Ν. Δένδιας: Νέμεση στην ύβρη της Χρυσής Αυγής η απόφαση της Δικαιοσύνης
07/10/2021 11:51
07/10/2021 11:51
«Με την απόφαση του Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών στις 7 Οκτωβρίου 2020 επήλθε η Νέμεση στην Ύβρη που συνιστούσε για το Κράτος Δικαίου η Χρυσή Αυγή», τονίζει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε άρθρο του στην εφημερίδα "Τα Νέα" με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους από την καταδικαστική απόφαση για τη Χρυσή Αυγή. «Το νεοναζιστικό μόρφωμα επιχείρησε να δοκιμάσει τις αντοχές της Δημοκρατίας μας. Εισέπραξε τη δέουσα απάντηση», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας.
Όπως υπενθυμίζει, ο ίδιος τότε ως υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, κατά τη διαβίβαση των 32 δικογραφιών με αξιόποινες πράξεις μελών-υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής, από την οποία ξεκίνησε η δικαστική διερεύνηση που οδήγησε στην ιστορική απόφαση της Δικαιοσύνης, είχε υπογραμμίσει στη συνοδευτική του επιστολή προς την τότε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κυρία Ευτέρπη Κουτζαμάνη ότι «η δραστηριότητα του νεοναζιστικού μορφώματος εκτρεπόταν των ορίων μεμονωμένων περιστατικών».
«Προκαλούσε το δημόσιο αίσθημα, υπονόμευε την αυθεντία του Κράτους Δικαίου, προσέβαλλε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, έθετε σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και την εσωτερική ασφάλεια της χώρας», προσθέτει.
Όπως υπογραμμίζει ο κ. Δένδιας, «διαχρονικά, τα αρμόδια όργανα της Ελληνικής Δημοκρατίας οφείλουν να βρίσκονται σε εγρήγορση για τυχόν επανεμφάνιση του φαινομένου με άλλες μορφές».
«Φαινόμενα όπως οι επιθέσεις κατά ιδεολογικών αντιπάλων και μελών κομμάτων - των οποίων η ομόθυμη καταδίκη πέρα από πολιτικές διαφορές και απόψεις είναι επιβεβλημένη - οφείλουν να μας προβληματίσουν», ενώ υπογραμμίζει την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι βαθύτερες αιτίες του φαινομένου.
«"Θρυαλλίδα" της εμφάνισης επίδοξων διαδόχων ή μιμητών του νεοναζιστικού φαινομένου, οι οποίοι επιχειρούν να "δηλητηριάσουν" με τις αποκρουστικές ιδέες τους ακόμη και εφηβικές ψυχές, δεν είναι πλέον η πρωτοφανής οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας», αλλά «η διαδεδομένη ρητορική μίσους, η υιοθέτηση θεωριών συνομωσίας και η αίσθηση αποξένωσης μιας μερίδας πολιτών από το πολιτικό σύστημα, σε συνδυασμό με την ανασφάλεια που προκαλεί η πανδημία, που εκτρέφει παρόμοια φαινόμενα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες, ακόμη και θεωρητικά προηγμένες. Φαινόμενα τα οποία τείνουν να αξιοποιήσουν οι θιασώτες μιας απεχθούς ιδεολογίας, προκειμένου να επανεμφανισθούν στο προσκήνιο», τονίζει χαρακτηριστικά.
Και καταλήγει: «Στην κατεύθυνση αυτή, η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία οφείλει να αναζητήσει μια πειστική απάντηση. Για να μην υπάρξει άλλη δολοφονία σαν αυτή του Παύλου Φύσσα και για να μην υπάρξει άλλη εγκληματική οργάνωση με τα χαρακτηριστικά της Χρυσής Αυγής. Είναι χρέος όλων μας».
«Με την απόφαση του Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών στις 7 Οκτωβρίου 2020 επήλθε η Νέμεση στην Ύβρη που συνιστούσε για το Κράτος Δικαίου η Χρυσή Αυγή», τονίζει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε άρθρο του στην εφημερίδα "Τα Νέα" με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους από την καταδικαστική απόφαση για τη Χρυσή Αυγή. «Το νεοναζιστικό μόρφωμα επιχείρησε να δοκιμάσει τις αντοχές της Δημοκρατίας μας. Εισέπραξε τη δέουσα απάντηση», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας.
Όπως υπενθυμίζει, ο ίδιος τότε ως υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, κατά τη διαβίβαση των 32 δικογραφιών με αξιόποινες πράξεις μελών-υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής, από την οποία ξεκίνησε η δικαστική διερεύνηση που οδήγησε στην ιστορική απόφαση της Δικαιοσύνης, είχε υπογραμμίσει στη συνοδευτική του επιστολή προς την τότε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κυρία Ευτέρπη Κουτζαμάνη ότι «η δραστηριότητα του νεοναζιστικού μορφώματος εκτρεπόταν των ορίων μεμονωμένων περιστατικών».
«Προκαλούσε το δημόσιο αίσθημα, υπονόμευε την αυθεντία του Κράτους Δικαίου, προσέβαλλε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, έθετε σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και την εσωτερική ασφάλεια της χώρας», προσθέτει.
Όπως υπογραμμίζει ο κ. Δένδιας, «διαχρονικά, τα αρμόδια όργανα της Ελληνικής Δημοκρατίας οφείλουν να βρίσκονται σε εγρήγορση για τυχόν επανεμφάνιση του φαινομένου με άλλες μορφές».
«Φαινόμενα όπως οι επιθέσεις κατά ιδεολογικών αντιπάλων και μελών κομμάτων - των οποίων η ομόθυμη καταδίκη πέρα από πολιτικές διαφορές και απόψεις είναι επιβεβλημένη - οφείλουν να μας προβληματίσουν», ενώ υπογραμμίζει την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι βαθύτερες αιτίες του φαινομένου.
«"Θρυαλλίδα" της εμφάνισης επίδοξων διαδόχων ή μιμητών του νεοναζιστικού φαινομένου, οι οποίοι επιχειρούν να "δηλητηριάσουν" με τις αποκρουστικές ιδέες τους ακόμη και εφηβικές ψυχές, δεν είναι πλέον η πρωτοφανής οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας», αλλά «η διαδεδομένη ρητορική μίσους, η υιοθέτηση θεωριών συνομωσίας και η αίσθηση αποξένωσης μιας μερίδας πολιτών από το πολιτικό σύστημα, σε συνδυασμό με την ανασφάλεια που προκαλεί η πανδημία, που εκτρέφει παρόμοια φαινόμενα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες, ακόμη και θεωρητικά προηγμένες. Φαινόμενα τα οποία τείνουν να αξιοποιήσουν οι θιασώτες μιας απεχθούς ιδεολογίας, προκειμένου να επανεμφανισθούν στο προσκήνιο», τονίζει χαρακτηριστικά.
Και καταλήγει: «Στην κατεύθυνση αυτή, η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία οφείλει να αναζητήσει μια πειστική απάντηση. Για να μην υπάρξει άλλη δολοφονία σαν αυτή του Παύλου Φύσσα και για να μην υπάρξει άλλη εγκληματική οργάνωση με τα χαρακτηριστικά της Χρυσής Αυγής. Είναι χρέος όλων μας».
ΣΧΟΛΙΑ