Εισφορές Σε Είδος
Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ. Είχαμε την ευκαιρία να προσεγγίσουμε την αναμφισβήτητη σημασία του για την ύπαρξη, επιβίωση και ανάπτυξη της ΑΕ. Ασχοληθήκαμε, μεταξύ άλλων, και με τη δυνητική σύνθεσή του. Αναφερθήκαμε, στο πλαίσιο της τελευταίας, στο είδος των εισφορών (:χρηματικές και σε είδος) που είναι δυνατό να συναπαρτίζουν το μετοχικό κεφάλαιο. Οι τελευταίες (:εισφορές σε είδος), λόγω της σημασίας και των ιδιαιτεροτήτων της, είναι που θα μας απασχολήσουν στο παρόν.
Έννοια Και Περιεχόμενο
Η έννοια των εισφορών σε είδος προκύπτει από τον ίδιο το νόμο (:άρθρο 17 ν. 4548/2018). Ο προσδιορισμός τους μάλιστα γίνεται (§1) με τρόπο αρνητικό: Πρόκειται για τις εισφορές εκείνες «…που δεν είναι σε χρήμα». Περαιτέρω μάλιστα προσδιορίζεται (§2), ότι «οι εισφορές σε είδος αποτελούνται μόνο από στοιχεία ενεργητικού, τα οποία μπορούν να τύχουν χρηματικής αποτίμησης» (ατυχώς, βεβαίως, καθώς κάθε στοιχείο του ενεργητικού, ανεξαίρετα, μπορεί να τύχει χρηματικής αποτίμησης, ακριβέστερα: «επιμέτρησης», κατά τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα-κεφ. 5, ν. 4308/2014).
Το πλαίσιο, ωστόσο, της αποτίμησης άλλοτε είναι διαυγέστερο και συγκεκριμένο κι άλλοτε περισσότερο θολό και συζητήσιμο. Τις ασάφειες και σημαντικές αποκλίσεις είναι που θέλησε να περιορίσει ο νομοθέτης. Εξαίρεσε, κατά τούτο, από τις εισφορές σε είδος, ρητά, τις απαιτήσεις εκείνες που είναι αβέβαιες ως προς την εκπλήρωσή τους: απαιτήσεις, οι οποίες ενδέχεται, αυθαίρετα, να υπερεκτιμηθούν.
Δεν είναι δυνατό, επίσης, να αποτελέσουν εισφορές σε είδος (§2), «…απαιτήσεις που προκύπτουν από ανάληψη υποχρέωσης εκτέλεσης εργασιών ή παροχής υπηρεσιών». Η πρόβλεψη αυτή διαφέρει από τα ισχύοντα στην ΙΚΕ.
Παραδείγματα εισφορών σε είδος συνιστούν, μεταξύ άλλων, η μεταβίβαση κατά κυριότητα ή η παραχώρηση χρήσης κινητών ή ακινήτων, η μεταβίβαση δικαιωμάτων, λ.χ. βιομηχανικής ιδιοκτησίας (: σήμα, ευρεσιτεχνία), επιχείρησης ή κλάδου της, απαιτήσεων και αξιογράφων.
Τα Προσδιοριστικά Στοιχεία Της Εισφοράς Σε Είδος
Η εισφορά σε είδος στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ προϋποθέτει (άρθρο 17 §1) την αναφορά συγκεκριμένων στοιχείων˙ συγκεκριμένα: (α) του είδους της εισφοράς, (β) εκείνου που αναλαμβάνει την υποχρέωση να την καταβάλει και (γ) του ποσού του κεφαλαίου στο οποίο αντιστοιχεί η συγκεκριμένη εισφορά. Οι συγκεκριμένες αναφορές λαμβάνουν χώρα στο καταστατικό (:εφόσον πρόκειται για καταβολή του αρχικού κεφαλαίου της ΑΕ) ή, κατά περίπτωση, στην απόφαση του αρμόδιου εταιρικού οργάνου, ΓΣ ή ΔΣ, (:όταν πρόκειται για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου):
Η Υποχρέωση Αποτίμησης
Προϋπόθεση έγκυρης καταβολής των εισφορών σε είδος είναι η αποτίμησή τους, η «επίσημη», δηλ., διακρίβωση της αξίας τους. Η συγκεκριμένη διακρίβωση λαμβάνει χώρα κατά τη διενέργεια της εισφοράς (κατά τη σύσταση της ΑΕ ή, κατά περίπτωση, την αύξηση του κεφαλαίου της).
