ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Η «κομπίνα» με τις υπεραξίες και οι μπίζνες δισεκατομμυρίων κάτω από τη μύτη της UEFA

Στόχος των συλλόγων, εν μέσω κρίσης, είναι να μετατρέπουν τα ελλείμματα σε πλεονάσματα και κάπως έτσι άρχισαν οι ύποπτες μεταγραφικές μπίζνες που εξυπηρετούν τόσο αυτόν που αγοράζει, όσο και αυτόν που πουλάει

 30/10/2022 13:00

Η «κομπίνα» με τις υπεραξίες και οι μπίζνες δισεκατομμυρίων κάτω από τη μύτη της UEFA

Βασίλης Μόσχου

Η εποχή της οικονομικής ευμάρειας έχει παρέλθει προ πολλού ακόμη και για τα μεγαλύτερα κλαμπ του κόσμου και οι διοικήσεις τους καταφεύγουν συχνά σε λογιστικές αλχημείες, στα όρια της νομιμότητας, προκειμένου να κρύψουν τα ανοίγματά τους και να εξωραΐσουν την εν γένει οικονομική τους κατάσταση. 

Μία από τις πιο «έξυπνες» μεθόδους είναι το παιχνίδι με τις υπεραξίες, με τα κέρδη δηλαδή που, έστω και εικονικά, εγγράφουν οι σύλλογοι στους ισολογισμούς τους, μέσα από αδιαφανείς μεταγραφικές συναλλαγές. 

Η Γιουβέντους και οι άλλοι

Μία από τις ομάδες που ανήγαγαν σε επιστήμη το συγκεκριμένο τρικ είναι η Γιουβέντους, που βρίσκεται ξανά στο στόχαστρο της ιταλικής δικαιοσύνης. Μολονότι η γενική εισαγγελία του Τορίνο είχε αποφασίσει να βάλει στο αρχείο την υπόθεση των πλαστών ισολογισμών, ο ιταλικός Τύπος αναφέρει πως το θέμα δεν έχει κλείσει, αφού η ομοσπονδιακή εισαγγελία, που εδρεύει στη Ρώμη, ετοιμάζεται να ξανανοίξει τον φάκελο.

Η «κομπίνα» με τις υπεραξίες δεν αφορά πάντως μόνον στη Γιουβέντους, αλλά και σε δεκάδες άλλες ομάδες από την Ιταλία, την Αγγλία, την Ισπανία, τη Γαλλία κλπ. Η ιστορία με τις υπεραξίες έχει ως εξής: 

Αν μία ομάδα αγοράσει έναν παίκτη έναντι 50 εκατομμυρίων ευρώ και τον πουλήσει δύο χρόνια αργότερα έναντι 30, έχει καταγράψει ένα παθητικό της τάξης των 20 εκατομμυρίων που εκτός του ότι την «εκτροχιάζει» οικονομικά, της δημιουργεί προβλήματα και σε σχέση με τους κανόνες του Financial Fair Play. 

Στόχος των συλλόγων είναι να επιτυγχάνουν ακριβώς το αντίθετο. Να παρουσιάζουν δηλαδή οικονομικές συναλλαγές με θετικό πρόσημο, ώστε τεχνητά, να μετατρέπουν τα ελλείμματα σε πλεονάσματα. Κάπως έτσι άρχισαν οι ύποπτες μεταγραφικές μπίζνες που εξυπηρετούν τόσο αυτόν που αγοράζει, όσο και αυτόν που πουλάει.

Και οι δύο στο κόλπο

Ας δούμε τώρα ένα από τα πιο συνηθισμένα κόλπα με τις υπεραξίες. Μία ομάδα αγοράζει έναν παίκτη που κοστίζει 30 εκατομμύρια ευρώ. Δύο χρόνια μετά αποφασίζει να τον πουλήσει και συνάπτει μία εικονική συμφωνία με ένα άλλο κλαμπ, βάσει της οποίας καταβάλλονται 45 εκατομμύρια για τη μεταγραφή. 

Με τον τρόπο αυτό, η ομάδα Α καταγράφει υπεραξία 15 εκατομμυρίων ευρώ, «μακιγιάροντας» έτσι τον ισολογισμό της. Το έτερο μέρος της συναλλαγής, που συμμετέχει στο κόλπο, δεν βγαίνει χαμένο, αφού δεν καταβάλλει στην πραγματικότητα τα 45 εκατομμύρια ευρώ που προβλέπει το συμβόλαιο, αλλά αποκτά τον παίκτη που την ενδιαφέρει με σημαντικό σκόντο, με προοπτική να τον πουλήσει στο εγγύς μέλλον πολύ ακριβότερα.  

Στην επόμενη μεταγραφή, μεταξύ των ιδίων ή άλλων ομάδων, οι ρόλοι αντιστρέφονται κι έτσι πωλητές και αγοραστές «μαγειρεύουν» τους ισολογισμούς τους αποφεύγοντας φορολογικές επιβαρύνσεις αλλά και ανεπιθύμητους ελέγχους από την UEFA. 

Τα «παιχνίδια» με τους νεαρούς

Χοντρό παιχνίδι παίζεται και με τον δανεισμό νεαρών παικτών, καθώς, κατά κανόνα, στις ηλικίες από 16-19, η αξία ενός ποδοσφαιριστή δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς. Υπήρξαν λοιπόν περιπτώσεις στις οποίες μία ομάδα απέκτησε έναν 17χρονο έναντι 4 εκατομμυρίων ευρώ και έναν χρόνο αργότερα τον πούλησε 15 εκατομμύρια, μολονότι δεν ήταν καν βασικός!

