας φορολογικής πολιτικής που ευνοεί την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, στην αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, στην ουσιαστική ενδυνάμωση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και στη βελτίωση της πρόσβασης των μικρών ειδικά επιχειρήσεων σε πηγές και εργαλεία χρηματοδότησης», σημειώνει ο Αναστάσιος Καπνοπώλης, πρόεδρος του ΒΕΘ.
«Σημαίνει επιτάχυνση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, θέματα στα οποία τα τελευταία χρόνια δόθηκε ουσιαστική έμφαση, με άκρως θετικά αποτελέσματα, σημαίνει ενίσχυση της καινοτομίας και στενότερη σύνδεση της έρευνας με τον κόσμο της παραγωγής, σημαίνει καλλιέργεια σύγχρονων δεξιοτήτων στο ανθρώπινο δυναμικό, συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στη λειτουργία του κράτους, στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, στη λειτουργία των θεσμών», αναφέρει.
«Το ενδεχόμενο μίας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου δεν θα βοηθήσει ούτε τις επιχειρήσεις, ούτε γενικότερα την ελληνική οικονομία. Η αβεβαιότητα προφανώς επηρεάζει αρνητικά την επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα. Είναι, επομένως, σημαντικό να ξεκαθαρίσει το τοπίο το συντομότερο δυνατόν, με την ανάδειξη μιας σταθερής κυβέρνησης, που θα συνεχίσει μια σταθερή οικονομική πολιτική, μια πολιτική φιλική προς τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, που θα διασφαλίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα», υποστηρίζει.
«Το ελληνικό επιχειρείν έχει περάσει μία δωδεκαετή κρίση οικονομική πρωτίστως αλλά και υγειονομική. Οι οικονομικοί λόγοι που γνωρίζουμε, ευελπιστούμε ότι αποτελούν παρελθόν και δε θα επαναληφθούν - το υψηλό χρέος της χώρας, το κλείσιμο των τραπεζών, η πανδημία, αλλά και οι πρόσφατες συνέπειες των ανατιμήσεων στην ενέργεια, τις μεταφορές και τις πρώτες ύλες, λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Μέσα σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες οι επιχειρήσεις άντεξαν και με στοχευμένες παρεμβάσεις από την πολιτεία έχουν εισέλθει σε πορεία ανάκαμψης, προόδου, νέων επενδύσεων και σαφώς αντικρίζουν το αύριο με αισιοδοξία.
Ωστόσο αν θέλουμε να συνεχίσουμε να βρισκόμαστε σε τροχιά αυξητικής ανάπτυξης χρειάζονται δράσεις προσαρμοσμένες στα μεγέθη και στις ανάγκες, των ΜμΕ, των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Κινήσεις που θα δίνουν τη δυνατότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να δανειοδοτηθούν, καθώς η πλειονότητα τους είναι αποκομμένη από το τραπεζικό σύστημα, δημιουργία χρηματοδοτικών εργαλείων αλλά και δυνατότητα ευκολότερης ένταξης σε προγράμματα όπως το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης, που δυστυχώς φαίνεται μέχρι στιγμής να απευθύνεται στις μεγάλες επιχειρήσεις», επισημαίνει.
«Επιπρόσθετα είναι απαραίτητη η στήριξη των επιχειρήσεων, στην προσπάθεια διαχείρισης των οφειλών τους, ώστε να μην έχουμε μια νέα εκτίναξη του ιδιωτικού χρέους, των κόκκινων δανείων αλλά και μείωση των εξαγωγών», συμπληρώνει.
«Logistics, σιδηροδρομική σύνδεση λιμανιού, αναβάθμιση συνοριακών σταθμών»
Για τις απαραίτητες παρεμβάσεις που χρειάζεται η Θεσσαλονίκη, ο κ. Καπνοπώλης σημειώνει: «Δυστυχώς για χρόνια η πόλη είχε μείνει πίσω αναφορικά με τα έργα πνοής που θα έδιναν τη δυνατότητα στην πόλη να αλλάξει σελίδα. Ωστόσο αυτό φαίνεται πως έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια, καθώς έργα όπως αυτά στο λιμάνι, η κατασκευή του μετρό, η αναγέννηση της ΔΕΘ κ.α. βρίσκονται σε τροχιά υλοποίησης. Θα πρέπει βέβαια να τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα και να ξεκινήσουν έργα όπως η σιδηροδρομική σύνδεση με το λιμάνι ώστε να γίνει λιμάνι εξόδου όλων των προϊόντων από την βαλκανική, αλλά και η αξιοποίηση του στρατοπέδου Γκόνου, στο οποίο θα μπορούσε να δημιουργηθεί logistics υψηλών προδιαγραφών, αλλά και άμεση αναβάθμιση των συνοριακών σταθμών που αποτελούν τις βασικές πύλες εισόδου στη χώρα μας προκειμένου να διευκολυνθούν ο οδικός τουρισμός, οι εμπορευματικές μεταφορές και γενικότερα η εφοδιαστική αλυσίδα. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται μια σειρά ενεργειών για να αποκτήσει τη θέση που της ταιριάζει».
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14.05.2023
ΣΧΟΛΙΑ