ΑΠΟΨΕΙΣ

Το Μάτι, τα Τέμπη και η «Ώρα του Καραμανλή». Του Νίκου Ηλιάδη

Ο θυμός και η οργή για τις απόπειρες συγκάλυψης των ευθυνών μετατρέπονται σιγά σιγά σε πολιτική αποδοκιμασία

 24/03/2024 08:00

Το Μάτι, τα Τέμπη και η «Ώρα του Καραμανλή».  Του Νίκου Ηλιάδη

Νίκος Ηλιάδης

nikos-hliadis-Q3Ac6.jpg

Τα Τέμπη εξελίσσονται για τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως ακριβώς το Μάτι για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Η κοινή γνώμη, παρά το τεράστιο σοκ που βιώνει έπειτα από τέτοια ακραία γεγονότα, δείχνει να μπορεί να εσωτερικεύει σε πρώτο χρόνο, με ένα τρόπο κάπως μοιρολατρικό, ότι ναι, αυτά μπορούν να συμβούν στην ψωροκώσταινα. Εκείνο όμως που δεν μπορεί με τίποτε να συγχωρήσει είναι η εκ των υστέρων συγκάλυψη. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν πλήρωσε τόσο την επιχειρησιακή ανικανότητα στη μοιραία διαχείριση της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι· πλήρωσε τη θεατρική παράσταση που ακολούθησε, σε απευθείας μετάδοση, το ίδιο βράδυ, σε εκείνη την αλησμόνητη σύσκεψη, όταν όλοι τους παρίσταναν ότι δεν γνώριζαν για την ύπαρξη νεκρών. Πλήρωσε και όλη την μετέπειτα κάκιστη πολιτική διαχείριση της πρωτοφανούς τραγωδίας.

Αυτό συμβαίνει τώρα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι απανωτές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου, παρά τις νωπές μνήμες από τη μοιραία νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου 2023 έδειξαν ότι η κοινή γνώμη έχει δυστυχώς συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι σε αυτήν τη χώρα όλα μπορούν να συμβούν. Ότι αυτή είναι η μοίρα της και πως κανείς δεν είναι σε θέση να την αλλάξει. Κι έτσι, υπό την επίρρεια ακόμη του σοκ από τον θάνατο 57 ανθρώπων, νεαρών παιδιών στην πλειονότητά τους, παραζαλισμένη όπως ήταν θεώρησε, προσπέρασε το τραγικό συμβάν επιδοκιμάζοντας την γαλάζια κάλπη. Ίσως βοήθησε σε αυτό και η άμεση παραίτηση του Κώστα Καραμανλή την επομένη του δυστυχήματος, που λειτούργησε σαν βαλβίδα προσωρινής εκτόνωσης του θυμού και της οργής της κοινής γνώμης.

Σήμερα, όμως, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Η παρωδία της εξεταστικής επιτροπής με εμφανή την προσπάθεια της πλειοψηφίας να παρεμποδίσει τη διαλεύκανση της υπόθεσης, μαζί και με ερωτήματα σχετικά με τις συνθήκες του δυστυχήματος τα οποία, ένα χρόνο μετά, παραμένουν ακόμη αναπάντητα, επαναφέρουν τον θυμό και την οργή· και τη μεταβολίζουν σε απαίτηση να αποδοθεί επιτέλους δικαιοσύνη, να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι. Όπως, δε, δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, ο θυμός και η οργή για τις απόπειρες συγκάλυψης των ευθυνών μετατρέπονται σιγά σιγά σε πολιτική αποδοκιμασία η οποία θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα εκφραστεί και στην επικείμενη ευρωκάλπη.

