ΔΕΘ: Ευκαιρία για ανασυγκρότηση
Αν δεν κοιτάξουμε κατάματα την αλήθεια, δεν θα μπορέσουμε να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα. Αν δεν τολμήσουν αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις, μία ζωή θα κινούμαστε μέσα στο τέλμα.
Απλώς, κάποιοι θα βολεύονται στους ρόλους τους, που όμως δεν προσφέρουν τίποτα.
Τα γράφω αυτά γιατί σήμερα είναι η ευκαιρία να επανεκτιμήσουμε την πορεία των τελευταίων τριάντα ετών της ΔΕΘ. Μια πορεία με εντελώς αρνητικό πρόσημο.
Τι βλέπαμε όλα αυτά τα χρόνια; Στρατιές κρατικοδίαιτων συνδικαλιστών να διαδηλώνουν την ημέρα των εγκαινίων. Μία πόλη ταλαιπωρημένη από τα επεισόδια και τα χημικά.
Αντί να γιορτάζουμε, μετρούσαμε τις ζημίες το βράδυ των εγκαινίων.
Αλλά και το εκθεσιακό περιεχόμενο της ΔΕΘ, χρόνο με τον χρόνο, απαξιωνόταν. Επί τριάντα χρόνια βλέπουμε ελάχιστα περίπτερα του ιδιωτικού τομέα, υποβαθμισμένες διεθνείς συμμετοχές και τελικά αυτό που κυριαρχούσε ήταν ο ελληνικός δημόσιος τομέας.
Πολύ φασαρία για το τίποτα.
Βέβαια, υπάρχουν οι κλαδικές εκθέσεις κι έτσι διαχέεται η δραστηριότητα που πριν ήταν συγκεντρωμένη στο δεκαπενθήμερο της ΔΕΘ.
Γι’ αυτό υποστηρίζω πως θα πρέπει να ξαναδούμε, εκ θεμελίων, τον χαρακτήρα της. Να την ξαναζωντανέψουμε πάνω σε εντελώς διαφορετική βάση.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει και το σχέδιο της ανάπλασης του χώρου.
Η πολιτική τάξη της Ελλάδας και οι τοπικοί άρχοντες εκτίμησαν πως η ΔΕΘ θα πρέπει να παραμείνει στο κέντρο της πόλης. Να μην αποκοπεί από τον αστικό ιστό. Μία άποψη που βασίζεται σε σοβαρά επιχειρήματα, αλλά, εκ των πραγμάτων, θέτει όρια στην ανάπτυξη του θεσμού. Στα ασφυκτικά πλαίσια του συγκεκριμένου χώρου να μην περιμένουμε πολλά πράγματα.
Και πάλι όμως προέκυψαν τα γνωστά προβλήματα που ταλαιπωρούν για δεκαετίες την πόλη μας.
Κάποιοι συγχέουν το δικαίωμα να εκφέρουν την άποψη τους, με την απαίτηση να την επιβάλουν. Πιστεύουν η αισθητική τους υπερέχει και πρέπει να γίνει σεβαστή. Δεν αντιλαμβάνονται πως η γνώμη τους είναι συμβουλευτική και τις αποφάσεις τις λαμβάνουν τελικά οι εκλεγμένες ηγεσίες.
Όπλο όλων αυτών είναι οι προσφυγές που τελικά καθυστερούν, μέχρι ματαιώσεως, τα έργα.
Τους βλέπουμε τώρα να αντιδρούν στην ανάπλαση της ΔΕΘ. Τελικά, με την συμπεριφορά τους καταδικάζουν την πόλη στην μιζέρια και τη στασιμότητα.
Φέτος, ως γνωστόν, λόγω της πανδημίας δεν θα πραγματοποιηθεί η ΔΕΘ. Ευκαιρία λοιπόν στις ελίτ της Θεσσαλονίκης -αν υπάρχουν- να επανεξετάσουν το ρόλο αυτού του θεσμού. Να ξαναδούν πώς μέσα στη ψηφιακή εποχή, θα δώσουν την αίγλη στην ΔΕΘ που είχε σε άλλες εποχές.
Στην δεκαετία του ‘50, του ‘60 και του ‘70, τότε που η Εθνική Οικονομία αναπτυσσόταν αλματωδώς και οι διεθνείς συμμετοχές ήταν υψηλού επιπέδου.
Οι καιροί άλλαξαν, αλλά η ΔΕΘ δεν παρακολούθησε τις εξελίξεις και είχε μία φθίνουσα πορεία. Κατάντησε τελικά ο χώρος όπου διαδήλωνε ο κάθε πικραμένος.
Σήμερα, μακριά από τις μεμψίμοιρες συμπεριφορές των «γνωστών κύκλων», μέσα από την ανάπλαση του χώρου, ας δώσουμε μία νέα πνοή στη ΔΕΘ. Ας αναβαθμίσουμε, σε τελική ανάλυση, την ίδια την πόλη μας.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 15-16 Αυγούστου 2020