Μια μέρα στην τροχαία
Να διηγηθώ μια φρέσκια προσωπική εορταστική ιστορία. Βράδυ Κυριακής πριν τα Χριστούγεννα, σε κάποιον μικρό δρόμο της Χαριλάου, αφαιρέθηκαν οι πινακίδες από το αυτοκίνητό μου, καθώς έκλεινε ένα ιδιωτικό γκαράζ. Δικαιολογίες υπάρχουν αλλά δεν έχουν καμία σημασία στην εμπειρία που θέλω να μοιραστώ. Έπρεπε να σταματήσω εκεί για να αποβιβαστεί ο συνοδηγός, ρώτησα, μου είπαν ότι ο χώρος στάθμευσης ήταν ανενεργός, δεν έχει σημασία. Κάποιος με κατήγγειλε, ακολούθησε η αφαίρεση των πινακίδων και πρόστιμο γραμμένο σε χαρτί που ήταν αδύνατον να αποκρυπτογραφήσεις. Την άλλη μέρα το πρωί το πρόστιμο πληρώθηκε σε Ταμείο του Δήμου και δύο ημέρες αργότερα, δέσμευσα συγγενικό μου πρόσωπο, να πάμε από Αρετσού, στην Τροχαία (Μαργαροπούλου πίσω από τον Σταθμό) να παραδώσω άδεια και δίπλωμα και να δω τι θα γίνει στη συνέχεια. Παραμονές Χριστουγέννων, μετά από ωριαίο μποτιλιάρισμα μέχρι την ΧΑΝΘ, αποφασίσαμε να γυρίσουμε πίσω και να ξεχάσω οποιαδήποτε μετακίνηση το τριήμερο.
Δευτέρα μετά τα Χριστούγεννα, επιβιβάστηκα σε ταξί αποφασισμένη να διασχίσω εγκάρσια την πόλη, όση ώρα και εάν μου έπαιρνε. Στο ισόγειο της Τροχαίας υπάρχει ένα γραφείο με γυάλινο διαχωριστικό που εξυπηρετεί ταλαίπωρους, άτυχους και θρασείς οδηγούς. Περίμενα στην ουρά (1η ουρά) και όταν ήρθε η σειρά μου με ρώτησαν γιατί δεν κατέθεσα τα επιπλέον έγγραφα εντός του τριημέρου, προσθέτοντας οι ίδιοι ότι δεν είναι ευανάγνωστο, ενώ η κυρία που περίμενε πίσω από εμένα και ερχόταν για δεύτερη φορά αναφώνησε «να βάλετε καλύτερα καρμπόν!» Για να εξυπηρετηθώ πιθανόν γρηγορότερα, μου έδωσαν να συμπληρώσω και μία ένσταση (αν και δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου). Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, μου είπαν ότι, έπρεπε να βγάλω μία φωτοτυπία την απόδειξη πληρωμής και να βρω ένα παράβολο του 1 (ενός!) ευρώ, απευθυνόμενη σε ένα κατάστημα που βρίσκεται στη γειτονιά! Πηγαίνοντας στο κατάστημα περίμενα στη 2η ουρά, ήρθε η σειρά μου, πλήρωσα 1,20 και γύρισα στο γραφείο, περιμένοντας να έρθει ξανά η σειρά μου (3η ουρά). Τώρα ήταν ένας άλλος υπάλληλος, είδε τα χαρτιά και αναρωτήθηκε γιατί δεν έβγαλα φωτοτυπία και το δίπλωμα και την άδεια. Απάντησα, ότι δεν μου ζητήθηκε, αλλά καθώς επέμενε, πήγα πάλι στο κατάστημα της γειτονιάς και περίμενα για τις φωτοτυπίες στην 4η ουρά. Το αξιοπερίεργο είναι ότι και οι υπόλοιποι, που πλέον αναγνωριζόμασταν μεταξύ μας, περίμεναν για δεύτερες φωτοτυπίες. Με όλα πια τα έγγραφα στο χέρι γύρισα στο γνωστό γραφείο, όπου περίμενα και πάλι να έρθει η σειρά μου (5η ουρά).
Μέσα μου πάλευαν δύο αντίρροπες δυνάμεις. Ο τρόμος μου για τον κορονοϊό που μου φώναζε να φύγω, αντιμαχόταν την επιθυμία μου να ολοκληρώσω το ρεπορτάζ. Παρά τη γνωστή μου αρρωστοφοβία, αποφάσισα να μείνω μέχρι τέλους. Όταν ήρθε η σειρά μου, μου είπαν να συμπληρώσω κάποια επιπλέον στοιχεία, όλοι ήθελαν να εξυπηρετηθούν, αποσύρθηκα για ένα λεπτό και έχασα τη σειρά μου, με αποτέλεσμα να επιστρέψω σε μια 6η ουρά. Εντέλει, μου εξήγησαν ότι για το θέμα μου θα αποφανθεί η αξιωματικός ακροάσεως σε κάποιον όροφο της υπηρεσίας. Ανέβηκα τις σκάλες, περίμενα στην 7η ουρά, η αξιωματικός με κοίταξε πίσω από το προστατευτικό και, χωρίς καμία ακρόαση, αφού σκέφθηκε λίγο, μου είπε να περάσω σε δύο ημέρες, προφανώς σε μία ένδειξη κατανόησης της παρέλευσης ήδη των επτά ημερών, αλλά και καλής πρόθεσης, καθώς η επίσημη «ποινή» μου θα έπρεπε να μετρήσει δεκαήμερο από την ημέρα της παρουσίασής μου. Σα να λέμε «και ευχαριστημένη να είσαι!» Κοίταξα το ρολόι. Είχαν περάσει ακριβώς δύο ώρες.
Σας αφηγούμαι την αναμονή στις ουρές, αλλά το καλύτερο, που δεν εξήγησα, είναι ότι, σε όλες τις ουρές, όλο αυτό το δίωρο, ήμασταν δεν ήμασταν επτά άνθρωποι, που μπαινοβγαίναμε από το ισόγειο στο κατάστημα της γειτονιάς και απλώς αλλάζαμε θέσεις προτεραιότητας στην επιστροφή μας. (Ασπρόμαυρη της Φίνος, δεκαετία 50!). Ναι στην αυστηροποίηση του ΚΟΚ, ναι στα πρόστιμα, ναι στην απαγόρευση της κυκλοφορίας του τιμωρημένου αυτοκινήτου. Καθώς δεν το χρησιμοποιώ και πολύ, αντέχω και τον διπλασιασμό της ποινής, εφόσον διέπραξα αδίκημα. Αυτή η κωμωδία της φωτοτυπίας, του παραβόλου του 1 ευρώ που δεν γνωρίζει κανείς, της άνευ λόγου αναμονής εν μέσω κορωνοϊού, της απώλειας τόσων και τόσων ωρών πολιτών και υπαλλήλων, της τιμωρίας από την Τροχαία να διασχίζεις μια μποτιλιαρισμένη πόλη (που η Τροχαία προσπαθεί να αποσυμφορήσει) δύο και τρεις φορές, τι είναι; Επιβιβάστηκα σε ένα ταξί, ο ταξιτζής με είδε μπουρινιασμένη, ρώτησε μόνος του, αν μου πήραν τις πινακίδες. Και προσέθεσε «κι εσύ πάλι δεν μπορείς να βρεις ένα μέσο»… Πού να του εξηγώ!
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!!
ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΟΛΗ
Και τι νόημα έχει να γράφουμε και να ξαναγράφουμε για την κυκλοφοριακή ασφυξία της Θεσσαλονίκης. Όποιος έμεινε τις γιορτές στην πόλη και επιχείρησε μια μικρή ή μεγαλύτερη μετακίνηση, γνωρίζει. Μου έλεγε θεσσαλονικιός συγκοινωνιολόγος που ζει στο εξωτερικό ότι, σε διεθνές φόρουμ που συμμετέχει, σχολίαζαν την περίπτωση μίας (μίας!) πόλης της Αμερικής, που δεν έχει μέσο σταθερής τροχιάς. Πώς να εξηγήσεις ότι η Θεσσαλονίκη και μέσο σταθερής τροχιάς δεν έχει και κάτι λεωφορεία δανεικά χρησιμοποιεί και πάρκινγκ δεν έχει και φορτώνεται κάθε χρόνο με χιλιάδες αυτοκίνητα και είναι ή τελευταία σε κατάταξη στις ευρωπαϊκές πόλεις σε αναλογία πρασίνου ανά κάτοικο. Και επιμένει να συγκεντρώνει όλες τις κορυφαίες λειτουργίες στο κέντρο. Και Πανεπιστήμια και νοσοκομεία και συνεδριακά και χώρους Διεθνών Εκθέσεων και Μουσεία και Δημαρχείο! Αλλά, όπως πλήθος άλλων πόλεων, συμμετέχει σε Προγράμματα Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (sic), συντάσσει ετήσιες εκθέσεις, επιχειρεί να διαμορφώσει ποδηλατοδρόμους, άλλοτε χωρίς προδιαγραφές (δεκαετίας 2000) και χωρίς τον παραμικρό καταλογισμό για την αποτυχία και την καταστροφή τους, άλλοτε χωρίς τοπικές συναινέσεις και πάντα, χωρίς ευρεία σκόπευση για μεγάλες λύσεις και γενναίες αποφάσεις. Κουραστήκαμε πια να περιμένουμε τα έξυπνα φανάρια και την περισυλλογή των εγκαταλειμμένων αυτοκινήτων! Οποιο κριτήριο και εάν υιοθετούμε για την «ποιότητα ζωής» μιας πόλης, η Θεσσαλονίκη κατακρημνίζεται εξαιτίας αυτού του δίδυμου προβλήματος: του κυκλοφοριακού και της έλλειψης πρασίνου. Καμία πόλη στον κόσμο δεν έλυσε ανάλογα θέματα με συζητήσεις χωρίς κατεύθυνση στα δημοτικά συμβούλια, με επαναλαμβανόμενες υποσχέσεις αυτονόητης λειτουργίας κάποιων υπηρεσιών και με ετήσιες συνάξεις «των φορέων της πόλης». Αυτό το γνωρίζουν και οι φορείς. Και εντέλει, μία φορά σ αυτήν την πόλη, μία φορά, να γραφεί ότι ο δήμαρχος ή ο Περιφερειάρχης κατέθεσε Σχέδιο με δεσμεύσεις και χρονοδιαγράμματα. Πλήρες, κατανοητό ! Αν δεν υπάρχει λύση να το πουν, να αρχίσει η απομάκρυνση λειτουργιών από το κέντρο. Αν υπάρχει, που υπάρχει, ας την βρουν.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 30.12.2021-02.01.2022