ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ιστορίες: Η γέννηση του Ιησού

Σηματοδότησε την έναρξη μίας νέας ιστορικής χρονολόγησης. Ποιές είναι οι ασφαλείς πληροφορίες για τα γεγονότα εκείνων των ημερών;

 25/12/2023 08:00

Ιστορίες: Η γέννηση του Ιησού

Βασίλης Κεχαγιάς

Μπορεί οι ευαγγελιστές, είτε των αποδεκτών από την Εκκλησία ευαγγελίων είτε των απόκρυφων, να αποτελούν τη μόνη ουσιαστική πηγή των όσων έλαβαν χώρα την περίοδο και στην περιοχή της γέννησης του Χριστού, ωστόσο μάλλον πρόκειται για μία κατά σύμβαση χρονολογική διευθέτηση των γεγονότων. 

Έτσι κι αλλιώς, η ευαγγελική αφήγηση βασίζεται κατά πολύ στη θεόπνευστη καταγωγή της, άρα σίγουρα υπάρχει πολύς χώρος για αμφιβολίες. Για παράδειγμα, η χρονολογική τακτοποίηση, η οποία τοποθετεί τη γέννηση του Ιησού σε ό,τι βαφτίσαμε πρώτο μετά Χριστόν έτος, πραγματοποιήθηκε επισήμως τον 6ο αιώνα μ.Χ. και το συγκεκριμένο γεγονός θα πρέπει να θεωρείται ότι συνέβη το 3 ή το 4 μ.Χ., με βάση το θάνατο του Ηρώδη.

Ο Ματθαίος, όντας Ιουδαίος και θέλοντας να συνδέσει τη γέννηση με την Παλαιά διαθήκη, αναφέρθηκε εκτενώς στις προφητείες που υπάρχουν γι’ αυτήν. Οι αναφερόμενοι μάγοι -πρέπει να τους θεωρούμε Βαβυλώνιους αστρολόγους- δεν επισκέφθηκαν τον Ιησού στη φάτνη, αλλά στην οικία όπου είχαν εγκατασταθεί ο Ιωσήφ με τη Μαρία. Η αναφορά υπάρχει σε «παιδίον» και όχι σε βρέφος, άρα η προσκύνηση πραγματοποιήθηκε αρκετά μετά τη γέννηση, γι’ αυτό προέκυψε και η ηλικιακή οροφή των δύο ετών στη διαταγή του Ηρώδη.

Ο Λουκάς είναι περισσότερο κατατοπιστικός και αναλυτικός, μας εξηγεί ότι η φάτνη είναι μικρό υποζύγιο για την τοποθέτηση της τροφής των ζώων. Μας διευκρινίζει για την αναγκαιότητα της μετακίνησης του ζεύγους ότι οφειλόταν σε απογραφή για πλήρη καταγραφή των κατοίκων μιας περιοχής, ώστε να κατανεμηθούν δίκαια οι φορολογικές επιβαρύνσεις. Η Βηθλεέμ βρίσκεται οκτώ χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ και η μετάβαση σε αυτήν απαιτούσε περίπου δύο ώρες.

Σε αντίθεση με τους δύο προηγούμενους ευαγγελιστές, ο Μάρκος και ο Ιωάννης δεν αναφέρονται στα γεγονότα της γέννησης. Το κύριο αντικείμενο ενασχόλησής τους είναι η διδασκαλία του Ιησού κι έτσι παρακάμπτουν το περιστατικό. Όσο για το ζήτημα του «λαμπρού αστέρος», το οποίο εμφανίστηκε στην ανατολή, ο Ματθαίος το συνέδεσε με την αναφορά της Παλαιάς διαθήκης, όπου αναγράφεται ότι «ανατέλλει άστρον εξ Ιακώβ». 

Η Εκκλησία, αργότερα, υιοθέτησε την άποψη ότι δεν επρόκειτο για αστέρι, αλλά για φωτεινό άγγελο, αφού διέφερε κατά πολύ από τα συνηθισμένα αστέρια. Οι επιστήμονες, και ιδίως ο Κέπλερ, μίλησαν για μετεωρίτη ή βροχή αστεροειδών, μάλλον προερχόμενη από τον Κρόνο και οφειλόμενη σε σύνοδο πλανητών. Γνωρίζουμε ότι αυτή συνέβη το 5 με 6 π.Χ., κάτι που ενισχύει την άποψη της γέννησης του Ιησού κάπου στο 5 π.Χ.


Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ

Οι σχετικά περιορισμένες πληροφορίες, τις οποίες παρέχουν τα επίσημα ευαγγέλια, έδωσαν την ευκαιρία στους λεγόμενους «απόκρυφους ευαγγελιστές» να διανθίσουν την υπάρχουσα αφήγηση με δικά τους στοιχεία, εν πολλοίς αυθαίρετα. Άλλωστε, η συγγραφή τους πραγματοποιήθηκε τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Δεν υπάρχει μεγάλη απόσταση στις δύο διηγήσεις και τα σημεία της αυθαιρεσίας λογίζονται είτε ως αιρετικά είτε ως προϊόν υπερβάλλοντος θρησκευτικού ζήλου.

Το κυριότερο από τούτα είναι το Πρωτευαγγέλιο του Ιάκωβου, του οποίου η συγγραφή πραγματοποιήθηκε κάπου στα 150 μ.Χ. Σε αυτό ο Ιωσήφ αφήνει τη Μαρία στο σπήλαιο και τρέχει στη Βηθλεέμ, προς αναζήτηση μαμής. Όταν επιστρέφει, η Μαρία του αποκαλύπτεται μέσα σε ένα λευκό σύννεφο να θηλάζει. Στη συνέχεια, ότι αναφέρεται, ιδίως στο περιστατικό με τους μάγους, δε διαφέρει από τη διήγηση του Ματθαίος.

Ένα άλλο απόκρυφο ευαγγέλιο είναι αυτό του ψευδο-Ματθαίος, το οποίο γράφτηκε κάπου στον 8ο αιώνα. Βασίστηκε, κατά πολύ, στο Πρωτευαγγέλιο του Ιάκωβου, και στο μεγαλύτερο μέρος ταυτίζεται με τα όσα ο Ματθαίος αναφέρει.

Το απόκρυφο αραβικό ευαγγέλιο, γραμμένο από Σύρο, κρατάει μία θέση για την προπάτορα Εύα, η οποία εμφανίζεται στην είσοδο του σπηλαίου τη στιγμή της γέννησης. Ακολουθεί τα χνάρια του Ματθαίου και του πρωτευαγγελιστή Ιάκωβο, με μόνη διαφοροποίηση ότι αναφέρονται τα ονόματα των μάγων, όπως τα γνωρίζουμε, Γκασπάρ, Μελχιόρ, Βαλτάσαρ. Το Πρωτευαγγέλιο του Ιάκωβου είναι αυτό στο οποίο οφείλεται η εορταστική πυκνότητα γύρω από τα Χριστούγεννα, αλλά και καθοδηγεί τα πράγματα, όσον αφορά σε αυτήν καθαυτήν την εορτή των Χριστουγέννων.


Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ

Με τη χρήση των πληροφοριών που μας παρέχουν οι ευαγγελιστές Ματθαίος και Λουκάς και από την αντιπαραβολή τους, καλύπτονται κενά των κύριων αφηγήσεων και προκύπτει η ακόλουθη διήγηση: Το 4-5 π.Χ. ο Ιωσήφ και η Μαρία αναγκάσθηκαν να μεταβούν στη Βηθλεέμ, εξ αιτίας του διατάγματος του Αυγούστου για την απογραφή των υπηκόων του στον τόπο γέννησής τους. 

Η απογραφή θα πραγματοποιούταν για φορολογικούς λόγους, την περίοδο κατά την οποία έπαρχος της Συρίας ήταν ο ανθύπατος Κυρήνιος. Εξ αιτίας της κοσμοσυρροής, την οποία προκάλεσε η απογραφή, ο Ιωσήφ και η ετοιμόγεννη Μαρία κατέφυγαν σε κάποιον στάβλο, όπου γεννήθηκε ο Ιησούς. Αμέσως μετά αποσπαργανώθηκε και τοποθετήθηκε σε μια φάτνη.

