Aς χαρούμε την πόλη μας
Έχω μνήμες από τον χωματόδρομο της Παλαιών Πατρών Γερμανού -πάνω από την Παύλου Μελά, ασφαλτοστρώθηκε επί δημαρχίας Τσίρου- από τους λόφους της Πλατείας Ναυαρίνου, από το αδιέξοδο της Τσιμισκή στα Λαδάδικα, από τη Λέσχη Χωροφυλακής στην Πλατεία Αριστοτέλους. Συνήθως οι αναμνήσεις με όχημα τη νοσταλγία, εξιδανικεύουν το παρελθόν. Βέβαια, χρειάζεται μία ψυχανάλυση, για να δούμε τι τελικά νοσταλγούμε. Τα παιδικά μας χρόνια ή το τοπίο εκείνης της εποχής; Αν μπορέσουμε και ξεπεράσουμε αυτήν τη νοσταλγία δεν θα είναι δύσκολο να πούμε ότι η πόλη μας έχει γίνει πολύ καλύτερη, πιο εξυπηρετική για τους κατοίκους της. Και αναφέρομαι αποκλειστικά στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, διότι, αν συμπεριλάβω και τις συνοικίες, ανατολικές και δυτικές, η διαφορά είναι κολοσσιαία. Σε αυτές τις περιοχές, το κυρίαρχο σκηνικό στη δεκαετία του ’60 ήταν χαμόσπιτα βυθισμένα στη λασπουριά.
Συνεπώς, σήμερα, ας χαρούμε την πόλη μας. Ας πάψουμε να την παρατηρούμε συμπλεγματικά, διότι στο μυαλό μας υπάρχει μία μόνιμη κόντρα με το αποκαλούμενο «αθηνοκεντρικό κράτος». Το να ποδοσφαιροποιούμε κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά φαινόμενα μας οδηγεί σε αδιέξοδο. Και, κυρίως, δεν μας βοηθά να γίνουμε εμείς καλύτεροι. Διότι, όταν φορτώνουμε όλες τις δυσλειτουργίες της Θεσσαλονίκης στην Αθήνα, είναι απολύτως λογικό να μην αναλαμβάνουμε καμιά δικιά μας ευθύνη.
Και κυρίως -λόγω αυτής της εγγενούς μεμψιμοιρίας- να μη βλέπουμε πως η πόλη μας αλλάζει συνεχώς προς το καλύτερο. Μπορεί όλα αυτά να μη γίνονται με τους ρυθμούς που θα θέλαμε, αλλά τελικά γίνονται. Αν σκεφτούμε πόσα έργα είναι ήδη δρομολογημένα, τότε την επόμενη μέρα θα τη δούμε με πολύ πιο αισιόδοξη ματιά. Ανάπλαση της ΔΕΘ στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, Μουσείο του Ολοκαυτώματος και ιδιωτική επένδυση στο Φιξ, στη δυτική πλευρά της πόλης, ιδιωτική επένδυση στα κεραμουργεία Αλατίνη με τον ουρανοξύστη, επέκταση του Μετρό στην Καλαμαριά και εκ βάθρων ανακαίνιση του Κυβερνείου, στην ανατολική πλευρά. Όλα αυτά δεν είναι σχέδια επί χάρτου ούτε υποσχέσεις. Είναι επενδύσεις που έχουν πάρει τον δρόμο τους.
Δε θα κουραστώ να το λέω. Ας ξεκολλήσουμε από το σύμπλεγμα που έχουμε με την Αθήνα, διότι αυτός ο ανταγωνισμός είναι καταστροφικός. Ζούμε σε μία νεανική πόλη λόγω της δεσπόζουσας θέσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, με τους δικούς της ρυθμούς, με ένα ανεπανάληπτο αστικό παραλιακό μέτωπο -στην Αθήνα, ο πιο ακριβός δρόμος της Ελλάδας είναι ένα στενό- και μία σημαντική βαλκανική ενδοχώρα. Δε θα πρέπει να λησμονούμε ότι στην πόλη μας έγιναν κατά το παρελθόν σημαντικά έργα που όμοιά της δε γνώρισε η Αθήνα. Σιδηροδρομικός Σταθμός, Κρατικό Θέατρο, Καυταντζόγλειο Στάδιο, Παλέ ντε Σπορ.
Τα γράφω όλα αυτά, καθώς παρατηρώ καθημερινά συμπολίτες μας με δημόσιο λόγο, να ασκούν αντιπολίτευση της «κατσαρίδας». Καταγράφουν και καταγγέλλουν χαιρέκακα και την πιο ασήμαντη δυσλειτουργία του Μετρό -κάθε αρχή έχει τις δυσκολίες της- για να υποβαθμίσουν όλο το έργο. Δεν γνωρίζω τα κίνητρά τους -αν και μπορώ, εύκολα, να τα υποθέσω. Είμαι σίγουρος πως με την ίδια μιζέρια θα αντιμετωπίσουν και όλα τα μεγάλα έργα που έρχονται, εκτός εάν…
Πάντως, η Θεσσαλονίκη μας, και ερήμην αυτών των ελαχίστων, θα εξακολουθήσει να γίνεται διαρκώς καλύτερη.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 15.12.2024