Ασ’ τα αυτά, βλέπεις και ‘συ...
Πριν περάσουμε στα ευτράπελα της δικής μας τηλεόρασης ας δούμε και λίγο πιο έξω: Η Reality TV ήταν ένας τους λίγους κερδισμένους τον καιρό της πανδημίας, διάβαζα στις αρχές του καλοκαιριού σε βρετανικές ιστοσελίδες. Το Master chef έφτασε στο ρεκόρ των 7,9 εκατομμυρίων τηλεθεατών ενώ και το Britain’s Got Talent χτύπησε τα μεγαλύτερα ποσοστά από το 2017 με 8,2 εκατομμύρια.
Πάμε λοιπόν στο Big Brother και στο γιατί τα τηλεοπτικά ριάλιτι δεν αισθάνθηκαν ποτέ πιο κοντά στον τηλεθεατή από όσο τον καιρό του εγκλεισμού μας. Οι εκπομπές αυτές κατάφεραν να αντανακλούν τη νέα μας ζωή έγραφαν οι κριτικοί προγραμμάτων τηλεόρασης
To Big Brother , σύμφωνα με κορυφαίους κοινωνιολόγους και επικοινωνιολόγους από όλο τον κόσμο, ήταν ούτως ή άλλως ένα κοινωνικό πείραμα το οποίο παρά τη γενική κατακραυγή όχι μόνο αντέχει αλλά επιτυγχάνει κι από πάνω, τους στόχους των εμπνευστών αλλά και των παραγωγών του σε κάθε γωνιά της γης.
Είναι ο διαθλαστικός καθρέφτης μέσα στον οποίο μια κοινωνία βλέπει τον εαυτό της. Είναι ένα πρόγραμμα «μεταξύ κατεργαρέων» που αποκάλυψε τον αγριάνθρωπο που κρύβουμε μέσα μας.
Αν οι παίκτες είναι «βλάκες» ή κυνικοί «ζήτουλες της δημοσιότητας» (άλλος για να εκλεγεί δήμαρχος, άλλος για να κάνει καριέρα στο τραγούδι, άλλη για να γίνει μοντέλα, άλλος για να βρει δουλειά ως «επώνυμος» κ.λπ.), αν το κανάλι είναι «ανάλγητο» με μία κακόγουστη και κυρίως χαμηλού κόστους φτηνή παραγωγή, τότε οι τηλεθεατές μυριάδες τηλεθεατές τι είναι;
«Είμαστε άρρωστοι» έγραψε φίλος στο Facebook, «διότι αν και μετά την αθλιότητα του παίκτη να προαναγγείλει βιασμούς, το ποσοστό τηλεθέασης παρέμεινε στο ανήκουστα υψηλό ποσοστό 24% και στο δυναμικό κοινό στο 23,1% γιατί να τρέφουμε ψευδαισθήσεις;».
Η σαχλή, συγκαλυμμένα και εμμέσως ρατσιστική και σεξιστική ψευτοεμπορική τηλεόραση είχε αρχίσει τα τελευταία χρόνια να χάνει από την πελατεία της τους νέους, τους πιο μορφωμένους, τους σκληρά εργαζόμενους. Με το διαδίκτυο, τις εφημερίδες, τα ραδιόφωνα, τα πολλά και ποιοτικά σάιτ, μια χαρά ενημερωμένος είσαι (προσέξτε: μιλάω για την τηλεόραση που σαφώς περιέγραψα με σαφήνεια πιο πάνω και όχι για τα λίγα ποιοτικά κανάλια με αξιοπρεπείς εκπομπές ενημέρωσης, ψυχαγωγίας, λόγου και τέχνης).
Μετά ήρθε ο κορονοϊός. Η ανάγκη για άμεση ενημέρωση, η πολύωρη καραντίνα, η επίσημη ενημέρωση για την πανδημία live, οδήγησαν πολλούς ξανά στη μικρή οθόνη. Πρόσκαιρα; Θα δείξει.
Το θέμα είναι πως αυτή η συγκυρία έδωσε δικαίωμα στους γνωστούς... δημιουργούς τηλεοπτικών προγραμμάτων ιδιωτικών καναλιών, να κάνουν αυτό που ξέρουν καλά εδώ και δεκαετίες: σεξ, ξεκατίνιασμα, κουτσομπολιό, κλειδαρότρυπα ,σε χαζοκουβεντα να βρισκόμαστε... Και να το πάλι το Big brother.
Οργή τις τελευταίες στα κόμματα, στα ΜΜΕ, στο διαδίκτυο, μετά από ένα σιχαμερό σχόλιο που ακούστηκε κατά τη διάρκεια συζήτησης «παικτών» του Big Brother,
όπου ένας παίκτης ακούστηκε την περασμένη εβδομάδα να λέει σε άλλους δύο συμπαίκτες του «με τις γκόμενες πάω με μία κάθε μέρα για να αδειάζει το ‘πακέτο’, αλλιώς έχει βιασμό»!
