Η χώρα που αντιπαθούσε την ανάλυση

 17/02/2020 20:19

Διακατέχομαι, καιρό τώρα, από μία απορία που γεννάται εξαιτίας πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους γεγονότων. Αφορά τον εξοστρακισμό της ανάλυσης από το δημόσιο λόγο. Με δισταγμό μπορώ να προσθέσω και από τον ιδιωτικό. Ζούμε την εποχή της γρήγορης και φθηνής πληροφορίας και θεωρητικά έχουμε τη δυνατότητα με ένα απλό κλικ στο κινητό να διερευνήσουμε περαιτέρω τις ειδήσεις, να περιπλανηθούμε ευκολότερα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή της Ιστορίας σε δεδομένα, συγκριτικές μελέτες και συμπληρωματικές προσεγγίσεις. 

Παρ’ όλα αυτά, οι ανησυχίες μας και η οργή μας αφορούν την επανάληψη των γεγονότων, χωρίς καμία διάθεση βαθύτερης ανάλυσης. Μιλάμε για το προσφυγικό, υψώνουμε φωνές υπέρ ή κατά των κλειστών δομών, αραδιάζουμε αριθμούς, χρησιμοποιούμε κλισέ για «την κάνουλα του Ερντογάν», αφορίζουμε αλλήλους για τη διαχείριση του θέματος, αλλά αρνούμαστε να μιλήσουμε για τις αιτίες. Αν εμπιστευόμασταν ελάχιστα την κριτική μας σκέψη, δυνατότητα που διαθέτουμε όλοι, επίμονα θα έπρεπε να αναρωτιόμαστε για τους λόγους που οδηγούν στην ερήμωση μιας ολόκληρης χώρας (αναφέρομαι στη Συρία) εξαιτίας ενός πολέμου που, παρά τον πληθωρισμό των ειδήσεων, γνωρίζουμε ελάχιστα. Και παρά την αφόρητη πίεση που δεχόμαστε από τους πρόσφυγες, δεν επιθυμούμε και να μάθουμε. Προσπερνώ τα εύκολα που αφορούν στην αρχή της «αραβικής άνοιξης», την εξέλιξη της εμφύλιας διαμάχης και την εμπλοκή όλων των μεγάλων και μεσαίων δυνάμεων. Αναφέρομαι στη σημερινή κατάσταση και κυρίως στη χρονική διάρκεια αυτού του «πολέμου δι’ αντιπροσώπων» στο μέλλον. Από το 2011 έχει περάσει κοντά μια δεκαετία. 

Πότε και πώς θα σταματήσει η καταστροφή; Πού χάθηκαν τα κινήματα ειρήνης άλλων εποχών που κινητοποιούσαν λαούς, πίεζαν κυβερνήσεις, άλλαζαν την Ιστορία; Πού χάθηκαν οι πολιτικοί που ανέλυαν, που τολμούσαν ειρηνευτικές πρωτοβουλίες; Μιλάμε για τους πρόσφυγες σαν να πρόκειται για μία εκ Θεού καταιγίδα διαρκείας, για την οποία αναζητούμε την πιο ανθεκτική ομπρέλα. Κόμματα, «συλλογικότητες», δημοσιογράφοι και πανεπιστήμονες επιλέγουν, στην πλειονότητά τους, να προβάλλουν γεγονότα και να αναλώνονται σε ανούσιους καβγάδες, αντί να αναλύουν τις αιτίες της αιμορραγίας του «Μεσανατολικού» που δεν λύθηκε ποτέ και που, πέραν των άλλων, αποδεκάτισε τον προηγούμενο αιώνα τον ελληνισμό της Ανατολής. Αλλά άρνηση ανάλυσης έχουμε και για τα άλλα μεγάλα θέματα που αφορούν το μέλλον μας. Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί η οικονομική κρίση. Βγαίνουμε σιγά σιγά, έπειτα από μία σκοτεινή δεκαετία, σε ξέφωτα, με τις πληγές ακόμα ανοιχτές και αρνούμαστε και τώρα να αναλύσουμε τις αιτίες. 

