Πρωινός καφές με τον Μιχάλη Παππού
05/11/2022 08:00
05/11/2022 08:00
Φωτογραφίες Προσωπικό αρχείο Μιχάλη Παππού
Ο πρωινός καφές σήμερα περιλαμβάνει έναν από τους πιο παλιούς και γνωστούς φωτογράφους-φωτορεπόρτερ της Θεσσαλονίκης. Ο Μιχάλης Παππούς-περί ου ο λόγος- γεννήθηκε στις Σέρρες, αλλά από τα 18 του ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου από το 1963 έχει φωτογραφίσει σχεδόν τα πάντα. Πολιτικούς, γάμους, βαφτίσεις, καρναβάλια, παρελάσεις, δολοφονίες.
Εδώ και δύο χρόνια και από τότε που εγκαταστάθηκε στο Πευκοχώρι της Χαλκιδικής, οι φωτογραφίες του απεικονίζουν κυρίως γάτες και φύση.
Μαζί συζητήσαμε για τα δύσκολα αρχικά χρόνια όταν πρωτοήρθε στη Θεσσαλονίκη, για τις καλές εποχές με τους σκοτεινούς θαλάμους και τις χιλιάδες εκτυπώσεις των φιλμ, αλλά και για τα ζόρια που προκάλεσε η ψηφιακή εποχή στους φωτογράφους. Και θυμηθήκαμε παλιές ιστορίες από ανθρώπους που δε ζουν πια: τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Γιάννη Κυριακίδη.
«Ήμουν δουλευτάρης και τίμιος» λέει για τη σχέση του με τη φωτογραφία
-Πίνετε πρωινό καφέ;
Πίνω στο Πευκοχώρι, στη Χαλκιδική, παρέα με τις γάτες. Όταν είναι καλός ο καιρός, το καλοκαίρι και την άνοιξη, λίγο μετά τις 7 το πρωί ή καμμιά φορά και λίγο νωρίτερα.
-Τι καφές είναι;
Κυρίως ελληνικός.
-Παλιότερα όταν ήσουν ακόμη μάχιμος;
Έπινα πότε στο σπίτι, πότε στο γραφείο. Δεν υπήρχε κάτι σταθερό.
-Ζεις στη Χαλκιδική πια. Πώς έγινε αυτό;
Προέκυψε από την πανδημία. Ήμασταν στη Χαλκιδική με τη σύζυγό μου την Καλλιόπη το Σαββατοκύριακο που ανακοινώθηκε το πρώτο lockdown. Περάσαμε εκεί το πρώτο lockdown, μάς άρεσε πάρα πολύ και συνεχίσαμε . Γιατί εδώ έχουμε και δουλειά.
-Τι δουλειά; Φωτογράφιση;
Όχι, έχουμε 200 ελιές. Ποιος θα τις τετκιώσει αυτές;
-Τετκιώσει;
(Γελάει). Το ξέρεις αυτό; Είναι Χαλκιδικιώτικο. Είχαμε παλιά έναν κλαδευτή. Του λέει μια μέρα η γυναίκα μου ενώ κλάδευε: «Κύριε, Γιάννη, πού είναι οι ελιές; Εξαφανίστηκαν». «Ε, πως θα τετκιώσει η ελιά,» της απαντά αυτός. Και έμεινε…
-Είχες όμως από παλιότερα επαφή με την αγροτική ζωή, αφού γεννήθηκες στις Σέρρες.
Όχι, δεν είχα. Οι Σέρρες ήταν μόνο φωτογραφία.
-Γεννήθηκες εκεί. Σχολείο;
Γεννήθηκα μέσα στην πόλη των Σερρών από γονείς που ήρθαν από τις χαμένες πατρίδες.
-Οι γονείς;
Ο πατέρας μου ήταν χαμάλης και η μητέρα μου στο σπίτι. Νοικοκυρά δηλαδή.
-Τι θυμάσαι ως παιδί από το σπίτι;
Θυμάμαι το χαλβά που έκανε ο πατέρας μου τις γιορτές, σιμιγδαλένιο χαλβά. Θυμάμαι και τα φιστίκια που έφερνε σε όλα τα παιδιά βράδυ παρά βράδυ ως δώρο. Αντί σοκολάτα έφερνε φιστίκια.
Ως μαθητής Γυμνασίου στις Σέρρες το 1958
-Αδέλφια;
Τέσσερα. Τρία και ένας. Ζώντες δύο, η αδελφή μου 88 χρονών και εγώ 77.
-Στη Θεσσαλονίκη πώς ήρθατε;
Η Θεσσαλονίκη προέκυψε από τον αδελφό μου, το Θεμιστοκλή. Είχε μόλις απολυθεί από την αεροπορία και ήταν και αυτός φωτογράφος και ένας από τους δασκάλους μου που με προώθησε . Ψάχνονταν τότε να ανοίξει ένα φωτογραφείο, αλλά απέρριψε τις Σέρρες. Γιατί είπε ότι εκεί θα μας φοράνε φέσι. Όλοι γνωστοί και φίλοι θα είναι και δε θα μας πληρώνουν.
Βρήκαμε λοιπόν, στη Θεσσαλονίκη ένα φωτογραφείο, το Photo Chrystal στη Χαριλάου, δίπλα στην Οσία Ξένη. Αυτό το φωτογραφείο άνοιξε το 1948 και δεν έκλεισε ποτέ, έχοντας βέβαια διαφορετικούς ιδιοκτήτες. Ένας από αυτούς ήταν ο Ντίνος ο Παναγιώτου, που άνοιξε τα φτερά του και άνοιξε ένα φωτογραφείο εδώ στο κέντρο, στην Τσιμισκή 79, δίπλα από τα γραφεία της Μακεδονίας. Κατά κάποιο τρόπο πούλησε τον αέρα του σημείου, αλλά και τον εξοπλισμό. Τον βρήκε ο Θέμης, του άρεσε η ιδέα και έτσι ήρθαμε στη Θεσσαλονίκη.
-Πότε;
Το 1963. Εγώ ήμουν τότε 18 χρονών.