Το πόσο αναχρονιστική και θλιβερή είναι η κουλτούρα του παιχνιδιού αυτού αποδεικνύεται από το γεγονός ότι κανένας από τους συνομιλητές δεν φαίνεται να ενοχλήθηκε από το χυδαίο σχόλιο το συμπαίκτη τους, όπως και από τα ανύπαρκτα αντανακλαστικά των υπευθύνων της παραγωγής.
Σαν άνθρωπος με χρόνια στο πρόγραμμα της δημόσιας τηλεόρασης και έχοντας δημιουργήσει εκπομπές ενημέρωσης και ψυχαγωγίας οφείλω να μη μασάω τα λόγια μου.
Η α-φασία αυτή επηρεάζει αρνητικά τον ανταγωνισμό και φέρνει τα χειρότερα… Το βλέπω στα τρέιλερ, στο… σταρ σύστεμ και άλλων εκπομπών και στο παράπλευρο κύκλωμα του κουτσομπολιού που αναπαράγει και συζητά τις βλακείες που ακούγονται στις εκπομπές αλλά και τις σαχλαμάρες της ιδιωτικής ζωής των «πρωταγωνιστών». Ένα παράλληλο σύμπαν είναι όλο αυτό, που κάνει τους κανονικούς ανθρώπους να αισθάνονται... εκτός του κλίματος αν δεν μπουν στο κόλπο. Συνεχώς οι κουτσομπόληδες της σκουπιδοτηλεόρασης εφευρίσκουν «σελέμπριτις» τις οποίες αν δεν ξέρεις είσαι γέρος, ντεμοντέ και «άκυρος» (νέος όρος της νεολαίας αυτός).
Έχω την εντύπωση πως οι πονηροί παραγωγοί των ριάλιτι επιθυμούν κάθε τρεις και τόσο μία φραστική πρόκληση που δεν είναι πολιτικά ορθή, μία «σοκαριστική συζήτηση», μία στιγμή «ημίγυμνης» οικειότητας και θωπειών που «υπόσχονται» γαργαλιστική συνέχεια.
Αυτά ξεσηκώνουν θύελλα διαμαρτυριών, το ενδιαφέρον και η περιέργεια όμως του κοινού μεγαλώνει. Πολλοί σκανδαλισμένοι μπαίνουν και βλέπουν «τι γίνεται εκεί» και η διαφημιστική πίτα μεγαλώνει αφού προηγουμένως έχει ανεβεί η τηλεθέαση.
Ο ηλίθιος (σεξιστής, ρατσιστής, άξεστος, αγροίκος, ο πήξε ο δείξε ) αποπέμπεται και δια του κολασμού η κοινωνία νιώθει αποενοχοποιημενη και έτοιμη να ξαναδεί «τα παιδιά στο σπίτι». Και το έπος της κλειδαρότρυπας συνεχίζεται...
Το θέμα λοιπόν, δεν είναι το τι επιλέγει να προβάλει το κάθε τηλεοπτικό κανάλι. Δυστυχώς, το θέμα είναι πόσοι το βλέπουν. Γιατί αν δεν το έβλεπαν, δεν θα είχε τηλεθέαση και θα σταματούσε.
Εδώ ανοίγει μια συζήτηση -ή μάλλον συνεχίζεται εδώ και είκοσι χρόνια- γεμάτη υποκρισία και ψεύτικα μεγάλα λόγια.
-Γιατί το βλέπεις αφού το καταγγέλλεις;
-Θέλω να ξέρω τι γίνεται αφού όλοι γι’ αυτό μιλάνε.
-Πως γίνεται να μην το βλέπεις αλλά να γνωρίζεις κάθε λεπτομέρεια από αυτά που συμβαίνουν εκεί;
-Μου τα είπαν φίλοι.
-Άστα αυτά, βλέπεις κι εσύ...
Η ανοχή «στο πρόσωπο του τέρατος» και υποκρισία είναι το Βατερλό της κοινωνίας. Και όσο η προσωπική ευθύνη (έννοια της εποχής) είναι ανύπαρκτη και ο τηλεθεατής παραμένει σε ένα ιδιότυπο απυρόβλητο, αδίκως συζητάμε. Αλλά αυτά δεν γίνονται με απαγορεύσεις και μέτρα. Πολλοί σοβαροί άνθρωποι έχουν τηλεόραση στο σπίτι, έχουν απορρίψει τα σκουπίδια και βλέπουν αυτά που θέλουν. Χωρίς υποκρισίες...
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12-13 Σεπτεμβρίου 2020