Εμμένουμε στα γεγονότα της διαχείρισης μετά το 2010, εκδίδουμε βιβλία και κυνηγάμε συνεντεύξεις για τις λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων πίσω από τις κλειστές πόρτες των οικείων μας γιούρογκρουπ και ευρωπαϊκών επιτροπών (αμφίβολο εάν γνωρίζουμε τη διαφορά τους), συνεχίζουμε να κατηγορούμε ο ένας τον άλλο, αλλά κανείς δεν επιμένει στην ανάλυση των αιτίων. Γενικολογούμε για «ψεύτικα στοιχεία», αφορίζουμε ολόκληρες εποχές και κόμματα και ψελλίζουμε κάτι υποτυπώδες για την υστέρηση της εθνικής παραγωγικής βάσης. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν στη θέση της άγονης φιλονικίας επιλέγαμε τη νηφάλια παράθεση στοιχείων και τη γόνιμη αντιπαράθεση διαφορετικών προσεγγίσεων αναφορικά με την περιβόητη «αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου». Συγκεκριμένα. Και με αποφασιστικότητα. Για την αγροτική παραγωγή, για το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, για την καινοτομία και την εκπαίδευση. Αλλά η στέρεα πρόταση προϋποθέτει ανάλυση. Και φαίνεται ότι αυτή είναι μια έννοια δυσάρεστη. Θα πίστευα ότι μπορεί να είναι και παρωχημένη εάν δεν υπήρχε ο κόσμος της τεχνολογίας, των χωρών που διακρίνονται και τα παιδιά μας που δουλεύουν εκεί, αναλύοντας όλη μέρα δεδομένα. Μόνο στην Ελλάδα αρνούμαστε την ανάλυση.

ΛΟΓΙΖΕ ΠΡΟ ΕΡΓΟΥ

Οι αγαπημένοι αρχαίοι είπαν πολλά για τη σημασία της ανάλυσης πριν από κάθε πράξη. Το «λόγιζε προ έργου», δηλαδή να σκέφτεσαι πριν ξεκινήσεις ένα έργο, αποδίδεται στον Πυθαγόρα. Ο μέγας προσωκρατικός Ηράκλειτος το έλεγε αλλιώς: «Μη εική περί των μεγάλων συμβαλλώμεθα». Σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει να μην ασχολούμαστε επιπόλαια με τα σοβαρά θέματα. Δηλαδή, χωρίς ανάλυση και εκτίμηση των παραμέτρων τους. Ακόμα και ο πλέον καλοπροαίρετος, χωρίς πρόθεση συνολικής κριτικής της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ για τους πρόσφυγες, δεν μπορεί να ξεχάσει όσους «λιάζονταν» ή τη χωρίς όρια και όρους αποθέωση πάσης μορφής ΜΚΟ και συλλογικοτήτων. Όπως και κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει πώς η ΝΔ, από καιρού προετοιμασμένη για την κυβέρνηση, θεώρησε ότι η μεταναστευτική πολιτική της χώρας αφορά την καταστολή και ανήκει στις αρμοδιότητες του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.

ΑΝΑΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΕΡΓΑΤΕΣ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΟΙ

arapogloy2.jpg

Και τα παράδοξα, ή μάλλον τα φαινομενικά παράδοξα, στην Ελλάδα, δεν έχουν τέλος. Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι στη χώρα της τεράστιας ανεργίας αναζητούνταν μάταια εργάτες για τη συγκομιδή της ελιάς στη Μεσσηνία και των ροδάκινων στην Ημαθία. Τώρα τεκμηριώνεται η αδυναμία και των επιχειρήσεων να βρουν εξειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό. Στην τελευταία έρευνα του ΣΕΒ καταγράφηκε ότι το 59,6% των δραστηριοποιούμενων στους κλάδους της ψηφιακής οικονομίας έχουν κενά σε επιστημονικό δυναμικό και το 34% δεν μπορεί να βρει τεχνικούς. Από τη δική τους πλευρά οι επιχειρηματίες επιμερίζουν τις αιτίες σε θέματα με τα οποία κανείς μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει, όπως είναι η φορολογική επιβάρυνση της παραγωγικής εργασίας. Υπάρχουν ωστόσο και προτάσεις, που θα έπρεπε προ πολλού να έχουν υλοποιηθεί καθώς αποτελούν μέτρα και πολιτικές λογικά αυτονόητες και εθνικά απαραίτητες.

ΚΟΠΤΟΡΡΑΠΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

arapogloy3.jpg

Στέκομαι στις προτάσεις που αφορούν στο παρατηρητήριο για το φαινόμενο της μετανάστευσης των επιστημόνων, τις περιφερειακές πολιτικές, τη στόχευση για την ανάπτυξη κλάδων υψηλής ειδίκευσης, τη συνεργασία πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, τη διασύνδεση των ελλήνων του εξωτερικού με την εγχώρια ερευνητική και επιχειρηματική κοινότητα. Αντ’ αυτών, παρακολουθούμε χρόνια τώρα μία εκπαιδευτική πολιτική κοπτορραπτικής. Μαθήματα μπαίνουν και βγαίνουν από τα εξεταστικά προγράμματα κάθε φορά που αλλάζει υπουργός, τεχνολογικά ιδρύματα ανωτατοποιούνται σε ένα βράδυ, απομακρυσμένες μεταξύ τους σχολές διαφορετικών αντικειμένων ενώνονται με απίθανο τρόπο. Όσο τα περισσότερα από τα παιδιά μας μετακομίζουν σε άλλες κοινωνίες αλλά και όσοι έμειναν στη χώρα παλεύουν να προκόψουν, εμείς μπορούμε να χάνουμε τις δυνάμεις μας, προσπαθώντας να ενοποιήσουμε το Διεθνές Πανεπιστήμιο με το Τμήμα Δομικών Έργων του πάλαι ποτέ ΤΕΙ Σερρών. (Να με συγχωρούν και οι δύο, αλλά μόνο ξεχωριστά εκτιμώ τη δουλειά τους).

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16 Φεβρουαρίου 2020

Διακατέχομαι, καιρό τώρα, από μία απορία που γεννάται εξαιτίας πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους γεγονότων. Αφορά τον εξοστρακισμό της ανάλυσης από το δημόσιο λόγο. Με δισταγμό μπορώ να προσθέσω και από τον ιδιωτικό. Ζούμε την εποχή της γρήγορης και φθηνής πληροφορίας και θεωρητικά έχουμε τη δυνατότητα με ένα απλό κλικ στο κινητό να διερευνήσουμε περαιτέρω τις ειδήσεις, να περιπλανηθούμε ευκολότερα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή της Ιστορίας σε δεδομένα, συγκριτικές μελέτες και συμπληρωματικές προσεγγίσεις. 

Παρ’ όλα αυτά, οι ανησυχίες μας και η οργή μας αφορούν την επανάληψη των γεγονότων, χωρίς καμία διάθεση βαθύτερης ανάλυσης. Μιλάμε για το προσφυγικό, υψώνουμε φωνές υπέρ ή κατά των κλειστών δομών, αραδιάζουμε αριθμούς, χρησιμοποιούμε κλισέ για «την κάνουλα του Ερντογάν», αφορίζουμε αλλήλους για τη διαχείριση του θέματος, αλλά αρνούμαστε να μιλήσουμε για τις αιτίες. Αν εμπιστευόμασταν ελάχιστα την κριτική μας σκέψη, δυνατότητα που διαθέτουμε όλοι, επίμονα θα έπρεπε να αναρωτιόμαστε για τους λόγους που οδηγούν στην ερήμωση μιας ολόκληρης χώρας (αναφέρομαι στη Συρία) εξαιτίας ενός πολέμου που, παρά τον πληθωρισμό των ειδήσεων, γνωρίζουμε ελάχιστα. Και παρά την αφόρητη πίεση που δεχόμαστε από τους πρόσφυγες, δεν επιθυμούμε και να μάθουμε. Προσπερνώ τα εύκολα που αφορούν στην αρχή της «αραβικής άνοιξης», την εξέλιξη της εμφύλιας διαμάχης και την εμπλοκή όλων των μεγάλων και μεσαίων δυνάμεων. Αναφέρομαι στη σημερινή κατάσταση και κυρίως στη χρονική διάρκεια αυτού του «πολέμου δι’ αντιπροσώπων» στο μέλλον. Από το 2011 έχει περάσει κοντά μια δεκαετία. 

