Δυστύχημα Τεμπών: «Εξαφανίστηκαν τα στοιχεία από τον τόπο του εγκλήματος» καταγγέλλουν συγγενείς θυμάτων
20/11/2023 07:00
20/11/2023 07:00
Στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη εναποθέτουν τις ελπίδες τους οι συγγενείς των 57 θυμάτων που έχασαν τη ζωή τους στο τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, καταγγέλλοντας ότι έγινε μία πρωτοφανής προσπάθεια εξαφάνισης και αλλοίωσης στοιχείων και συγκάλυψης ευθυνών και αφήνοντας σαφείς αιχμές για τους δικαστικούς λειτουργούς ότι δεν πράττουν με επάρκεια το καθήκον τους.
Προ ημερών κάποιοι εκ των συγγενών υπέβαλαν στην κ. Αδειλίνη ένα αναλυτικό υπόμνημα 32 σελίδων, το οποίο προηγουμένως είχαν καταθέσει και στον αρμόδιο Εφέτη Ανακριτή που χειρίζεται την υπόθεση, αλλά και στην προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας, στο οποίο εξιστορούν το χρονικό της υπόθεσης.
«Αποτελεί μελανό σημείο στην ιστορία της Δικαιοσύνης του τόπου μας το γεγονός ότι υποχρεούνται να επιστρατευτούν πολίτες σε κατάσταση πένθους ή φέροντες σοβαρά προβλήματα υγείας, προκειμένου να καλύψουν ανεπάρκειες δικαστικών λειτουργών και αγκυλώσεις, εξαρτήσεις και παθογένειες που θεωρούμε ότι δημιουργεί στον τόπο μας η ατελής ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης» αναφέρουν στο υπόμνημά τους.
Οι συγγενείς κάνουν λόγο για μία άνευ προηγουμένου αλλοίωση και καταστροφή στοιχείων και κατ’ επέκταση για πρόδηλη συγκάλυψη της αλήθειας, εστιάζοντας α) στο τι προκάλεσε την έκρηξη της πυρκαγιάς σε τέτοια έκταση, β) στο μπάζωμα του χώρου του δυστυχήματος.
Η πυρκαγιά
Οι συγγενείς κατηγορούν τις ανακριτικές αρχές ότι κατά το πρώτο δεκαήμερο μετά το συμβάν δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να συλλέξουν στοιχεία σε σχέση με το τι προκάλεσε τη φωτιά, αφήνοντας μάλιστα να εννοηθεί ότι αυτό έγινε «κατά πάσα πιθανότητα, από σκοπιμότητα».
Την 1η Μαρτίου 2023 το Τμήμα Τροχαίας Λάρισας παρήγγειλε πραγματογνωμοσύνη, όμως στους πραγματογνώμονες δεν τέθηκε καν το ερώτημα να διερευνήσουν ποιοι παράγοντες οδήγησαν στην έκρηξη της πυρκαγιάς, με αποτέλεσμα οι πραγματογνώμονες να μην συλλέξουν σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.
Μετά από 29 ημέρες, και αφού στο μεταξύ ο χώρος του δυστυχήματος είχε μπαζωθεί, λήφθηκε το σχετικό δείγμα από υπαλλήλους της Χημικής Υπηρεσίας Λάρισας και της Χημικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης, ενώ στις 6 Ιουλίου συντάχθηκε και συμπληρωματική Έκθεση Αυτοψίας από την Πυροσβεστική. Καμία από τις παραπάνω εκθέσεις δεν κατάφερε να δώσει απαντήσεις σε σχέση με την πυρκαγιά, κυρίως λόγω έλλειψης κρίσιμων στοιχείων.
Τα έλαια σιλικόνης, το ξυλόλιο...
Με βάση την πραγματογνωμοσύνη (19/06/2023) η φωτιά αποδίδεται στην έκρηξη στα έλαια ψύξης των μετασχηματιστών, στην βάση του μπροστινού τμήματος των ηλεκτρομηχανών. Όμως οι συγγενείς των θυμάτων παρατηρούν ότι οι ηλεκτρομηχανές ήταν εμφανέστατα άθικτες στο σημείο αυτό.
Επικαλούμενοι την ανεξάρτητη πραγματογνωμοσύνη, που έκαναν ειδικοί για λογαριασμό των οικογενειών, σημειώνουν ότι τα έλαια σιλικόνης είναι από τις πλέον άφλεκτες και ασφαλείς για την αποφυγή εκρήξεων ουσίες, ότι «δεν υπάρχει καταγεγραμμένη καμία περίπτωση εκτεταμένης φωτιάς και πολύ περισσότερο σφοδρότατης έκρηξης, από τέτοια χημική ουσία» και ότι ακόμη και όταν αναφλεγούν, δεν μπορούν να φτάσουν ούτε στο 1/3 της θερμοκρασίας των 1.300 βαθμών που κατέκαψε τους επιβάτες του κυλικείου της μοιραίας επιβατικής αμαξοστοιχίας.
