«Αιώνιοι» φοιτητές: Οι αιτίες και η εναλλακτική λύση. Του Νίκου Ηλιάδη
Είναι οι «αιώνιοι» φοιτητές από τα μεγαλύτερα προβλήματα που ταλανίζουν τα ελληνικά πανεπιστήμια; Η απάντηση είναι «ασφαλώς όχι». Ωστόσο, δεν παύει να παραμένει ως μία χρονίζουσα εκκρεμότητα η οποία θα πρέπει με κάποιο τρόπο να λυθεί. Η λύση σε οποιοδήποτε πρόβλημα προϋποθέτει να έχεις διακριβώσει προηγουμένως τις αιτίες που το δημιούργησαν. Ποιοί είναι, λοιπόν, οι λόγοι που σχεδόν ένας στους δύο φοιτητές των 23 ελληνικών πανεπιστημίων έχουν υπερβεί το ανώτατο διάστημα φοίτησης; Η απάντηση δεν είναι εύκολη, ωστόσο, κάποιες αιτίες είναι προφανείς. Ας προσπαθήσουμε να τις προσεγγίσουμε, όχι κατ’ ανάγκη με αξιολογική σειρά.
Μία εξήγηση είναι η οικονομική κρίση που έφερε σε πολύ δυσχερή θέση πολλές χιλιάδες οικογένειες την τελευταία δεκαπενταετία. Αυτό ανάγκασε πολλούς φοιτητές, περισσότερους απ’ ό,τι τα παλαιότερα χρόνια, να αναζητήσουν εργασία προκειμένου να καταφέρουν να σπουδάσουν. Αρκετοί, δε, εγκατέλειψαν τις σπουδές τους, προσωρινά ή και δια παντός. Κάποιοι δεν κατάφεραν να τις ολοκληρώσουν επειδή το πανεπιστήμιό τους ήταν μακριά από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους.
Έρευνα η οποία είχε εκπονηθεί στο απόγειο της κρίσης, το 2015 από το ΕΚΠΑ υπό την επιστημονική διεύθυνση του καθηγητή Κοινωνιολογίας Νίκου Παναγιωτόπουλου έδειξε ότι ένας βασικός παράγοντας για τον χρόνο ολοκλήρωσης των σπουδών είναι η κοινωνική προέλευση των φοιτητών. Συγκεκριμένα, η πλειονότητα των φοιτητών που χαρακτηρίζονται «αιώνιοι» έχουν γονείς που προέρχονται από τις μεσαίες και κατώτερες κοινωνικο-επαγγελματικές κατηγορίες.
Άλλωστε, μόνο τυχαίο δεν είναι ότι τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των μη ενεργών φοιτητών αυξάνεται στα περισσότερα πανεπιστήμια. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ΑΠΘ το οποίο το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016 είχε 27.840 «αιώνιους» φοιτητές και έχει φτάσει στους 37.561 το 2022-2023.
Μια άλλη αιτία, ίσως η σπουδαιότερη, έχει να κάνει με την οργάνωση και λειτουργία της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη χώρα μας. Ο τρόπος εισαγωγής στα ΑΕΙ οδηγεί χιλιάδες φοιτητές σε Τμήματα που δεν είναι της πρώτης επιλογής τους. Πολλά απ' αυτά τα παιδιά στην πορεία απογοητεύονται και εγκαταλείπουν τις σπουδές τους.
Αρκετά προγράμματα σπουδών είναι πλέον τελείως ανεπίκαιρα, χωρίς καμία διασύνδεση με τις ανάγκες της αγοράς με αποτέλεσμα να δίνουν πτυχία δίχως κανένα επαγγελματικό αντίκρισμα. Προφανώς δεν είναι συμπτωματικό ότι κυρίως σε αυτά τα Τμήματα καταγράφεται ο μεγαλύτερος αριθμός «λιμναζόντων» φοιτητών.
Αλλά και το ίδιο το ακαδημαϊκό περιβάλλον δεν βοηθά τους φοιτητές να αγαπήσουν το πανεπιστήμιο και τις σπουδές τους. Οι καθηγητές είναι απόμακροι, σχεδόν απρόσιτοι, το περιβάλλον αποστειρωμένο, δίχως κοινωνική ζωή, δίχως ζωντάνια με αποτέλεσμα οι φοιτητές να αισθάνονται αποξενωμένοι, περιοριζόμενοι σε απλή διεκπεραίωση των υποχρεώσεών τους.
