Τρεις Νίκοι
Η Ελλάδα από το 1844 και μετά ουδέποτε υπήρξε μοναρχία. Ήταν βασιλευόμενη η προεδρευόμενη δημοκρατία με Σύνταγμα εκτός από την τετραετία Μεταξά, τα 6,5 χρόνια του Παπαδόπουλου και τους οκτώ μήνες του Ιωαννίδη. Περίπου 11,5 χρόνια, κάτω από 5%.
Η δεκατετράμηνη δικτατορία του Πάγκαλου ήταν με ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής και η δικτατορία Κονδύλη που τον ανέτρεψε παρέδωσε σε πολιτική κυβέρνηση σε τέσσερις μήνες.
Βέβαια σε αυτό το χρονικό διάστημα των 180 χρόνων, διάφοροι προσπάθησαν να εγκαταστήσουν μοναρχικά καθεστώτα. Ο παππούς του προσφάτως εκλιπόντος, είχε μία ροπή ανάμειξης στα πολιτικά ζητήματα διότι δεν του αρκούσε να ηγείται, ήθελε και να κυβερνά.
Εν μέσω πολέμου, του Πρώτου Παγκοσμίου, προσπάθησε να σύρει την χώρα στην γερμανική πλευρά, χωρίς καμία λαϊκή νομιμοποίηση.
Αλλά νομιμοποίηση δεν είχαν ούτε οι απέναντι που έδιωξαν «βασιλείς και βουλευτάδες», όπως λέει ο Νίκος Δημητράτος, στους στίχους που ο ίδιος έγραψε και τραγουδάει στην πρώτη σκηνή στο ρεμπέτικο του Κώστα Φέρρη.
Η διαφορά είναι ότι η μία πλευρά δικαιώθηκε από την ιστορία και έφτιαξε την Ελλάδα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών» αλλά το πολιτικό καθεστώς ήταν εξίσου η ενός ανδρός αρχή.
«Της Αμύνης το καπέλο έφερε τον Βενιζέλο», λέει ο Δημητράτος στο ίδιο τραγούδι. Δηλαδή η νομιμοποίηση έγινε δια των όπλων.
Οι εποχές ήταν ταραγμένες και οι διαφορές δεν λύνονταν στις κάλπες. Και όταν λύθηκαν στις κάλπες, κέρδισαν οι «άλλοι». Προφανώς συνέβη και αλλού, μόνο που στα διάφορα «αλλού» δεν ήταν επικεφαλής της μίας παράταξης, αυτός που θα έπρεπε να είναι ο εγγυητής των διαδικασιών.
Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος σε στίχους που έγραψε για ένα άλλο τραγούδι του Σταύρου Ξαρχάκου που τραγουδά ο Νίκος Ξυλούρης στα μέσα της δεκαετίας του ’70, διαπιστώνει ότι η χώρα έχει πάρει τον στραβό δρόμο και εναποθέτει τις ελπίδες του στον στρατηγό Μακρυγιάννη. Θα υφίσταντο και άλλοι ζωντανοί από μηχανής θεοί στο πρότυπο της αρχαίας τραγωδίας.
«Μπάρμπα Γιάννη Μακρυγιάννη
παρ’ μαύρο γιαταγάνι
κι έλα στη ζωή μας πίσω
το στραβό να κάνει ίσιο».
Μάλλον, ο Νίκος Γκάτσος αν και είμαστε σε περίοδο που έχει αποκατασταθεί η δημοκρατία, δεν δείχνει να περιμένει πολλά από τις δημοκρατικές διαδικασίες.
Ποιος θα έδινε σήμερα στον Μακρυγιάννη που μάλλον δεν ήταν πολύ φιλοβασιλικός, κρίνοντας από τη συμμετοχή του στην συνταγματική επανάσταση του 1843, το δικαίωμα ν’ αποφασίσει για όλους εμάς;
Κανένας. Ούτε οι αντιβασιλικοί.
Ούτε στον Μακρυγιάννη, ούτε στον Βενιζέλο, ούτε στον Κωνσταντίνο.
Ούτε στο Νίκο Ζαχαριάδη.
Όπως άλλωστε είχε γράψει ο αρχαίος τραγικός Μένανδρος, «άπαξ γαρ εξουσία, ισχύν λαβούσα, ουδέν του οικείου συμφέροντος κρίνει λυσιτελέστερον», δηλαδή «κάθε εξουσία όταν γίνει ισχυρή, δεν θεωρεί τίποτε πιο σκόπιμο από το δικό της συμφέρον».
Τρεις αιώνες αργότερα ο Κικέρων προέτρεπε «cedant arma togae», δηλαδή να «υποκύψουν τα άρματα (οι στρατιωτικοί) στην τήβεννο (στην πολιτική εξουσία)».
Για το ενδεχόμενο να μην συμβεί αυτό, έχουμε Σύνταγμα, νόμους και κανόνες.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 15.01.2023