Την Σκύλλα ή την Χάρυβδη;
Κανείς δεν είχε διάθεση να ασχοληθεί σοβαρά με τις τροποποιήσεις στην ποινική νομοθεσία. Όλοι βολεύτηκαν με παράλληλους, καταγγελτικούς μονολόγους. Η κυβέρνηση που πέρασε το νομοσχέδιο en bloc. Η αντιπολίτευση που το απέρριψε επίσης en bloc και δεν μπήκε στον κόπο να καταθέσει προτάσεις. Και η ούτως ή άλλως χωρίς ενιαία έκφραση «επιστημονική κοινότητα» που διχάστηκε αλλά δεν ενδιαφέρθηκε να συνθέσει. Το αποτέλεσμα είναι ότι για να λύσουμε ένα πρόβλημα δημιουργήσαμε άλλο ένα. Και μένει να αποδειχθεί αν η Σκύλα είναι προτιμότερη από την Χάρυβδη.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης ξεκίνησε από μία λογική αφετηρία. Εκτός από τους παραβάτες του ποινικού νόμου υπάρχουν και τα θύματα. Δεκαετίες «προοδευτικών» απόψεων που αποτυπώθηκαν στη νομοθεσία, είχαν ως αποτέλεσμα το έγκλημα να συμφέρει. Στο πλημμελειοδικείο, οι δίκες κατήντησαν θεατρικές. Οι δικαστές παρίσταναν ότι δικάζουν και οι κατηγορούμενοι ότι δικάζονται. Αν δεν υπήρχε αναστολή, υπήρχε μετατροπή σε χρήμα (εξαγορά). Και εάν δεν υπήρχε μετατροπή σε χρήμα, υπήρχε κοινωνική εργασία -ανάθεμα αν υπάρχει δήμος στην Ελλάδα που ξέρει ποιος κάνει τι από εκείνους που υποτίθεται ότι παρέχουν κοινωνική εργασία. Μπορούσες να καταδικαστείς ακόμη και σε οκτώ χρόνια φυλάκιση -σε περίπτωση συρροής πλημμελημάτων- αλλά να μην εκτίσεις ούτε μέρα. Το όριο της κακουργηματικής υπεξαίρεσης ανέβηκε στις 120.000 ευρώ, πράγμα που σήμαινε ότι μπορούσες να υπεξαιρέσεις κάτι λιγότερο, να πας στο δικαστήριο και να κάνεις πλάκα στα κορόιδα που τους έφαγες τα χρήματα. Παλαιότερα, έστω έξω από την πόρτα, θα πάλευες για έναν συμβιβασμό ώστε να πέσεις στα μαλακά. Και οι ποινές χωρίς αντίκρισμα είναι η αιτία για την οποία μπορούσες να συλλαμβάνεσαι κάθε μέρα για κλοπή αλλά να μην περάσεις ποτέ την πόρτα της φυλακής. Είναι αφελές ή υποκριτικό να ζητάμε στατιστικά για να πεισθούμε. Αρκεί μία ματιά στο αστυνομικό δελτίο. Ή μία βόλτα στα δικαστήρια.
Και ας μην τα ρίχνουμε όλα στον ΣΥΡΙΖΑ. Η ιστορία είναι πολύ παλαιότερη. Ειδικά, μάλιστα, για τα πλημμελήματα, ο Νέος Ποινικός Κώδικας («του ΣΥΡΙΖΑ») έκανε μία ρωγμή στην ατιμωρησία, ορίζοντας ότι ένα ελάχιστο μέρος της ποινής μπορεί και να εκτίεται. Ούτε να το ρίξουμε σε κυνήγι μαγισσών. Η πορεία χαλάρωσης του ποινικού δικαίου οφείλεται στην επικράτηση μίας ιδεολογίας με την οποία μπορεί κανείς να διαφωνεί ή να συμφωνεί αλλά δεν επιτρέπεται να αμφισβητεί τα κίνητρά της. Η δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης ότι «πίσω από τα βαρύγδουπα ονόματα νομοπαρασκευαστικών συνήθως κρύβονται και βαρύγδουπα συμφέροντα» δεν έπρεπε να γίνει εφόσον δεν μπορεί να αποδειχθεί.
Αλλά εδώ περάσαμε το σημείο ισορροπίας. Είπαμε να πηγαίνουν στην φυλακή οι αληταράδες που μπουκάρουν στα σπίτια των πατεράδων μας και τους κλέβουν τις οικονομίες, οι νταήδες, τα ιδεολογικά ναυάγια που καταστρέφουν δημόσια περιουσία. Όχι να πηγαίνεις φυλακή για χρέη προς το Δημόσιο, για σωματική βλάβη από αμέλεια, ακόμη και για εξύβριση. Ένα εκατομμύριο άνθρωποι κάθε μέρα λένε κάποιον «ηλίθιο», ένας να κάνει μήνυση βρίσκεσαι κατηγορούμενος. Ασχολούνται αστυνομικοί, δικαστές, εισαγγελείς, γραμματείς για το τίποτε. Τώρα πλέον, μετά την πρώτη καταδίκη, «καίγεται» το ποινικό μητρώο, με την δεύτερη εκτίεις ποινή. Και σε ποιες φυλακές; Εκεί όπου θα συμβιώσεις με κάθε (ποινικής) καρυδιάς καρύδι. Αν αυτό εννοούσε ο υπουργός όταν έλεγε ότι πρέπει να πατάξουμε τη μεσαία εγκληματικότητα, τότε κάτι δεν πήγε καλά στη μετάφραση. Εδώ βρίσκεται η ευθύνη της αντιπολίτευσης, αριστερής και φιλελεύθερης. Αντί να αναδείξει τις ακραίες προβλέψεις του νομοσχεδίου, η μεν από οκνηρία η δε από καβάλημα του καλαμιού, προτίμησαν να ειρωνεύονται τον Φλωρίδη και τους «συντηρητικούς» πολίτες που δεν συμφωνούν ότι η εγκληματικότητα δεν αντιμετωπίζεται με πάταξη αλλά με πρόληψη -δηλαδή, ζήσε Μάη μου. Και έτσι, με συνολική ευθύνη, προέκυψε αυτό που προέκυψε…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 03.03.2024