Εκεί τον βρήκαν κάποιοι βοσκοί, οι οποίοι οδηγήθηκαν στο σπήλαιο μετά από εμφάνιση αγγέλου μπροστά τους. Οι βοσκοί που επισκέφθηκαν τη φάτνη διηγήθηκαν στη Μαρία όσα τους είχε αναφέρει ο Άγγελος για τη γέννηση του σωτήρα Χριστού, ενώ συνάντησαν ένα πλήθος αγγέλων να υμνολογούν τον Κύριο, έξω από το σπήλαιο. Μετά από ημέρες, ο Ιωσήφ και η Μαρία πήγαν τον Ιησού στο ναό των Ιεροσολύμων για την περιτομή και προσέφεραν την απαιτούμενη από το Μωσαϊκό νόμο θυσία. Στη συνέχεια επέστρεψαν στη Βηθλεέμ, όπου εγκαταστάθηκαν σε κάποιο σπίτι. Εκεί τους βρήκαν οι τρεις μάγοι και πρόσφεραν στον Ιησού «χρυσόν, λίβανον και σμύραν».

Πριν από το προσκύνημα είχε προηγηθεί η επίσκεψη των Μάγων στο παλάτι του Ηρώδη, όπου είχαν ζητήσει πληροφορίες για το νεογέννητο βασιλιά. Το γεγονός αυτό θορύβησε τον Ηρώδη, ο οποίος έδωσε εντολή να σφαγιασθούν όλα τα άρρενα τέκνα κάτω των δύο ετών. Ο Ιησούς γλίτωσε από τη σφαγή του Ηρώδη, επειδή ο Ιωσήφ και η οικογένειά του αναχώρησαν κατά τη διάρκεια της νύχτας για την Αίγυπτο, κατόπιν ειδοποιήσεως αγγέλου. Μετά το θάνατο του Ηρώδη, και πάλιν κατόπιν ειδοποιήσεως αγγέλου, ο Ιωσήφ και η οικογένειά του αναχώρησαν από την Αίγυπτο και εγκαταστάθηκα στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας.


Η εορτή των Χριστουγέννων

Κατά τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια οι χριστιανοί συνεόρταζαν τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνεια την 6η Ιανουαρίου. Τον 4ο αιώνα, ωστόσο, η Εκκλησία διαχώρισε τις δύο εορτές και η γέννηση άρχισε να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου. 

Ο διαχωρισμός των εορτών τεκμηριώνεται και μέσα από τα έργα της αρχαιότερης περιόδου της χριστιανικής τέχνης, όπου συνήθως διαχωρίζεται η γέννηση από την προσκύνηση των μάγων. Η θέσπιση της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρας εορτασμού των Χριστουγέννων βασίστηκε στον εορτασμό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στις 25 Μαρτίου. Έτσι, με βάση τον καθορισμό της αρχής της κύησης, προέκυψε η μέρα της γέννησης, η οποία τοποθετήθηκε χρονικά μετά από εννέα μήνες.

Αρχικά, ο διαχωρισμός της εορτής των Χριστουγέννων από την αντίστοιχη των Θεοφανείων υιοθετήθηκε από τη Δύση, για να ακολουθήσει η Ανατολή. Στη Ρώμη, από το 335 μ.Χ., συνεόρταζαν τη γέννηση του Ιησού, το γάμο στην Κανά, την προσκύνηση των μάγων και τη σφαγή των νηπίων, συμφώνως με το Οπτάτο Μιλέβης. Για πρώτη φορά βρίσκουμε τη σχετική καταχώρηση σε ρωμαϊκό εορτολόγιο του 354. Από τους Ευσταθιανούς, οι οποίοι είχαν ιδιαίτερες σχέσεις με τη Ρώμη, η εορτή έγινε γνωστή στην Αντιόχεια το 376. 

Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός την κατέστησε γνωστή και στην Κωνσταντινούπολη το 379 και την ίδια εποχή ο Γρηγόριος Νύσσης την μετέφερε στην Καππαδοκία. Μετά το 380, ο Αστέριος Αμασείας την μετέφερε στον Πόντο. Το 432 ο Κύριλλος την εισήγαγε στην Αλεξάνδρεια, ενώ στα 439 εισήχθη στα Ιεροσόλυμα, όπου όμως άρχισε να εορτάζεται με λαμπρότητα μετά τον 6ο αιώνα. Από τότε η εορτή των Χριστουγέννων άρχισε να καθιερώνεται στις 25 Δεκεμβρίου σε όλη την Ανατολή, πλην της Αρμενίας, όπου εξακολουθεί να συνεορτάζονται τα Θεοφάνεια μαζί με τα Χριστούγεννα, ακολουθώντας τον τρόπο εορτασμού της πρώτης Εκκλησίας.

Ο κύριος λόγος που μετατέθηκε η εορτή των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, είχε να κάνει με την τάση της Εκκλησίας να υποκαθιστά ειδωλολατρικές εορτές με αντίστοιχες χριστιανικές. 

Τη συγκεκριμένη ημερομηνία οι παγανιστές εόρταζαν τη λατρεία του θεού Ήλιου, και με δεδομένο ότι ο Χριστός αποτελούσε το φορέα του φωτός, εύκολα προωθήθηκε η εν λόγω αντικατάσταση. Στις 25 Δεκεμβρίου οι ειδωλολάτρες εόρταζαν τα βρουμάλια, δηλαδή τη γενέθλια ημέρα του θεού Ήλιου, κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο. Άλλωστε, το ίδιο συνέβη με την ημέρα της εαρινής ισημερίας, η οποία ταυτίσθηκε με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, στις 25 Μαρτίου.


Ημερολόγιο καταστρώματος

4-5 π.Χ.

Σύνοδος πλανητών (το λαμπρό αστέρι) και θάνατος του Ηρώδη, κάτι που μας παραπέμπει στο πραγματικό έτος γέννησης του Χριστού

4ος αιώνας μ.Χ.

Διαχωρισμός της εορτής των Θεοφανείων από αυτήν των Χριστουγέννων

364

Πρώτη εμφάνιση της εορτής των Χριστουγέννων σε εορτολόγιο της Ρώμης

376

Η εορτή των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου εορτάζεται για πρώτη φορά στην Ανατολή και συγκεκριμένα στην Αντιόχεια

379

Ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός μεταφέρει την εορτή στην Κωνσταντινούπολη

380

Η εορτή μεταφέρεται και στον Πόντο

439

Εορτάζονται για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα στην Αλεξάνδρεια

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24.12.2023


Μπορεί οι ευαγγελιστές, είτε των αποδεκτών από την Εκκλησία ευαγγελίων είτε των απόκρυφων, να αποτελούν τη μόνη ουσιαστική πηγή των όσων έλαβαν χώρα την περίοδο και στην περιοχή της γέννησης του Χριστού, ωστόσο μάλλον πρόκειται για μία κατά σύμβαση χρονολογική διευθέτηση των γεγονότων. 

Έτσι κι αλλιώς, η ευαγγελική αφήγηση βασίζεται κατά πολύ στη θεόπνευστη καταγωγή της, άρα σίγουρα υπάρχει πολύς χώρος για αμφιβολίες. Για παράδειγμα, η χρονολογική τακτοποίηση, η οποία τοποθετεί τη γέννηση του Ιησού σε ό,τι βαφτίσαμε πρώτο μετά Χριστόν έτος, πραγματοποιήθηκε επισήμως τον 6ο αιώνα μ.Χ. και το συγκεκριμένο γεγονός θα πρέπει να θεωρείται ότι συνέβη το 3 ή το 4 μ.Χ., με βάση το θάνατο του Ηρώδη.

Ο Ματθαίος, όντας Ιουδαίος και θέλοντας να συνδέσει τη γέννηση με την Παλαιά διαθήκη, αναφέρθηκε εκτενώς στις προφητείες που υπάρχουν γι’ αυτήν. Οι αναφερόμενοι μάγοι -πρέπει να τους θεωρούμε Βαβυλώνιους αστρολόγους- δεν επισκέφθηκαν τον Ιησού στη φάτνη, αλλά στην οικία όπου είχαν εγκατασταθεί ο Ιωσήφ με τη Μαρία. Η αναφορά υπάρχει σε «παιδίον» και όχι σε βρέφος, άρα η προσκύνηση πραγματοποιήθηκε αρκετά μετά τη γέννηση, γι’ αυτό προέκυψε και η ηλικιακή οροφή των δύο ετών στη διαταγή του Ηρώδη.

