Η υστέρηση της Θεσσαλονίκης

 13/01/2020 20:19

Βασικός κανόνας των σχεδίων βελτίωσης των αποδόσεων στις επιχειρήσεις, στις αγροτικές καλλιέργειες αλλά και των διεργασιών ατομικής προόδου (αυτοβελτίωσης) είναι η αυτογνωσία.

Να προσπαθείς να διαβάζεις τα πραγματικά δεδομένα, να κατανοείς τις υστερήσεις, να βάζεις στόχους υπέρβασης και να αξιολογείς με ειλικρίνεια την πορεία αλλαγής.

Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τα μεγάλα σύνολα, τις πόλεις και τα κράτη. Η οικονομική κρίση στη χώρα υποχωρεί, αλλά το θαύμα δεν πρόκειται να προκύψει από κανέναν αυτοματισμό. Οι φόροι ελαφρύνονται, τα εισοδήματα με αργό ρυθμό -και όχι για όλους- αυξάνονται, πρωτόγνωρες διακυμάνσεις δοκιμάζει η αγορά ακινήτων, αλλά όλα αυτά μπορούν εύκολα να αποδειχθούν μία καινούργια παγίδα, εάν οι συνθήκες, το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούμε, δεν αλλάξει. Κοιτάζω πίσω, αρθρογραφία και εξαγγελίες που αφορούν τη Θεσσαλονίκη μια εικοσιπενταετία πριν και τρομάζω με το πόσο επίκαιρες παραμένουν. 

Πέρασαν δεκαετίες από τότε που αρχίσαμε να μιλάμε για τον «ανταγωνισμό των πόλεων» σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με δεδομένη την κατάργηση των εμποδίων κίνησης κεφαλαίων και ανθρώπων, που πολλοί αγαπούσαν να την ονομάζουν «παγκοσμιοποίηση». Από τότε πέρασαν χρόνια αμεριμνησίας και χρόνια δύσκολα. Προσφέρθηκαν ευκαιρίες που έμειναν αναξιοποίητες, ενώ στη συνέχεια χάθηκαν και πολλά από αυτά που θεωρούσαμε δεδομένα. Η Θεσσαλονίκη παραμυθιάστηκε με τον τίτλο που μόνη έδωσε στον εαυτό της ως «πρωτεύουσας των Βαλκανίων», πιστεύοντας ότι θα στεφθεί αυτομάτως από τους γείτονες ελέω ιστορίας και γεωγραφίας, απογοητεύτηκε και ξέχασε σχεδιασμούς και όνειρα, και τέλος αφέθηκε να κοιτάζει ρομαντικά ηλιοβασιλέματα στον Θερμαϊκό. 

Παρακολουθώ την εξέλιξη σε αυτήν την ντροπή του ΟΑΣΘ, την εγκατάλειψη των παραδοσιακών αγορών και της Άνω Πόλης, την ανύπαρκτη σχέση μας με τη θάλασσα, τις επαναλαμβανόμενες εξαγγελίες για την «πόλη της καινοτομίας», την ισχνή σχέση των φορέων της πόλης με τις ερευνητικές κοινότητες και τα πανεπιστήμια και τρομάζω τόσο από τη στασιμότητα όσο και από την έλλειψη κοινωνικών αντανακλαστικών αντίδρασης. Δεν υποτιμώ όσα ελπιδοφόρα συμβαίνουν ή φαίνεται ότι μπορούν να συμβούν. Εκτιμώ ότι είναι λίγα και δεν θα έχουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα εάν δεν εντάσσονται σε σχέδιο και σε θεσμικές διεργασίες κοινωνικού ελέγχου. Όπως γίνεται σε πλήθος πόλεων όχι μόνο της Βόρειας Ευρώπης αλλά και της οικείας(;) Βαλκανικής.

Υπάρχουν κριτήρια για την κατάταξη των πόλεων που αφορούν οικονομικούς δείκτες αλλά και ποιότητα ζωής κατοίκων και επισκεπτών. Σε θέματα συγκοινωνιών, διαχείρισης απορριμμάτων, τουριστικής ταυτότητας συμφωνημένης από τους κατοίκους αλλά κυρίως, συνήθως προϋπόθεση όλων των παραπάνω, σε πολεοδομικούς κανόνες και συμφωνίες για τις χρήσεις γης. Και σε όλους αυτούς τους δείκτες, άλλοι που βρίσκονταν χαμηλά στη βαθμολογία, μας ξεπέρασαν. Δεν έχει κανένα νόημα να αρνούμαστε να κοιταχτούμε στον καθρέφτη ή να συγκριθούμε με πόλεις ανάλογων χαρακτηριστικών, να μετρήσουμε πρόοδο και υστέρηση και επιτέλους να βάλουμε στόχους. Θα μου πείτε αυτό δεν μπορεί να είναι μια διαδικασία ατομικής βελτίωσης ενός εκάστου κατοίκου. (Και αυτό βέβαια χρήσιμο είναι). Πρέπει κάποιος να πάρει πρωτοβουλία. Αλλά ποιος; Ξέχασα να αναφέρω ότι τα περισσότερα από όσα ξαναδιάβασα 25 χρόνια μετά ήταν προβληματισμοί και δημόσιοι σχολιασμοί στα σχέδια του Οργανισμού Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης, που είχε θεσμική υποχρέωση σχεδιασμών. Σήμερα δεν υπάρχει ούτε αυτός.

ΠΟΛΕΙΣ ΕΝΕΡΓΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ

Μου έλεγε πρόσφατα φίλος, που διακρίνεται για την ερευνητική του δραστηριότητα στις καλές πρακτικές των πόλεων, ότι σε πολλούς δήμους της Κεντρικής - Νότιας Ευρώπης, για να σταθούμε εκεί, όπως στο Μάριμπορ της Σλοβενίας, ο προϋπολογισμός και ο σχεδιασμός έργων είναι μία ενεργή διαδικασία των πολιτών. Και θυμήθηκα τη δεκαετία του ’80, που παρακολούθησα από στελέχη του δήμου Βαρκελόνης την περιγραφή των συνελεύσεων γειτονιάς που στοχοθέτησαν τις αλλαγές και κατάφεραν να μεταμορφώσουν το καταλανικό λιμάνι με τα μεγάλα προβλήματα, σε πόλη πρότυπο. Οι καινοτομίες δεν σταμάτησαν ποτέ. Ούτε οι αυτοαξιολογήσεις. Τώρα η Βαρκελόνη εφαρμόζει το σύστημα superblocks, σύμφωνα με το οποίο ενώνονται μεγάλα πολεοδομικά τετράγωνα, όπου απαγορεύεται η διέλευση οχημάτων, με πρόβλεψη βέβαια υπόγειων χώρων στάθμευσης. Έτσι προκύπτει αναδιανομή του δημόσιου χώρου προς όφελος των πολιτών και κυρίως όσων έχουν δυσκολίες στην κίνηση.

Στην Ελλάδα ο δημοτικός κώδικας προβλέπει την υποχρεωτική λογοδοσία των δημάρχων σε ανοιχτές συνελεύσεις και το δικαίωμα λόγου κάθε πολίτη στα πεπραγμένα και βέβαια, στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοκρατίας, στα προϋπολογιζόμενα. Οι συνελεύσεις γίνονται, αλλά, στις περισσότερες περιπτώσεις, με πρωταγωνιστή το δήμαρχο που εκφωνεί μακρύ κατάλογο δράσεων και με ελάχιστη συμμετοχή τοπικών φορέων και πολιτών. Είναι αυτή η αγαπημένη ελληνική συνήθεια να μετατρέπουμε ακόμα και τις θεσμικές συμμετοχικές μας δυνατότητες σε βαρετές διαδικασίες μονολόγων. Το ερώτημα παραμένει. Ποιος αποφασίζει για το αύριο της πόλης; Και, κυρίως, ποιος αξιολογεί το σήμερα.

Ο ΘΕΡΜΑΪΚΟΣ ΜΑΣ

Το σημαντικότερο χωρικό σχέδιο της Θεσσαλονίκης, τόσο σε έκταση διευθετήσεων όσο και σε σημασία για τη σύγχρονη ταυτότητα της πόλης, είναι αυτό που εκπονείται από την περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και αφορά το παραλιακό μέτωπο από το Καλοχώρι μέχρι το Αγγελοχώρι. Η αρχική πρόταση ολοκληρώθηκε, οι παράκτιοι δήμοι (υποθέτω όλοι) έστειλαν τις προτάσεις τους και, λογικά, θα προχωρήσουν άμεσα οι διαδικασίες για την έκδοση σχετικού προεδρικού διατάγματος. Δεν ξέρω εάν είναι η ιδέα μου αλλά οι κάτοικοι της πόλης, ιδιαιτέρως δε της κατοικημένης ανατολικής ακτής που είναι αδιαμόρφωτη ή ξεχασμένη από το χρόνο (Καραμπουρνάκι, Αρετσού, Νέα Κρήνη) δεν έχουν κληθεί να συμμετέχουν στη δίμηνη διαβούλευση. Για να κατανοήσουν τις προτάσεις αλλά και για να καταθέσουν προβληματισμούς. 

Ενάλιες αρχαιότητες, Παλατάκι, παρακείμενο στρατόπεδο Κόδρα, πρανή, πλαζ, μαρίνα, πρώην νοσοκομείο «Παναγία», ακτογραμμή μέχρι τη Μίκρα και πέραν αυτής είναι περιοχές με χρονίζοντα ζητήματα αναβάθμισης ή αλλαγής χρήσεων. Και ταλαιπωρημένες από τις «εμπνεύσεις» αλλεπάλληλων κυβερνήσεων. Η φήμη μιας βραδιάς για πιθανή εγκατάσταση προσφύγων στην «Παναγία» ξεσήκωσε τους κατοίκους, για το Παλατάκι έχω μετρήσει μέχρι σήμερα τουλάχιστον πέντε διαφορετικές προτάσεις χρήσης (από επίσημες τοποθετήσεις), άλλες τόσες για τη μαρίνα και την πλαζ. Μήπως θα έπρεπε κάπως διαφορετικά να οργανωθεί η διαβούλευση, για να είναι και συμμετοχική και αποτελεσματική; Για όλα τα έργα θα υπάρχουν πάντα θιασώτες και ενιστάμενοι. Αλλά για θέματα τέτοιας έκτασης είναι σημαντικό οι σχεδιασμοί να αποκτήσουν χαρακτηριστικά συλλογικού σχεδίου. Πέραν των άλλων και για να αποφευχθούν και λάθη αποφάσεων.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12 Ιανουαρίου 2020

Βασικός κανόνας των σχεδίων βελτίωσης των αποδόσεων στις επιχειρήσεις, στις αγροτικές καλλιέργειες αλλά και των διεργασιών ατομικής προόδου (αυτοβελτίωσης) είναι η αυτογνωσία.

Να προσπαθείς να διαβάζεις τα πραγματικά δεδομένα, να κατανοείς τις υστερήσεις, να βάζεις στόχους υπέρβασης και να αξιολογείς με ειλικρίνεια την πορεία αλλαγής.

Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τα μεγάλα σύνολα, τις πόλεις και τα κράτη. Η οικονομική κρίση στη χώρα υποχωρεί, αλλά το θαύμα δεν πρόκειται να προκύψει από κανέναν αυτοματισμό. Οι φόροι ελαφρύνονται, τα εισοδήματα με αργό ρυθμό -και όχι για όλους- αυξάνονται, πρωτόγνωρες διακυμάνσεις δοκιμάζει η αγορά ακινήτων, αλλά όλα αυτά μπορούν εύκολα να αποδειχθούν μία καινούργια παγίδα, εάν οι συνθήκες, το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούμε, δεν αλλάξει. Κοιτάζω πίσω, αρθρογραφία και εξαγγελίες που αφορούν τη Θεσσαλονίκη μια εικοσιπενταετία πριν και τρομάζω με το πόσο επίκαιρες παραμένουν. 

Πέρασαν δεκαετίες από τότε που αρχίσαμε να μιλάμε για τον «ανταγωνισμό των πόλεων» σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με δεδομένη την κατάργηση των εμποδίων κίνησης κεφαλαίων και ανθρώπων, που πολλοί αγαπούσαν να την ονομάζουν «παγκοσμιοποίηση». Από τότε πέρασαν χρόνια αμεριμνησίας και χρόνια δύσκολα. Προσφέρθηκαν ευκαιρίες που έμειναν αναξιοποίητες, ενώ στη συνέχεια χάθηκαν και πολλά από αυτά που θεωρούσαμε δεδομένα. Η Θεσσαλονίκη παραμυθιάστηκε με τον τίτλο που μόνη έδωσε στον εαυτό της ως «πρωτεύουσας των Βαλκανίων», πιστεύοντας ότι θα στεφθεί αυτομάτως από τους γείτονες ελέω ιστορίας και γεωγραφίας, απογοητεύτηκε και ξέχασε σχεδιασμούς και όνειρα, και τέλος αφέθηκε να κοιτάζει ρομαντικά ηλιοβασιλέματα στον Θερμαϊκό. 

Παρακολουθώ την εξέλιξη σε αυτήν την ντροπή του ΟΑΣΘ, την εγκατάλειψη των παραδοσιακών αγορών και της Άνω Πόλης, την ανύπαρκτη σχέση μας με τη θάλασσα, τις επαναλαμβανόμενες εξαγγελίες για την «πόλη της καινοτομίας», την ισχνή σχέση των φορέων της πόλης με τις ερευνητικές κοινότητες και τα πανεπιστήμια και τρομάζω τόσο από τη στασιμότητα όσο και από την έλλειψη κοινωνικών αντανακλαστικών αντίδρασης. Δεν υποτιμώ όσα ελπιδοφόρα συμβαίνουν ή φαίνεται ότι μπορούν να συμβούν. Εκτιμώ ότι είναι λίγα και δεν θα έχουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα εάν δεν εντάσσονται σε σχέδιο και σε θεσμικές διεργασίες κοινωνικού ελέγχου. Όπως γίνεται σε πλήθος πόλεων όχι μόνο της Βόρειας Ευρώπης αλλά και της οικείας(;) Βαλκανικής.

Υπάρχουν κριτήρια για την κατάταξη των πόλεων που αφορούν οικονομικούς δείκτες αλλά και ποιότητα ζωής κατοίκων και επισκεπτών. Σε θέματα συγκοινωνιών, διαχείρισης απορριμμάτων, τουριστικής ταυτότητας συμφωνημένης από τους κατοίκους αλλά κυρίως, συνήθως προϋπόθεση όλων των παραπάνω, σε πολεοδομικούς κανόνες και συμφωνίες για τις χρήσεις γης. Και σε όλους αυτούς τους δείκτες, άλλοι που βρίσκονταν χαμηλά στη βαθμολογία, μας ξεπέρασαν. Δεν έχει κανένα νόημα να αρνούμαστε να κοιταχτούμε στον καθρέφτη ή να συγκριθούμε με πόλεις ανάλογων χαρακτηριστικών, να μετρήσουμε πρόοδο και υστέρηση και επιτέλους να βάλουμε στόχους. Θα μου πείτε αυτό δεν μπορεί να είναι μια διαδικασία ατομικής βελτίωσης ενός εκάστου κατοίκου. (Και αυτό βέβαια χρήσιμο είναι). Πρέπει κάποιος να πάρει πρωτοβουλία. Αλλά ποιος; Ξέχασα να αναφέρω ότι τα περισσότερα από όσα ξαναδιάβασα 25 χρόνια μετά ήταν προβληματισμοί και δημόσιοι σχολιασμοί στα σχέδια του Οργανισμού Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης, που είχε θεσμική υποχρέωση σχεδιασμών. Σήμερα δεν υπάρχει ούτε αυτός.

ΠΟΛΕΙΣ ΕΝΕΡΓΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ

Μου έλεγε πρόσφατα φίλος, που διακρίνεται για την ερευνητική του δραστηριότητα στις καλές πρακτικές των πόλεων, ότι σε πολλούς δήμους της Κεντρικής - Νότιας Ευρώπης, για να σταθούμε εκεί, όπως στο Μάριμπορ της Σλοβενίας, ο προϋπολογισμός και ο σχεδιασμός έργων είναι μία ενεργή διαδικασία των πολιτών. Και θυμήθηκα τη δεκαετία του ’80, που παρακολούθησα από στελέχη του δήμου Βαρκελόνης την περιγραφή των συνελεύσεων γειτονιάς που στοχοθέτησαν τις αλλαγές και κατάφεραν να μεταμορφώσουν το καταλανικό λιμάνι με τα μεγάλα προβλήματα, σε πόλη πρότυπο. Οι καινοτομίες δεν σταμάτησαν ποτέ. Ούτε οι αυτοαξιολογήσεις. Τώρα η Βαρκελόνη εφαρμόζει το σύστημα superblocks, σύμφωνα με το οποίο ενώνονται μεγάλα πολεοδομικά τετράγωνα, όπου απαγορεύεται η διέλευση οχημάτων, με πρόβλεψη βέβαια υπόγειων χώρων στάθμευσης. Έτσι προκύπτει αναδιανομή του δημόσιου χώρου προς όφελος των πολιτών και κυρίως όσων έχουν δυσκολίες στην κίνηση.

Στην Ελλάδα ο δημοτικός κώδικας προβλέπει την υποχρεωτική λογοδοσία των δημάρχων σε ανοιχτές συνελεύσεις και το δικαίωμα λόγου κάθε πολίτη στα πεπραγμένα και βέβαια, στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοκρατίας, στα προϋπολογιζόμενα. Οι συνελεύσεις γίνονται, αλλά, στις περισσότερες περιπτώσεις, με πρωταγωνιστή το δήμαρχο που εκφωνεί μακρύ κατάλογο δράσεων και με ελάχιστη συμμετοχή τοπικών φορέων και πολιτών. Είναι αυτή η αγαπημένη ελληνική συνήθεια να μετατρέπουμε ακόμα και τις θεσμικές συμμετοχικές μας δυνατότητες σε βαρετές διαδικασίες μονολόγων. Το ερώτημα παραμένει. Ποιος αποφασίζει για το αύριο της πόλης; Και, κυρίως, ποιος αξιολογεί το σήμερα.

Ο ΘΕΡΜΑΪΚΟΣ ΜΑΣ

Το σημαντικότερο χωρικό σχέδιο της Θεσσαλονίκης, τόσο σε έκταση διευθετήσεων όσο και σε σημασία για τη σύγχρονη ταυτότητα της πόλης, είναι αυτό που εκπονείται από την περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και αφορά το παραλιακό μέτωπο από το Καλοχώρι μέχρι το Αγγελοχώρι. Η αρχική πρόταση ολοκληρώθηκε, οι παράκτιοι δήμοι (υποθέτω όλοι) έστειλαν τις προτάσεις τους και, λογικά, θα προχωρήσουν άμεσα οι διαδικασίες για την έκδοση σχετικού προεδρικού διατάγματος. Δεν ξέρω εάν είναι η ιδέα μου αλλά οι κάτοικοι της πόλης, ιδιαιτέρως δε της κατοικημένης ανατολικής ακτής που είναι αδιαμόρφωτη ή ξεχασμένη από το χρόνο (Καραμπουρνάκι, Αρετσού, Νέα Κρήνη) δεν έχουν κληθεί να συμμετέχουν στη δίμηνη διαβούλευση. Για να κατανοήσουν τις προτάσεις αλλά και για να καταθέσουν προβληματισμούς. 

Ενάλιες αρχαιότητες, Παλατάκι, παρακείμενο στρατόπεδο Κόδρα, πρανή, πλαζ, μαρίνα, πρώην νοσοκομείο «Παναγία», ακτογραμμή μέχρι τη Μίκρα και πέραν αυτής είναι περιοχές με χρονίζοντα ζητήματα αναβάθμισης ή αλλαγής χρήσεων. Και ταλαιπωρημένες από τις «εμπνεύσεις» αλλεπάλληλων κυβερνήσεων. Η φήμη μιας βραδιάς για πιθανή εγκατάσταση προσφύγων στην «Παναγία» ξεσήκωσε τους κατοίκους, για το Παλατάκι έχω μετρήσει μέχρι σήμερα τουλάχιστον πέντε διαφορετικές προτάσεις χρήσης (από επίσημες τοποθετήσεις), άλλες τόσες για τη μαρίνα και την πλαζ. Μήπως θα έπρεπε κάπως διαφορετικά να οργανωθεί η διαβούλευση, για να είναι και συμμετοχική και αποτελεσματική; Για όλα τα έργα θα υπάρχουν πάντα θιασώτες και ενιστάμενοι. Αλλά για θέματα τέτοιας έκτασης είναι σημαντικό οι σχεδιασμοί να αποκτήσουν χαρακτηριστικά συλλογικού σχεδίου. Πέραν των άλλων και για να αποφευχθούν και λάθη αποφάσεων.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12 Ιανουαρίου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επιλέξτε Κατηγορία