Πότε και πώς θα σταματήσει η καταστροφή; Πού χάθηκαν τα κινήματα ειρήνης άλλων εποχών που κινητοποιούσαν λαούς, πίεζαν κυβερνήσεις, άλλαζαν την Ιστορία; Πού χάθηκαν οι πολιτικοί που ανέλυαν, που τολμούσαν ειρηνευτικές πρωτοβουλίες; Μιλάμε για τους πρόσφυγες σαν να πρόκειται για μία εκ Θεού καταιγίδα διαρκείας, για την οποία αναζητούμε την πιο ανθεκτική ομπρέλα. Κόμματα, «συλλογικότητες», δημοσιογράφοι και πανεπιστήμονες επιλέγουν, στην πλειονότητά τους, να προβάλλουν γεγονότα και να αναλώνονται σε ανούσιους καβγάδες, αντί να αναλύουν τις αιτίες της αιμορραγίας του «Μεσανατολικού» που δεν λύθηκε ποτέ και που, πέραν των άλλων, αποδεκάτισε τον προηγούμενο αιώνα τον ελληνισμό της Ανατολής. Αλλά άρνηση ανάλυσης έχουμε και για τα άλλα μεγάλα θέματα που αφορούν το μέλλον μας. Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί η οικονομική κρίση. Βγαίνουμε σιγά σιγά, έπειτα από μία σκοτεινή δεκαετία, σε ξέφωτα, με τις πληγές ακόμα ανοιχτές και αρνούμαστε και τώρα να αναλύσουμε τις αιτίες. 

Εμμένουμε στα γεγονότα της διαχείρισης μετά το 2010, εκδίδουμε βιβλία και κυνηγάμε συνεντεύξεις για τις λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων πίσω από τις κλειστές πόρτες των οικείων μας γιούρογκρουπ και ευρωπαϊκών επιτροπών (αμφίβολο εάν γνωρίζουμε τη διαφορά τους), συνεχίζουμε να κατηγορούμε ο ένας τον άλλο, αλλά κανείς δεν επιμένει στην ανάλυση των αιτίων. Γενικολογούμε για «ψεύτικα στοιχεία», αφορίζουμε ολόκληρες εποχές και κόμματα και ψελλίζουμε κάτι υποτυπώδες για την υστέρηση της εθνικής παραγωγικής βάσης. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν στη θέση της άγονης φιλονικίας επιλέγαμε τη νηφάλια παράθεση στοιχείων και τη γόνιμη αντιπαράθεση διαφορετικών προσεγγίσεων αναφορικά με την περιβόητη «αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου». Συγκεκριμένα. Και με αποφασιστικότητα. Για την αγροτική παραγωγή, για το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, για την καινοτομία και την εκπαίδευση. Αλλά η στέρεα πρόταση προϋποθέτει ανάλυση. Και φαίνεται ότι αυτή είναι μια έννοια δυσάρεστη. Θα πίστευα ότι μπορεί να είναι και παρωχημένη εάν δεν υπήρχε ο κόσμος της τεχνολογίας, των χωρών που διακρίνονται και τα παιδιά μας που δουλεύουν εκεί, αναλύοντας όλη μέρα δεδομένα. Μόνο στην Ελλάδα αρνούμαστε την ανάλυση.