-Και από εκεί και πέρα τι έγινε; Πήρες μια φωτογραφική μηχανή και άρχισες να βγάζεις φωτογραφίες;
Ήδη είχα μια φωτογραφική μηχανή. Η βασική μου όμως ειδικότητα στο Photo Chrystal ήταν να τυπώνω φωτογραφίες και να εμφανίζω φιλμ. Και τις Κυριακές τα… γαμοβαφτίσια…
-Γάμοι και βαφτίσεις, δηλαδή;
Υπήρχε τότε ένα τραγούδι του Πάνου του Γαβαλά που ενώ απευθύνονταν στον έρωτα μού ταίριαζε εμένα. Έλεγε «από τα σκοτάδια ποτέ δε θα βγω». Με εξέφραζε αυτό το τραγούδι, γιατί δεν έβγαινα από τα σκοτάδια… Τότε δεν υπήρχαν ακόμη οι χρωματιστές οι φωτογραφίες ή ήταν σε νηπιακή κατάσταση, ούτε κινητά και τέτοια. Όλοι τραβούσαν φωτογραφίες. Τα καλύτερά μας ήταν όταν πήγαιναν τα γυμνάσια εκδρομές. Και έρχονταν τα φιλμ κατά δεκάδες. Ο ένας 10, ο άλλος 8, ο άλλος 5 φιλμ.
-Πόσο διαρκούσε αυτό η εκτύπωση;
Κάθε βράδυ εμφανίζαμε τα φιλμ, την επομένη τυπώναμε, οπότε υπολόγισε: Δύο ημέρες ήθελε για να έχεις στο χέρι σου τυπωμένη φωτογραφία.
-Μιλάμε για το 1963. Ήταν αρκετά αυτά που κερδίζατε τότε;
Ουυυ και με τα παραπάνω. Εμένα τότε ακόμη δε με ενδιέφερε το χρηματικό, γιατί ήμουν μόλις 18 χρονών. Περνούσα καλά, τα σκοτάδια ήταν σκοτάδια, οπότε ήμουν μια χαρά (γελάει).
Με τον Θεοφάνη Τσεσμετζή, έναν από τους πρώτους τους συνεργάτες το 1956
-Πότε αντιλήφθηκες ότι με αυτό θα ασχοληθείς σε όλη σου τη ζωή;
Κοίταξε, το 65 με 67 πήγα στρατιώτης. Όταν απολύθηκε ο αδελφός μου ο Θέμης είχε δεσμευτεί να συνεταιριστεί με ένα φίλο του, ο οποίος όμως καθυστερούσε να έρθει από την Αθήνα. Όμως το 1965 ήταν κομβική χρονιά.
-Γιατί;
Γιατί είχαμε απίστευτη δουλειά. Να φανταστείς την εποχή του καρναβαλιού μόνο νούμερα που δε δίναμε για να τηρείται η σειρά προτεραιότητας. Ουρά η αναμονή.
-Οι πρώτες εικόνες από τη Θεσσαλονίκη που θυμάστε ποιες ήταν;
Τίποτε το ιδιαίτερο. Με απορροφούσε ο σκοτεινός θάλαμος και τα γαμοβαφτίσια. Δεν έβλεπα τη φύση, δεν έβλεπα τίποτα.
-Κάποια στιγμή βγήκες και έξω όμως για να τραβήξεις φωτογραφίες.
Μια μέρα είδα τον Γιάννη Κυριακίδη στο δρόμο να είναι με κάτι πυροσβέστες. Ανεβασμένος σε μια σκάλα της Πυροσβεστικής τραβούσε φωτογραφίες. Προσπαθούσε μάλιστα να τους πείσει να ανέβει στον κουβά της Πυροσβεστικής για να βγάλει καλύτερες φωτογραφίες. Με εντυπωσίασε αυτό. Στο μεταξύ είχα κάνει και μερικές δουλειές μαζί του, τι λεγόμενες φασονάρικες. Αργότερα μού πρότεινε και συνεταιρισμό, αλλά ήθελε τα 70 αυτός και τα 30 εγώ. «Αυτό δε γίνεται, κύριε Γιάννη. Ξέχνα το», του είπα (γελάει). Είχε βέβαια δίκαιο ο άνθρωπος γιατί αυτός είχε το όνομα. Ήξερε όμως ότι είμαι δουλευτάρης και ότι έχω καλή ματιά. Αν και νομίζω ότι το «δουλευτάρης» μετρούσε περισσότερο και το ότι ήμουν τίμιος. Έτσι μου ήρθε η ιδέα.
Μάχιμος για ένα καλό κλικ, δίπλα στον αείμνηστο Γιάννη Κυριακίδη
-Έτσι σου ήρθε και η ιδέα να κάνεις και εσύ κάτι μόνος σου;
Ναι. Ανοίξαμε το πρώτο φωτογραφείο επί της Τσιμισκή 70, ακριβώς απέναντι από το ιστορικό κτίριο της Μακεδονίας. Πιστεύοντας ότι αυτό είναι καλό πόστο. Λες στον πελάτη ότι το φωτογραφείο μου είναι απέναντι από τη Μακεδονία. Αλλά δυστυχώς η Μακεδονία απέδρασε από εδώ και πήγε στη Μοναστηρίου (γελάει). Σημαντική στιγμή για μένα ήταν ο συνεταιρισμός μου με τον Κώστα τον Ευαγγελίδη. Τον φωτογράφισα στην τελετή αποφοίτησης της Οδοντιατρικής και μετά γίναμε αχώριστοι. Αδελφός, πιστός συνέταιρος από το 1983 και καλός φωτογράφος.