Το Μέγαρο Μαξίμου, έστω και με καθυστέρηση δείχνει να συνειδητοποιεί τον κίνδυνο. Αντί όμως να αναλάβει πρωτοβουλίες προκειμένου να διευκολύνει την απόδοση δικαιοσύνης, επιχειρεί τις τελευταίες ημέρες να εκτονώσει μερικώς το θυμό και την οργή, προσφέροντας στο “θυσιαστήριο” αυτόν που μέχρι τώρα προσπαθούσε να προστατεύσει. Ο πρωθυπουργός φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι η προστασία του Καραμανλή, αλλά και κάθε άλλου πολιτικού προσώπου που θα μπορούσε να έχει εμπλοκή σε αυτήν την υπόθεση, επιφέρει σημαντική φθορά. Πλέον, το κόστος “διατήρησης” είναι πολύ υψηλότερο από το κόστος “κατεδάφισης”. Γι' αυτό και πληθαίνουν καθημερινά τα φίλια πυρά σε βάρος του πρώην υπουργού· γι' αυτό και οι φωνές περί οικειοθελούς παραίτησης από την βουλευτική ασυλία· γι' αυτό και η απουσία Μητσοτάκη από τη συζήτηση στη Βουλή σχετικά με το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής.

Το μπαλάκι είναι τώρα στο γήπεδο του Καραμανλή. Ο σερραίος πολιτικός πίστεψε ότι ο χρόνος θα λειτουργήσει υπέρ του και πως, κάποια στιγμή, ίσως καταφέρει να επανακάμψει. Πόνταρε στην επιτυχημένη καραμανλική συνταγή της διαλειμματικής πολιτικής δίαιτας. Μόνον που εκείνος δεν έχει τη στόφα του Κωνσταντίνου Καραμανλή ούτε το πολιτικό ένστικτο του εξαδέλφου του. Η επανεκλογή του αντί για ευλογία, αποδεικνύεται κατάρα. Όπως και το βαρύ επώνυμό του. Κάποτε του άνοιξε διάπλατα το δρόμο για να εισέλθει και να πρωταγωνιστήσει στον πολιτική στίβο. Σήμερα, λειτουργεί σαν αλεξικέραυνο τραβώντας πάνω του όλη την μήνυ της κοινωνίας. Ο Καραμανλής έχει πλέον δύο επιλογές: είτε να παραμείνει στη Βουλή, χωρίς όμως καμία προοπτική, καταδικασμένος να παραμένει σιωπηλός, ένας πολιτικά “ζωντανός νεκρός” είτε να παραιτηθεί και να τραβήξει άλλους δρόμους. Μια τέτοια απόφαση δεν είναι καθόλου εύκολη. Θα είναι όμως λυτρωτική· για τον ίδιο, για την κυβέρνηση, για το πολιτικό σύστημα.

nikos-hliadis-Q3Ac6.jpg

Τα Τέμπη εξελίσσονται για τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως ακριβώς το Μάτι για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Η κοινή γνώμη, παρά το τεράστιο σοκ που βιώνει έπειτα από τέτοια ακραία γεγονότα, δείχνει να μπορεί να εσωτερικεύει σε πρώτο χρόνο, με ένα τρόπο κάπως μοιρολατρικό, ότι ναι, αυτά μπορούν να συμβούν στην ψωροκώσταινα. Εκείνο όμως που δεν μπορεί με τίποτε να συγχωρήσει είναι η εκ των υστέρων συγκάλυψη. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν πλήρωσε τόσο την επιχειρησιακή ανικανότητα στη μοιραία διαχείριση της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι· πλήρωσε τη θεατρική παράσταση που ακολούθησε, σε απευθείας μετάδοση, το ίδιο βράδυ, σε εκείνη την αλησμόνητη σύσκεψη, όταν όλοι τους παρίσταναν ότι δεν γνώριζαν για την ύπαρξη νεκρών. Πλήρωσε και όλη την μετέπειτα κάκιστη πολιτική διαχείριση της πρωτοφανούς τραγωδίας.

Αυτό συμβαίνει τώρα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι απανωτές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου, παρά τις νωπές μνήμες από τη μοιραία νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου 2023 έδειξαν ότι η κοινή γνώμη έχει δυστυχώς συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι σε αυτήν τη χώρα όλα μπορούν να συμβούν. Ότι αυτή είναι η μοίρα της και πως κανείς δεν είναι σε θέση να την αλλάξει. Κι έτσι, υπό την επίρρεια ακόμη του σοκ από τον θάνατο 57 ανθρώπων, νεαρών παιδιών στην πλειονότητά τους, παραζαλισμένη όπως ήταν θεώρησε, προσπέρασε το τραγικό συμβάν επιδοκιμάζοντας την γαλάζια κάλπη. Ίσως βοήθησε σε αυτό και η άμεση παραίτηση του Κώστα Καραμανλή την επομένη του δυστυχήματος, που λειτούργησε σαν βαλβίδα προσωρινής εκτόνωσης του θυμού και της οργής της κοινής γνώμης.

Σήμερα, όμως, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Η παρωδία της εξεταστικής επιτροπής με εμφανή την προσπάθεια της πλειοψηφίας να παρεμποδίσει τη διαλεύκανση της υπόθεσης, μαζί και με ερωτήματα σχετικά με τις συνθήκες του δυστυχήματος τα οποία, ένα χρόνο μετά, παραμένουν ακόμη αναπάντητα, επαναφέρουν τον θυμό και την οργή· και τη μεταβολίζουν σε απαίτηση να αποδοθεί επιτέλους δικαιοσύνη, να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι. Όπως, δε, δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, ο θυμός και η οργή για τις απόπειρες συγκάλυψης των ευθυνών μετατρέπονται σιγά σιγά σε πολιτική αποδοκιμασία η οποία θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα εκφραστεί και στην επικείμενη ευρωκάλπη.

Το Μέγαρο Μαξίμου, έστω και με καθυστέρηση δείχνει να συνειδητοποιεί τον κίνδυνο. Αντί όμως να αναλάβει πρωτοβουλίες προκειμένου να διευκολύνει την απόδοση δικαιοσύνης, επιχειρεί τις τελευταίες ημέρες να εκτονώσει μερικώς το θυμό και την οργή, προσφέροντας στο “θυσιαστήριο” αυτόν που μέχρι τώρα προσπαθούσε να προστατεύσει. Ο πρωθυπουργός φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι η προστασία του Καραμανλή, αλλά και κάθε άλλου πολιτικού προσώπου που θα μπορούσε να έχει εμπλοκή σε αυτήν την υπόθεση, επιφέρει σημαντική φθορά. Πλέον, το κόστος “διατήρησης” είναι πολύ υψηλότερο από το κόστος “κατεδάφισης”. Γι' αυτό και πληθαίνουν καθημερινά τα φίλια πυρά σε βάρος του πρώην υπουργού· γι' αυτό και οι φωνές περί οικειοθελούς παραίτησης από την βουλευτική ασυλία· γι' αυτό και η απουσία Μητσοτάκη από τη συζήτηση στη Βουλή σχετικά με το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής.

Το μπαλάκι είναι τώρα στο γήπεδο του Καραμανλή. Ο σερραίος πολιτικός πίστεψε ότι ο χρόνος θα λειτουργήσει υπέρ του και πως, κάποια στιγμή, ίσως καταφέρει να επανακάμψει. Πόνταρε στην επιτυχημένη καραμανλική συνταγή της διαλειμματικής πολιτικής δίαιτας. Μόνον που εκείνος δεν έχει τη στόφα του Κωνσταντίνου Καραμανλή ούτε το πολιτικό ένστικτο του εξαδέλφου του. Η επανεκλογή του αντί για ευλογία, αποδεικνύεται κατάρα. Όπως και το βαρύ επώνυμό του. Κάποτε του άνοιξε διάπλατα το δρόμο για να εισέλθει και να πρωταγωνιστήσει στον πολιτική στίβο. Σήμερα, λειτουργεί σαν αλεξικέραυνο τραβώντας πάνω του όλη την μήνυ της κοινωνίας. Ο Καραμανλής έχει πλέον δύο επιλογές: είτε να παραμείνει στη Βουλή, χωρίς όμως καμία προοπτική, καταδικασμένος να παραμένει σιωπηλός, ένας πολιτικά “ζωντανός νεκρός” είτε να παραιτηθεί και να τραβήξει άλλους δρόμους. Μια τέτοια απόφαση δεν είναι καθόλου εύκολη. Θα είναι όμως λυτρωτική· για τον ίδιο, για την κυβέρνηση, για το πολιτικό σύστημα.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία