H πωλήτρια της «Σχεδίας» και η άλλη
Μεσημέρι Πέμπτης 2 Ιανουαρίου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Παρά τα κλειστά καταστήματα και τον ήλιο με δόντια, υπάρχει αρκετός κόσμος που περπατά στο πεζοδρόμιο της Τσιμισκή.
Όπως προχωρώ, στη γωνία με Κομνηνών βλέπω μία κυρία με κόκκινο γιλέκο που κρατά στο χέρι της το περιοδικό «Σχεδία».
Βρίσκεται ακριβώς στη γωνία, σε σημείο που όχι μόνο δεν εμποδίζει τη διέλευση των πεζών, αλλά θα έλεγε κανείς ότι το έχει επιλέξει έτσι, ώστε να εξασφαλίζει τη διακριτικότητα της παρουσίας της.
Αυτό δηλαδή που κάνουν συνήθως οι άνθρωποι με τα κόκκινα γιλέκα. Είναι εκεί και εργάζονται αθόρυβα, χωρίς να διαφημίζουν ή να επικαλούνται τις δυσκολίες της ζωής τους, «τεχνικές» που αποδεδειγμένα πουλάνε.
Πουλάνε τη «Σχεδία», σχηματίζοντας με το σώμα τους ένα ανθρώπινο σταντ που έχει ψυχή, είναι ευγενικό και ποτέ μα ποτέ δεν βγάζει κουβέντα για το «προϊόν», αν πρώτα δεν του απευθύνει το λόγο ο υποψήφιος αγοραστής.
Έχουν γραφτεί πολλά για αυτούς τους ανθρώπους, που αποτελούν φάρους αξιοπρέπειας μέσα στο σκοτάδι που έφερε η πάνδημη υιοθέτηση της χυδαίας ρήσης που λέει ότι «το αποτέλεσμα μετράει».
Δεν είχα λοιπόν πρόθεση να προσθέσω τη δική μου άποψη, ωστόσο η ιστορία που ξεκίνησα να σας αφηγούμαι δεν μου άφησε περιθώρια.
Καθώς λοιπόν πλησιάζω, μια κυρία ντυμένη κάπως αλλοπρόσαλλα -φυσικά με τη σύγχρονη μόδα ποτέ δεν ξέρεις- πηγαίνει κατά πάνω στην πωλήτρια της «Σχεδίας» και με μία χειρονομία τής ζητά να παραμερίσει, για να περάσει αυτή από το σημείο. Από όλα τα τετραγωνικά μέτρα του πεζοδρομίου ήθελε να περάσει από τα τετραγωνικά εκατοστά που στεκόταν η γυναίκα με το κόκκινο γιλέκο.
Χωρίς να διαμαρτυρηθεί, χωρίς να πει κουβέντα η πωλήτρια της «Σχεδίας» έκανε ένα βήμα μπροστά, καθώς χώρος προς τα πίσω δεν υπήρχε, αφήνοντας να περάσει η κυρία σύριζα από τον τοίχο.
Μπροστά στο σκηνικό δεν κρατήθηκα. «Άντε βγάλε άκρη» της είπα σε μια προσπάθεια να δηλώσω ότι είδα τι έγινε και ότι θεωρώ απαράδεκτη τη συμπεριφορά που αντιμετώπισε.
Παρότι μίλησα για να της δείξω τη συμπαράστασή μου, ο τόνος της φωνής μου ήταν επικριτικός για την άλλη πρωταγωνίστρια της ιστορίας.
Και μάλλον για αυτό το λόγο μου απάντησε ως εξής: «Δεν πειράζει. Ίσως μια μέρα να είμαστε και εμείς έτσι».
Μαζεύτηκα. Συνέχισα να περπατώ… αφοπλισμένος. Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που προσπαθεί να βγάλει μεροκάματο εκτεθειμένος στο κρύο και στη διάθεση του κόσμου, να δείχνει τέτοια κατανόηση;
Σκέφτηκα ότι ο πόνος και οι δυσκολίες της ζωής κάποιους τους σκληραίνουν και κάποιους άλλους τους κάνουν περισσότερο ανθρώπους. Καλή Χρονιά!
*Δημοσιεύθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2020