Θεραπεύονται αλλά σπανίως…
Όσοι έφαγαν με το κουτάλι τα αριστερά παραμύθια, φυσικό είναι να πέφτουν από τα σύννεφα ακούγοντας τον βουλευτή Μανιό να αποκαλεί «Ιμπραήμ» τον πρωθυπουργό και να καλεί «καραβανάδες και πολιτικούς να ανατρέψουν το καθεστώς που μας κυβερνά από το 1824». Μα ο Μανιός υπήρξε αντιστασιακός! Κανονικός αντιστασιακός, όχι από εκείνους που πέρασαν δυο βράδια στην Ασφάλεια και τα εξαργύρωσαν με αργομισθίες στο Δημόσιο ή καριέρες στην πολιτική. Ζητά στρατιωτικό πραξικόπημα ένας αντιστασιακός; Για την δική τους προστασία, ας είναι στο εξής λίγο πιο υποψιασμένοι. Μια χαρά ζητά στρατιωτικό πραξικόπημα ένας αντιστασιακός. Απλώς, το πραξικόπημα να το κάνουν οι δικοί του «καραβανάδες». Βλέπετε, η αντίσταση σε μια δικτατορία σε καθιστά αντιστασιακό αλλά δεν σε καθιστά απαραιτήτως και υπερασπιστή της δημοκρατίας. Άλλη μια φορά που η στοιχειώδης λογική εξορίστηκε από τον δημόσιο διάλογο.
Για να συνεχίσουμε με τα παραμύθια. Την Δημοκρατία κατά την Επταετία 1967-74 υπερασπίσθηκαν ο Παναγούλης, ο Μανδηλαράς, ο Μουστακλής, ο Καράγιωργας και όσοι αγωνίσθηκαν ώστε να επανέλθουν στην χώρα οι δημοκρατικοί θεσμοί. Κεντρώοι οι περισσότεροι ως προς την πολιτική καταγωγή και εμβληματικές μορφές της Αντίστασης. Δεν την υπερασπίσθηκαν εκείνοι που ονειρεύονταν να αλλάξουν τον Παττακό με τον Κολιγιάννη. Εκείνοι μπορεί να βίωσαν μια οδυνηρή προσωπική περιπέτεια -όσοι πράγματι βασανίστηκαν, όχι όσοι ξεφύτρωσαν μετά την πτώση της Δικτατορίας- αλλά με την Δημοκρατία δεν είχαν συμπάθειες. Οι περισσότεροι ήταν υμνητές του Στάλιν, του Κάστρο, του Μάο, του Τσαουσέσκου και περιφρονούσαν την κοινοβουλευτική δημοκρατία την οποία χαρακτήριζαν «δυτικού τύπου».
Ε, λοιπόν, όταν έχεις υπάρξει θαυμαστής του Μπέρια δεν μπορεί! Όση αποτοξίνωση και εάν κάνεις, όλο και κάποιο κουσούρι θα σου μείνει. Και με την πρώτη περίεργη συγκυρία, κινδυνεύεις θα ξανακυλήσεις. Κινεζόφιλοι στα νιάτα τους, Σοβιετόφιλοι, Αλβανόφιλοι, «Κούτβηδες», πιονέροι σε μπριγάδες ζαχαροκάλαμου στη Νικαράγουα, χρειάστηκαν δεκαετίες για να μετακινηθούν προς το χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας. Τους είδαμε συνομιλητές του Σημίτη στον «Όμιλο Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας» και δεν πιστεύαμε στα μάτια μας. «Λες να έγινε θαύμα;» αναρωτιόμασταν. Θεραπεύονται τέτοιες αρρώστιες; Ναι αλλά όχι πάντα! Μόλις διαμορφώθηκαν προϋποθέσεις για την Πρώτη Φορά Αριστερά, τα παλιά κουσούρια ζωντάνεψαν και άνθρωποι που νομίζαμε πλέον για κανονικούς μπήκαν στη σειρά για να φιλήσουν το χέρι του Τσίπρα. Από τον Σημίτη στον Τσίπρα δεν είναι ακριβώς υποτροπή. Είναι υποτροπή με βαριά επιδείνωση. Και τέλος πάντων, εάν το «επαναστατικό υποκείμενο» ήταν το προλεταριάτο που είχε προαναγγείλει ο Μαρξ, θα υπήρχε μια κατανόηση. Εκείνες οι καταραμένες νεανικές φαντασιώσεις… Αλλά ήταν οι «Αγανακτισμένοι». Δηλαδή, πρόωροι συνταξιούχοι του Δημοσίου, χρυσοπληρωμένοι των ΔΕΚΟ που φοβήθηκαν ότι θα τους έβαζαν να δουλέψουν, πιστολέρο καταναλωτικών δανείων και πολλή σαβούρα από το ΠΑΣΟΚ και την πουτινόδουλη Δεξιά. Μια γκροτέσκα κατάσταση που αποδείχθηκε αρκετή για να τους μαζέψει πάλι στο μαντρί.
Και έτσι, με πολλούς «αντιστασιακούς», περισσότερους «κοινωνικούς αγωνιστές» και ακόμη περισσότερους που είδαν φως και μπήκαν, με τον Μανιό, τον Πολάκη, τον Σπίρτζη, την Χρυσοβελώνη, τον Παπαγγελόπουλο και με ό,τι αυτοί εκφράζουν, προέκυψε ο ΣΥΡΙΖΑ. Μια διαρκής υπόμνηση ότι η «Αριστερά της Δημοκρατίας και της Ευαισθησίας» με οποία υπέστησαν πλύση εγκεφάλου τέσσερις μεταπολεμικές γενιές, έχει τόση σχέση με την Δημοκρατία και την Ευαισθησία, όση η «Völkischer Beobachter» με την αλήθεια.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23.24.04.2022