-Έχεις ζήσει πολλά δημόσια πρόσωπα. Η σχέση σου με τον Σερραίο Κωνσταντίνο Καραμανλή;
Βεβαίως είχα σχέση. Ο αδελφός του ο Αλέξανδρος Καραμανλής ήταν ψυχούλα. Ερχόταν στο γραφείο συχνά και τον φωτογράφησα. Μια φορά πήγαμε με τον Χρήστο τον Τελίδη τον δημοσιογράφο να φωτογραφήσουμε ένα εκκλησάκι που έφτιαξαν οι Καραμανλήδες στη μνήμη της μητέρας τους. Και στη συνέχεια μάς έκανε το τραπέζι στην Πρώτη ο Αλέξανδρος. Ενα σούπερ τραπέζι, με τις παραδοσιακές πίτες, με τα όλα του. Εκεί μάς εξομολογήθηκε εκ βαθέων. Μας είπε για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ότι ήταν αστέρι. Θυμάμαι κάποια στιγμή μάς λέει: «Αν δεν ήταν αυτός, εμείς ακόμη αγρότες θα είμασταν».
Σε παρέλαση της Θεσσαλονίκης το 1978
-Θυμάσαι ιστορίες με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή;
Θυμάμαι στη Λέσχη Σερρών λίγο μετά τη μεταπολίτευση. Ήρθε στις Σέρρες και του έκαναν ως πρωθυπουργό μια δεξίωση. Όλοι ήθελαν να φωτογραφηθούν μαζί του. Μου λέει κάποια στιγμή: «Εσύ, Παππού, πρέπει να μου δώσεις ποσοστά για τις φωτογραφίες που τραβάς».
Μια άλλη φορά «έχασα» μια φωτογραφία που θα έγραφε εποχή, αν τη δημοσίευα. Εγώ γενικά τους Καραμανλήδες τους φωτογράφιζα πολύ συχνά. Ιδίως τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κάποια ημέρα διοργάνωσαν μια μικρή δεξίωση στην αυλή του σπιτιού τους στην Πρώτη. Με δικούς τους ανθρώπους. Και τότε βγαίνει ο Καραμανλής με τις πιτζάμες στο κατώφλι του σπιτιού.
«Παιδιά, με συγχωρείτε, αλλά βλέπετε ότι είμαι στο σπίτι μου τώρα», μάς είπε, εννοώντας την εμφάνισή του. Δεν έκανα κλικ, αν και είχα μηχανή μαζί μου. Γιατί τον σεβάστηκα και γιατί σεβάστηκα το γεγονός ότι ήταν στο σπίτι του.
-Το κλικ με τον Γιώργο Κούδα να φεύγει σαν τον άνεμο και ο Άνθιμος Καψής να προσπαθεί να τον ανακόψει στην Τούμπα ήταν η καλύτερη σου στιγμή;
Στο αθλητικό γίγνεσθαι ναι, αλλά έχω και άλλες καλές φωτογραφίες.
Η περίφημη φωτογραφία με τον Κούδα απο την Τούμπα. 18 Απριλίου του 1973, στο πλαίσιο των προημιτελικών του Κυπέλλου. «Το καλύτερό μου κλικ σε ό,τι αφορά στο αθλητικό γίγνεσθαι»
-Ποια θεωρείς ιδιαίτερα καλή;
Μεγάλη δημοσιογραφική επιτυχία ήταν η φωτογραφία από την ιστορία με την αυτοκτονία του Θαλασσινού στις 6 Απριλίου του 1971. Αυτός σκότωσε μια γυναίκα που δεν ενέδιδε στις ερωτικές του προτάσεις. Το περιστατικό ξεκίνησε στην περιοχή του Μύλου και ο Θαλασσινός για να γλυτώσει από τη σύλληψη έφτασε μέχρι τη Φιλοσοφική σχολή. Εκεί και παρά το γεγονός ότι ήρθαν πολλοί άνθρωποι για να τον μεταπείσουν δε τα κατάφεραν και αυτός πήδηξε από ένα ψηλό κτίριο και αυτοκτόνησε.
Είχε μαζευτεί πολύ κόσμος, φοιτητές, κακός χαμός, αλλά τελικά ο Θαλασσινός πήδηξε. Εγώ κατάφερα και τον αποτύπωσα την ώρα που πέφτει. Το είπα στον Κούρτη που τότε ήταν διευθυντής της «Θεσσαλονίκης». Μου λέει: «Φέρ' την και τη θέλω μεγάλη». Έβαλε τον τίτλο και η φωτογραφία έπιασε όλη την πρώτη σελίδα. Κάτω κάτω με πολύ μικρά γράμματα έγραψε «φωτογραφία Μιχάλης Παππούς», γιατί τότε ήταν και ο ανταγωνισμός με τον Γιάννη Κυριακίδη, που συνεργαζόταν με τη Μακεδονία.
Με τον Κυριακίδη εκείνη την ημέρα τι έγινε; Ο Γιώργος ο Οικονόμου, που ήταν ο ανταποκριτής της Απογευματινής στη Θεσσαλονίκη και είχε γραφεία επί της Τσιμισκή 70, με πήρε στο τηλέφωνο για να μου δώσει την είδηση ότι ο Θαλασσινός διέφευγε. Ο Λιάνης από την άλλη από Τα Νέα ειδοποίησε τον Κυριακίδη να πάει για το θέμα στο Γραφείο Μεταφορών και ο Κυριακίδης προφανώς μπερδεύτηκε. Το ρεπορτάζ παιζόταν δηλαδή σε δύο σημεία της πόλης. Εγώ πήγα στο σωστό σημείο και επέλεξα το σωστό μέρος που ήταν μια πολυκατοικία επί της οδού Μελενίκου.
Κι αυτό γιατί η αστυνομία δεν μας άφησε να πλησιάσουμε και εγώ είχα ένα 300άρι φακό. Τσακ, την αποτύπωσα και την πάω στη «Θεσσαλονίκη», όπου είναι ο Πεκλάρης, ο Κούρτης, ο Κουκουναράκης, που έκανε τα κλισέ και ο Μηλαράκης. Αρχίζει τότε η κουβέντα. «Μπορούμε να την βάλουμε;» Γιατί είχε λογοκρισία τότε και οι αυτοκτονίες δεν έμπαιναν. «Αλλά είναι στον αέρα», λέει ο Κούρτης. «Άρα, την βάζουμε». Και έτσι μπήκε η φωτογραφία. Το 1971. Και μέσα στη δικτατορία. Για μένα ήταν σταθμός γιατί η φωτογραφία εκείνη έκανε μεγάλο ντόρο. Αρχισα να κτίζω όνομα.
Έντονος διάλογος επί Οικουμενικής μεταξύ του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του μακαριστού Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος του Β'
Το 2019, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη κατά την επίσκεψη στο προεκλογικό περίπτερο του Νίκου Ταχιάου, με τον οποίο ο Μιχάλης Παππούς ήταν υποψήφιος
-Έχεις φωτογραφήσει πολλούς πολιτικούς και δημόσια πρόσωπα. Ποια σκηνή σού έχει μείνει πιο πολύ;
Μια σκηνή που μού έρχεται είναι από τις εκλογές του 1977 και μια συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να είναι στο μπαλκόνι ως ομιλητής και να έρχεται το περιστέρι και να κάθεται στον ώμο. Και εγώ να κάνω το κλικ. Η δεύτερη είναι μια στιγμή διαλόγου με τον Ανδρέα Παπανδρέου ενώ νοσηλευόταν στο Χέρφιλντ. Μια ημέρα βγήκε στον κήπο του νοσοκομείου, με είδε και εντυπωσιάστηκε από τον εξοπλισμό και τη φωτογραφική μηχανή που είχα. «Ωραίος φακός» μου λέει. «Πρόεδρε, εγώ ήρθα εδώ από τη Μακεδονία», του είπα.
Άγιος Δημήτριος 2022: Παρών ακόμη και τώρα στις εορταστικές εκδηλώσεις
-Η Θεσσαλονίκη γιόρταζε αυτές τις ημέρες τη διπλή επέτειο. Είχε ενδιαφέρουσες εικόνες η δοξολογία στον Αη-Δημήτρη;
Το θρησκευτικό συναίσθημα υπάρχει και στις ημέρες. Από τον Αη Δημήτρη θυμάμαι τους αυθεντικούς Μακεδονομάχους, τους ορίτζιναλ, όχι τις μαϊμούδες. Μερικοί ανέβαιναν με το ζόρι τα σκαλιά. Θυμάμαι έναν ψηλό, με ελιές στο πρόσωπο που τον σιγοντάρανε όλοι για να ανέβει. Αυτές ήταν ωραίες φωτογραφίες, όχι των πολιτικών.
-Θετική ή αρνητική η εξέλιξη της ψηφιακής φωτογραφίας;
Αρνητική.
-Γιατί;
Γιατί το επάγγελμα χαντακώθηκε, έσβησε. Ολοι μπορούν να βγάλουν μια φωτογραφία. Ε, να και εσύ δε βγάζεις; Η εμφάνιση της ασπρόμαυρης φωτογραφίας ήταν κάποτε μια μυσταγωγία. Όλα τα κάναμε μόνοι μας.
-Τι κάνει ο Μιχάλης Παππούς σήμερα;
Χαϊδεύει τις γάτες του.
Με τις αγαπημένες του γάτες στη Χαλκιδική, όπου διαμένει εδώ και 2,5 χρόνια
-Πως και έτσι;
Από μικρός αγαπούσα τις γάτες, όπως και η γυναίκα μου. Η γυναίκα μου, με την οποία είμαστε 54 χρόνια μαζί, έχει μια καταπληκτική ασπρόμαυρη φωτογραφία. Το φως είναι θεϊκό, λες και της φωτίζει τα μαλλιά ένας προβολέας και δίνει σε μια γάτα μια μαστίχα. Και η γάτα ονόματι Σορούκο την κοιτάει εντυπωσιασμένη. Η φωτογραφία θα μπορούσε να γίνει και διαφήμιση…
-Πόσες γάτες έχετε στη Χαλκιδική;
Ο γιος είναι ένας, ο γκριζούλης. Οι άλλοι είναι της αυλής παρατρεχάμενοι, αλλά τους ταΐζουμε. Ένα σακί γατοτροφή και τα έξτρα από τα περισσεύματα του φαγητού μας.
-Τι φωτογραφίες βγάζεις σήμερα;
Τις γάτες και τη φύση.
Η φύση της Χαλκιδικής απεικονίζεται πολύ συχνά στις πρόσφατες φωτογραφίες του
-Ανθρώπους όχι τόσο πολύ;
Μπα, δε με ενδιαφέρει…
-Θα σύστηνες τα εγγόνια σου να ασχοληθούν με τη φωτογραφία;
Α πα, πα. Ούτε κατά διάνοια.
-Θα γυρνούσες ξανά πίσω στη Θεσσαλονίκη;
Όχι, μόνο ως μουσαφίρης. Ερχομαι μόνο για να φτιάξω το αρχείο μου. Ενα μέρος είναι στο σπίτι και ένα στο μαγαζί.
-Έχεις ένα τεράστιο αρχείο. Τι σκέφτεσαι να το κάνετε;
Θα το κάνουμε ένα βιβλίο μαζί με τον συγγραφέα- δημοσιογράφο Κώστα Μπλιάτκα. Θα είναι το δεύτερο που κάνουμε μαζί μετά το βιβλίο «Ο ΠΑΟΚ του 70 με τον φακό του Μιχάλη Παππού». Θα είναι ένα βιβλίο που θα μπορούσε να έχει τον τίτλο «Τι είδε ο Παππούς από το 1970 μέχρι το 2020». Δυστυχώς ο κορονοϊός δεν χώρεσε μέσα.
-Μια φωτογραφία που θα ταίριαζε στη ζωή σου;
Η φωτογραφία του γάμου μου. Που είναι παρά πολύ ωραία και τραβήχτηκε από έναν φωτογράφο φίλο που δε ζει, τον Στέλιο τον Φίλιο, που δούλευε στο Φώτο Τέχνη.
Η φωτογραφία από το γάμο του με την Καλλιόπη πριν από 54 χρόνια. «Αυτή η φωτογραφία με αυτοχαρακτηρίζει»
Η οικογένεια Παππού σε απαρτία: η σύζυγος Καλλιόπη και τα παιδιά Νίκος, Βασίλης, Καρολίνα και Δημήτρης
08/10/2022 08:00
22/10/2022 08:00
19/11/2022 08:00
26/11/2022 08:00
Φωτογραφίες Προσωπικό αρχείο Μιχάλη Παππού
Ο πρωινός καφές σήμερα περιλαμβάνει έναν από τους πιο παλιούς και γνωστούς φωτογράφους-φωτορεπόρτερ της Θεσσαλονίκης. Ο Μιχάλης Παππούς-περί ου ο λόγος- γεννήθηκε στις Σέρρες, αλλά από τα 18 του ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου από το 1963 έχει φωτογραφίσει σχεδόν τα πάντα. Πολιτικούς, γάμους, βαφτίσεις, καρναβάλια, παρελάσεις, δολοφονίες.
Εδώ και δύο χρόνια και από τότε που εγκαταστάθηκε στο Πευκοχώρι της Χαλκιδικής, οι φωτογραφίες του απεικονίζουν κυρίως γάτες και φύση.
Μαζί συζητήσαμε για τα δύσκολα αρχικά χρόνια όταν πρωτοήρθε στη Θεσσαλονίκη, για τις καλές εποχές με τους σκοτεινούς θαλάμους και τις χιλιάδες εκτυπώσεις των φιλμ, αλλά και για τα ζόρια που προκάλεσε η ψηφιακή εποχή στους φωτογράφους. Και θυμηθήκαμε παλιές ιστορίες από ανθρώπους που δε ζουν πια: τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Γιάννη Κυριακίδη.
«Ήμουν δουλευτάρης και τίμιος» λέει για τη σχέση του με τη φωτογραφία
-Πίνετε πρωινό καφέ;
Πίνω στο Πευκοχώρι, στη Χαλκιδική, παρέα με τις γάτες. Όταν είναι καλός ο καιρός, το καλοκαίρι και την άνοιξη, λίγο μετά τις 7 το πρωί ή καμμιά φορά και λίγο νωρίτερα.
-Τι καφές είναι;
Κυρίως ελληνικός.
-Παλιότερα όταν ήσουν ακόμη μάχιμος;
Έπινα πότε στο σπίτι, πότε στο γραφείο. Δεν υπήρχε κάτι σταθερό.
-Ζεις στη Χαλκιδική πια. Πώς έγινε αυτό;
Προέκυψε από την πανδημία. Ήμασταν στη Χαλκιδική με τη σύζυγό μου την Καλλιόπη το Σαββατοκύριακο που ανακοινώθηκε το πρώτο lockdown. Περάσαμε εκεί το πρώτο lockdown, μάς άρεσε πάρα πολύ και συνεχίσαμε . Γιατί εδώ έχουμε και δουλειά.
-Τι δουλειά; Φωτογράφιση;
Όχι, έχουμε 200 ελιές. Ποιος θα τις τετκιώσει αυτές;
-Τετκιώσει;
(Γελάει). Το ξέρεις αυτό; Είναι Χαλκιδικιώτικο. Είχαμε παλιά έναν κλαδευτή. Του λέει μια μέρα η γυναίκα μου ενώ κλάδευε: «Κύριε, Γιάννη, πού είναι οι ελιές; Εξαφανίστηκαν». «Ε, πως θα τετκιώσει η ελιά,» της απαντά αυτός. Και έμεινε…
-Είχες όμως από παλιότερα επαφή με την αγροτική ζωή, αφού γεννήθηκες στις Σέρρες.
Όχι, δεν είχα. Οι Σέρρες ήταν μόνο φωτογραφία.
-Γεννήθηκες εκεί. Σχολείο;
Γεννήθηκα μέσα στην πόλη των Σερρών από γονείς που ήρθαν από τις χαμένες πατρίδες.
-Οι γονείς;
Ο πατέρας μου ήταν χαμάλης και η μητέρα μου στο σπίτι. Νοικοκυρά δηλαδή.
-Τι θυμάσαι ως παιδί από το σπίτι;
Θυμάμαι το χαλβά που έκανε ο πατέρας μου τις γιορτές, σιμιγδαλένιο χαλβά. Θυμάμαι και τα φιστίκια που έφερνε σε όλα τα παιδιά βράδυ παρά βράδυ ως δώρο. Αντί σοκολάτα έφερνε φιστίκια.
Ως μαθητής Γυμνασίου στις Σέρρες το 1958
-Αδέλφια;
Τέσσερα. Τρία και ένας. Ζώντες δύο, η αδελφή μου 88 χρονών και εγώ 77.
-Στη Θεσσαλονίκη πώς ήρθατε;
Η Θεσσαλονίκη προέκυψε από τον αδελφό μου, το Θεμιστοκλή. Είχε μόλις απολυθεί από την αεροπορία και ήταν και αυτός φωτογράφος και ένας από τους δασκάλους μου που με προώθησε . Ψάχνονταν τότε να ανοίξει ένα φωτογραφείο, αλλά απέρριψε τις Σέρρες. Γιατί είπε ότι εκεί θα μας φοράνε φέσι. Όλοι γνωστοί και φίλοι θα είναι και δε θα μας πληρώνουν.
Βρήκαμε λοιπόν, στη Θεσσαλονίκη ένα φωτογραφείο, το Photo Chrystal στη Χαριλάου, δίπλα στην Οσία Ξένη. Αυτό το φωτογραφείο άνοιξε το 1948 και δεν έκλεισε ποτέ, έχοντας βέβαια διαφορετικούς ιδιοκτήτες. Ένας από αυτούς ήταν ο Ντίνος ο Παναγιώτου, που άνοιξε τα φτερά του και άνοιξε ένα φωτογραφείο εδώ στο κέντρο, στην Τσιμισκή 79, δίπλα από τα γραφεία της Μακεδονίας. Κατά κάποιο τρόπο πούλησε τον αέρα του σημείου, αλλά και τον εξοπλισμό. Τον βρήκε ο Θέμης, του άρεσε η ιδέα και έτσι ήρθαμε στη Θεσσαλονίκη.
-Πότε;
Το 1963. Εγώ ήμουν τότε 18 χρονών.
