Έλλειμμα ευαισθησίας;
Το γεγονός πως ένας ευρωβουλευτής -ο οποίος στη συνέχει εκλέχτηκε αρχηγός του κόμματός του- έπεσε θύμα τηλεφωνικής παρακολούθησης και αυτό το γεγονός δεν άφησε κανένα αποτύπωμα στην πολιτική ζωή του τόπου, θα πρέπει να εξηγηθεί για να μην παρεξηγηθεί. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις, ακόμα και σε αυτές που διεξήχθησαν ενώ το θέμα «έκαιγε», οι πολίτες δεν το αξιολογούσαν ως ένα ζήτημα που τους απασχολούσε και τους προβλημάτιζε έντονα, σε τέτοιο βαθμό που να αλλάξουν την πολιτική τους στάση. Σήμερα, μπορώ να πω ότι ήταν ως μη γενόμενο. Ήδη ξεχάστηκε.
Προφανώς η ακρίβεια και η αβεβαιότητα για το τι θα γίνει τον χειμώνα απασχολούν πρωτίστως τους πολίτες και αυτό είναι εν μέρει φυσιολογικό. Όμως και η παρακολούθηση ενός ευρωβουλευτή -είτε είναι νόμιμη η επισύνδεση είτε όχι- αποτελεί μία θεσμική πρόκληση που θα έπρεπε, αν μη τι άλλο, να ευαισθητοποιήσει μια μεγάλη μερίδα πολιτών.
Δεν συνέβη αυτό γιατί έχει γίνει αποδεκτό πως παρακολουθήσεις γίνονταν και θα εξακολουθήσουν να γίνονται, καθώς αυτή είναι η φύση και η λειτουργία των μυστικών υπηρεσιών. Και κρατική οντότητα χωρίς μυστικές υπηρεσίες δε νοείται. Σημαντικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση έπαιξε και η κατάθεση στην εξεταστική επιτροπή της βουλής τού επί ΣΥΡΙΖΑ διοικητή της ΕΥΠ ο οποίος, χωρίς να ερωτηθεί, παραδέχθηκε πως και επί των ημερών του γινόταν παρακολουθήσεις για τις οποίες ήταν ενήμερος ο τότε πρωθυπουργός. Η συγκεκριμένη κατάθεση ήταν ο ορισμός του συμψηφισμού και ακριβώς έτσι λειτούργησε και στην κοινωνία.
Και έμεινε μόνος του ο Νίκος Ανδρουλάκης να αναρωτιέται για ποιο λόγο τον παρακολουθούσε η ΕΥΠ.
Οφείλουμε να παραδεχθούμε πως στις ημέρες μας οι δημοκρατικές ευαισθησίες των πολιτών έχουν αμβλυνθεί. Οι νέες γενιές, αυτές που δεν έζησαν τη δικτατορία, είναι πολύ λογικό να έχουν άλλες προσλαμβάνουσες παραστάσεις, άλλες προτεραιότητες, εντελώς διαφορετικές, από τη γενιά της Μεταπολίτευσης η οποία όπως είναι φυσικό μπαίνει σταδιακά σε παροπλισμό. Το δημοκρατικό πολίτευμα οι νέες γενιές το θεωρούν δεδομένο και τα οποιαδήποτε μαύρα στίγματα τα προσπερνούν. Πιο ρεαλιστές ή πιο κυνικοί θεωρούν πως οι παρακολουθήσεις είναι μέρος του πολιτικού παιχνιδιού, κι έτσι τις αξιολογούν.
Στο παρελθόν με τις υποθέσεις Τόμπρα και Μαυρίκη κόντεψαν να πέσουν οι κυβερνήσεις. Και τότε δεν υπήρχε το Διαδίκτυο που μεγεθύνει, με την ταχύτητα της πληροφορίας, κάθε συμβάν.
Σήμερα βλέπουμε πως η κυβέρνηση, παρ’ όλο που το 60% των πολιτών, όπως έδειξαν οι δημοσκοπήσεις, πιστεύει πως ο πρωθυπουργός γνώριζε για την παρακολούθηση του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη και δεν είπε την αλήθεια, εν τούτοις αυτή δεν υπέστη καμιά ουσιαστική απώλεια. Κάτι μικρογρατζουνιές.
Οι καιροί αλλάζουν και διαμορφώνουν άλλες συνειδήσεις. Κάτι που στη δεκαετία του 1980 θα εθεωρείτο μέγα σκάνδαλο, σήμερα ελάχιστοι ασχολούνται με αυτό και ποιος ξέρει πώς θα αντιμετωπίζει μετά από σαράντα χρόνια η ελληνική κοινωνία καταστάσεις που σήμερα τις καταδικάζει γιατί τις θεωρεί αποκρουστικές. Μπορεί το 2060 οι παρακολουθήσεις κινητών να έχουν ξεπεραστεί ή μπορεί τότε τα κινητά να μην υπάρχουν καν ως μέσο επικοινωνίας. Γεροί να είμαστε μέχρι τότε!
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23.10.2022