«Πώς είναι δυνατόν να αποδίδεται έκρηξη τριών σταδίων, διαμέτρου διασποράς άνω των 100 μέτρων και θερμοκρασίας άνω των 1.300 βαθμών στην ασφαλέστερη και πλέον μη εκρηκτική ουσία σύμφωνα με σχετικό πίνακα της Ευρωπαϊκής Ένωσης;» διερωτώνται.
Παρά την έλλειψη επαρκών στοιχείων, από τη συμπληρωματική Έκθεση της Πυροσβεστικής (06/07/2023) προκύπτει ότι σε κάποια από τα δείγματα που εξετάστηκαν από το Χημείο του κράτους, ανιχνεύτηκαν ίχνη ξυλολίου. Το ξυλόλιο είναι εξαιρετικά πτητική ουσία και εάν είχαν ληφθεί άμεσα δείγματα από το χώρο οι μετρήσεις, ενδεχομένως θα μπορούσε να είχε βρεθεί σε περισσότερα σημεία και σε μεγαλύτερες ποσότητες, όπως υποστηρίζουν οι συγγενείς .
...και οι υποψίες για καύσιμα
Αυτό που υποψιάζονται οι συγγενείς των θυμάτων (σ.σ. το ανέφερε η πρόεδρος του συλλόγου στη «ΜτΚ» 12/11/2023) είναι ότι ίσως η εμπορική αμαξοστοιχία να μετέφερε νοθευμένα καύσιμα, για αυτό το λόγο πιστεύουν ότι η φωτιά πήρε τέτοια έκταση και έφτασε τους 1.300 βαθμούς Κελσίου, με αποτέλεσμα οι μισοί θάνατοι να οφείλονται στη φωτιά.
Το ερώτημα τίθεται με σαφήνεια και προς την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου: «Σε συνέχεια λοιπόν των ως άνω προς διερεύνηση ζητημάτων και των στοιχείων, που αφήνουν πολλά ερωτηματικά και ανεξερεύνητες σε βάθος έως σήμερα ενδείξεις, για την συμμετοχή φορτίου της εμπορικής αμαξοστοιχίας στην ‘….ανάφλεξη-πρόκληση της πυρκαγιάς…..’, προκύπτει εύλογο το ερώτημα εάν, εκτός από το νόμιμο-δηλωμένο φορτίο, η εμπορική αμαξοστοιχία μετέφερε και μη νόμιμο (μαύρο)- αδήλωτο, όπως από ποικίλα ρεπορτάζ αναδείχθηκε ότι συνηθιζόταν».
Τα βαγόνια μετακινήθηκαν, τα στοιχεία καλύφθηκαν
Στις 6 Μαρτίου η Τροχαία Λάρισας ενημέρωσε με έγγραφο της την ανακρίτρια που τότε χειριζόταν την υπόθεση για την μετακίνηση των βαγονιών και των μηχανών από τον τόπο του εγκλήματος, δίχως να αναφέρει πού μετακινούνται από ποιον και γιατί.
Πριν συμπληρωθεί μία εβδομάδα μετά το συμβάν βαριά μηχανήματα έργου ανέλαβαν «μία άνευ προηγουμένου αλλοίωση του εδάφους, μετακινώντας όγκους χώματος, ενώ κατόπιν έλαβε χώρα εκτεταμένη ασφαλτόστρωση εκεί όπου υπήρχε απλώς άγρια βλάστηση και καλλιέργειες, οπότε δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σε αποκατάσταση αλλά σε ξεκάθαρη αδικαιολόγητη μεταβολή και εξαφάνιση ενδεχομένως πολύτιμων για την εξέλιξη της έρευνας στοιχείων, δίχως να εξηγηθεί ποιος και γιατί ανέλαβε την σχετική δαπάνη και εποπτεία, όπως και εάν έλαβε οποιαδήποτε άδεια από την αστυνομία, τις δικαστικές αρχές ή οποιοδήποτε άλλο φορέα ή αρχή».
Στους όγκους χώματος που μετακινήθηκαν οι συγγενείς υποψιάζονται ότι θα μπορούσαν να βρεθούν στοιχεία που να φανερώνουν το περιεχόμενο της εμπορικής αμαξοστοιχίας, και φυσικά οστά των θυμάτων, όμως ο χώρος του εγκλήματος καλύφθηκε κάτω από χιλιάδες τόνους ανόργανων υλικών (χαλίκια με υπολείμματα ασφάλτου και λευκό κονίαμα αγνώστου σύστασης).
Οι συγγενείς επικαλούνται το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, υπενθυμίζοντας ότι είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των δικαστικών αρχών η συλλογή και προστασία των αποδεικτικών στοιχείων υπό την μορφή των πειστηρίων και ιχνών του εγκλήματος.
