Ο πλανήτης των βιβλίων
Τα βιβλία είναι όπως οι άνθρωποι. Περίεργο να τα βλέπεις εκτός του φυσικού τους χώρου. Ποιος είναι ο φυσικός τους χώρος; Τα βιβλιοπωλεία, οι βιβλιοθήκες, τα γραφεία και τα κομοδίνα μας, τα χέρια μας να τα κρατούν και να τα ξεψαχνίζουν. Μου φάνηκε αταίριαστο έτσι, όπως τα είδα παρατεταγμένα σε προθήκες , ευρηματικούς πάγκους και περίτεχνα ράφια, ειδικά φτιαγμένα για την περίσταση. Έμοιαζε με καλλιστεία -και αν το καλοσκεφθείς, είναι.
Η διάσημη Βuchmesse, η έκθεση της Φρανκφούρτης , αν την επισκέπτεσαι πρώτη φορά, σε γραπώνει, σε καθηλώνει. Περιδιαβαίνοντας από περίπτερο σε περίπτερο, κρατικά και εκδόσεων, πίεζα τον εαυτό μου να μην θυμάται ότι ήμουν σε Οίκο Εμπορίου. Προτίμησα την ρομαντική εκδοχή της παράταξης ιδεών, πνευματικού κόπου, ταλέντου, πολιτισμών και κουλτούρας.
Και ήταν. Ο πλανήτης γη με τη μορφή βιβλίων και παντού το ωραίο σύνθημα “Είμαστε στην ίδια σελίδα”. Η αποδοχή του Άλλου, το αιώνιο ζήτημα, υπό το πρίσμα όμως της παρόξυνσης που παρουσιάζει στον καιρό μας.
Ναι, είναι γιγαντιαία βιομηχανία η βιβλιοπαραγωγή, αλλά αυτές οι απειράριθμες λέξεις η μία δίπλα στην άλλη άνοιξαν μυαλά και ορίζοντες, περισσότερο φώτισαν και λιγότερο συσκότισαν, γι’ αυτό άλλωστε τα αυταρχικά καθεστώτα, οι δικτάτορες και δημοκράτορες φυλακίζουν και εξοντώνουν τις πένες, τις απεχθάνονται και τις φοβούνται. Η Buchmesse είναι πράγματι παζάρι, τόπος οικονομικών συμφωνιών, αγορά πολύβουη και κερδολάγνα. Αλλά είναι και τόπος ανάδειξης όσων δημιουργεί η ανθρώπινη διάνοια, παλαίστρα όπου συναγωνίζεται το ανθρώπινο πνεύμα, πολύχρωμο, πολύθρησκο και άθρησκο, πολύγλωσσο.
Και όμως αυτή η πυρηνική δύναμη -το βιβλίο- δεν μπορεί να ανασχέσει το πρόβλημα της δυστοπικής εποχής μας: την εχθροπάθεια για τον Άλλο, τον μη “δικό” μας, την ανάδυση του ανορθολογισμού, την κατάλυση γραπτών και άγραφων κανόνων στο όνομα του “λαού”, την πολεμική εναντίον όσων υπερασπίζονται την ιδέα ότι είμαστε όλοι στην ίδια σελίδα. Η Φρανκφούρτη μου φάνηκε προς στιγμή σαν μπούνκερ όπου φυλάγονταν κομμάτια της συλλογικής μνήμης, και όλο περίμενα από καμιά γωνιά τον Γκάι Μόνταγκ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ"