Περί παιδείας

 29/04/2019 20:19

Στις περισσότερες χώρες του κόσμου διεξάγεται σοβαρός διαρκής διάλογος για την αναδιάρθρωση σπουδών, τις συνέργειες ερευνητικών κέντρων, τα καινούργια γνωστικά πεδία που καθημερινά γεννώνται από την ανάπτυξη της τεχνολογίας. 

Τις αλλαγές που αναμένονται στην ίδια την έννοια της εκπαίδευσης, εξαιτίας των εξελίξεων στους υπερυπολογιστές, τη μηχανική και τη βιοτεχνολογία, τη ρομποτική και τη νανοτεχνολογία, μόλις που μπορούν οι πλέον ευφυείς και καταρτισμένοι να υποθέσουν. Κανένας σήμερα δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατέχει την Αλήθεια και ότι μπορεί με ακρίβεια να προβλέψει το μέλλον. 

Η λεγόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση είναι εδώ. Και υπολογίζεται ότι ενώ πριν μόλις έναν αιώνα οι πληροφορίες διπλασιάζονταν κάθε 100 χρόνια, σύντομα ο χρόνος αυτός θα συρρικνωθεί στις 12 ώρες. 

Η αναζήτηση των στοιχείων αυτής της συγκλονιστικής νέας εποχής αποτελεί θέμα έρευνας παντού, εκτός από την περίκλειστη Ελλάδα, όπου όλοι είναι σίγουροι και απόλυτοι για τις «μεταρρυθμίσεις» που επιχειρούν και ψηφίζουν. 

Σε ποιες ανάγκες άραγε απαντά το καινούργιο νομοσχέδιο των χιλιάδων σελίδων για την εκπαίδευση; Ποιος περιέγραψε τις ανάγκες; Σε ποιες ερωτήσεις απαντά; Ποιος έθεσε αυτές τις ερωτήσεις; Ποιος αξιολόγησε για παράδειγμα την παρεχόμενη γνώση στις ουκ ολίγες Πολυτεχνικές Σχολές της πενταετούς (και για την συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών επταετούς) φοίτησης;

Τι σημαίνει η ένταξη και άλλων σχολών, ο πολλαπλασιασμός τους σε κάθε πόλη της χώρας; Γιατί η Ελλάδα πρέπει να έχει περισσότερες αντίστοιχες σχολές από άλλες χώρες που βρίσκονται στην αιχμή της ερευνητικής πρωτοπορίας; 

Εντέλει, θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να ρωτήσουμε πώς αξιολογούν εκ των υστέρων την ελληνική φοιτητική εμπειρία οι χιλιάδες πτυχιούχοι μας, τα παιδιά μας, που βρίσκονται σε περιβάλλοντα -ακαδημαϊκά και εργασιακά- αξιώσεων στο εξωτερικό. Αυτός θα ήταν ένας ουσιαστικός κοινωνικός διάλογος που θα μπορούσε να οδηγήσει και σε μία πραγματική εθνική εκπαιδευτική στρατηγική. 

Αντ’ αυτού, παρακολουθήσαμε τη Μεγάλη Εβδομάδα, με τα σχολεία και τα πανεπιστήμια κλειστά, τη συζήτηση στη Βουλή, με διαδικασία επείγοντος, για την αναδιάρθρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα, αλλά και για άλλα πολύ σοβαρά θέματα -όπως αυτά που αφορούν το Λύκειο και τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία. 

Η κυβέρνηση επέλεξε να προωθήσει όλες αυτές τις αλλαγές μόλις λίγους μήνες πριν τις εκλογές. Η αντιπολίτευση σύμπασα καταψήφισε και εξόρκισε. Λογικά συμπεραίνουμε ότι πιθανή αλλαγή κυβέρνησης μέσα στον επόμενο χρόνο θα μοχλεύσει και πάλι την ταλαιπωρημένη ελληνική μας Εκπαίδευση. Αλήθεια, αντέχει η Ελλάδα, όλον αυτόν τον πολιτικό εγωισμό, την αυτάρεσκη και εν πολλοίς απαίδευτη εσωστρέφεια, όλον αυτόν τον παράλογο κομματικό ναρκισσισμό; Αν ένα θέμα έπρεπε να μας ενώνει, αυτό είναι η Εκπαίδευση. Αν ένας τομέας μπορεί να μας σώσει, αυτός είναι η Παιδεία.

«Αυτοί που μελέτησαν προσεκτικά τον τρόπο διακυβέρνησης των ανθρώπων, πρέπει να έχουν πεισθεί πως η τύχη των εθνών εξαρτάται από την εκπαίδευση των νέων.» Αριστοτέλης

Χρόνια πολλά.

ΤΙ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ;

Σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περισσότεροι από το 43% των πτυχιούχων στην Ελλάδα εργάζονται σε αντικείμενα άσχετα με τις σπουδές τους. Το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Ποιος ασχολείται; 

Ποιος προβληματίζεται; Ποιος αξιολογεί; Ποιος θέτει προτεραιότητα την αντιμετώπιση αυτής και άλλων στρεβλώσεων που καταγράφονται, όπου μεταξύ των άλλων αναδεικνύεται -για άλλη μία φορά- πρόβλημα στις γνώσεις και τις δεξιότητες που έχουν οι Έλληνες 15χρονοι σε σχέση με άλλους Ευρωπαίους;

Τα ελλείμματα αφορούν την κατανόηση κειμένου, τα μαθηματικά και επιδεινώνονται ανησυχητικά στις φυσικές επιστήμες, συγκριτικά πάντα με προηγούμενες χρονιές. Όλοι συμφωνούν ότι μεγαλύτερο πρόβλημα της υποχρηματοδότησης αποτελεί η έλλειψη στρατηγικής -και βέβαια αξιολόγησης. 

Παρ’ όλα αυτά αυξάνεται με ρυθμούς μεγαλύτερους του μέσου ευρωπαϊκού όρου η είσοδος των αποφοίτων Λυκείου στα ελληνικά πανεπιστήμια. Με τον καινούργιο δε νόμο, έχουμε επιπλέον να αντιμετωπίσουμε την πραγματική κατάργηση και της τεχνολογικής εκπαίδευσης και την άφρονα «πανεπιστημιοποίηση» των πάντων.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Η Ελλάδα θα έπρεπε να σχεδιάσει τη μετατροπή της σε Παγκόσμιο Κέντρο Παιδείας, ιδιαιτέρως σε τομείς που -κληρονομικώ δικαιώματι- υπερέχουμε (όπως είναι οι κλασικές σπουδές) και σε κάποιους άλλους που θα έπρεπε να είχαμε προ πολλού αναπτύξει, όπως η αγροτική έρευνα και ο τουρισμός. Αυτός θα ήταν ένας λόγος να πολλαπλασιάσουμε τις πανεπιστημιακές μας σχολές, να τις διεθνοποιήσουμε, να εξάγουμε Παιδεία. 

Τίποτα ωστόσο από τις καινούργιες νομοθετικές ρυθμίσεις δεν εστιάζει εκεί. Στην Ελλάδα φοιτούν γύρω στους 1.600 σπουδαστές από χώρες μη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην Κύπρο, που απέκτησε το πρώτο της Πανεπιστήμιο με νόμο του 1989, οι ξένοι φοιτητές φθάνουν σήμερα τις 8.000, οι υποδομές και το ακαδημαϊκό περιβάλλον χρόνο με το χρόνο αναβαθμίζονται. 

Εάν η προσφορά γνώσης ήταν στις προτεραιότητες της Ελλάδας, θα έπρεπε ανάλογα θέματα να βρίσκονται σταθερά στην ημερήσια διάταξη της εσωτερικής αλλά και της εξωτερικής μας πολιτικής. Να λειτουργούν πολυδύναμοι διαδικτυακοί τόποι για την προσέλκυση ξένων σπουδαστών και όχι κάποιες προκηρύξεις προπτυχιακών, που ενώ απαιτούν πολλά έγγραφα, ισχύουν για μία εβδομάδα κάθε Ιούλιο.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ

Ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, με πρωτοβουλίες των ελληνικών πανεπιστημίων, πάνω από το 10% των μεταπτυχιακών σπουδών προσφέρονται στην αγγλική γλώσσα. 

Οι σχολές που διαθέτουν αγγλόφωνες σπουδές είναι κυρίως αυτές των θετικών και των τεχνολογικών επιστημών, ενώ υπάρχει πεδίο λαμπρό για τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου στο μεταπτυχιακό «Διαχείριση Πολιτιστικής Κληρονομιάς» που οργανώνεται σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Κεντ, περισσότεροι από τους μισούς φοιτητές προέρχονται από τις ΗΠΑ.

 Όποια υποχώρηση και εάν καταγράφεται τα τελευταία χρόνια στις ανθρωπιστικές επιστήμες, η Ελλάδα παραμένει πολύ ψηλά στις επιλογές των εκατοντάδων χιλιάδων σπουδαστών Φιλοσοφίας, Αρχαιολογίας, Θεάτρου σε ολόκληρο τον κόσμο. Η Ελλάδα έχει όλες τις προϋποθέσεις να γίνει Κέντρο Παιδείας. Αλλά αυτό απαιτεί ΣΧΕΔΙΟ. Και Συμφωνίες διαρκείας.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 27-28 Απριλίου 2019

Στις περισσότερες χώρες του κόσμου διεξάγεται σοβαρός διαρκής διάλογος για την αναδιάρθρωση σπουδών, τις συνέργειες ερευνητικών κέντρων, τα καινούργια γνωστικά πεδία που καθημερινά γεννώνται από την ανάπτυξη της τεχνολογίας. 