Ένα μήνα πριν το σιδηροδρομικό δυστύχημα ψηφίστηκε ο νόμος 5014/2023 (Θεσμικό πλαίσιο για τη διερεύνηση αεροπορικών και σιδηροδρομικών ατυχημάτων για την ασφάλεια των μεταφορών) που προβλέπει μεταξύ άλλων ότι η ομάδα διερεύνησης είναι υπεύθυνη να εξασφαλίζει την ασφαλή επεξεργασία κάθε αποδεικτικού στοιχείου και να λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα, προκειμένου να προστατεύσει τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία και να εγγυηθεί την ασφαλή φύλαξη (...) του περιεχομένου του και των συντριμμάτων του για τον χρόνο που είναι απαραίτητος για τους σκοπούς της διερεύνησης ασφάλειας.
Ανταλλαγή εξωδίκων και αναπάντητα ερωτήματα
Για το μπάζωμα του χώρου οι συγγενείς κατηγορούν με σφοδρότητα τον περιφερειάρχη Θεσσαλίας Κώστα Αγοραστό για «απροκάλυπτα παράνομη και αυθαίρετη παρέμβαση». Οι συγγενείς των θυμάτων και ο κ. Αγοραστός έχουν ανταλλάξει εξώδικα σχετικά με το χειρισμό της υπόθεσης του δυστυχήματος.
Με το αρχικό εξώδικο οι συγγενείς ζητούσαν να μάθουν ποιος έδωσε την εντολή στην Περιφέρεια για την αλλοίωση του χώρου, λεπτομέρειες για την εκτέλεση του έργου του μπαζώματος, το πού μεταφέρθηκε πλήθος αποδεικτικών στοιχείων μαζί με το φυσικό έδαφος, αλλά και ανθρώπινα κατάλοιπα που ανήκαν στους νεκρούς.
«Δεν γνωρίζατε ότι πρόκειται για χώρο εγκλήματος που μόνο οι δικαστικές αρχές και συγκεκριμένα ανακριτικές και προανακριτικές αρχές είχαν νόμιμη πρόσβαση;» ερωτούν.
Στο τελευταίο τους εξώδικό (05/09/2023) οι συγγενείς επαναλαμβάνουν τα αναπάντητα ερωτήματα και προσθέτουν και νέα, καθώς ο κ. Αγοραστός επικαλέστηκε το Ειδικό Σχέδιο Διαχείρισης Ανθρωπίνων Απωλειών (ΣΔΑΑ) για τις ενέργειες του.
Ωστόσο οι συγγενείς υποστηρίζουν ότι το ΣΔΑΑ δεν απονέμει στον περιφερειάρχη καμία αρμοδιότητα διαχείρισης ευρημάτων και πειστηρίων σε τόπο εγκλήματος.
Με το εξώδικό τους ρωτούν τον περιφερειάρχη μεταξύ άλλων «για ποιο λόγο δεν ζητήσατε την συναίνεση των αρμόδιων δικαστικών αρχών πριν προχωρήσετε στην καταστροφή που προκαλέσατε;», «για ποιο λόγο δεν ενημερώθηκαν οι δικαστικές αρχές για τις ενέργειές σας επί ένα εξάμηνο», εάν σε όσα συνέβησαν στο χώρο του εγκλήματος μετείχε η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών και αν έχει υποβληθεί σχετική αναφορά.
Οι συγγενείς ζητούν από τον εφέτη ανακριτή και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να αποστείλουν έγγραφο ερώτημα στην Περιφέρεια Θεσσαλίας για το εάν φωτογραφήθηκαν ή μαγνητοσκοπήθηκαν τα στοιχεία στην αρχική τους θέση και το και ποιοι μετείχαν στην μετακίνηση και καταστροφή κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων.
Οι συγγενείς επιμένουν κυρίως στο ερώτημα τι ακριβώς έχει παραμείνει στο χώρο της τραγωδίας και πού έχουν μεταφερθεί τα δεκάδες χιλιάδες μικρότερου μεγέθους κατάλοιπα της σύγκρουσης και ενδεχομένως μέλη και τμήματα ιστών των θυμάτων. Σύμφωνα με το αριθ. πρωτ. 86/31.5.2023 έγγραφο του εφέτη ανακριτή βρέθηκε ‘υπόλειμμα-τμήματος οστού και ιστού' τρεις μήνες μετά το συμβάν και σε διαφορετικό χώρο από αυτόν της αρχικής σύγκρουσης.
«Κατηγορώ» τον πρωθυπουργό
Οι συγγενείς επιρρίπτουν ευθύνες στον πρωθυπουργό, ως ο πυρήνα διοικητικής ευθύνης στο πλαίσιο του νομοθετημένου επιτελικού κράτους, σε υπουργούς, υφυπουργούς, γενικούς γραμματείς, την πρόεδρο της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων και τις εμπλεκόμενες εταιρίες (Ηellenic Τrain, ΟΣΕ, ΕΡΓΟΣΕ), που όφειλαν να γνωρίζουν την επικινδυνότητα συνέχισης της λειτουργίας του σιδηρόδρομου και είχαν την δυνατότητα να σταματήσουν την συγκεκριμένη παράνομη λειτουργία, προκειμένου να προστατέψουν το επιβατικό κοινό από κίνδυνο ζωής και δεν το έπραξαν.