ΛΟΓΙΖΕ ΠΡΟ ΕΡΓΟΥ

Οι αγαπημένοι αρχαίοι είπαν πολλά για τη σημασία της ανάλυσης πριν από κάθε πράξη. Το «λόγιζε προ έργου», δηλαδή να σκέφτεσαι πριν ξεκινήσεις ένα έργο, αποδίδεται στον Πυθαγόρα. Ο μέγας προσωκρατικός Ηράκλειτος το έλεγε αλλιώς: «Μη εική περί των μεγάλων συμβαλλώμεθα». Σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει να μην ασχολούμαστε επιπόλαια με τα σοβαρά θέματα. Δηλαδή, χωρίς ανάλυση και εκτίμηση των παραμέτρων τους. Ακόμα και ο πλέον καλοπροαίρετος, χωρίς πρόθεση συνολικής κριτικής της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ για τους πρόσφυγες, δεν μπορεί να ξεχάσει όσους «λιάζονταν» ή τη χωρίς όρια και όρους αποθέωση πάσης μορφής ΜΚΟ και συλλογικοτήτων. Όπως και κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει πώς η ΝΔ, από καιρού προετοιμασμένη για την κυβέρνηση, θεώρησε ότι η μεταναστευτική πολιτική της χώρας αφορά την καταστολή και ανήκει στις αρμοδιότητες του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.

ΑΝΑΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΕΡΓΑΤΕΣ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΟΙ

arapogloy2.jpg

Και τα παράδοξα, ή μάλλον τα φαινομενικά παράδοξα, στην Ελλάδα, δεν έχουν τέλος. Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι στη χώρα της τεράστιας ανεργίας αναζητούνταν μάταια εργάτες για τη συγκομιδή της ελιάς στη Μεσσηνία και των ροδάκινων στην Ημαθία. Τώρα τεκμηριώνεται η αδυναμία και των επιχειρήσεων να βρουν εξειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό. Στην τελευταία έρευνα του ΣΕΒ καταγράφηκε ότι το 59,6% των δραστηριοποιούμενων στους κλάδους της ψηφιακής οικονομίας έχουν κενά σε επιστημονικό δυναμικό και το 34% δεν μπορεί να βρει τεχνικούς. Από τη δική τους πλευρά οι επιχειρηματίες επιμερίζουν τις αιτίες σε θέματα με τα οποία κανείς μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει, όπως είναι η φορολογική επιβάρυνση της παραγωγικής εργασίας. Υπάρχουν ωστόσο και προτάσεις, που θα έπρεπε προ πολλού να έχουν υλοποιηθεί καθώς αποτελούν μέτρα και πολιτικές λογικά αυτονόητες και εθνικά απαραίτητες.

ΚΟΠΤΟΡΡΑΠΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

arapogloy3.jpg

Στέκομαι στις προτάσεις που αφορούν στο παρατηρητήριο για το φαινόμενο της μετανάστευσης των επιστημόνων, τις περιφερειακές πολιτικές, τη στόχευση για την ανάπτυξη κλάδων υψηλής ειδίκευσης, τη συνεργασία πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, τη διασύνδεση των ελλήνων του εξωτερικού με την εγχώρια ερευνητική και επιχειρηματική κοινότητα. Αντ’ αυτών, παρακολουθούμε χρόνια τώρα μία εκπαιδευτική πολιτική κοπτορραπτικής. Μαθήματα μπαίνουν και βγαίνουν από τα εξεταστικά προγράμματα κάθε φορά που αλλάζει υπουργός, τεχνολογικά ιδρύματα ανωτατοποιούνται σε ένα βράδυ, απομακρυσμένες μεταξύ τους σχολές διαφορετικών αντικειμένων ενώνονται με απίθανο τρόπο. Όσο τα περισσότερα από τα παιδιά μας μετακομίζουν σε άλλες κοινωνίες αλλά και όσοι έμειναν στη χώρα παλεύουν να προκόψουν, εμείς μπορούμε να χάνουμε τις δυνάμεις μας, προσπαθώντας να ενοποιήσουμε το Διεθνές Πανεπιστήμιο με το Τμήμα Δομικών Έργων του πάλαι ποτέ ΤΕΙ Σερρών. (Να με συγχωρούν και οι δύο, αλλά μόνο ξεχωριστά εκτιμώ τη δουλειά τους).

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16 Φεβρουαρίου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επιλέξτε Κατηγορία