Ποια είναι τα θύματα των γκέτο;
Οι οικισμοί των Ρομά εξαιρούνται de facto της ελληνικής επικράτειας. Ανομολόγητα μεν, αναμφισβήτητα δε, το ελληνικό κράτος έχει παραιτηθεί από το δικαίωμα/υποχρέωσή του να ελέγχει εκεί την εφαρμογή του νόμου. Και ποια είναι τα θύματα της ανευθυνότητος; Πρωτίστως οι Ρομά! Το είπε με παράπονο η μητέρα από το Ζεφύρι που το παιδάκι της λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του από την κακοποιητική συμπεριφορά του πατριού του: Αυτή είναι η ζωή μας εδώ μέσα. Και να καλέσουμε την Αστυνομία, δεν θα έλθει.
Δεν χρειάζονται γνώσεις πυρηνικής φυσικής για να αντιληφθείς ποιες συνθήκες επικρατούν εκεί μέσα και ποιοι είναι οι ανυπεράσπιστοι. Όταν απουσιάζει ο νόμος της πολιτείας, επιβάλλεται ο νόμος του ισχυρού. Του νταή, του αδίστακτου, του κακοποιού. Αλλά έστω και τώρα, εάν πράγματι ενδιαφέρονταν για τους Ρομά όλοι εκείνοι που παριστάνουν ότι ενδιαφέρονται για τους Ρομά, η κραυγή αυτής της γυναίκας θα προκαλούσε θυμό. Ακούσατε τίποτε; Διαβάσατε κάποια ανακοίνωση από αλληλέγγυους, Δηκεωσινες, ΜΚΟ, ΣΥΡΙΖΑίους εσωτερικού ή εξωτερικού, φιλελέφτ και δεν συμμαζεύεται; Ή έστω από κάποιον εκπρόσωπο της κυβέρνησης; Τσιμουδιά. Όλους αυτούς θα τους ξανασυναντήσετε την επόμενη φορά που θα σκοτωθεί Ρομά καταδιωκόμενος από αστυνομικούς και προτού ερευνηθεί υπό ποιες συνθήκες. Μεταξύ τους ας σκοτώνονται, ας βιάζονται, ας κακοποιούνται. Δεν μας πέφτει λόγος. Είναι οι άγραφοι κανόνες τους.
Η στάση απέναντι στους Ρομά αποτελεί μία χυδαία ιστορία συνενοχής της οργανωμένης πολιτείας, του πολιτικού συστήματος και κάποιας υποτίθεται «ευαίσθητης ιντελιγκέντσιας» που ανέλαβε την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους, όχι πάντα με το αζημίωτο. Και το μόνο που κατάφεραν είναι να τυποποιήσουν ως ποινικό αδίκημα την χρήση των προαιώνιων και ουδόλως μειωτικών προσδιορισμών της φυλής (Γύφτοι, Τσιγγάνοι), χωρίς να λύσουν κανένα πρόβλημα.
Αντιθέτως, τα έκαναν όλα χειρότερα. Πριν από σαράντα χρόνια η εγκληματικότητα των Ρομά ήταν χαμηλή. Κυρίως μικροκλοπές. Η Αστυνομία είχε έλεγχο των καταυλισμών, η αυστηρότητα της νομοθεσίας που σε έστελνε μέσα και για κλοπές αποτελούσε φόβητρο ενώ υπήρχε μια παράδοση εργασίας, κυρίως στο πλανόδιο μικρεμπόριο που, συν τοι άλλοις, διευκόλυνε την κοινωνικοποίηση και την επαφή με την υπόλοιπη κοινωνία. Η τάφρος υπήρχε αλλά δεν ήταν αδιάβατη. Μετά πλάκωσαν τα κοινοτικά προγράμματα, η επιδοματική πολιτική και η πολιτική ορθότητα. Κολοσσιαία ποσά από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους καταξοδεύτηκαν, αποφέροντας μεγάλα κέρδη σε ενδιάμεσους διαχειριστές, άλλοτε για δράσεις χωρίς νόημα και άλλοτε για υποδομές που καταστρέφονταν μόλις παραδίδονταν. Το μόνο χειροπιαστό ήταν τα λεφτά από τα επιδόματα.
Συγχρόνως, το δόγμα της «φιλικής Αστυνομίας» ακύρωσε κάθε έλεγχο μέσα στους καταυλισμούς ενώ η σταδιακή «φιλελευθεροποίηση» της ποινικής νομοθεσίας (αυτή για την οποία φωνάζει ο Φλωρίδης) επέτρεψε αυτό για το οποίο απορεί ο κόσμος: Πώς γίνεται να έχεις είκοσι καταδίκες για κλοπές και να μην έχεις κάνει ούτε μέρα φυλακή. Έτσι δημιουργήθηκαν τα γκέτο μέσα στα οποία κανείς δεν ελέγχει πόσα όπλα υπάρχουν και πόσα ναρκωτικά κυκλοφορούν. Ποια Αστυνομία να μπει εκεί; Θα βγουν όπλα, θα έχουμε νεκρούς. Και μετά θα αρχίσουν τα «Roma lives matter» και τα συνήθη καλλιστεία προοδευτικότητας.
Μέσα λοιπόν σε αυτό το ανεξέλεγκτο περιβάλλον, είναι πιο εύκολο για ένα παιδί να πέσει στο κερδοφόρο εμπόριο ναρκωτικών, παρά να πουλάει πορτοκάλια στο δρόμο. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. στο 71% των εγκληματικών ομάδων αποτελούνται από Ρομά ενώ σε κλοπές και διαρρήξεις το ποσοστό ανεβαίνει σε 84%. Είναι παράδοξο που σήμερα η προκατάληψη έναντι των Ρομά είναι υψηλότερη παρά ποτέ; Και ποιος ασφυκτιά μέσα στα γκέτο; Οι ανυπεράσπιστες γυναίκες, τα παιδάκια και ο φιλότιμος που θέλει να πουλάει πορτοκάλια.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28.01.2024