Επίσης οι συγγενείς των θυμάτων κατηγορούν ευθέως τον πρωθυπουργό ότι «οργάνωνε με συνεργάτες και συνεργούς του μία άνευ προηγουμένου διαδικασία συγκάλυψης» και βάζουν στο «κάδρο» τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ κ. Χρήστο Τριαντόπουλο, εικάζοντας ότι «εστάλη για να συντονίσει το έργο συγκάλυψης».
«Εκείνοι όμως που θέλησαν επί της ουσίας να παρεμποδίσουν την αποκάλυψη της αλήθειας από τα πρώτα στάδια της ανάκρισης οφείλουν να εξηγήσουν τους λόγους, διότι μόνο εάν κληθούν όσοι μετείχαν στην συντονισμένη επιχείρηση, να καταθέσουν όσα γνωρίζουν και να παραδώσουν όσα στοιχεία διαθέτουν, είναι εφικτό το ανακριτικό έργο να αποδώσει, μεταξύ άλλων και την αποκάλυψη των αιτιών της έκρηξης και της φωτιάς» αναφέρουν σε άλλο σημείο του υπομνήματος τους.
Τυφλή και αργή η δικαιοσύνη
Από το στόχαστρο των συγγενών των θυμάτων δεν ξεφεύγουν και οι δικαστικές αρχές. Όπως λένε, στην πρώτη φάση της ανακριτικής διαδικασίας, «αντί να περιφρουρήσουν τον χώρο του εγκλήματος επέτρεψαν την εισβολή συνεργείων, που με εντολή του τότε περιφερειάρχη Θεσσαλίας, κατέσκαψαν το πεδίο και μετέφεραν σε κατάσταση απορριμμάτων ατάκτως ερριμμένων, χώμα, συντρίμμια και ανθρώπινα λείψανα, σε περιοχή που ελέγχεται από υπόλογο νομικό πρόσωπο, δίχως να το αναφέρουν καν εγγράφως, δεδομένου ότι η πληροφορία αυτή δεν βρίσκεται στην δικογραφία».
Οκτώ μήνες μετά το συμβάν, ο ανακριτής δεν έχει επισκεφτεί τον χώρο του δυστυχήματος αλλά ούτε και τον χώρο που έχουν εναποτεθεί όσα στοιχεία μεταφέρθηκαν «με αποτέλεσμα να μην έχει ληφθεί καμία πρόνοια για την στοιχειώδη προστασία τους και να συνεχίζεται έτσι η αδιάκοπη φθορά και αλλοίωση τους, από τις καιρικές συνθήκες, την φυσική βλάστηση και τα άγρια ζώα, ενώ ακόμη είναι ορατές και πρόσφατες ανθρώπινες παρεμβάσεις, με την διασπορά απορριμμάτων, με εκσκαφές, μεταφορές και εναποθέσεις σε διάφορα σημεία» όπως υποστηρίζουν οι συγγενείς.
Επίσης διαμαρτύρονται για την καθυστέρηση άσκησης των ποινικών διώξεων. Μέχρι στιγμής έχουν ασκηθεί διώξεις στον σταθμάρχη, σε δύο πρώην προέδρους και διευθύνοντες σύμβουλους του ΟΣΕ, έναν πρώην διευθύνοντα σύμβουλο και ένα εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΣΕ. Σχεδόν όλες οι κατηγορίες είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα και η μόνη που είναι κακουργηματικού χαρακτήρα είναι η διατάραξη ασφαλείας συγκοινωνιών.
«Δηλώνουμε για μία ακόμη φορά την αγανάκτηση μας για τις ανεξήγητες καθυστερήσεις στην άσκηση ποινικών διώξεων για τα πρόδηλα κακουργήματα που διαπράχθηκαν, κυρίως κατά των νομίμων εκπροσώπων και στελεχών των εμπλεκόμενων εταιριών, που θα αναδείκνυαν τις αντίστοιχες ευθύνες κυβερνητικών παραγόντων» τονίζουν οι συγγενείς στο υπόμνημα τους.
Με δεδομένο ότι ήδη η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία καλεί σε απολογία και για κακουργηματικές πράξεις στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ, της κοινοπραξίας Alstom-ΤΟΜΗ αλλά και του υπουργείου Μεταφορών, ενώ έχει διαβιβάσει την δικογραφία στη Βουλή προκειμένου να ελεγχθούν δύο πρώην υπουργοί Μεταφορών «δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τα διλήμματα σας να ολοκληρώσετε την συγκέντρωση στοιχείων ώστε να εισηγηθείτε στην αρμόδια κ. Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας την άσκηση διώξεων κακουργηματικής βαρύτητας» αναφέρουν στο υπόμνημα τους.
