Η δε γυνή να μαγειρεύει για τον άνδρα…
Η συζήτηση για τις σχέσεις εκκλησίας - κράτους με αφορμή την συμφωνία Τσίπρα - Ιερώνυμου φαίνεται ότι θα κρατήσει καιρό, καθώς μετά τις αντιδράσεις μέρους της Ιεραρχίας και σύσσωμου του εφημεριακού κλήρου δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα φτάσει, τουλάχιστον με τη μορφή που την είδαμε, στο στάδιο της υλοποίησης.
Με την αναθεωρητική της διάσταση -στο βαθμό που υπάρχει- στο επίκεντρο, σκέφτομαι μήπως είναι ευκαιρία για την ελληνική εκκλησία να ανοίξει έναν διάλογο με τα μέλη της, για να ξαναδεί έπειτα από αιώνες ολόκληρους, κανόνες και όρους που ρυθμίζουν τη λειτουργία της.
Είναι γνωστό ότι τα πρωτοχριστιανικά χρόνια επιλέγονταν για τη θέση του διακόνου τα αξιότερα μέλη της κοινότητας, εκείνα που συγκέντρωναν γνώσεις και χαρακτηριστικά που τους εξασφάλιζαν την αποδοχή, που θα έπρεπε να έχει αυτός που ηγείται.
Αυτή η συνθήκη έπαψε να ισχύει εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Ωστόσο ιερείς εξακολουθούν να βγαίνουν στον άμβωνα και να κηρύττουν το λόγο του Θεού με μία προσωπική «μετάφραση», που στην καλύτερη περίπτωση είναι ξεπερασμένη, ενώ στη χειρότερη αποδεικνύει ότι δεν έχουν συναίσθηση του χρόνου αλλά και του ακροατηρίου στο οποίο απευθύνονται.
Έτσι, στις ορθόδοξες εκκλησίες οι πιστοί έχουν ακούσει απίστευτες ανοησίες. Σταχυολογώ ορισμένα μότο από τα «καλύτερα» όπως ότι «το διαδίκτυο είναι μέσο του διαβόλου» και ότι «οι γυναίκες θα πρέπει να μαγειρεύουν στους άνδρες, επειδή αυτοί γυρνάνε κουρασμένοι στο σπίτι από τη δουλειά».
Την ίδια ώρα γινόμαστε μάρτυρες δηλώσεων από μητροπολίτες, οι οποίοι λόγω προβλημάτων που προκύπτουν από το γήρας δυσκολεύονται να αρθρώσουν μια κατανοητή πρόταση. Βλέπετε έχουν προβλεφθεί όλοι οι κανόνες για την εκλογή μητροπολίτη, αλλά πρακτικά δεν υπάρχει ούτε ένας που να αφορά στην απομάκρυνσή του, χωρίς αυτή να συνδέεται με κάποιο αδίκημα. Και φυσικά ούτε η άνοια ούτε η ανοησία είναι αδικήματα.
Ωστόσο κανείς δεν μιλά, λες και πρόκειται για κάτι φυσιολογικό. Αυτή η «κανονικότητα», ας μου επιτραπεί η χρήση του όρου που είναι της μόδας, εξηγείται μόνο ως κομμάτι του παιχνιδιού εξουσίας και ισορροπιών, που δυστυχώς παίζεται και μέσα στην εκκλησία.
Εν κατακλείδι. Κατανοώ απόλυτα τις αντιδράσεις των ιερέων που παρά την πνευματική διάσταση του έργου τους δεν παύουν να είναι εργαζόμενοι, κατανοώ τους φόβους για το ρόλο που επιφυλάσσει στην ορθοδοξία το νέο σύνταγμα, δεν κατανοώ και κυρίως δεν αποδέχομαι την τοποθέτηση του χριστιανικού μηνύματος της αγάπης σε πλαίσιο που ορίζεται από το συμφέρον και το εργατικό δίκαιο…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 18 Νοεμβρίου 2018