Επηρεάζει τη λειτουργία των ΑΕΙ η στρατιά των «αιωνίων» φοιτητών;
Η επιβάρυνση στη διοικητική και εκπαιδευτική λειτουργία τους είναι ελάχιστη. Οι «αιώνιοι» δεν απολαμβάνουν κανένα προνόμιο (συγγράμματα, σίτιση, στέγαση κ.λπ.), εμφανίζονται αραιά και που, κάποιοι απ’ αυτούς, για να δώσουν κανένα μάθημα. Πρόκειται ουσιαστικά για «φαντάσματα». Ωστόσο, ο αριθμός των εγγεγραμμένων φοιτητών (ενεργών και μη) είναι μέρος του αλγορίθμου με βάση τον οποίο κατανέμεται η κρατική χρηματοδότηση η οποία, συνεπώς, δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες εκάστου πανεπιστημίου και συχνά λειτουργεί σε βάρος κάποιου άλλου.
Επίσης, το σύνολο του φοιτητικού δυναμικού αφήνει το αποτύπωμά του και στις διεθνείς αξιολογήσεις των πανεπιστημίων (σχέση διδασκόντων-διδασκομένων κ.ο.κ.). Παράλληλα, δημιουργεί στρεβλώσεις όσον αφορά τα προγράμματα σπουδών, ορισμένα από τα οποία διατηρούνται εν ζωή χάρη στους «αιώνιους» φοιτητές, αλλά και ως προς τις πραγματικές ανάγκες και την κατανομή των μελών ΔΕΠ. Άλλωστε, σε κανένα πανεπιστήμιο, πουθενά στον κόσμο, δεν υπάρχουν «αιώνιοι» φοιτητές. Συνεπώς, είναι αυτονόητο ότι τα πανεπιστήμια θα πρέπει, με κάποιο τρόπο, να προχωρήσουν στην εκκαθάριση των μητρώων τους ώστε να αποτυπώνεται η πραγματική δυναμική τους και οι πραγματικές ανάγκες τους.
Όμως, με ποιον τρόπο θα πρέπει να γίνει αυτή η εκκαθάριση;
Με βάση τον «νόμο Κεραμέως» (4957/2022) όσοι συμπληρώσουν περισσότερα από έξι χρόνια σπουδών (σε τετραετή προγράμματα) ή οκτώ και εννέα (σε πενταετή και εξαετή αντιστοίχως), αυτομάτως θα διαγράφονται. Παρέχεται βεβαίως η δυνατότητα διευκολύνσεων για παιδιά που εργάζονται (τουλάχιστον 20 ώρες την εβδομάδα), που αντιμετωπίζουν, τα ίδια ή στενά συγγενικά τους πρόσωπα, σοβαρό πρόβλημα υγείας, που είναι επαγγελματίες αθλητές κ.ο.κ. Όπως δίνεται και η δυνατότητα προσωρινής διακοπής των σπουδών ή μερικής φοίτησης (για διάστημα έως δύο χρόνια).
Ωστόσο, η εκκαθάριση των μητρώων μπορεί να γίνει και με άλλους τρόπους, πέρα από τον γενικό και οριζόντιο που προβλέπει ο «νόμος Κεραμέως». Μία πρώτη, αυτονόητη κίνηση, είναι να διαγραφούν όσοι έχουν εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο και δεν είναι λίγοι. Πέραν αυτού, αντί της αυτόματης διαγραφής θα μπορούσε το κάθε πανεπιστήμιο να αποστείλει επιστολή προς τους μη ενεργούς φοιτητές με την οποία να τους καλεί να επανεγγραφούν στη σχολή τους και εάν δεν το κάνουν, τότε θα διαγραφούν. Με τον τρόπο αυτό θα απαλλαγούν τα πανεπιστήμια απ’ όσους «αιώνιους» δεν ενδιαφέρονται, οριστικά και αμετάκλητα, να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Για όσους, δε, αφυπνιστούν και επανακάμψουν, η διαδικασία αυτή μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο, έναντι ενός συμβολικού τιμήματος. Ο εναλλακτικός αυτός τρόπος βοηθά τα πανεπιστήμια να έχουν, επιτέλους, πραγματική εικόνα για τον αριθμό των ενεργών φοιτητών τους. Συγχρόνως, δίνει και μια δεύτερη ευκαιρία σε όσους, για διάφορους λόγους, έχουν καθυστερήσει να πάρουν το πτυχίο τους, αλλά έχουν ακόμη ζωντανή μέσα τους τη φλόγα, να το καταφέρουν.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 03.11.2024