Διαβάστε ολόκληρο το υπόμνημα ΕΔΩ
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19.11.2023
Στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη εναποθέτουν τις ελπίδες τους οι συγγενείς των 57 θυμάτων που έχασαν τη ζωή τους στο τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, καταγγέλλοντας ότι έγινε μία πρωτοφανής προσπάθεια εξαφάνισης και αλλοίωσης στοιχείων και συγκάλυψης ευθυνών και αφήνοντας σαφείς αιχμές για τους δικαστικούς λειτουργούς ότι δεν πράττουν με επάρκεια το καθήκον τους.
Προ ημερών κάποιοι εκ των συγγενών υπέβαλαν στην κ. Αδειλίνη ένα αναλυτικό υπόμνημα 32 σελίδων, το οποίο προηγουμένως είχαν καταθέσει και στον αρμόδιο Εφέτη Ανακριτή που χειρίζεται την υπόθεση, αλλά και στην προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας, στο οποίο εξιστορούν το χρονικό της υπόθεσης.
«Αποτελεί μελανό σημείο στην ιστορία της Δικαιοσύνης του τόπου μας το γεγονός ότι υποχρεούνται να επιστρατευτούν πολίτες σε κατάσταση πένθους ή φέροντες σοβαρά προβλήματα υγείας, προκειμένου να καλύψουν ανεπάρκειες δικαστικών λειτουργών και αγκυλώσεις, εξαρτήσεις και παθογένειες που θεωρούμε ότι δημιουργεί στον τόπο μας η ατελής ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης» αναφέρουν στο υπόμνημά τους.
Οι συγγενείς κάνουν λόγο για μία άνευ προηγουμένου αλλοίωση και καταστροφή στοιχείων και κατ’ επέκταση για πρόδηλη συγκάλυψη της αλήθειας, εστιάζοντας α) στο τι προκάλεσε την έκρηξη της πυρκαγιάς σε τέτοια έκταση, β) στο μπάζωμα του χώρου του δυστυχήματος.
Η πυρκαγιά
Οι συγγενείς κατηγορούν τις ανακριτικές αρχές ότι κατά το πρώτο δεκαήμερο μετά το συμβάν δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να συλλέξουν στοιχεία σε σχέση με το τι προκάλεσε τη φωτιά, αφήνοντας μάλιστα να εννοηθεί ότι αυτό έγινε «κατά πάσα πιθανότητα, από σκοπιμότητα».
Την 1η Μαρτίου 2023 το Τμήμα Τροχαίας Λάρισας παρήγγειλε πραγματογνωμοσύνη, όμως στους πραγματογνώμονες δεν τέθηκε καν το ερώτημα να διερευνήσουν ποιοι παράγοντες οδήγησαν στην έκρηξη της πυρκαγιάς, με αποτέλεσμα οι πραγματογνώμονες να μην συλλέξουν σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.
Μετά από 29 ημέρες, και αφού στο μεταξύ ο χώρος του δυστυχήματος είχε μπαζωθεί, λήφθηκε το σχετικό δείγμα από υπαλλήλους της Χημικής Υπηρεσίας Λάρισας και της Χημικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης, ενώ στις 6 Ιουλίου συντάχθηκε και συμπληρωματική Έκθεση Αυτοψίας από την Πυροσβεστική. Καμία από τις παραπάνω εκθέσεις δεν κατάφερε να δώσει απαντήσεις σε σχέση με την πυρκαγιά, κυρίως λόγω έλλειψης κρίσιμων στοιχείων.
Τα έλαια σιλικόνης, το ξυλόλιο...
Με βάση την πραγματογνωμοσύνη (19/06/2023) η φωτιά αποδίδεται στην έκρηξη στα έλαια ψύξης των μετασχηματιστών, στην βάση του μπροστινού τμήματος των ηλεκτρομηχανών. Όμως οι συγγενείς των θυμάτων παρατηρούν ότι οι ηλεκτρομηχανές ήταν εμφανέστατα άθικτες στο σημείο αυτό.
Επικαλούμενοι την ανεξάρτητη πραγματογνωμοσύνη, που έκαναν ειδικοί για λογαριασμό των οικογενειών, σημειώνουν ότι τα έλαια σιλικόνης είναι από τις πλέον άφλεκτες και ασφαλείς για την αποφυγή εκρήξεων ουσίες, ότι «δεν υπάρχει καταγεγραμμένη καμία περίπτωση εκτεταμένης φωτιάς και πολύ περισσότερο σφοδρότατης έκρηξης, από τέτοια χημική ουσία» και ότι ακόμη και όταν αναφλεγούν, δεν μπορούν να φτάσουν ούτε στο 1/3 της θερμοκρασίας των 1.300 βαθμών που κατέκαψε τους επιβάτες του κυλικείου της μοιραίας επιβατικής αμαξοστοιχίας.
