Μειώθηκε κατά 23% η λιανική τιμή του φυσικού αερίου στην Ελλάδα - Κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο η τιμή του
08/03/2023 08:30
08/03/2023 08:30
Σημαντική μείωση κατά 23% σημείωσε η τιμή του φυσικού αερίου για τους οικιακούς καταναλωτές στην Αθήνα τον Φεβρουάριο σύμφωνα με την μηνιαία έρευνα HEPI (Household Energy Price Index for Europe) που εκπονείται από τις ρυθμιστικές Αρχές της Αυστρίας και της Ουγγαρίας και την εταιρία VaasaETT.
Η έρευνα που εξετάζει την εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου στις πρωτεύουσες της Ευρώπης διαπιστώνει ότι τα νοικοκυριά στην Αθήνα απολάμβαναν σημαντικά χαμηλότερους λογαριασμούς φυσικού αερίου αυτόν τον μήνα λόγω της μείωσης της χονδρικής τιμής του φυσικού αερίου και παρά την παύση της έκπτωσης που παρείχε η ΔΕΠΑ στους καταναλωτές.
Έτσι η λιανική τιμή του φυσικού αερίου για τους οικιακούς καταναλωτές συμπεριλαμβανομένων των φόρων και των τελών στην Αθήνα τον Φεβρουάριο διαμορφώθηκε σε 10,88 λεπτά/KWh, δηλαδή αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της τιμής στις 27 χώρες της ΕΕ που ήταν στα 13,11 λεπτά/KWh και από τον μέσο όρο της τιμής στο σύνολο των πρωτευουσών της Ευρώπης που ήταν στα 12,55 λεπτά/KWh.
Η υψηλότερη τιμή πληρώθηκε από τους κατοίκους της Στοκχόλμης όπου μάλιστα είναι διπλάσια από τη μέση ευρωπαϊκή τιμή και διαμορφώνεται στα 30,07 λεπτά/KWh. Γεγονός που αποδίδεται στο μικρό μέγεθος της σουηδικής αγοράς, δηλαδή μόνο 92.000 οικιακοί πελάτες φυσικού αερίου σε ολόκληρη τη Σουηδία, εκ των οποίων οι 58.000 στο απομονωμένο δίκτυο φυσικού αερίου της Στοκχόλμης.
Οι πιο σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν στην αγορά φυσικού αερίου τον Φεβρουάριο ήταν αύξηση της τιμής κατά 2% στο Δουβλίνο, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες πρωτεύουσες καταγράφηκαν είτε μείωση, είτε σταθερές τιμές. Συγκεκριμένα μείωση κατά 33% σημειώθηκε στις Βρυξέλλες, κατά 31% στην Κοπεγχάγη, κατά 23% στην Αθήνα και τη Σόφια, κατά 22% στη Ρώμη, κατά 13% στο Ταλίν, κατά 12% στη Βιέννη, κατά 7% στο Βερολίνο, κατά 4% στο Παρίσι, και κατά 2% στη Μαδρίτη και τη Ρίγα.
Σημειώνεται ότι οι τιμές του φυσικού αερίου για τους οικιακούς καταναλωτές συνέχισαν τη σημαντικά πτωτική πορεία που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο. Μάλιστα, οι Βρυξέλλες και η Κοπεγχάγη, επέστρεψαν στα επίπεδα των τελών του 2021, ενώ η Αθήνα, η Ρώμη και η Σόφια επίσης σημείωσαν σημαντικές μειώσεις στους λογαριασμούς φυσικού αερίου τους.
Επιπλέον, για την πλειοψηφία των πρωτευουσών, οι τιμές λιανικής του φυσικού αερίου παρέμειναν σταθερές.
Η γενική πτώση των τιμών οφείλεται κυρίως στη συνεχιζόμενη πτώση των τιμών χονδρικής, η οποία αποδίδεται στη σημαντική μείωση της ζήτησης που έχουν επιφέρει οι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες.
Η πτώση της ζήτησης μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως το επιτυχές αποτέλεσμα της εξοικονόμησης ενέργειας λόγω των μέτρων της ΕΕ. 'Αλλοι λόγοι για την πτώση είναι η αύξηση της προσφοράς, κυρίως με τη μορφή LNG, αλλά και τα εκτεταμένα μέτρα των κυβερνήσεων για τη στήριξη των καταναλωτών. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι παρά την πρόσφατη πτώση, οι τιμές του φυσικού αερίου εξακολουθούν να είναι υψηλότερες από αυτές πριν από την έναρξη της κρίσης. Αυτό αντικατοπτρίζει τη γενική τάση, λόγω ελλείψεων στην προσφορά, και συνεχούς αύξησης της διεθνούς ζήτησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά και στον συνεχιζόμενο φόβο για περικοπές εφοδιασμού.
