Και δίκαιο να έχουν, δεν θα το βρουν ποτέ...
Όποιος δεν βλέπει στις δημοσκοπήσεις ότι η υπερήφανη στάση στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής αποδίδει σε όποιον την έχει, μάλλον δεν ξέρει να διαβάζει δημοσκοπήσεις.
Κάθε χώρα, κάθε λαός ανακουφίζεται να ξέρει ότι έχει ως κυβερνήτη κάποιον, ο οποίος στις κρίσιμες στιγμές δεν κάνει πίσω και δεν υποτάσσεται εύκολα στα κελεύσματα των άλλων.
Βέβαια αυτό έχει ένα αδύναμο σημείο.
Επειδή η σκληρή στάση στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής αποδίδει, κάποιοι πολιτικοί επιλέγουν να φωνάζουν περισσότερο και προσπαθούν να εμφανίζονται ως περισσότερο πατριώτες από τους άλλους.
Τους έχουμε ζήσει, τους αναγνωρίζουμε.
Σύμφωνα με τη δική τους λογική, όποιος βρίζει περισσότερο τον Ερντογάν, είναι περισσότερο πατριώτης. Στα μάτια τους τουλάχιστον.
Στα ίδια μάτια, θεωρείται εύλογο, ο αντίπαλος να παρουσιάζεται ισχυρός και η δική μας χώρα αδύναμη. Αυτό είναι πολιτικό επιχείρημα με προφανές υπονοούμενο ότι μόνο στα δικά τους χέρια, η πατρίδα θα πήγαινε μπροστά. Όμως κανένας, πουθενά στον κόσμο, δεν θέλει να παραδεχτεί ότι η χώρα του είναι ανίσχυρη.
Παρά το γεγονός ότι «η θλίψη ομορφαίνει επειδή της μοιάζουμε», όπως είχε γράψει ο Ελύτης, η Ελλάδα δεν είναι μια αδύναμη χώρα.
Ανήκει στις πιο ισχυρές ενώσεις χωρών του πλανήτη. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Η Φινλανδία και η Σουηδία, που είναι πιο πλούσιες χώρες, έσπευσαν να αναζητήσουν ομπρέλα προστασίας. Οι κυβερνήσεις σε αυτές τις χώρες θέλησαν να μεταφέρουν τους λαούς ότι φροντίζουν για την ασφάλεια τους.
Διότι όποιος δεν κατανοεί ότι η εξωτερική πολιτική γίνεται πάντοτε με το μάτι στα εσωτερικά, είναι αφελής. Η διαχείριση των διεθνών σχέσεων μίας χώρας, δίνει πάντοτε πόντους στον εκάστοτε διαχειριστή της. Αρκεί να είναι πραγματική και όχι εικονική. Να διεξάγεται σε διεθνή φόρα και όχι στους καναπέδες του προεδρικού μεγάρου με εντός έδρας ήττες.
Στην Ελλάδα η αντιπολίτευση βλέπει ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί δημοσκοπικά την στάση της στις σχέσεις με την Τουρκία. Προφανώς θα το κάνει. Ο Μητσοτάκης είναι πολιτικός, δεν είναι ιεραπόστολος. Αν μπορεί να κερδίσει στο εσωτερικό από τη διαχείριση των σχέσεων με την Τουρκία σε διεθνές επίπεδο, θα το επιδιώξει.
Έτσι κάποια στελέχη της αντιπολίτευσης, φτάνουν στην αντίθετη αφετηρία. Αντί να πουν ποια είναι η λύση που προτείνουν για το πρόβλημα, αμφισβητούν το ίδιο το πρόβλημα, αποδίδοντας τη δημιουργία του στην πρόθεση Μητσοτάκη να το εκμεταλλευθεί.
Αυτό όμως τους οδηγεί στο να ταυτίζονται με την άποψη της Άγκυρας, η οποία είναι πραγματική και δεν είναι εικονική.
Και δίκαιο να έχουν, δεν θα το βρουν ποτέ. Διότι η αναγνώριση του δικού του τους δίκαιου, προϋποθέτει ότι η Ελλάδα θα έχει φάει καμιά κατασταριά σφαλιάρες σε όλα τα διεθνή φόρα του πλανήτη.
Κι αυτό είναι αδύνατο να περάσει στην ελληνική κοινωνία, ακόμη και μία μέρα καταλήξει σχεδόν ομόφωνα ότι σιχαίνεται, απεχθάνεται και μισεί τον Μητσοτάκη.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 09.10.2022