«Πώς είναι δυνατόν να αποδίδεται έκρηξη τριών σταδίων, διαμέτρου διασποράς άνω των 100 μέτρων και θερμοκρασίας άνω των 1.300 βαθμών στην ασφαλέστερη και πλέον μη εκρηκτική ουσία σύμφωνα με σχετικό πίνακα της Ευρωπαϊκής Ένωσης;» διερωτώνται.
Παρά την έλλειψη επαρκών στοιχείων, από τη συμπληρωματική Έκθεση της Πυροσβεστικής (06/07/2023) προκύπτει ότι σε κάποια από τα δείγματα που εξετάστηκαν από το Χημείο του κράτους, ανιχνεύτηκαν ίχνη ξυλολίου. Το ξυλόλιο είναι εξαιρετικά πτητική ουσία και εάν είχαν ληφθεί άμεσα δείγματα από το χώρο οι μετρήσεις, ενδεχομένως θα μπορούσε να είχε βρεθεί σε περισσότερα σημεία και σε μεγαλύτερες ποσότητες, όπως υποστηρίζουν οι συγγενείς .
...και οι υποψίες για καύσιμα
Αυτό που υποψιάζονται οι συγγενείς των θυμάτων (σ.σ. το ανέφερε η πρόεδρος του συλλόγου στη «ΜτΚ» 12/11/2023) είναι ότι ίσως η εμπορική αμαξοστοιχία να μετέφερε νοθευμένα καύσιμα, για αυτό το λόγο πιστεύουν ότι η φωτιά πήρε τέτοια έκταση και έφτασε τους 1.300 βαθμούς Κελσίου, με αποτέλεσμα οι μισοί θάνατοι να οφείλονται στη φωτιά.
Το ερώτημα τίθεται με σαφήνεια και προς την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου: «Σε συνέχεια λοιπόν των ως άνω προς διερεύνηση ζητημάτων και των στοιχείων, που αφήνουν πολλά ερωτηματικά και ανεξερεύνητες σε βάθος έως σήμερα ενδείξεις, για την συμμετοχή φορτίου της εμπορικής αμαξοστοιχίας στην ‘….ανάφλεξη-πρόκληση της πυρκαγιάς…..’, προκύπτει εύλογο το ερώτημα εάν, εκτός από το νόμιμο-δηλωμένο φορτίο, η εμπορική αμαξοστοιχία μετέφερε και μη νόμιμο (μαύρο)- αδήλωτο, όπως από ποικίλα ρεπορτάζ αναδείχθηκε ότι συνηθιζόταν».
Τα βαγόνια μετακινήθηκαν, τα στοιχεία καλύφθηκαν
Στις 6 Μαρτίου η Τροχαία Λάρισας ενημέρωσε με έγγραφο της την ανακρίτρια που τότε χειριζόταν την υπόθεση για την μετακίνηση των βαγονιών και των μηχανών από τον τόπο του εγκλήματος, δίχως να αναφέρει πού μετακινούνται από ποιον και γιατί.
Πριν συμπληρωθεί μία εβδομάδα μετά το συμβάν βαριά μηχανήματα έργου ανέλαβαν «μία άνευ προηγουμένου αλλοίωση του εδάφους, μετακινώντας όγκους χώματος, ενώ κατόπιν έλαβε χώρα εκτεταμένη ασφαλτόστρωση εκεί όπου υπήρχε απλώς άγρια βλάστηση και καλλιέργειες, οπότε δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σε αποκατάσταση αλλά σε ξεκάθαρη αδικαιολόγητη μεταβολή και εξαφάνιση ενδεχομένως πολύτιμων για την εξέλιξη της έρευνας στοιχείων, δίχως να εξηγηθεί ποιος και γιατί ανέλαβε την σχετική δαπάνη και εποπτεία, όπως και εάν έλαβε οποιαδήποτε άδεια από την αστυνομία, τις δικαστικές αρχές ή οποιοδήποτε άλλο φορέα ή αρχή».
Στους όγκους χώματος που μετακινήθηκαν οι συγγενείς υποψιάζονται ότι θα μπορούσαν να βρεθούν στοιχεία που να φανερώνουν το περιεχόμενο της εμπορικής αμαξοστοιχίας, και φυσικά οστά των θυμάτων, όμως ο χώρος του εγκλήματος καλύφθηκε κάτω από χιλιάδες τόνους ανόργανων υλικών (χαλίκια με υπολείμματα ασφάλτου και λευκό κονίαμα αγνώστου σύστασης).
Οι συγγενείς επικαλούνται το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, υπενθυμίζοντας ότι είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των δικαστικών αρχών η συλλογή και προστασία των αποδεικτικών στοιχείων υπό την μορφή των πειστηρίων και ιχνών του εγκλήματος.
