Να τα πούμε;
Στο πέρασμα των χρόνων εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι από τις ιδέες μέχρι τα επαγγέλματα και από τα καθεστώτα μέχρι τα έθιμα επιβιώνουν μόνο αυτά που συνεχίζουν να έχουν λόγο ύπαρξης.
Κάπως έτσι νομίζω εξηγείται και το γεγονός ότι σε μια εποχή που οι πιτσιρικάδες ακόμα και καλημέρα λένε πρώτα μέσω facebook και μετά face to face, εξακολουθούν να λένε τα κάλαντα.
Ίσως την εποχή που εγώ μεγάλωνα να ήταν και μια ευκαιρία να απομακρυνθείς από τη γειτονιά σου, αλλά βασικό κίνητρο για να χτυπήσεις μια ξένη πόρτα και να θέσεις την παραδοσιακή ερώτηση «να τα πούμε;» ήταν το χαρτζιλίκι.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι με τα χρήματα που μάζεψα τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά στην τρίτη δημοτικού αγόρασα τον πρώτο μου Parker, στυλό που με περηφάνια κρατούσα στα χέρια μου στο σχολείο σαν να ήταν κάποιου είδους αποδεικτικό εξαιρετικής επίδοσης…
Μιλάμε για «μεροκάματο» κανονικό, το οποίο πέρα από τη χαρά που έδινε η αίσθηση του αποτελέσματος της προσωπικής προσπάθειας, δημιουργούσε και την ψευδαίσθηση της οικονομικής ανεξαρτησίας έστω για μια πολύ περιορισμένη χρονική περίοδο.
Το κίνητρο της οικονομικής «ενίσχυσης» εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα. Έτσι το έθιμο συνεχίζεται και πιτσιρικάδες που πλέον συνοδεύονται συχνά από γονείς, χτυπάνε τα κουδούνια και αφού ακούσουν τη φράση «να τα πείτε» αρχίζουν το «Καλήν εσπέραν άρχοντες» και το «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά».
Τι άλλαξε λοιπόν; Εκτός από τους γονείς σε ρόλο security, παρατήρησα ότι καμία παρέα παιδιών που μου χτύπησε την πόρτα δεν είπε τα κάλαντα σωστά. Δεν παριστάνω τον κριτή σε χριστουγεννιάτικο reality, ούτε αναφέρομαι στις μελωδικές «παραβάσεις» αλλά ήταν προφανές ότι δεν είχαν ιδέα για τη σημασία των λέξεων που έβγαιναν από τα χείλη τους.
Εντύπωση δε μου προκάλεσε ο έφηβος που χτυπούσε το τρίγωνο όχι με το παραδοσιακό μεταλλικό ραβδάκι αλλά με ένα… κλειδί ασφαλείας.
Πώς εξηγείται η εικόνα αυτή;
Είτε τα παιδιά αναπαράγουν το «άρπα-κόλλα» που αναπνέουν στην καθημερινότητά τους, είτε έμαθαν από τώρα να εστιάζουν στο αποτέλεσμα. Σου λέει εγώ θα τα πω, εσύ θα μου δώσεις. Τι να ψάχνουμε τώρα;
Κάποιοι σε αυτή την περιγραφή θα δουν την «σοφία» της νεότερης γενιάς να μην χάνει χρόνο με γνώσεις που δεν αποφέρουν άμεσο όφελος, κάποιοι άλλοι θα δουν μια ακόμη πηγή κακού για την ελληνική κοινωνία.
Δεν ξέρω ποιος έχει δίκαιο, ξέρω όμως ότι τα αποτελέσματα αυτής της νοοτροπίας θα τα βρούμε μπροστά μας…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Δεκεμβρίου 2018