Οι συναλλαγές αυτές τράβηξαν πάντως την προσοχή της ιταλικής δικαιοσύνης που, όπως φάνηκε και στην περίπτωση του σκανδάλου Μότζι, δεν καταλαβαίνει από ονόματα και δεν χαρίζεται στους ισχυρούς.

Η εποχή της οικονομικής ευμάρειας έχει παρέλθει προ πολλού ακόμη και για τα μεγαλύτερα κλαμπ του κόσμου και οι διοικήσεις τους καταφεύγουν συχνά σε λογιστικές αλχημείες, στα όρια της νομιμότητας, προκειμένου να κρύψουν τα ανοίγματά τους και να εξωραΐσουν την εν γένει οικονομική τους κατάσταση. 

Μία από τις πιο «έξυπνες» μεθόδους είναι το παιχνίδι με τις υπεραξίες, με τα κέρδη δηλαδή που, έστω και εικονικά, εγγράφουν οι σύλλογοι στους ισολογισμούς τους, μέσα από αδιαφανείς μεταγραφικές συναλλαγές. 

Η Γιουβέντους και οι άλλοι

Μία από τις ομάδες που ανήγαγαν σε επιστήμη το συγκεκριμένο τρικ είναι η Γιουβέντους, που βρίσκεται ξανά στο στόχαστρο της ιταλικής δικαιοσύνης. Μολονότι η γενική εισαγγελία του Τορίνο είχε αποφασίσει να βάλει στο αρχείο την υπόθεση των πλαστών ισολογισμών, ο ιταλικός Τύπος αναφέρει πως το θέμα δεν έχει κλείσει, αφού η ομοσπονδιακή εισαγγελία, που εδρεύει στη Ρώμη, ετοιμάζεται να ξανανοίξει τον φάκελο.

Η «κομπίνα» με τις υπεραξίες δεν αφορά πάντως μόνον στη Γιουβέντους, αλλά και σε δεκάδες άλλες ομάδες από την Ιταλία, την Αγγλία, την Ισπανία, τη Γαλλία κλπ. Η ιστορία με τις υπεραξίες έχει ως εξής: 

Αν μία ομάδα αγοράσει έναν παίκτη έναντι 50 εκατομμυρίων ευρώ και τον πουλήσει δύο χρόνια αργότερα έναντι 30, έχει καταγράψει ένα παθητικό της τάξης των 20 εκατομμυρίων που εκτός του ότι την «εκτροχιάζει» οικονομικά, της δημιουργεί προβλήματα και σε σχέση με τους κανόνες του Financial Fair Play. 

Στόχος των συλλόγων είναι να επιτυγχάνουν ακριβώς το αντίθετο. Να παρουσιάζουν δηλαδή οικονομικές συναλλαγές με θετικό πρόσημο, ώστε τεχνητά, να μετατρέπουν τα ελλείμματα σε πλεονάσματα. Κάπως έτσι άρχισαν οι ύποπτες μεταγραφικές μπίζνες που εξυπηρετούν τόσο αυτόν που αγοράζει, όσο και αυτόν που πουλάει.

Και οι δύο στο κόλπο

Ας δούμε τώρα ένα από τα πιο συνηθισμένα κόλπα με τις υπεραξίες. Μία ομάδα αγοράζει έναν παίκτη που κοστίζει 30 εκατομμύρια ευρώ. Δύο χρόνια μετά αποφασίζει να τον πουλήσει και συνάπτει μία εικονική συμφωνία με ένα άλλο κλαμπ, βάσει της οποίας καταβάλλονται 45 εκατομμύρια για τη μεταγραφή. 

Με τον τρόπο αυτό, η ομάδα Α καταγράφει υπεραξία 15 εκατομμυρίων ευρώ, «μακιγιάροντας» έτσι τον ισολογισμό της. Το έτερο μέρος της συναλλαγής, που συμμετέχει στο κόλπο, δεν βγαίνει χαμένο, αφού δεν καταβάλλει στην πραγματικότητα τα 45 εκατομμύρια ευρώ που προβλέπει το συμβόλαιο, αλλά αποκτά τον παίκτη που την ενδιαφέρει με σημαντικό σκόντο, με προοπτική να τον πουλήσει στο εγγύς μέλλον πολύ ακριβότερα.  

Στην επόμενη μεταγραφή, μεταξύ των ιδίων ή άλλων ομάδων, οι ρόλοι αντιστρέφονται κι έτσι πωλητές και αγοραστές «μαγειρεύουν» τους ισολογισμούς τους αποφεύγοντας φορολογικές επιβαρύνσεις αλλά και ανεπιθύμητους ελέγχους από την UEFA. 

Τα «παιχνίδια» με τους νεαρούς

Χοντρό παιχνίδι παίζεται και με τον δανεισμό νεαρών παικτών, καθώς, κατά κανόνα, στις ηλικίες από 16-19, η αξία ενός ποδοσφαιριστή δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς. Υπήρξαν λοιπόν περιπτώσεις στις οποίες μία ομάδα απέκτησε έναν 17χρονο έναντι 4 εκατομμυρίων ευρώ και έναν χρόνο αργότερα τον πούλησε 15 εκατομμύρια, μολονότι δεν ήταν καν βασικός!

Οι συναλλαγές αυτές τράβηξαν πάντως την προσοχή της ιταλικής δικαιοσύνης που, όπως φάνηκε και στην περίπτωση του σκανδάλου Μότζι, δεν καταλαβαίνει από ονόματα και δεν χαρίζεται στους ισχυρούς.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία