Νυν υπέρ πάντων τα αναδρομικά
Δεδομένου ότι το σύνταγμα της Δημοκρατίας του Νίγηρα όλο και κάποιο άρθρο θα έχει για το κράτος πρόνοιας και το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, είναι απορίας άξιο πώς κάποιο δικαστήριο στη Νιαμέι δεν εξέδωσε απόφαση που να κηρύσσει τη φτώχεια αντισυνταγματική. Στην Ελλάδα, αντίθετα, το πρόβλημα λύθηκε και μπορεί η τεχνογνωσία να δοθεί αφιλοκερδώς στον ΟΗΕ και από εκείνον σε όλο τον κόσμο. Το κοινοβούλιο θα ψηφίζει νόμους που θα προσπαθούν να φέρουν τις δημόσιες δαπάνες σε ευθεία με το ταμείο και τα δικαστήρια θα τους ξεψηφίζουν.
Εδώ βρισκόμαστε σήμερα. Δεν είναι μόνο οι συνταξιούχοι που βάζουν τα εγγόνια τους να κάνουν δήλωση στην πλατφόρμα του ΕΦΚΑ «για τα αναδρομικά», η γνωστή ιστορία που ξεκίνησε από το ΣτΕ και θα στοιχίσει εννιά με ένδεκα δισεκατομμύρια ευρώ. Είναι και οι υπάλληλοι του δημοσίου και ΝΠΔΔ που διεκδικούν δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματα αδείας, που κατήργησε ο νόμος 4093/2012.
Μέχρι στιγμής έχουν εκδοθεί εκατοντάδες πανομοιότυπες αποφάσεις από ειρηνοδικεία, που κρίνουν τη σχετική διάταξη αντισυνταγματική, επειδή μετά τις περικοπές «δεν διασφαλίζεται το ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβιώσεως». Αυτό, λένε, αντιτίθεται στα μισά περίπου άρθρα του συντάγματος, μεταξύ των οποίων η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή κοινωνικού κράτους δικαίου.
Το κρεσέντο είναι τέτοιο, ώστε οι αποφάσεις δεν αξιώνουν από τους ενάγοντες ούτε καν να εκθέσουν στην αγωγή ποιος είναι σήμερα ο μισθός τους. Εφόσον προσλήφθηκες στο δημόσιο και σου έκοψαν το δώρο Πάσχα, όσα και αν παίρνεις, εγγυημένα και προκαταβολικά, δεν αρκούν για να ζήσεις αξιοπρεπώς. Οπότε προσβάλλεται η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητος και πρέπει να σου τα δώσουν πίσω με τόκο. Ποιος πληρώνει το μπερεκέτι; Είναι ένα ζητηματάκι, αλλά ας μην αφήσουμε την πραγματικότητα να χαλάσει το ωραίο αντιμνημονιακό αφήγημα. Άλλωστε, σε κάποιους δήμους τα λεφτά βρέθηκαν. Συμπολιτεύσεις και αντιπολιτεύσεις συμφώνησαν να μην ασκήσουν έφεση, επειδή, λέει, δεν μπορούν να αρνηθούν τα δίκαια των εργαζομένων. Και πλήρωσαν. Αρζάν, σκαστά!
Το 2010 είχαμε καθήκον να μοιράσουμε δίκαια το λογαριασμό της κρίσης και την ευκαιρία να διδαχθούμε από τα λάθη του παρελθόντος. Δεν κάναμε τίποτε. Οι προνομιούχες και εκλογικά υπολογίσιμες επαγγελματικές ομάδες πέτυχαν να φορτώσουν τα βάρη στους αδύναμους, τους ανέργους και τον ιδιωτικό τομέα, και να εμποδίσουν το στοιχειώδη εκσυγχρονισμό της χώρας.
Την ιδιοτέλειά τους μεταμφίεσαν σε «αγώνα», γιατί άλλο είναι να λες «γουστάρω να πληρώνομαι από τους φορολογούμενους χωρίς να αξιολογούμαι» και άλλο να λες «κάτω ο Σόιμπλε, οι τραπεζίτες και το ΔΝΤ». Σήμερα, τα δικαστήρια ολοκληρώνουν τη αντιμεταρρύθμιση μιας μεταρρύθμισης, που έμεινε στο ξεκίνημά της.
Και μια αποχαυνωμένη κοινωνία πηδάει από κανάλι σε κανάλι, μην ακούγοντας για την υποβάθμιση της παιδείας, για την κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας, για την ανυπαρξία δημόσιας τάξης, για τη μαδουροποίηση της χώρας, για την αχρηστοκρατία, για την αιχμαλωσία της δικαιοσύνης, για την ιστορικά πρωτοφανή εξάρτηση της εξωτερικής πολιτικής από την άδεια του Βερολίνου για τις συντάξεις, μην τυχόν και χάσει λέξη από τις τηλεοπτικές διαλέξεις των εργατολόγων και των «δημοσιογράφων του λαού». Γιατί, νυν υπέρ πάντων τα αναδρομικά.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 18 Νοεμβρίου 2018