-Και από εκεί και πέρα τι έγινε; Πήρες μια φωτογραφική μηχανή και άρχισες να βγάζεις φωτογραφίες;
Ήδη είχα μια φωτογραφική μηχανή. Η βασική μου όμως ειδικότητα στο Photo Chrystal ήταν να τυπώνω φωτογραφίες και να εμφανίζω φιλμ. Και τις Κυριακές τα… γαμοβαφτίσια…
-Γάμοι και βαφτίσεις, δηλαδή;
Υπήρχε τότε ένα τραγούδι του Πάνου του Γαβαλά που ενώ απευθύνονταν στον έρωτα μού ταίριαζε εμένα. Έλεγε «από τα σκοτάδια ποτέ δε θα βγω». Με εξέφραζε αυτό το τραγούδι, γιατί δεν έβγαινα από τα σκοτάδια… Τότε δεν υπήρχαν ακόμη οι χρωματιστές οι φωτογραφίες ή ήταν σε νηπιακή κατάσταση, ούτε κινητά και τέτοια. Όλοι τραβούσαν φωτογραφίες. Τα καλύτερά μας ήταν όταν πήγαιναν τα γυμνάσια εκδρομές. Και έρχονταν τα φιλμ κατά δεκάδες. Ο ένας 10, ο άλλος 8, ο άλλος 5 φιλμ.
-Πόσο διαρκούσε αυτό η εκτύπωση;
Κάθε βράδυ εμφανίζαμε τα φιλμ, την επομένη τυπώναμε, οπότε υπολόγισε: Δύο ημέρες ήθελε για να έχεις στο χέρι σου τυπωμένη φωτογραφία.
-Μιλάμε για το 1963. Ήταν αρκετά αυτά που κερδίζατε τότε;
Ουυυ και με τα παραπάνω. Εμένα τότε ακόμη δε με ενδιέφερε το χρηματικό, γιατί ήμουν μόλις 18 χρονών. Περνούσα καλά, τα σκοτάδια ήταν σκοτάδια, οπότε ήμουν μια χαρά (γελάει).
Με τον Θεοφάνη Τσεσμετζή, έναν από τους πρώτους τους συνεργάτες το 1956
-Πότε αντιλήφθηκες ότι με αυτό θα ασχοληθείς σε όλη σου τη ζωή;
Κοίταξε, το 65 με 67 πήγα στρατιώτης. Όταν απολύθηκε ο αδελφός μου ο Θέμης είχε δεσμευτεί να συνεταιριστεί με ένα φίλο του, ο οποίος όμως καθυστερούσε να έρθει από την Αθήνα. Όμως το 1965 ήταν κομβική χρονιά.
-Γιατί;
Γιατί είχαμε απίστευτη δουλειά. Να φανταστείς την εποχή του καρναβαλιού μόνο νούμερα που δε δίναμε για να τηρείται η σειρά προτεραιότητας. Ουρά η αναμονή.
-Οι πρώτες εικόνες από τη Θεσσαλονίκη που θυμάστε ποιες ήταν;
Τίποτε το ιδιαίτερο. Με απορροφούσε ο σκοτεινός θάλαμος και τα γαμοβαφτίσια. Δεν έβλεπα τη φύση, δεν έβλεπα τίποτα.
-Κάποια στιγμή βγήκες και έξω όμως για να τραβήξεις φωτογραφίες.
Μια μέρα είδα τον Γιάννη Κυριακίδη στο δρόμο να είναι με κάτι πυροσβέστες. Ανεβασμένος σε μια σκάλα της Πυροσβεστικής τραβούσε φωτογραφίες. Προσπαθούσε μάλιστα να τους πείσει να ανέβει στον κουβά της Πυροσβεστικής για να βγάλει καλύτερες φωτογραφίες. Με εντυπωσίασε αυτό. Στο μεταξύ είχα κάνει και μερικές δουλειές μαζί του, τι λεγόμενες φασονάρικες. Αργότερα μού πρότεινε και συνεταιρισμό, αλλά ήθελε τα 70 αυτός και τα 30 εγώ. «Αυτό δε γίνεται, κύριε Γιάννη. Ξέχνα το», του είπα (γελάει). Είχε βέβαια δίκαιο ο άνθρωπος γιατί αυτός είχε το όνομα. Ήξερε όμως ότι είμαι δουλευτάρης και ότι έχω καλή ματιά. Αν και νομίζω ότι το «δουλευτάρης» μετρούσε περισσότερο και το ότι ήμουν τίμιος. Έτσι μου ήρθε η ιδέα.
Μάχιμος για ένα καλό κλικ, δίπλα στον αείμνηστο Γιάννη Κυριακίδη
-Έτσι σου ήρθε και η ιδέα να κάνεις και εσύ κάτι μόνος σου;
Ναι. Ανοίξαμε το πρώτο φωτογραφείο επί της Τσιμισκή 70, ακριβώς απέναντι από το ιστορικό κτίριο της Μακεδονίας. Πιστεύοντας ότι αυτό είναι καλό πόστο. Λες στον πελάτη ότι το φωτογραφείο μου είναι απέναντι από τη Μακεδονία. Αλλά δυστυχώς η Μακεδονία απέδρασε από εδώ και πήγε στη Μοναστηρίου (γελάει). Σημαντική στιγμή για μένα ήταν ο συνεταιρισμός μου με τον Κώστα τον Ευαγγελίδη. Τον φωτογράφισα στην τελετή αποφοίτησης της Οδοντιατρικής και μετά γίναμε αχώριστοι. Αδελφός, πιστός συνέταιρος από το 1983 και καλός φωτογράφος.
