ΑΠΟΨΕΙΣ

Έχει η Ελλάδα στρατηγική;

 01/09/2020 14:00

Πολλές φορές ακούμε από έγκυρους αναλυτές και σοβαρούς πολιτικούς το ερώτημα αν έχει η Ελλάδα στρατηγική απέναντι στην Τουρκία. Μάλιστα το ερώτημα αυτό πλειστάκις παίρνει τη μορφή επικρίσεως, υποκρύπτοντας τη θέση πως η πατρίδα μας στερείται στρατηγικής.

Ουδέν αναληθέστερον.

Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις από τη Μεταπολίτευση και μετά κινούνται πάνω στην σταθερή γραμμή πως η μόνη διαφορά που υπάρχει μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι η υφαλοκρηπίδα και πάγια ελληνική θέση είναι πως σε τελική ανάλυση αρμόδιο για την επίλυση της διαφοράς είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Τελεία, παύλα.

Συνεπώς στρατηγική διαθέτουμε, υπό την έννοια μιας σταθερής πολιτικής γραμμής με καθορισμένο στόχο και με διαδικασίες προκαθορισμένες με σαφήνεια.

Άλλο ζήτημα είναι αν αυτή η στρατηγική έχει αποδειχθεί αποτελεσματική. Άλλο ζήτημα είναι αν η δική μας στρατηγική έχει σημαντικά αποκλίνουσα πορεία από την ανάλογη της Τουρκίας.

Υπάρχει η άποψη από μερίδα εμπειρογνωμόνων και πανεπιστημιακών, πως δεν μπορούμε να κάνουμε πως δεν βλέπουμε ότι η Τουρκία έχει μιαν εντελώς διαφορετική, πιο διευρυμένη ατζέντα από την ελληνική. Δεν μπορούμε, οχυρωμένοι πίσω από το δόγμα πως η μόνη διαφορά που υπάρχει είναι η υφαλοκρηπίδα, να αγνοούμε τις θέσεις της Τουρκίας.

Αυτό είναι αντιπαραγωγικό, υποστηρίζουν και προτείνουν να συζητήσουμε εφ’ όλης της ύλης με τους γείτονες.

Δεν γνωρίζω αν όλοι αυτοί που υποστηρίζουν τον, εφ’ όλης, της ύλης διάλογο εννοούν μία προσχηματική διαδικασία συζητήσεων που δεν θα καταλήξει πουθενά ή αν πιστεύουν πως τελικά θα πρέπει να αποδεχθούμε κάποιες τουρκικές θέσεις.

Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.

Την περίπτωση ενός προσχηματικού διαλόγου τη ζήσαμε επί 45 χρόνια. Επί 45 χρόνια διεξάγονταν συνομιλίες και στο τέλος καταλήγαμε σε αδιέξοδο, γιατί ουδεμία ελληνική κυβέρνηση μπορούσε να συζητήσει τις τουρκικές απαιτήσεις.

Αν, από την άλλη μεριά, εννοούν να προχωρήσουμε σε έναν συμβιβασμό, αυτό σημαίνει πως θα αποδεχθούμε μέρος των τουρκικών θέσεων, καθώς εμείς δεν διεκδικούμε τίποτα. Με απλά λόγια ένας τέτοιος διάλογος, εκ των πραγμάτων, θα λάβει την μορφή του τι θα δώσουμε.

Αυτό δεν είναι συμβιβασμός, είναι υποχώρηση και παραχώρηση.

Άλλωστε, η Τουρκία δεν πρόκειται να αρκεστεί σε μερική ικανοποίηση της ατζέντας που θέτει. Σταδιακά και σε βάθος χρόνου -γιατί έτσι λειτουργεί η πολιτική και διπλωματική ελίτ της γείτονος- θα επιδιώξει να επιτύχει τον διακηρυγμένο στρατηγικό της στόχο που είναι η ακύρωση -όχι απλώς η αναθεώρηση- της συνθήκης της Λωζάνης.

Και τι θα γίνει; Θα συνεχιστεί αυτή η κατάσταση που εγκυμονεί κινδύνους είτε ατυχήματος είτε θερμού επεισοδίου;

Η Ελλάδα κάνει ό,τι μπορεί για μία ειρηνική διευθέτηση της μοναδικής διαφοράς που έχει με την Τουρκία. Και μάλιστα από το 1975 έχει αποδεχθεί -όπως προανέφερα- και την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όπως κάνουν όλα τα πολιτισμένα κράτη του πλανήτη μας.

Αν ο γείτονας επιδιώκει να επιβάλει τις απόψεις του με την εικαζόμενη ισχύ του, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια διαλόγου.

Η αποτροπή δια των Ενόπλων Δυνάμεων και της διπλωματίας είναι η μόνη λύση.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Αυγούστου 2020

Δημοφιλείς Απόψεις