Τις αλλαγές που αναμένονται στην ίδια την έννοια της εκπαίδευσης, εξαιτίας των εξελίξεων στους υπερυπολογιστές, τη μηχανική και τη βιοτεχνολογία, τη ρομποτική και τη νανοτεχνολογία, μόλις που μπορούν οι πλέον ευφυείς και καταρτισμένοι να υποθέσουν. Κανένας σήμερα δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατέχει την Αλήθεια και ότι μπορεί με ακρίβεια να προβλέψει το μέλλον. 

Η λεγόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση είναι εδώ. Και υπολογίζεται ότι ενώ πριν μόλις έναν αιώνα οι πληροφορίες διπλασιάζονταν κάθε 100 χρόνια, σύντομα ο χρόνος αυτός θα συρρικνωθεί στις 12 ώρες. 

Η αναζήτηση των στοιχείων αυτής της συγκλονιστικής νέας εποχής αποτελεί θέμα έρευνας παντού, εκτός από την περίκλειστη Ελλάδα, όπου όλοι είναι σίγουροι και απόλυτοι για τις «μεταρρυθμίσεις» που επιχειρούν και ψηφίζουν. 

Σε ποιες ανάγκες άραγε απαντά το καινούργιο νομοσχέδιο των χιλιάδων σελίδων για την εκπαίδευση; Ποιος περιέγραψε τις ανάγκες; Σε ποιες ερωτήσεις απαντά; Ποιος έθεσε αυτές τις ερωτήσεις; Ποιος αξιολόγησε για παράδειγμα την παρεχόμενη γνώση στις ουκ ολίγες Πολυτεχνικές Σχολές της πενταετούς (και για την συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών επταετούς) φοίτησης;

Τι σημαίνει η ένταξη και άλλων σχολών, ο πολλαπλασιασμός τους σε κάθε πόλη της χώρας; Γιατί η Ελλάδα πρέπει να έχει περισσότερες αντίστοιχες σχολές από άλλες χώρες που βρίσκονται στην αιχμή της ερευνητικής πρωτοπορίας; 

Εντέλει, θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να ρωτήσουμε πώς αξιολογούν εκ των υστέρων την ελληνική φοιτητική εμπειρία οι χιλιάδες πτυχιούχοι μας, τα παιδιά μας, που βρίσκονται σε περιβάλλοντα -ακαδημαϊκά και εργασιακά- αξιώσεων στο εξωτερικό. Αυτός θα ήταν ένας ουσιαστικός κοινωνικός διάλογος που θα μπορούσε να οδηγήσει και σε μία πραγματική εθνική εκπαιδευτική στρατηγική. 

Αντ’ αυτού, παρακολουθήσαμε τη Μεγάλη Εβδομάδα, με τα σχολεία και τα πανεπιστήμια κλειστά, τη συζήτηση στη Βουλή, με διαδικασία επείγοντος, για την αναδιάρθρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα, αλλά και για άλλα πολύ σοβαρά θέματα -όπως αυτά που αφορούν το Λύκειο και τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία. 

Η κυβέρνηση επέλεξε να προωθήσει όλες αυτές τις αλλαγές μόλις λίγους μήνες πριν τις εκλογές. Η αντιπολίτευση σύμπασα καταψήφισε και εξόρκισε. Λογικά συμπεραίνουμε ότι πιθανή αλλαγή κυβέρνησης μέσα στον επόμενο χρόνο θα μοχλεύσει και πάλι την ταλαιπωρημένη ελληνική μας Εκπαίδευση. Αλήθεια, αντέχει η Ελλάδα, όλον αυτόν τον πολιτικό εγωισμό, την αυτάρεσκη και εν πολλοίς απαίδευτη εσωστρέφεια, όλον αυτόν τον παράλογο κομματικό ναρκισσισμό; Αν ένα θέμα έπρεπε να μας ενώνει, αυτό είναι η Εκπαίδευση. Αν ένας τομέας μπορεί να μας σώσει, αυτός είναι η Παιδεία.

«Αυτοί που μελέτησαν προσεκτικά τον τρόπο διακυβέρνησης των ανθρώπων, πρέπει να έχουν πεισθεί πως η τύχη των εθνών εξαρτάται από την εκπαίδευση των νέων.» Αριστοτέλης

Χρόνια πολλά.

ΤΙ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ;

Σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περισσότεροι από το 43% των πτυχιούχων στην Ελλάδα εργάζονται σε αντικείμενα άσχετα με τις σπουδές τους. Το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Ποιος ασχολείται; 

Ποιος προβληματίζεται; Ποιος αξιολογεί; Ποιος θέτει προτεραιότητα την αντιμετώπιση αυτής και άλλων στρεβλώσεων που καταγράφονται, όπου μεταξύ των άλλων αναδεικνύεται -για άλλη μία φορά- πρόβλημα στις γνώσεις και τις δεξιότητες που έχουν οι Έλληνες 15χρονοι σε σχέση με άλλους Ευρωπαίους;

Τα ελλείμματα αφορούν την κατανόηση κειμένου, τα μαθηματικά και επιδεινώνονται ανησυχητικά στις φυσικές επιστήμες, συγκριτικά πάντα με προηγούμενες χρονιές. Όλοι συμφωνούν ότι μεγαλύτερο πρόβλημα της υποχρηματοδότησης αποτελεί η έλλειψη στρατηγικής -και βέβαια αξιολόγησης. 

Παρ’ όλα αυτά αυξάνεται με ρυθμούς μεγαλύτερους του μέσου ευρωπαϊκού όρου η είσοδος των αποφοίτων Λυκείου στα ελληνικά πανεπιστήμια. Με τον καινούργιο δε νόμο, έχουμε επιπλέον να αντιμετωπίσουμε την πραγματική κατάργηση και της τεχνολογικής εκπαίδευσης και την άφρονα «πανεπιστημιοποίηση» των πάντων.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Η Ελλάδα θα έπρεπε να σχεδιάσει τη μετατροπή της σε Παγκόσμιο Κέντρο Παιδείας, ιδιαιτέρως σε τομείς που -κληρονομικώ δικαιώματι- υπερέχουμε (όπως είναι οι κλασικές σπουδές) και σε κάποιους άλλους που θα έπρεπε να είχαμε προ πολλού αναπτύξει, όπως η αγροτική έρευνα και ο τουρισμός. Αυτός θα ήταν ένας λόγος να πολλαπλασιάσουμε τις πανεπιστημιακές μας σχολές, να τις διεθνοποιήσουμε, να εξάγουμε Παιδεία. 

Τίποτα ωστόσο από τις καινούργιες νομοθετικές ρυθμίσεις δεν εστιάζει εκεί. Στην Ελλάδα φοιτούν γύρω στους 1.600 σπουδαστές από χώρες μη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην Κύπρο, που απέκτησε το πρώτο της Πανεπιστήμιο με νόμο του 1989, οι ξένοι φοιτητές φθάνουν σήμερα τις 8.000, οι υποδομές και το ακαδημαϊκό περιβάλλον χρόνο με το χρόνο αναβαθμίζονται. 

Εάν η προσφορά γνώσης ήταν στις προτεραιότητες της Ελλάδας, θα έπρεπε ανάλογα θέματα να βρίσκονται σταθερά στην ημερήσια διάταξη της εσωτερικής αλλά και της εξωτερικής μας πολιτικής. Να λειτουργούν πολυδύναμοι διαδικτυακοί τόποι για την προσέλκυση ξένων σπουδαστών και όχι κάποιες προκηρύξεις προπτυχιακών, που ενώ απαιτούν πολλά έγγραφα, ισχύουν για μία εβδομάδα κάθε Ιούλιο.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ

Ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, με πρωτοβουλίες των ελληνικών πανεπιστημίων, πάνω από το 10% των μεταπτυχιακών σπουδών προσφέρονται στην αγγλική γλώσσα. 

Οι σχολές που διαθέτουν αγγλόφωνες σπουδές είναι κυρίως αυτές των θετικών και των τεχνολογικών επιστημών, ενώ υπάρχει πεδίο λαμπρό για τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου στο μεταπτυχιακό «Διαχείριση Πολιτιστικής Κληρονομιάς» που οργανώνεται σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Κεντ, περισσότεροι από τους μισούς φοιτητές προέρχονται από τις ΗΠΑ.

 Όποια υποχώρηση και εάν καταγράφεται τα τελευταία χρόνια στις ανθρωπιστικές επιστήμες, η Ελλάδα παραμένει πολύ ψηλά στις επιλογές των εκατοντάδων χιλιάδων σπουδαστών Φιλοσοφίας, Αρχαιολογίας, Θεάτρου σε ολόκληρο τον κόσμο. Η Ελλάδα έχει όλες τις προϋποθέσεις να γίνει Κέντρο Παιδείας. Αλλά αυτό απαιτεί ΣΧΕΔΙΟ. Και Συμφωνίες διαρκείας.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 27-28 Απριλίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επιλέξτε Κατηγορία