Περί debate, από έναν μη ΠΑΣΟΚο. Του Φάνη Ουγγρίνη
«Αγαπητέ Χάρη, αυτές ήταν μεγάλες προσωπικότητες κι εσύ δεν είσαι ούτε Μιτεράν, κι ευτυχώς για όλους εμάς ούτε Ερντογάν». Με αυτή την ασυνήθιστα σκληρή φράση ο Νίκος Ανδρουλάκης σκιαγράφησε λακωνικά αλλά ακριβέστατα τον εξαιρετικά φιλόδοξο (σε σημείο αμετροέπειας) δήμαρχο Αθηναίων, στο χθεσινό debate μεταξύ των υποψηφίων αρχηγών του ΠΑΣΟΚ. Όντως ο Δούκας είναι ουσιαστικά ένας τυχάρπαστος αλεξιπτωτιστής στην πολιτική σκηνή. Βρέθηκε να είναι αντίπαλος του Μπακογιάννη απλώς και μόνο επειδή κανείς άλλος κομματικός του σύντροφος δεν το τόλμησε. Η εκλογή του οφείλεται βασικά στη δυσαρέσκεια αστών του κέντρου για τις αναπλάσεις του πρώην δημάρχου και στη σταδιακή διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ. Μοναδική συμβολή του ΧΔ ήταν η -ομολογουμένως αξιοπρεπής- παρουσία του στην τηλεοπτική αντιπαράθεση με το ως τότε φαβορί τη διαδικασίας. Έκτοτε ο Δούκας έκανε ό,τι μπορούσε για να μας δείξει πως η δημαρχία αποτελούσε γι’ αυτόν μόνο ένα πρώτο βήμα. Εις βάρος των σοβαρών καθηκόντων του, ξεκίνησε τοποθετήσεις επί παντός του επιστητού και να ρίχνει γέφυρες στην Άκρα Αριστερά, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη στάση του γύρω από τον σταθμό Μετρό στην Πλατεία Εξαρχείων. Άρχισε έτσι να αναδεικνύεται μία επιπόλαια, φλύαρη και μωροφιλόδοξη προσωπικότητα με μηδενικές διοικητικές ικανότητες, μία προσωπικότητα εντελώς ακατάλληλη για δύσκολους ρόλους. Χθες, λαϊκίζοντας και προβάλλοντας ανεπίτρεπτη άγνοια συνδυασμένη με μεγάλη νευρικότητα, απλώς επιβεβαίωσε όσα πολλοί μουρμούριζαν γι’ αυτόν. Ίσως ο πιο θλιβερός συνειρμός για όσους παρακολουθήσαμε το debate σχετίζεται με τη γενική ποιότητα των Ελλήνων εκπαιδευτικών. Θυμίζω ότι ο Χάρης Δούκας είναι καθηγητής πανεπιστημίου.
Ωστόσο η τηλεοπτική ήττα του εν λόγω υποψηφίου δεν συνεπάγεται αυτόματα και αποτυχία του εγχειρήματός του. Κακά τα ψέματα, το κοινό που θέλει να ενημερώνεται όσο αντικειμενικότερα γίνεται είναι μάλλον μικρό κι όχι ικανό να καθορίσει το τελικό αποτέλεσμα. Το ποιός θα επικρατήσει στον δεύτερο γύρο εν πολλοίς θα εξαρτηθεί από το ποιοί θα ψηφίσουν στον πρώτο, δηλαδή από το αν το εκλεκτορικό σώμα θα αποτελείται κυρίως από ώριμους πολίτες ή όχι. Εφόσον απογοητευμένοι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ συμμετέχουν μαζικά, τότε πιθανότατα θα υποστηρίξουν εκείνον που ταιριάζει καλύτερα στα τωρινά γούστα τους, κι αυτός θα είναι ο Δούκας. Πέραν τούτου, ένα ποσοστό παραδοσιακών ΠΑΣΟΚων πλέον θεωρεί τον Ανδρουλάκη ανίκανο να ανεβάσει τα ποσοστά του κόμματος, με συνέπεια να κλίνουν υπέρ οποιουδήποτε θα βρεθεί απέναντί του στην τελική δυάδα.
Πάντως ο ΝΑ πέτυχε το στόχο του: φάνηκε αρκούντως αρχηγικός, ώστε να μπορεί να αποτελεί μια επαρκή εναλλακτική έναντι του πρωθυπουργού. Άλλωστε ούτε ο Κιρ Σταρμερ υπήρξε ποτέ χαρισματικός, όμως το χάος εντός των Συντηρητικών απεδείχθη αρκετό για να του χαρίσει την πρωθυπουργία. Κερδισμένη από το debate θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και η Νάντια Γιαννακοπούλου, η οποία επέδειξε ετοιμότητα και πάθος, βάζοντας υποθήκη για μεγαλύτερα πράγματα στο μέλλον. Αντίθετα, ο άχρωμος και άοσμος Μιχάλης Κατρίνης πέρασε μάλλον απαρατήρητος.
Κι ας πάμε στους κατ’ εμέ πιο ενδιαφέροντες υποψηφίους. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Διαμαντοπούλου ήταν καλά προετοιμασμένη και ικανή να τοποθετηθεί με σαφήνεια πάνω σε όλα τα θέματα. Αντίθετα ο Γερουλάνος επέλεξε να είναι πιο αόριστος, αν και επίσης επέδειξε υπευθυνότητα και σοβαρότητα. Η τακτική Γερουλάνου ήταν ίσως η πιο έξυπνη: συντήρησε το αστικό μεταρρυθμιστικό προφίλ που έχει καλλιεργήσει όλα τα χρόνια, χωρίς όμως να αποξενωθεί από το αριστερό ακροατήριο. Δυστυχώς δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για την ΑΔ: η άλλοτε πράσινη βαρώνη έμοιαζε περισσότερο με υποψήφια αρχηγός της ΝΔ παρά του ΠΑΣΟΚ.
Εν κατακλείδι, με το πολιτισμένο αυτό debate το ιστορικό κόμμα έδειξε πως διατηρεί στόφα μεγάλης παράταξης, παρά τη συρρίκνωσή του και την απομάκρυνσή του από τους νεότερους Έλληνες κοινώς, καμία σχέση με το τσίρκο της νυν αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αν λοιπόν συμμετείχα αμερόληπτα στη διαδικασία (ομολογώ ότι δεν έχω υπάρξει ποτέ ψηφοφόρος του ΠΑΣΟΚ, ούτε καν του Σημίτη), θα επέλεγα Γερουλάνο ως τον καταλληλότερο αντιΜητσοτάκη. Αν πάλι ψήφιζα με σκεπτικό ΝΔτη θα επέλεγα Διαμαντοπούλου, ως κοινοβουλευτικό δεκανίκι σε πιθανή κυβέρνηση συνασπισμού. Κι αν ήμουν ο Μητσοτάκης θα προτιμούσα Ανδρουλάκη ή -ακόμη καλύτερα- Δούκα λόγω της τωρινής θέσης και της γενικότερης περσόνας του, ο δήμαρχος Αθηναίων θα ήταν σίγουρα ο ευκολότερος αντίπαλος από οποιονδήποτε άλλο.