Ο Λουκάς είναι περισσότερο κατατοπιστικός και αναλυτικός, μας εξηγεί ότι η φάτνη είναι μικρό υποζύγιο για την τοποθέτηση της τροφής των ζώων. Μας διευκρινίζει για την αναγκαιότητα της μετακίνησης του ζεύγους ότι οφειλόταν σε απογραφή για πλήρη καταγραφή των κατοίκων μιας περιοχής, ώστε να κατανεμηθούν δίκαια οι φορολογικές επιβαρύνσεις. Η Βηθλεέμ βρίσκεται οκτώ χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ και η μετάβαση σε αυτήν απαιτούσε περίπου δύο ώρες.

Σε αντίθεση με τους δύο προηγούμενους ευαγγελιστές, ο Μάρκος και ο Ιωάννης δεν αναφέρονται στα γεγονότα της γέννησης. Το κύριο αντικείμενο ενασχόλησής τους είναι η διδασκαλία του Ιησού κι έτσι παρακάμπτουν το περιστατικό. Όσο για το ζήτημα του «λαμπρού αστέρος», το οποίο εμφανίστηκε στην ανατολή, ο Ματθαίος το συνέδεσε με την αναφορά της Παλαιάς διαθήκης, όπου αναγράφεται ότι «ανατέλλει άστρον εξ Ιακώβ». 

Η Εκκλησία, αργότερα, υιοθέτησε την άποψη ότι δεν επρόκειτο για αστέρι, αλλά για φωτεινό άγγελο, αφού διέφερε κατά πολύ από τα συνηθισμένα αστέρια. Οι επιστήμονες, και ιδίως ο Κέπλερ, μίλησαν για μετεωρίτη ή βροχή αστεροειδών, μάλλον προερχόμενη από τον Κρόνο και οφειλόμενη σε σύνοδο πλανητών. Γνωρίζουμε ότι αυτή συνέβη το 5 με 6 π.Χ., κάτι που ενισχύει την άποψη της γέννησης του Ιησού κάπου στο 5 π.Χ.


Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ

Οι σχετικά περιορισμένες πληροφορίες, τις οποίες παρέχουν τα επίσημα ευαγγέλια, έδωσαν την ευκαιρία στους λεγόμενους «απόκρυφους ευαγγελιστές» να διανθίσουν την υπάρχουσα αφήγηση με δικά τους στοιχεία, εν πολλοίς αυθαίρετα. Άλλωστε, η συγγραφή τους πραγματοποιήθηκε τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Δεν υπάρχει μεγάλη απόσταση στις δύο διηγήσεις και τα σημεία της αυθαιρεσίας λογίζονται είτε ως αιρετικά είτε ως προϊόν υπερβάλλοντος θρησκευτικού ζήλου.

Το κυριότερο από τούτα είναι το Πρωτευαγγέλιο του Ιάκωβου, του οποίου η συγγραφή πραγματοποιήθηκε κάπου στα 150 μ.Χ. Σε αυτό ο Ιωσήφ αφήνει τη Μαρία στο σπήλαιο και τρέχει στη Βηθλεέμ, προς αναζήτηση μαμής. Όταν επιστρέφει, η Μαρία του αποκαλύπτεται μέσα σε ένα λευκό σύννεφο να θηλάζει. Στη συνέχεια, ότι αναφέρεται, ιδίως στο περιστατικό με τους μάγους, δε διαφέρει από τη διήγηση του Ματθαίος.

Ένα άλλο απόκρυφο ευαγγέλιο είναι αυτό του ψευδο-Ματθαίος, το οποίο γράφτηκε κάπου στον 8ο αιώνα. Βασίστηκε, κατά πολύ, στο Πρωτευαγγέλιο του Ιάκωβου, και στο μεγαλύτερο μέρος ταυτίζεται με τα όσα ο Ματθαίος αναφέρει.

