Για τρελούς ψάχνετε;
Όσοι παραπονούνται ότι η κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει την αστυνόμευση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, μάλλον ψάχνουν για τρελούς. Αυτά μπορούσαμε να τα λέμε μέχρι τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης. Από εκεί και μετά, όποιος έχει λίγο μυαλό αντιλαμβάνεται τι παίζεται. Και τι θα συμβεί την επόμενη φορά που η αστυνομία θα επέμβει σε απαγορευμένες εκδηλώσεις μαζικής συναναστροφής.
Κάποιος θα αντιδράσει. Οι αστυνομικοί θα βρεθούν μπροστά στο δίλημμα να υποχωρήσουν ή να εφαρμόσουν το νόμο. Εάν υποχωρήσουν, σε πέντε λεπτά θα ανεβεί το βιντεάκι «πολίτες εξευτελίζουν μπάτσους», οπότε η έννοια της αστυνόμευσης πάει και πανηγυρικά περίπατο. Εάν προσπαθήσουν να τον συλλάβουν, και επειδή αυτά τα πράγματα δεν γίνονται με το «σεις» και το «σας», ο τύπος θα αρχίσει να φωνάζει ότι πεθαίνει. Ο οπερατέρ υπηρεσίας θα μαγνητοσκοπήσει, ο μοντέρ υπηρεσίας θα κάνει, αν χρειαστεί, λίγη κοπτορραπτική για να φανεί ότι η επέμβαση υπήρξε απρόκλητη, στην επόμενη μία ώρα θα εμφανιστεί δήλωση συμπαράστασης από τους εφημερεύοντες «πανεπιστημιακούς», οι συνήθεις «άνθρωποι της τέχνης και του πολιτισμού» θα μας πουν πόσο ανησυχούν, οι «ναιμεναλλάδες» της δημόσιας σφαίρας θα εκφράσουν τον αποτροπιασμό τους και πριν καλά καλά διαλυθεί η σκόνη, η μισή Ελλάδα θα νομίζει ότι η «χούντα Μητσοτάκη» έχει βάλει τα τανκς να προθερμαίνονται. Τη ζημιά στη Νέα Σμύρνη δεν την έκαναν εκείνοι που παίρνουν γραμμή από τους κομισάριους. Αυτοί άναψαν τη φωτιά. Τη ζημιά την έκαναν άνθρωποι που ανήκουν μεν στο δημοκρατικό τόξο αλλά συνωστίσθηκαν για να μας πουν πόσο φοβούνται την «αστυνομοκρατία». Και που με το νερόβραστο «η βία φέρνει βία» εξίσωσαν ένα μεμονωμένο περιστατικό υπέρβασης ορίων με τις οργανωμένες καταστροφές της επόμενης μέρας και την δολοφονική απόπειρα εις βάρος του ειδικού φρουρού. Δεν είναι ανόητοι ώστε να πιστεύουν ότι η αστυνομία του Χρυσοχοϊδή έχει εντολή να σπάζει στο ξύλο όποιον δεν της αρέσει η φάτσα του. Λιγόψυχοι είναι. Για να σταθούν ανέμελα στη δημόσια σφαίρα, φροντίζουν να κάνουν τακτικά μία δήλωση υποταγής στο αφήγημα της Αριστεράς.
Είναι, βέβαια, γελοίο να ανησυχούν για την «αστυνομική αυθαιρεσία» οι θαυμαστές καθεστώτων όπου η Αστυνομία μπορεί να σε εξαφανίσει από προσώπου γης και η μανούλα σου να μην μάθει ποτέ αν ζεις ή πέθανες. Αλλά αυτό το ιστορικό παράδοξο συνέβη στην Ελλάδα και με αυτό πρέπει να πορευτούμε. Τα πιστοποιητικά δημοκρατικών φρονημάτων τα εκδίδουν ο «Ριζοσπάστης», η «Αυγή», το «Indymedia» και η «κατάληψη Βανκούβερ». Έξι στους δέκα πολίτες (61%) πιστεύουν ότι «η ΕΛΑΣ ασκεί υπερβολική βία σε σχέση με τις καταστάσεις που αντιμετωπίζει το τελευταίο διάστημα» (Prorata, 13/03/2021). Γυρίζουμε, γυρίζουμε και πάντα καταλήγουμε στο 62-38 του δημοψηφίσματος. Γιατί το αποτέλεσμα εκείνο δεν υπήρξε μια συγκυριακή καταγραφή του θυμικού της ελληνικής κοινωνίας. Ήταν η σταθερή αποτύπωση δύο διαφορετικών τρόπων ανάγνωσης του σύγχρονου κόσμου. Και ανάμεσά τους, γκρεμός βαθύς.
Ο νόμος για τα ΑΕΙ δεν θα εφαρμοσθεί, όχι επειδή θα τον εμποδίσει ο καθηγητής της σχολής καλών τεχνών που έγραψε με κιμωλία «ντροπή» για την επέμβαση της Αστυνομίας στην κατειλημμένη Πρυτανεία αλλά δεν ακούμε τη φωνούλα του όταν συνάδελφοί του προπηλακίζονται, εξυβρίζονται και δέρνονται. Ούτε οι κοσμήτορες που επέλεξαν να καλοπιάνουν το τέρας της βίας, προσδοκώντας την εύνοια των πολιτικών χώρων που τους υποκινούν. Ο νόμος δεν θα εφαρμοστεί επειδή δεν υπάρχει η κοινωνική πλειοψηφία που θα το υποστηρίξει και δεν θα χύσει μαύρο δάκρυ όταν η Αστυνομία βγάλει σηκωτούς από την Πρυτανεία τους επόμενους τριαντατέσσερις καταληψίες. Και δεν θα δημιουργηθεί όσο ο δημοκρατικός κόσμος αποφεύγει, από οκνηρία, επιπολαιότητα ή φόβο, να δώσει τη μάχη των ιδεών. Οπότε, είναι άξιος της τύχης του…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 25 Απριλίου 2021