Ένα μήνα πριν το σιδηροδρομικό δυστύχημα ψηφίστηκε ο νόμος 5014/2023 (Θεσμικό πλαίσιο για τη διερεύνηση αεροπορικών και σιδηροδρομικών ατυχημάτων για την ασφάλεια των μεταφορών) που προβλέπει μεταξύ άλλων ότι η ομάδα διερεύνησης είναι υπεύθυνη να εξασφαλίζει την ασφαλή επεξεργασία κάθε αποδεικτικού στοιχείου και να λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα, προκειμένου να προστατεύσει τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία και να εγγυηθεί την ασφαλή φύλαξη (...) του περιεχομένου του και των συντριμμάτων του για τον χρόνο που είναι απαραίτητος για τους σκοπούς της διερεύνησης ασφάλειας.
Ανταλλαγή εξωδίκων και αναπάντητα ερωτήματα
Για το μπάζωμα του χώρου οι συγγενείς κατηγορούν με σφοδρότητα τον περιφερειάρχη Θεσσαλίας Κώστα Αγοραστό για «απροκάλυπτα παράνομη και αυθαίρετη παρέμβαση». Οι συγγενείς των θυμάτων και ο κ. Αγοραστός έχουν ανταλλάξει εξώδικα σχετικά με το χειρισμό της υπόθεσης του δυστυχήματος.
Με το αρχικό εξώδικο οι συγγενείς ζητούσαν να μάθουν ποιος έδωσε την εντολή στην Περιφέρεια για την αλλοίωση του χώρου, λεπτομέρειες για την εκτέλεση του έργου του μπαζώματος, το πού μεταφέρθηκε πλήθος αποδεικτικών στοιχείων μαζί με το φυσικό έδαφος, αλλά και ανθρώπινα κατάλοιπα που ανήκαν στους νεκρούς.
«Δεν γνωρίζατε ότι πρόκειται για χώρο εγκλήματος που μόνο οι δικαστικές αρχές και συγκεκριμένα ανακριτικές και προανακριτικές αρχές είχαν νόμιμη πρόσβαση;» ερωτούν.
Στο τελευταίο τους εξώδικό (05/09/2023) οι συγγενείς επαναλαμβάνουν τα αναπάντητα ερωτήματα και προσθέτουν και νέα, καθώς ο κ. Αγοραστός επικαλέστηκε το Ειδικό Σχέδιο Διαχείρισης Ανθρωπίνων Απωλειών (ΣΔΑΑ) για τις ενέργειες του.
Ωστόσο οι συγγενείς υποστηρίζουν ότι το ΣΔΑΑ δεν απονέμει στον περιφερειάρχη καμία αρμοδιότητα διαχείρισης ευρημάτων και πειστηρίων σε τόπο εγκλήματος.
Με το εξώδικό τους ρωτούν τον περιφερειάρχη μεταξύ άλλων «για ποιο λόγο δεν ζητήσατε την συναίνεση των αρμόδιων δικαστικών αρχών πριν προχωρήσετε στην καταστροφή που προκαλέσατε;», «για ποιο λόγο δεν ενημερώθηκαν οι δικαστικές αρχές για τις ενέργειές σας επί ένα εξάμηνο», εάν σε όσα συνέβησαν στο χώρο του εγκλήματος μετείχε η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών και αν έχει υποβληθεί σχετική αναφορά.
Οι συγγενείς ζητούν από τον εφέτη ανακριτή και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να αποστείλουν έγγραφο ερώτημα στην Περιφέρεια Θεσσαλίας για το εάν φωτογραφήθηκαν ή μαγνητοσκοπήθηκαν τα στοιχεία στην αρχική τους θέση και το και ποιοι μετείχαν στην μετακίνηση και καταστροφή κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων.
Οι συγγενείς επιμένουν κυρίως στο ερώτημα τι ακριβώς έχει παραμείνει στο χώρο της τραγωδίας και πού έχουν μεταφερθεί τα δεκάδες χιλιάδες μικρότερου μεγέθους κατάλοιπα της σύγκρουσης και ενδεχομένως μέλη και τμήματα ιστών των θυμάτων. Σύμφωνα με το αριθ. πρωτ. 86/31.5.2023 έγγραφο του εφέτη ανακριτή βρέθηκε ‘υπόλειμμα-τμήματος οστού και ιστού' τρεις μήνες μετά το συμβάν και σε διαφορετικό χώρο από αυτόν της αρχικής σύγκρουσης.
«Κατηγορώ» τον πρωθυπουργό
Οι συγγενείς επιρρίπτουν ευθύνες στον πρωθυπουργό, ως ο πυρήνα διοικητικής ευθύνης στο πλαίσιο του νομοθετημένου επιτελικού κράτους, σε υπουργούς, υφυπουργούς, γενικούς γραμματείς, την πρόεδρο της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων και τις εμπλεκόμενες εταιρίες (Ηellenic Τrain, ΟΣΕ, ΕΡΓΟΣΕ), που όφειλαν να γνωρίζουν την επικινδυνότητα συνέχισης της λειτουργίας του σιδηρόδρομου και είχαν την δυνατότητα να σταματήσουν την συγκεκριμένη παράνομη λειτουργία, προκειμένου να προστατέψουν το επιβατικό κοινό από κίνδυνο ζωής και δεν το έπραξαν.
