ΑΠΟΨΕΙΣ

Χάρης Κυπριανίδης στη «ΜτΚ»: Εργαζόμενοι με... ημερομηνία λήξης

 11/05/2023 08:00

Του Χάρη Κυπριανίδη

Προέδρου του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Θεσσαλονίκης


«Ήμουνα νιος και γέρασα» λέει μία λαϊκή παροιμία, και κάτι αντίστοιχο ισχύει και σε ό,τι αφορά την ανεργία στη Θεσσαλονίκη. Και αυτό γιατί διαχρονικά το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο της Θεσσαλονίκης με ανακοινώσεις αλλά και δημόσιες δηλώσεις και παρεμβάσεις εκπροσώπων του έχει καταστήσει σαφές πως η Θεσσαλονίκη εκτός από «φτωχομάνα» είναι και πόλη με υψηλούς δείκτες ανεργίας.

Τα ποσοστά της πραγματικής ανεργίας στην πόλη είναι μεγαλύτερα και εντελώς διαφορετικά από εκείνα που καταγράφονται τόσο στην Ελληνική Στατιστική Αρχή όσο και στον ΟΑΕΔ. Όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές το πραγματικό ποσοστό της ανεργίας στη Θεσσαλονίκη ξεπερνά το 30%, την ώρα που η αδήλωτη- μαύρη εργασία και η απλήρωτη εργασία «ζει και βασιλεύει». Γιατί στα επίσημα στατιστικά δεν λογίζονται ως άνεργοι εκείνοι που μπορεί να εργάζονται μόλις δυο ώρες την ημέρα, υποαπασχολούνται ή οι εργοδότες τους για τους τύπους τους αποδίδουν τον ελάχιστο αριθμό ενσήμων.

Η κατάσταση που περιγράφεται παραπάνω δεν είναι σημερινή. Αντιθέτως, μπορούμε να πούμε πως πρόκειται για μια παγιωμένη συνθήκη. Επιδεινώθηκε την περίοδο της σκληρής λιτότητας και των μνημονιακών πολιτικών, τότε που το ένα λουκέτο διαδεχόταν το άλλο στο νομό Θεσσαλονίκης.

Μακροχρόνια άνεργοι, γυναίκες όλων των ηλικιών και άνδρες που βρίσκονται ένα βήμα πριν από τη σύνταξη και τέθηκαν εκτός αγοράς εργασίας είναι εκείνοι που αναγκάζονται να δουλεύουν κάτω από αντίξοες συνθήκες, εξαντλητικά ωράρια και να υπο-αμείβονται σε σχέση με το παραγόμενο αποτέλεσμα ή για την δουλειά που προσφέρουν. 

Ενδεικτική αυτής της παγιωμένης κατάστασης στην αγορά εργασίας είναι η αύξηση του αριθμού των εργατικών ατυχημάτων και δυστυχημάτων όσο περνούν τα χρόνια. Από τις αρχές του έτους στη χώρα μας μετράμε σχεδόν πενήντα εργατικά δυστυχήματα, ενώ στη Θεσσαλονίκη καταγράφηκαν τα επτά από αυτά.

Σε μία προσπάθεια οι τελευταίες κυβερνήσεις, αυτές που έπρεπε να επιβάλλουν πολιτικές που υπαγορεύτηκαν από την τρόικα και τους δανειστές, οι συνέπειες των οποίων είναι γνωστές: να μειώσουν τους δείκτες ανεργίας που συνεχώς αυξάνονταν, έδωσαν κίνητρα σε επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε προσλήψεις μέσω προγραμμάτων του πρώην ΟΑΕΔ και νυν Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ). Προγράμματα χιλιάδων θέσεων εργασίας άλλοτε με επιχορήγηση μισθού 100% ή ενός τμήματος, άλλοτε με επιχορήγηση εισφορών. Προγράμματα που μπορεί μεν να είναι «σωτήρια» για τους ίδιους τους ανέργους που αγωνιούν για την επιβίωσή τη δική τους και των οικογενειών τους, ωστόσο αποδεικνύονται «ασπιρίνες» και δεν «γιατρεύουν» το πρόβλημα. Και αυτό γιατί οι άνεργοι βρίσκουν μεν εργασία για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που διαρκεί το κάθε πρόγραμμα στο οποίο εντάσσονται, ωστόσο όταν λήξει η διάρκειά του σπανίως συνεχίζουν να εργάζονται στην επιχείρηση στην οποία προσλήφθηκαν και στην οποία δόθηκαν κίνητρα. Γιατί όταν λήγει το πρόγραμμα, λήγουν και τα κίνητρα και ακόμα και τις καλύτερες προθέσεις να έχει ένας εργοδότης όταν η επιχείρησή του δύσκολα μπορεί να ανταπεξέλθει στο κόστος λειτουργίας το οποίο συνεχώς αυξάνεται, στην ακρίβεια, στην αύξηση των τιμών και της ενέργειας τότε θα επιλέξει να μην συνεχιστεί η συνεργασία με τον εργαζόμενο ή την εργαζόμενη του προγράμματος και τον όγκο της δουλειάς που θα προκύψει θα κληθούν να φέρουν εις πέρας οι εναπομείναντες εργαζόμενοι ή ο ίδιος ο ιδιοκτήτης. Οι άνεργοι στη συνέχεια αναμένουν και πάλι να «βγει» στον αέρα ένα αντίστοιχο πρόγραμμα της ΔΥΠΑ προκειμένου να βρουν και πάλι δουλειά. Και πάει λέγοντας. Ανακύκλωση δηλαδή, ανέργων.

Οι άνεργοι από την πλευρά τους λαμβάνουν επίδομα ανεργίας το οποίο προφανώς δεν αρκεί ούτε για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες και υποχρεώσεις. Επίδομα που δεν αρκεί όση αύξηση κι αν επέρχεται λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού αφού και ο ίδιος ο μισθός δεν αρκεί, δεν φτάνει και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εργαζομένων.

Χρειάζεται μία ολιστική αντιμετώπιση του ζητήματος. Γιατί μόνο όταν καταφέρει η πολιτεία να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και εργασίας για τους πολίτες, τότε οι τελευταίοι δεν θα έχουν ανάγκη από επιδόματα, κουπόνια, pass και προγράμματα του ΟΑΕΔ. Είναι αναγκαίο ένα νέο παραγωγικό μοντέλο με ταυτόχρονη απόδοση κινήτρων στους επιχειρηματίες και σε όσους σκοπεύουν να ανοίξουν την δική τους επιχείρηση και να προσφέρουν εργασία σε άλλους. Να δημιουργηθούν καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας αντίστοιχες με εκείνες του εξωτερικού και παράλληλα να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην νέα γενιά, τους νέους επιστήμονες, το νέο εργατικό και στελεχιακό δυναμικό της χώρας.

Διαφορετικά θα συνηθίσουμε στα επιδόματα. Και η συνήθεια έχει και τα αρνητικά της.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14.05.2023