Σημαντική μείωση κατά 23% σημείωσε η τιμή του φυσικού αερίου για τους οικιακούς καταναλωτές στην Αθήνα τον Φεβρουάριο σύμφωνα με την μηνιαία έρευνα HEPI (Household Energy Price Index for Europe) που εκπονείται από τις ρυθμιστικές Αρχές της Αυστρίας και της Ουγγαρίας και την εταιρία VaasaETT.
Η έρευνα που εξετάζει την εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου στις πρωτεύουσες της Ευρώπης διαπιστώνει ότι τα νοικοκυριά στην Αθήνα απολάμβαναν σημαντικά χαμηλότερους λογαριασμούς φυσικού αερίου αυτόν τον μήνα λόγω της μείωσης της χονδρικής τιμής του φυσικού αερίου και παρά την παύση της έκπτωσης που παρείχε η ΔΕΠΑ στους καταναλωτές.
Έτσι η λιανική τιμή του φυσικού αερίου για τους οικιακούς καταναλωτές συμπεριλαμβανομένων των φόρων και των τελών στην Αθήνα τον Φεβρουάριο διαμορφώθηκε σε 10,88 λεπτά/KWh, δηλαδή αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της τιμής στις 27 χώρες της ΕΕ που ήταν στα 13,11 λεπτά/KWh και από τον μέσο όρο της τιμής στο σύνολο των πρωτευουσών της Ευρώπης που ήταν στα 12,55 λεπτά/KWh.
Η υψηλότερη τιμή πληρώθηκε από τους κατοίκους της Στοκχόλμης όπου μάλιστα είναι διπλάσια από τη μέση ευρωπαϊκή τιμή και διαμορφώνεται στα 30,07 λεπτά/KWh. Γεγονός που αποδίδεται στο μικρό μέγεθος της σουηδικής αγοράς, δηλαδή μόνο 92.000 οικιακοί πελάτες φυσικού αερίου σε ολόκληρη τη Σουηδία, εκ των οποίων οι 58.000 στο απομονωμένο δίκτυο φυσικού αερίου της Στοκχόλμης.
Οι πιο σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν στην αγορά φυσικού αερίου τον Φεβρουάριο ήταν αύξηση της τιμής κατά 2% στο Δουβλίνο, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες πρωτεύουσες καταγράφηκαν είτε μείωση, είτε σταθερές τιμές. Συγκεκριμένα μείωση κατά 33% σημειώθηκε στις Βρυξέλλες, κατά 31% στην Κοπεγχάγη, κατά 23% στην Αθήνα και τη Σόφια, κατά 22% στη Ρώμη, κατά 13% στο Ταλίν, κατά 12% στη Βιέννη, κατά 7% στο Βερολίνο, κατά 4% στο Παρίσι, και κατά 2% στη Μαδρίτη και τη Ρίγα.
Σημειώνεται ότι οι τιμές του φυσικού αερίου για τους οικιακούς καταναλωτές συνέχισαν τη σημαντικά πτωτική πορεία που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο. Μάλιστα, οι Βρυξέλλες και η Κοπεγχάγη, επέστρεψαν στα επίπεδα των τελών του 2021, ενώ η Αθήνα, η Ρώμη και η Σόφια επίσης σημείωσαν σημαντικές μειώσεις στους λογαριασμούς φυσικού αερίου τους.
Επιπλέον, για την πλειοψηφία των πρωτευουσών, οι τιμές λιανικής του φυσικού αερίου παρέμειναν σταθερές.
Η γενική πτώση των τιμών οφείλεται κυρίως στη συνεχιζόμενη πτώση των τιμών χονδρικής, η οποία αποδίδεται στη σημαντική μείωση της ζήτησης που έχουν επιφέρει οι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες.
Η πτώση της ζήτησης μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως το επιτυχές αποτέλεσμα της εξοικονόμησης ενέργειας λόγω των μέτρων της ΕΕ. 'Αλλοι λόγοι για την πτώση είναι η αύξηση της προσφοράς, κυρίως με τη μορφή LNG, αλλά και τα εκτεταμένα μέτρα των κυβερνήσεων για τη στήριξη των καταναλωτών. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι παρά την πρόσφατη πτώση, οι τιμές του φυσικού αερίου εξακολουθούν να είναι υψηλότερες από αυτές πριν από την έναρξη της κρίσης. Αυτό αντικατοπτρίζει τη γενική τάση, λόγω ελλείψεων στην προσφορά, και συνεχούς αύξησης της διεθνούς ζήτησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά και στον συνεχιζόμενο φόβο για περικοπές εφοδιασμού.
ΣΧΟΛΙΑ