Το απόκρυφο αραβικό ευαγγέλιο, γραμμένο από Σύρο, κρατάει μία θέση για την προπάτορα Εύα, η οποία εμφανίζεται στην είσοδο του σπηλαίου τη στιγμή της γέννησης. Ακολουθεί τα χνάρια του Ματθαίου και του πρωτευαγγελιστή Ιάκωβο, με μόνη διαφοροποίηση ότι αναφέρονται τα ονόματα των μάγων, όπως τα γνωρίζουμε, Γκασπάρ, Μελχιόρ, Βαλτάσαρ. Το Πρωτευαγγέλιο του Ιάκωβου είναι αυτό στο οποίο οφείλεται η εορταστική πυκνότητα γύρω από τα Χριστούγεννα, αλλά και καθοδηγεί τα πράγματα, όσον αφορά σε αυτήν καθαυτήν την εορτή των Χριστουγέννων.


Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ

Με τη χρήση των πληροφοριών που μας παρέχουν οι ευαγγελιστές Ματθαίος και Λουκάς και από την αντιπαραβολή τους, καλύπτονται κενά των κύριων αφηγήσεων και προκύπτει η ακόλουθη διήγηση: Το 4-5 π.Χ. ο Ιωσήφ και η Μαρία αναγκάσθηκαν να μεταβούν στη Βηθλεέμ, εξ αιτίας του διατάγματος του Αυγούστου για την απογραφή των υπηκόων του στον τόπο γέννησής τους. 

Η απογραφή θα πραγματοποιούταν για φορολογικούς λόγους, την περίοδο κατά την οποία έπαρχος της Συρίας ήταν ο ανθύπατος Κυρήνιος. Εξ αιτίας της κοσμοσυρροής, την οποία προκάλεσε η απογραφή, ο Ιωσήφ και η ετοιμόγεννη Μαρία κατέφυγαν σε κάποιον στάβλο, όπου γεννήθηκε ο Ιησούς. Αμέσως μετά αποσπαργανώθηκε και τοποθετήθηκε σε μια φάτνη.

Εκεί τον βρήκαν κάποιοι βοσκοί, οι οποίοι οδηγήθηκαν στο σπήλαιο μετά από εμφάνιση αγγέλου μπροστά τους. Οι βοσκοί που επισκέφθηκαν τη φάτνη διηγήθηκαν στη Μαρία όσα τους είχε αναφέρει ο Άγγελος για τη γέννηση του σωτήρα Χριστού, ενώ συνάντησαν ένα πλήθος αγγέλων να υμνολογούν τον Κύριο, έξω από το σπήλαιο. Μετά από ημέρες, ο Ιωσήφ και η Μαρία πήγαν τον Ιησού στο ναό των Ιεροσολύμων για την περιτομή και προσέφεραν την απαιτούμενη από το Μωσαϊκό νόμο θυσία. Στη συνέχεια επέστρεψαν στη Βηθλεέμ, όπου εγκαταστάθηκαν σε κάποιο σπίτι. Εκεί τους βρήκαν οι τρεις μάγοι και πρόσφεραν στον Ιησού «χρυσόν, λίβανον και σμύραν».

Πριν από το προσκύνημα είχε προηγηθεί η επίσκεψη των Μάγων στο παλάτι του Ηρώδη, όπου είχαν ζητήσει πληροφορίες για το νεογέννητο βασιλιά. Το γεγονός αυτό θορύβησε τον Ηρώδη, ο οποίος έδωσε εντολή να σφαγιασθούν όλα τα άρρενα τέκνα κάτω των δύο ετών. Ο Ιησούς γλίτωσε από τη σφαγή του Ηρώδη, επειδή ο Ιωσήφ και η οικογένειά του αναχώρησαν κατά τη διάρκεια της νύχτας για την Αίγυπτο, κατόπιν ειδοποιήσεως αγγέλου. Μετά το θάνατο του Ηρώδη, και πάλιν κατόπιν ειδοποιήσεως αγγέλου, ο Ιωσήφ και η οικογένειά του αναχώρησαν από την Αίγυπτο και εγκαταστάθηκα στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας.


Η εορτή των Χριστουγέννων

Κατά τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια οι χριστιανοί συνεόρταζαν τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνεια την 6η Ιανουαρίου. Τον 4ο αιώνα, ωστόσο, η Εκκλησία διαχώρισε τις δύο εορτές και η γέννηση άρχισε να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου. 