-Έχεις ζήσει πολλά δημόσια πρόσωπα. Η σχέση σου με τον Σερραίο Κωνσταντίνο Καραμανλή;
Βεβαίως είχα σχέση. Ο αδελφός του ο Αλέξανδρος Καραμανλής ήταν ψυχούλα. Ερχόταν στο γραφείο συχνά και τον φωτογράφησα. Μια φορά πήγαμε με τον Χρήστο τον Τελίδη τον δημοσιογράφο να φωτογραφήσουμε ένα εκκλησάκι που έφτιαξαν οι Καραμανλήδες στη μνήμη της μητέρας τους. Και στη συνέχεια μάς έκανε το τραπέζι στην Πρώτη ο Αλέξανδρος. Ενα σούπερ τραπέζι, με τις παραδοσιακές πίτες, με τα όλα του. Εκεί μάς εξομολογήθηκε εκ βαθέων. Μας είπε για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ότι ήταν αστέρι. Θυμάμαι κάποια στιγμή μάς λέει: «Αν δεν ήταν αυτός, εμείς ακόμη αγρότες θα είμασταν».
Σε παρέλαση της Θεσσαλονίκης το 1978
-Θυμάσαι ιστορίες με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή;
Θυμάμαι στη Λέσχη Σερρών λίγο μετά τη μεταπολίτευση. Ήρθε στις Σέρρες και του έκαναν ως πρωθυπουργό μια δεξίωση. Όλοι ήθελαν να φωτογραφηθούν μαζί του. Μου λέει κάποια στιγμή: «Εσύ, Παππού, πρέπει να μου δώσεις ποσοστά για τις φωτογραφίες που τραβάς».
Μια άλλη φορά «έχασα» μια φωτογραφία που θα έγραφε εποχή, αν τη δημοσίευα. Εγώ γενικά τους Καραμανλήδες τους φωτογράφιζα πολύ συχνά. Ιδίως τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κάποια ημέρα διοργάνωσαν μια μικρή δεξίωση στην αυλή του σπιτιού τους στην Πρώτη. Με δικούς τους ανθρώπους. Και τότε βγαίνει ο Καραμανλής με τις πιτζάμες στο κατώφλι του σπιτιού.
«Παιδιά, με συγχωρείτε, αλλά βλέπετε ότι είμαι στο σπίτι μου τώρα», μάς είπε, εννοώντας την εμφάνισή του. Δεν έκανα κλικ, αν και είχα μηχανή μαζί μου. Γιατί τον σεβάστηκα και γιατί σεβάστηκα το γεγονός ότι ήταν στο σπίτι του.
-Το κλικ με τον Γιώργο Κούδα να φεύγει σαν τον άνεμο και ο Άνθιμος Καψής να προσπαθεί να τον ανακόψει στην Τούμπα ήταν η καλύτερη σου στιγμή;
Στο αθλητικό γίγνεσθαι ναι, αλλά έχω και άλλες καλές φωτογραφίες.
Η περίφημη φωτογραφία με τον Κούδα απο την Τούμπα. 18 Απριλίου του 1973, στο πλαίσιο των προημιτελικών του Κυπέλλου. «Το καλύτερό μου κλικ σε ό,τι αφορά στο αθλητικό γίγνεσθαι»
-Ποια θεωρείς ιδιαίτερα καλή;
Μεγάλη δημοσιογραφική επιτυχία ήταν η φωτογραφία από την ιστορία με την αυτοκτονία του Θαλασσινού στις 6 Απριλίου του 1971. Αυτός σκότωσε μια γυναίκα που δεν ενέδιδε στις ερωτικές του προτάσεις. Το περιστατικό ξεκίνησε στην περιοχή του Μύλου και ο Θαλασσινός για να γλυτώσει από τη σύλληψη έφτασε μέχρι τη Φιλοσοφική σχολή. Εκεί και παρά το γεγονός ότι ήρθαν πολλοί άνθρωποι για να τον μεταπείσουν δε τα κατάφεραν και αυτός πήδηξε από ένα ψηλό κτίριο και αυτοκτόνησε.
Είχε μαζευτεί πολύ κόσμος, φοιτητές, κακός χαμός, αλλά τελικά ο Θαλασσινός πήδηξε. Εγώ κατάφερα και τον αποτύπωσα την ώρα που πέφτει. Το είπα στον Κούρτη που τότε ήταν διευθυντής της «Θεσσαλονίκης». Μου λέει: «Φέρ' την και τη θέλω μεγάλη». Έβαλε τον τίτλο και η φωτογραφία έπιασε όλη την πρώτη σελίδα. Κάτω κάτω με πολύ μικρά γράμματα έγραψε «φωτογραφία Μιχάλης Παππούς», γιατί τότε ήταν και ο ανταγωνισμός με τον Γιάννη Κυριακίδη, που συνεργαζόταν με τη Μακεδονία.
Με τον Κυριακίδη εκείνη την ημέρα τι έγινε; Ο Γιώργος ο Οικονόμου, που ήταν ο ανταποκριτής της Απογευματινής στη Θεσσαλονίκη και είχε γραφεία επί της Τσιμισκή 70, με πήρε στο τηλέφωνο για να μου δώσει την είδηση ότι ο Θαλασσινός διέφευγε. Ο Λιάνης από την άλλη από Τα Νέα ειδοποίησε τον Κυριακίδη να πάει για το θέμα στο Γραφείο Μεταφορών και ο Κυριακίδης προφανώς μπερδεύτηκε. Το ρεπορτάζ παιζόταν δηλαδή σε δύο σημεία της πόλης. Εγώ πήγα στο σωστό σημείο και επέλεξα το σωστό μέρος που ήταν μια πολυκατοικία επί της οδού Μελενίκου.
Κι αυτό γιατί η αστυνομία δεν μας άφησε να πλησιάσουμε και εγώ είχα ένα 300άρι φακό. Τσακ, την αποτύπωσα και την πάω στη «Θεσσαλονίκη», όπου είναι ο Πεκλάρης, ο Κούρτης, ο Κουκουναράκης, που έκανε τα κλισέ και ο Μηλαράκης. Αρχίζει τότε η κουβέντα. «Μπορούμε να την βάλουμε;» Γιατί είχε λογοκρισία τότε και οι αυτοκτονίες δεν έμπαιναν. «Αλλά είναι στον αέρα», λέει ο Κούρτης. «Άρα, την βάζουμε». Και έτσι μπήκε η φωτογραφία. Το 1971. Και μέσα στη δικτατορία. Για μένα ήταν σταθμός γιατί η φωτογραφία εκείνη έκανε μεγάλο ντόρο. Αρχισα να κτίζω όνομα.
Έντονος διάλογος επί Οικουμενικής μεταξύ του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του μακαριστού Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος του Β'
Το 2019, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη κατά την επίσκεψη στο προεκλογικό περίπτερο του Νίκου Ταχιάου, με τον οποίο ο Μιχάλης Παππούς ήταν υποψήφιος
-Έχεις φωτογραφήσει πολλούς πολιτικούς και δημόσια πρόσωπα. Ποια σκηνή σού έχει μείνει πιο πολύ;
Μια σκηνή που μού έρχεται είναι από τις εκλογές του 1977 και μια συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να είναι στο μπαλκόνι ως ομιλητής και να έρχεται το περιστέρι και να κάθεται στον ώμο. Και εγώ να κάνω το κλικ. Η δεύτερη είναι μια στιγμή διαλόγου με τον Ανδρέα Παπανδρέου ενώ νοσηλευόταν στο Χέρφιλντ. Μια ημέρα βγήκε στον κήπο του νοσοκομείου, με είδε και εντυπωσιάστηκε από τον εξοπλισμό και τη φωτογραφική μηχανή που είχα. «Ωραίος φακός» μου λέει. «Πρόεδρε, εγώ ήρθα εδώ από τη Μακεδονία», του είπα.
Άγιος Δημήτριος 2022: Παρών ακόμη και τώρα στις εορταστικές εκδηλώσεις
-Η Θεσσαλονίκη γιόρταζε αυτές τις ημέρες τη διπλή επέτειο. Είχε ενδιαφέρουσες εικόνες η δοξολογία στον Αη-Δημήτρη;
Το θρησκευτικό συναίσθημα υπάρχει και στις ημέρες. Από τον Αη Δημήτρη θυμάμαι τους αυθεντικούς Μακεδονομάχους, τους ορίτζιναλ, όχι τις μαϊμούδες. Μερικοί ανέβαιναν με το ζόρι τα σκαλιά. Θυμάμαι έναν ψηλό, με ελιές στο πρόσωπο που τον σιγοντάρανε όλοι για να ανέβει. Αυτές ήταν ωραίες φωτογραφίες, όχι των πολιτικών.
-Θετική ή αρνητική η εξέλιξη της ψηφιακής φωτογραφίας;
Αρνητική.
-Γιατί;
Γιατί το επάγγελμα χαντακώθηκε, έσβησε. Ολοι μπορούν να βγάλουν μια φωτογραφία. Ε, να και εσύ δε βγάζεις; Η εμφάνιση της ασπρόμαυρης φωτογραφίας ήταν κάποτε μια μυσταγωγία. Όλα τα κάναμε μόνοι μας.
-Τι κάνει ο Μιχάλης Παππούς σήμερα;
Χαϊδεύει τις γάτες του.
Με τις αγαπημένες του γάτες στη Χαλκιδική, όπου διαμένει εδώ και 2,5 χρόνια
-Πως και έτσι;
Από μικρός αγαπούσα τις γάτες, όπως και η γυναίκα μου. Η γυναίκα μου, με την οποία είμαστε 54 χρόνια μαζί, έχει μια καταπληκτική ασπρόμαυρη φωτογραφία. Το φως είναι θεϊκό, λες και της φωτίζει τα μαλλιά ένας προβολέας και δίνει σε μια γάτα μια μαστίχα. Και η γάτα ονόματι Σορούκο την κοιτάει εντυπωσιασμένη. Η φωτογραφία θα μπορούσε να γίνει και διαφήμιση…
-Πόσες γάτες έχετε στη Χαλκιδική;
Ο γιος είναι ένας, ο γκριζούλης. Οι άλλοι είναι της αυλής παρατρεχάμενοι, αλλά τους ταΐζουμε. Ένα σακί γατοτροφή και τα έξτρα από τα περισσεύματα του φαγητού μας.
-Τι φωτογραφίες βγάζεις σήμερα;
Τις γάτες και τη φύση.
Η φύση της Χαλκιδικής απεικονίζεται πολύ συχνά στις πρόσφατες φωτογραφίες του
-Ανθρώπους όχι τόσο πολύ;
Μπα, δε με ενδιαφέρει…
-Θα σύστηνες τα εγγόνια σου να ασχοληθούν με τη φωτογραφία;
Α πα, πα. Ούτε κατά διάνοια.
-Θα γυρνούσες ξανά πίσω στη Θεσσαλονίκη;
Όχι, μόνο ως μουσαφίρης. Ερχομαι μόνο για να φτιάξω το αρχείο μου. Ενα μέρος είναι στο σπίτι και ένα στο μαγαζί.
-Έχεις ένα τεράστιο αρχείο. Τι σκέφτεσαι να το κάνετε;
Θα το κάνουμε ένα βιβλίο μαζί με τον συγγραφέα- δημοσιογράφο Κώστα Μπλιάτκα. Θα είναι το δεύτερο που κάνουμε μαζί μετά το βιβλίο «Ο ΠΑΟΚ του 70 με τον φακό του Μιχάλη Παππού». Θα είναι ένα βιβλίο που θα μπορούσε να έχει τον τίτλο «Τι είδε ο Παππούς από το 1970 μέχρι το 2020». Δυστυχώς ο κορονοϊός δεν χώρεσε μέσα.
-Μια φωτογραφία που θα ταίριαζε στη ζωή σου;
Η φωτογραφία του γάμου μου. Που είναι παρά πολύ ωραία και τραβήχτηκε από έναν φωτογράφο φίλο που δε ζει, τον Στέλιο τον Φίλιο, που δούλευε στο Φώτο Τέχνη.
Η φωτογραφία από το γάμο του με την Καλλιόπη πριν από 54 χρόνια. «Αυτή η φωτογραφία με αυτοχαρακτηρίζει»
Η οικογένεια Παππού σε απαρτία: η σύζυγος Καλλιόπη και τα παιδιά Νίκος, Βασίλης, Καρολίνα και Δημήτρης
ΣΧΟΛΙΑ