Ο εκτιμητικός έλεγχος των εισφορών σε είδος αποσκοπεί στην αποφυγή του κινδύνου υπερτίμησης των εισφορών αυτών και δημιουργίας, κατά το υπερβάλλον, ενός πλασματικού μετοχικού κεφαλαίου.
Αρμόδια Πρόσωπα
Η έκθεση αποτίμησης συντάσσεται «…από δύο ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή ελεγκτική εταιρεία ή, κατά περίπτωση, από δύο ανεξάρτητους πιστοποιημένους εκτιμητές» (άρθρο 17 §3). Τα συγκεκριμένα πρόσωπα είναι δυνατό να αξιοποιήσουν τις υπηρεσίες ειδικών εκτιμητών, ημεδαπών ή αλλοδαπών, για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις ή διεθνή εμπειρία.
Αποφυγή Σύγκρουσης Συμφερόντων & Διασφάλιση Ανεξαρτησίας
Ο νομοθέτης θέλησε, εύλογα, να διασφαλίσει την αξιοπιστία της αποτίμησης των εισφορών σε είδος. Επιδιώκει, συγκεκριμένα, την αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων των προσώπων που προβαίνουν στην εκτίμηση. Επίσης, τη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας και αμεροληψίας τους. Προσδιορίζει, κατά τούτο, πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις (άρθρο 17 §4), οι οποίες, εφόσον συντρέχουν, δημιουργούν κωλύματα στα προαναφερθέντα πρόσωπα για την εμπλοκή τους στη διαδικασία της αποτίμησης
Περιεχόμενο Έκθεσης Αποτίμησης
Η Έκθεση Αποτίμησης θα πρέπει, κατά νόμο (άρθρο 17 §5) να περιέχει: (α) την περιγραφή κάθε εισφοράς σε είδος, (β) αναφορά στις μεθόδους αποτίμησης που εφαρμόστηκαν-η επιλογή των οποίων επαφίεται στον εκτιμητή και (γ) την άποψη για την (συγκεκριμένη) αξία της κάθε εισφοράς. Για τον προσδιορισμό μάλιστα της τελευταίας (συγκεκριμένης αξίας θα πρέπει, κατά νόμο, να λαμβάνονται υπόψη συγκεκριμένοι παράγοντες για την εκτίμηση παγίων περιουσιακών στοιχείων (άρθρο 17 §6).
Διάρκεια Αξιοποίησης Της Έκθεσης Αποτίμησης
Η καταβολή των εισφορών σε είδος, με βάση την έκθεση αποτίμησης, δεν επιτρέπεται να λάβει χώρα μετά την πάροδο εξαμήνου από τον χρόνο σύνταξής της. Αν η εξάμηνη προθεσμία παρέλθει, θα πρέπει να λάβει χώρα νέα αποτίμηση προκειμένου να μην πάσχει η καταβολή των εισφορών σε είδος <i>(άρθρο 17 §9)</i>.
Δημοσιότητα Της Έκθεσης Αποτίμησης
Οι εκθέσεις αποτίμησης των εισφορών σε είδος απαιτείται να δημοσιεύονται στο Γ.Ε.ΜΗ. με μέριμνα των ενδιαφερομένων. Δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε έγκριση ή αποδοχή από τη Διοίκηση<i>.</i> Επί νέων εταιρειών η δημοσιότητα πραγματοποιείται ταυτόχρονα με την εγγραφή της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ <i>(άρθρο 17 §8, εδ. β΄). </i>
Εξαιρέσεις Από Την Υποχρέωση Αποτίμησης
Δεν απαιτείται αποτίμηση της εισφοράς σε είδος, όταν αντικείμενο της είναι: (α) μέσα χρηματαγοράς ή κινητές αξίες ή (β) περιουσιακά στοιχεία, διαφορετικά από κινητές αξίες ή μέσα χρηματαγοράς, τα οποία είτε έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο αποτίμησης για την εύλογη αξία τους από αναγνωρισμένο ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα είτε η εύλογη αξία τους προκύπτει, για καθένα από αυτά, από τους υποχρεωτικούς λογαριασμούς του προηγούμενου οικονομικού έτους. Στις περιπτώσεις, πάντως, αυτές, το ΔΣ υποχρεούται να προβεί σε δήλωση, η οποία εμπεριέχει, συγκεκριμένα, διευκρινιστικά στοιχεία (άρθρο 18).
Οι Κίνδυνοι Για Την ΑΕ, Τους Μετόχους & Τους Δανειστές
Μέσω των αυστηρών ρυθμίσεων, όπως ανωτέρω αναλύθηκαν, ο νομοθέτης επεδίωξε να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους, που απορρέουν από τις εισφορές σε είδος. Μερικοί από αυτούς:
(α) Κίνδυνος υπερτίμησης των εισφορών σε είδος και του (συνολικού) μετοχικού κεφαλαίου.
(β) Κίνδυνος για τους μετόχους μειοψηφίας (όταν η πλειοψηφία των μετόχων προσφεύγει στις εισφορές σε είδος, αποσκοπώντας στην απομείωση (ή εξαΰλωση) της παρουσίας, αρχικά, και αποπομπή, στη συνέχεια, της μειοψηφίας.
(γ) Κίνδυνος για τα συμφέροντα τρίτων και ιδίως, δανειστών της ΑΕ: μέσω των, λεγόμενων, συγκεκαλυμμένων εισφορών (:κατά την ίδρυση ή αύξηση καταβάλλεται, καταρχάς, εισφορά σε χρήμα, η οποία επιστρέφεται, ωστόσο, στον εισφέροντα μέσω σύναψης σύμβασης μεταβίβασης προς την ΑΕ συγκεκριμένου περιουσιακού του στοιχείου με σκοπό την αποφυγή της αποτίμησης). Για την απομείωση του συγκεκριμένου κινδύνου τίθενται, από το νόμο, συγκεκριμένοι περιορισμοί και απαγορεύσεις.
Η επάρκεια (ακόμα καλύτερα: η περίσσεια) του μετοχικού κεφαλαίου στην ανώνυμη εταιρεία συνιστά παράγοντα υγείας. Τα πράγματα είναι απλά, αν όχι αυτονόητα, όταν οι εισφορές που συναπαρτίζουν το μετοχικό κεφάλαιο είναι χρηματικές˙ περιπλέκονται όταν είναι σε είδος. Ειδικά όσον αφορά την τελευταία περίπτωση (:εισφορές σε είδος) τίθεται, από το νόμο-και ορθά, σειρά προϋποθέσεων, προκειμένου να ενσωματωθούν στο μετοχικό κεφάλαιο. Το ζητούμενο είναι, πάντοτε, η υγεία της επιχείρησης. Ευκταία, συνεπώς, όχι μόνον η κεφαλαιακή της ενίσχυση αλλά και η πιστή (ουσιαστική-κι όχι μόνον «κατά τον τύπο») εφαρμογή των κανόνων που διέπουν την ενσωμάτωση εισφορών σε είδος. Το όφελος θα είναι, την περίπτωση αυτή, πολυεπίπεδο Εξάλλου, αντίθετες πρακτικές ή ελλιπής συμμόρφωση όχι μόνον βλάπτουν (και) την επιχείρηση αλλά και επιτυχώς είναι δυνατό να αντιμετωπισθούν από το νόμο.