Για τις δημοτικές εκλογές της πόλης μας
Απέφυγα να γράψω για τις επικείμενες δημοτικές εκλογές, γιατί σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι είναι γνωστοί και φίλοι μου. Και σήμερα γράφω, για να αναδείξω μια πολιτική διάσταση αυτών των εκλογών που μάλλον διαφεύγει της προσοχής των υποψηφίων του φιλελεύθερου χώρου.
Ως γνωστόν, οι υποψήφιοι που προέρχονται από το χώρο της Νέας Δημοκρατίας είναι τουλάχιστον πέντε. Σε αυτήν την πολυδιάσπαση συνετέλεσαν πρώτα οι αβελτηρίες της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας και δευτερευόντως ο εκλογικός νόμος.
Έτσι, το ζητούμενο το βράδυ των εκλογών για τον απλό φίλο της φιλελεύθερης παράταξης δεν είναι ποιος από τους πέντε υποψηφίους θα είναι πρώτος, αλλά αν όλοι μαζί ξεπεράσουν το φράγμα του 40% plus. Τα υπόλοιπα είναι εσωκομματική υπόθεση, που αφορά έναν μικρόκοσμο. Τους φίλους της Νέας Δημοκρατίας θα πρέπει να τους ενδιαφέρει το συνολικό ποσοστό της φιλελεύθερης παράταξης. Η γενική εικόνα. Γιατί ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει την πορεία όλων των υποψηφίων στο χώρο της Νέας Δημοκρατίας και την προσφορά τους σε αυτήν. Με απλά λόγια, δεν υπάρχουν «αντάρτες.»
Γίνεται προσπάθεια, μέσα από τεχνητές οξύνσεις, να επιλεγεί ως αντίπαλος για το δεύτερο γύρο η κυρία Νοτοπούλου. Αυτό είναι πολιτικό λάθος. Στη μεγάλη εικόνα της κεντρικής πολιτικής σκηνής θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να υποστεί στις δημοτικές και τις περιφερειακές εκλογές συντριπτική ήττα. Αν η κυρία Νοτοπούλου περάσει στο δεύτερο γύρο, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος του δευτέρου γύρου, θα είναι μία σημαντική επιτυχία για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Συνεπώς, όσοι υποψήφιοι της Νέας Δημοκρατίας δηλώνουν πως προτιμούν την υποψήφια του ΣΥΡΙΖΑ για αντίπαλο, ας το ξανασκεφτούν. Καλώς ή κακώς, λόγω της συγκυρίας, τόσο οι ευρωεκλογές όσο και οι εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση έχουν ενταχθεί στον αγώνα για μία στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ.
Προσωπικές στρατηγικές που ακυρώνουν αυτήν την προσπάθεια και δίνουν αξία, που δεν έχει, στον κύριο και αποκλειστικό αντίπαλο της Νέας Δημοκρατίας, καλόν είναι να αναθεωρηθούν.
Στο χώρο της κεντροαριστεράς δεσπόζει η υποψηφιότητα του Σπ. Βούγια που μαζί με τον Ν. Νυφούδη διεκδικούν με αξιώσεις την τρίτη θέση. Αν μάλιστα είχαν την οικονομική άνεση που διαθέτουν οι άλλοι υποψήφιοι, μπορεί να έκαναν και τη μεγάλη έκπληξη.
Σημειωτέον, πως ο Σπ. Βούγιας και ο Ν. Νυφούδης ελάχιστη υποστήριξη έχουν από την οργάνωση του ΠΑΣΟΚ της Θεσσαλονίκης. Θα έλεγα μάλιστα πως δέχονται και τα γνωστά «συντροφικά» μαχαιρώματα. Παρ’ όλα αυτά, ελπίζουν!
Όλα δείχνουν πως η υποψήφια του ΣΥΡΙΖΑ -παρά το χρήμα που μοιράζει αφειδώς, παρά την αμέριστη, και μερικές φορές ακατανόητη, υποστήριξη που έχει από φορείς της Θεσσαλονίκης- τελικά δεν θα αποφύγει την τύχη των προηγούμενων υποψήφιων του κόμματός της.
Αυτό που μετρά, πέρα από την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, είναι, από την πρώτη Κυριακή να σχηματιστεί μια ισχυρή πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο, για να μπορέσει αυτό να λειτουργήσει, ξεπερνώντας τα εμπόδια του εκλογικού νόμου.
Τα εσωκομματικά της Νέας Δημοκρατίας δεν αφορούν τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών και η ανάδειξή τους βλάπτει την παράταξη.
Ας το καταλάβουν, επιτέλους, όλοι.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 27-28 Απριλίου 2019