Επίσης οι συγγενείς των θυμάτων κατηγορούν ευθέως τον πρωθυπουργό ότι «οργάνωνε με συνεργάτες και συνεργούς του μία άνευ προηγουμένου διαδικασία συγκάλυψης» και βάζουν στο «κάδρο» τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ κ. Χρήστο Τριαντόπουλο, εικάζοντας ότι «εστάλη για να συντονίσει το έργο συγκάλυψης».
«Εκείνοι όμως που θέλησαν επί της ουσίας να παρεμποδίσουν την αποκάλυψη της αλήθειας από τα πρώτα στάδια της ανάκρισης οφείλουν να εξηγήσουν τους λόγους, διότι μόνο εάν κληθούν όσοι μετείχαν στην συντονισμένη επιχείρηση, να καταθέσουν όσα γνωρίζουν και να παραδώσουν όσα στοιχεία διαθέτουν, είναι εφικτό το ανακριτικό έργο να αποδώσει, μεταξύ άλλων και την αποκάλυψη των αιτιών της έκρηξης και της φωτιάς» αναφέρουν σε άλλο σημείο του υπομνήματος τους.
Τυφλή και αργή η δικαιοσύνη
Από το στόχαστρο των συγγενών των θυμάτων δεν ξεφεύγουν και οι δικαστικές αρχές. Όπως λένε, στην πρώτη φάση της ανακριτικής διαδικασίας, «αντί να περιφρουρήσουν τον χώρο του εγκλήματος επέτρεψαν την εισβολή συνεργείων, που με εντολή του τότε περιφερειάρχη Θεσσαλίας, κατέσκαψαν το πεδίο και μετέφεραν σε κατάσταση απορριμμάτων ατάκτως ερριμμένων, χώμα, συντρίμμια και ανθρώπινα λείψανα, σε περιοχή που ελέγχεται από υπόλογο νομικό πρόσωπο, δίχως να το αναφέρουν καν εγγράφως, δεδομένου ότι η πληροφορία αυτή δεν βρίσκεται στην δικογραφία».
Οκτώ μήνες μετά το συμβάν, ο ανακριτής δεν έχει επισκεφτεί τον χώρο του δυστυχήματος αλλά ούτε και τον χώρο που έχουν εναποτεθεί όσα στοιχεία μεταφέρθηκαν «με αποτέλεσμα να μην έχει ληφθεί καμία πρόνοια για την στοιχειώδη προστασία τους και να συνεχίζεται έτσι η αδιάκοπη φθορά και αλλοίωση τους, από τις καιρικές συνθήκες, την φυσική βλάστηση και τα άγρια ζώα, ενώ ακόμη είναι ορατές και πρόσφατες ανθρώπινες παρεμβάσεις, με την διασπορά απορριμμάτων, με εκσκαφές, μεταφορές και εναποθέσεις σε διάφορα σημεία» όπως υποστηρίζουν οι συγγενείς.
Επίσης διαμαρτύρονται για την καθυστέρηση άσκησης των ποινικών διώξεων. Μέχρι στιγμής έχουν ασκηθεί διώξεις στον σταθμάρχη, σε δύο πρώην προέδρους και διευθύνοντες σύμβουλους του ΟΣΕ, έναν πρώην διευθύνοντα σύμβουλο και ένα εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΣΕ. Σχεδόν όλες οι κατηγορίες είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα και η μόνη που είναι κακουργηματικού χαρακτήρα είναι η διατάραξη ασφαλείας συγκοινωνιών.
«Δηλώνουμε για μία ακόμη φορά την αγανάκτηση μας για τις ανεξήγητες καθυστερήσεις στην άσκηση ποινικών διώξεων για τα πρόδηλα κακουργήματα που διαπράχθηκαν, κυρίως κατά των νομίμων εκπροσώπων και στελεχών των εμπλεκόμενων εταιριών, που θα αναδείκνυαν τις αντίστοιχες ευθύνες κυβερνητικών παραγόντων» τονίζουν οι συγγενείς στο υπόμνημα τους.
Με δεδομένο ότι ήδη η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία καλεί σε απολογία και για κακουργηματικές πράξεις στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ, της κοινοπραξίας Alstom-ΤΟΜΗ αλλά και του υπουργείου Μεταφορών, ενώ έχει διαβιβάσει την δικογραφία στη Βουλή προκειμένου να ελεγχθούν δύο πρώην υπουργοί Μεταφορών «δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τα διλήμματα σας να ολοκληρώσετε την συγκέντρωση στοιχείων ώστε να εισηγηθείτε στην αρμόδια κ. Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας την άσκηση διώξεων κακουργηματικής βαρύτητας» αναφέρουν στο υπόμνημα τους.
Διαβάστε ολόκληρο το υπόμνημα ΕΔΩ
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19.11.2023
ΣΧΟΛΙΑ