Vegetarian λύκος δεν υπάρχει
Το rebranding του Τσίπρα έχει τόσες πιθανότητες να πετύχει, όσες έχει ένας λύκος για να πείσει ότι είναι χορτοφάγος. Κάποια στιγμή το ένστικτο επικρατεί και το παραμύθι τελειώνει. Ο Τσίπρας δεν μπορεί ν’ αλλάξει πολιτικό DNA. Είναι δημιούργημα της χειρότερης περιόδου στη Μεταπολίτευση, πολιτικά ακαλλιέργητος, με ορίζοντες που έφταναν μέχρι τις μαθητικές καταλήψεις και τις διαδηλώσεις της Γένοβα, εκμεταλλεύτηκε τις ιδιοτροπίες των καιρών, καλλιέργησε τα ταπεινότερα ένστικτα των ψηφοφόρων, συκοφάντησε τους αντιπάλους του και έγινε πρωθυπουργός. Δοκιμάστηκε ως κυβερνήτης, αποδοκιμάστηκε, αντιπολιτεύτηκε με τον ένα και μοναδικό τρόπο που ξέρει, αποδοκιμάστηκε πάλι, παραιτήθηκε γιατί δεν γινόταν διαφορετικά, δεν είχε την αξιοπρέπεια να αποδεχθεί ότι ο κύκλος του έκλεισε, προσπάθησε να ελέγξει παρασκηνιακά το κόμμα του προσδοκώντας να επιστρέψει ως παράκλητος και το αποτέλεσμα είναι η κωμωδία που παρακολουθούμε. Και την οποία, οφείλουμε να ομολογήσουμε, όλοι εμείς οι «Μένουμε Ευρώπη», οι «όχι και τόσο Έλληνες», οι «υπηρέτες του Σόιμπλε», οι «Νεναίκοι» παρακολουθούμε ενθουσιωδώς, όχι μόνο από χαιρεκακία (που ναι, έχουμε!) αλλά ακόμη περισσότερο επειδή η ελληνική κοινωνία επιβάλλεται να συνειδητοποιήσει σε ποιους ανέθεσε κάποτε τις τύχες της. Μήπως τυχόν και συνέλθει -πράγμα αμφίβολο αφού ψηφίζει Βελόπουλο, Σπαρτιάτες και Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Ακριβώς επειδή το DNA δεν αλλάζει, η πρόσφατη δημόσια επανεμφάνιση του Τσίπρα είχε όλα τα στοιχεία χωρίς τα οποία αδύνατο να τον φανταστούμε. Συνωμοσιολογία, στόμφο, καταγγελίες και ανησυχία για την ποιότητα της Δικαιοσύνης. Το να ανησυχεί ο πρωθυπουργός της σκευωρίας της Novartis για τη Δικαιοσύνη στην Ελλάδα είναι σα να ανησυχεί ο Μουλάς Ομάρ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην επαρχία Χεράτ αλλά με τον ΣΥΡΙΖΑ τίποτε δεν μας εκπλήσσει πλέον. Η επιδεικτική αποχώρηση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου υπήρξε η μοναδική επιβαλλόμενη στάση, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι και η ίδια, μαζί με την πρόεδρο του ανωτάτου δικαστηρίου, είχαν επίσης πλήξει το κύρος της Δικαιοσύνης, δίδοντας εντολή πειθαρχικής έρευνας κατά ανακρίτριας και εισαγγελέως στην υπόθεση Λύτρα επειδή έτσι ήθελε το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» -το οποίο έχουν αναλάβει να ερμηνεύουν οι τηλεοράσεις και τα σάιτ. Η αμφισβήτηση της Δικαιοσύνης είναι προνομιακό κοίτασμα για εκμετάλλευση και θα αποτελούσε έκπληξη εάν ο Τσίπρας δεν επένδυε σ’ αυτό. Εδώ, όμως, τρυπώνει ένα μικρό πολιτικό παράδοξο. Ενώ η κοινωνία σχεδόν αδιαφόρησε και, πάντως, ποτέ δεν κάλεσε την κυβέρνηση να δώσει εξηγήσεις για τις υποκλοπές, τής καταλογίζει ποινικές ευθύνες για το δυστύχημα των Τεμπών. Ποινικές ευθύνες στην κυβέρνηση για τα Τέμπη θα μπορούσε να αποδώσει μόνο ο Βισίνσκις αλλά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι γεμάτα από Βισίνσκις που έχουν ήδη συγκροτήσει την δικογραφία, έχουν πεισθεί για τις απίθανες εκδοχές που κυκλοφορούν και έχουν καταλήξει σε ετυμηγορία. Κα όσο οι δικαστές, παρά το τρομακτικό μπούλινγκ που δέχονται, αρνούνται να γίνουν Βισίνσκις και να αποδώσουν ποινικές ευθύνες στην κυβέρνηση, τόσο εδραιώνεται η πεποίθηση ότι ενεργούν διατεταγμένα.
Είναι λυπηρό, άνθρωποι που γενικώς υπερασπίζονται την λογική στον δημόσιο διάλογο, να υποκύπτουν στον πειρασμό και να συντάσσονται με πέραν πάσης λογικής εκδοχές για τις συνθήκες του δυστυχήματος, νομίζοντας ότι και αυτό επιτρέπεται στο όνομα ενός ανώτερου σκοπού που είναι η φθορά της κυβέρνησης. Και κατ’ αυτό τον τρόπο, να παίζουν το παιχνίδι των εχθρών της Δημοκρατίας οι οποίοι πολύ θα ήθελαν απαξιωμένους και απροστάτευτους δικαστές.
Οι ευθύνες της κυβέρνησης για τα Τέμπη είναι βαριές αλλά πολιτικές. Και όχι διαφορετικές από τις ευθύνες των κυβερνήσεων που προηγήθηκαν επί δεκαετίες, απαξιώνοντας τον σιδηρόδρομο. Εάν ο όλεθρος μπορεί να προκαλέσει αφύπνιση και να φέρει στο προσκήνιο ένα εθνικό πρόγραμμα για τον σιδηρόδρομο, έχει καλώς. Εάν δεν μπορούμε ούτε αυτό, τουλάχιστον ας αφήσουμε την Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10.11.2024