Ο διαχωρισμός των εορτών τεκμηριώνεται και μέσα από τα έργα της αρχαιότερης περιόδου της χριστιανικής τέχνης, όπου συνήθως διαχωρίζεται η γέννηση από την προσκύνηση των μάγων. Η θέσπιση της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρας εορτασμού των Χριστουγέννων βασίστηκε στον εορτασμό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στις 25 Μαρτίου. Έτσι, με βάση τον καθορισμό της αρχής της κύησης, προέκυψε η μέρα της γέννησης, η οποία τοποθετήθηκε χρονικά μετά από εννέα μήνες.

Αρχικά, ο διαχωρισμός της εορτής των Χριστουγέννων από την αντίστοιχη των Θεοφανείων υιοθετήθηκε από τη Δύση, για να ακολουθήσει η Ανατολή. Στη Ρώμη, από το 335 μ.Χ., συνεόρταζαν τη γέννηση του Ιησού, το γάμο στην Κανά, την προσκύνηση των μάγων και τη σφαγή των νηπίων, συμφώνως με το Οπτάτο Μιλέβης. Για πρώτη φορά βρίσκουμε τη σχετική καταχώρηση σε ρωμαϊκό εορτολόγιο του 354. Από τους Ευσταθιανούς, οι οποίοι είχαν ιδιαίτερες σχέσεις με τη Ρώμη, η εορτή έγινε γνωστή στην Αντιόχεια το 376. 

Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός την κατέστησε γνωστή και στην Κωνσταντινούπολη το 379 και την ίδια εποχή ο Γρηγόριος Νύσσης την μετέφερε στην Καππαδοκία. Μετά το 380, ο Αστέριος Αμασείας την μετέφερε στον Πόντο. Το 432 ο Κύριλλος την εισήγαγε στην Αλεξάνδρεια, ενώ στα 439 εισήχθη στα Ιεροσόλυμα, όπου όμως άρχισε να εορτάζεται με λαμπρότητα μετά τον 6ο αιώνα. Από τότε η εορτή των Χριστουγέννων άρχισε να καθιερώνεται στις 25 Δεκεμβρίου σε όλη την Ανατολή, πλην της Αρμενίας, όπου εξακολουθεί να συνεορτάζονται τα Θεοφάνεια μαζί με τα Χριστούγεννα, ακολουθώντας τον τρόπο εορτασμού της πρώτης Εκκλησίας.

Ο κύριος λόγος που μετατέθηκε η εορτή των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, είχε να κάνει με την τάση της Εκκλησίας να υποκαθιστά ειδωλολατρικές εορτές με αντίστοιχες χριστιανικές. 

Τη συγκεκριμένη ημερομηνία οι παγανιστές εόρταζαν τη λατρεία του θεού Ήλιου, και με δεδομένο ότι ο Χριστός αποτελούσε το φορέα του φωτός, εύκολα προωθήθηκε η εν λόγω αντικατάσταση. Στις 25 Δεκεμβρίου οι ειδωλολάτρες εόρταζαν τα βρουμάλια, δηλαδή τη γενέθλια ημέρα του θεού Ήλιου, κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο. Άλλωστε, το ίδιο συνέβη με την ημέρα της εαρινής ισημερίας, η οποία ταυτίσθηκε με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, στις 25 Μαρτίου.


Ημερολόγιο καταστρώματος

4-5 π.Χ.

Σύνοδος πλανητών (το λαμπρό αστέρι) και θάνατος του Ηρώδη, κάτι που μας παραπέμπει στο πραγματικό έτος γέννησης του Χριστού

4ος αιώνας μ.Χ.

Διαχωρισμός της εορτής των Θεοφανείων από αυτήν των Χριστουγέννων

364

Πρώτη εμφάνιση της εορτής των Χριστουγέννων σε εορτολόγιο της Ρώμης

376

Η εορτή των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου εορτάζεται για πρώτη φορά στην Ανατολή και συγκεκριμένα στην Αντιόχεια

379

Ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός μεταφέρει την εορτή στην Κωνσταντινούπολη

380

Η εορτή μεταφέρεται και στον Πόντο

439

Εορτάζονται για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα στην Αλεξάνδρεια

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24.12.2023


ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία