Αχιλλέας δίχως πτέρνα
Αχιλλέας: ομηρικός ήρωας, ο κεντρικότερος της Ιλιάδας, του έπους που έγραψε ο δημοφιλέστερος ανά τον κόσμο ποιητής όλων των εποχών.
Θυμάμαι πώς τον φανταζόμουν στο Δημοτικό όταν η δασκάλα μας μιλούσε για εκείνον: ο άτρωτος, ο γενναίος, ο μεγαλοπρεπής.
Όταν αργότερα μας είπε για την πτέρνα, το μόνο του ευαίσθητο σημείο, όπου ο εχθρός τελικά στόχευσε και τον μετέτρεψε από νικητή της ζωής σε… ηττημένο του θανάτου, ήταν η πρώτη φορά που κατάλαβα ότι το τέλειο είναι και ανέφικτο.
Αργότερα, αυτό ήρθε να επιβεβαιωθεί από όλες τις δυσκολίες, εσωτερικές και δευτερογενώς εξωτερικές, που έρχονται και συναντούν τον άνθρωπο ο οποίος προσπαθεί να έχει μια πορεία στον βίο του συνεπή, πρωτίστως απέναντι στον εαυτό του, ως εκ τούτου δεν αποφεύγει τις τάσεις καταβύθισης αρχικά στο ίδιο του το εγώ.
Προσφάτως, συνάντησα έναν Αχιλλέα. Όχι αθάνατο. Έναν Αχιλλέα όχι της Ιλιάδας, αλλά της καθημερινότητας και της πραγματικότητάς μας που κάνει απλά τη δουλειά του, χωρίς έπαρση, δίχως μιζέρια, με αγάπη στον συνάνθρωπο και μεράκι, αλλά κυρίως αθόρυβα.
Τρία χρόνια έψαχνα τεχνικό να επιδιορθώσει το πλυντήριο στη Χαλκιδική. Ρώτησα από δω, αναζήτησα από εκεί, βρήκα τηλέφωνα και διευθύνσεις, πήρα, παρακάλεσα, φώναξα.
Ουδείς ανταποκρίθηκε -μάλλον τους φαίνονταν πολύ… μεροδούλι-φασαρτζίδικη δουλειά, ίσως ο κλάδος να μην έχει ανάγκη τα 50 ευρώ, μπορεί να έχει συνηθίσει σε πολλά παραπάνω.
Έτσι, πηγαινοέφερνα κι εγώ τα άπλυτα και τα πλυμένα Χαλκιδική - Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη - Χαλκιδική, έχοντας κατά νου να αλλάξω κάποια στιγμή το πλυντήριο που, σημειωτέον, την πενταετία δεν την είχε ακόμη συμπληρώσει.
Ώσπου ήρθε η μάνα μου στην Ελλάδα και θυμήθηκε τον… Αχιλλέα. «Καλέ ο Αχιλλέας που μας έφτιαξε την κεραία. Αυτός θα μας σώσει!», είπε και έβαλε το χέρι αμέσως στο πληκτρολόγιο του τηλεφώνου.
Και ήρθε ο Αχιλλέας και συνέβη το μέγα καλό: Habemus πλυντήριο! Και μάλιστα με δύο - τρία μερεμέτια που έκανε. Και δεν σκεφτόμαστε πια πώς να πλύνουμε στο χέρι ή πώς να μεταφέρουμε τις μαύρες σακούλες με όλη την άπλυτη πραμάτεια μας μέσα.
Και όχι μόνο αυτό. Ένας Αχιλλέας, που αν η δουλειά είναι υπόθεση δεκάλεπτου, δεν σου παίρνει καν λεφτά, λέγοντάς σου ευθέως «σιγά, τι έκανα. Δοκίμασε αν λειτουργεί έτσι, κι αν όχι, θα έρθω ξανά».
Κι αν η δουλειά χρειάζεται περίπλοκα πράγματα δεν διστάζει να πάρει όλο τον βαρύ μηχανισμό μαζί του για να τον επιδιορθώσει απερίσπαστος στο δικό του εργαστήριο κάνοντας το καλύτερο δυνατό, χωρίς να τον πειράζει που θα ιδρώνει, θα ξεϊδρώνει και θα αγκομαχάει όταν θα ανεβάζει μόνος του το φορτίο από τις σκάλες, γιατί το σπίτι σου δεν έχει ασανσέρ.
Κι αν πας να του δώσεις πουρμπουάρ για όλα αυτά, «Όχι, προς Θεού, από δύο γυναίκες μόνες;», λέει και κοκκινίζει σπρώχνοντάς σου το χέρι.
Εγώ τον αποκαλώ πια «Αχιλλέα δίχως πτέρνα». Γιατί αυτοί είναι οι δικοί μου ήρωες.
Όσοι τις ατέλειές τους δεν τις περιφέρουν δεξιά κι αριστερά, αλλά με κάποιον δικό τους, έμφυτο(;), αξιοθαύμαστο πάντως τρόπο έχουν την χάρη να τις κάνουν δύναμη και να προχωράνε.
Και είναι, ευτυχώς, αρκετοί αυτοί. Ένας από όλους και ο παιδικός φίλος Ηλίας Β. Έτσι κι εκείνος. Έχει γράψει τη δική του Η-λιάδα, αλλά τσιμουδιά δεν βγάζει. Ούτε γι’ αυτήν, ούτε και για κάποια άλλα «έπη» των ανθρώπων που αγαπάει…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 29 Αυγούστου 2021