Σκηνικό αστάθειας και αβεβαιότητας
Στην πολιτική χωροταξία το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ βρίσκεται ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα. Είναι λογικό η δημοσκοπική θεαματική άνοδός του, από τη στιγμή που εκλέχτηκε ο Ν. Ανδρουλάκης, να θορύβησε τους δύο άλλους βασικούς παίκτες. Αισθάνθηκαν ότι απειλούνται. Έτσι ο Κυριάκος Μητσοτάκης προχώρησε σε μία θεαματική δήλωση, όταν αποδέχθηκε ως λύση τις κυβερνήσεις συνεργασίας. Εγκατέλειψε δηλαδή τον στόχο της αυτοδυναμίας; Κανένας ηγέτης μεγάλου κόμματος δεν εγκαταλείπει τέτοιον στόχο, πολύ δε περισσότερο όταν εξακολουθεί να παραμένει ρεαλιστικός.
Όμως ο πρωθυπουργός έκανε ένα βήμα παραπέρα. Έθεσε τον «δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων», αναγνωρίζοντας πως υπάρχει η περίπτωση ακόμα και στις δεύτερες εκλογές, με την ενισχυμένη αναλογική, να μην υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Σε αυτήν την περίπτωση τι θα κάνει; Θα εκβιάσει τρίτες συνεχόμενες εκλογές; Αυτή η πολιτική τι συνέπειες θα έχει για την εθνική οικονομία και όχι μόνο;
Πώς αντέδρασαν οι κύριοι Ανδρουλάκης και Τσίπρας σε αυτήν την «στροφή» του πρωθυπουργού; Και οι δύο περιφρούρησαν τους χώρους τους. Ο μεν Ν. Ανδρουλάκης δήλωσε πως δε θα αποτελέσει το δεκανίκι σε μία παραπαίουσα κυβέρνηση και ο Αλ. Τσίπρας ζήτησε από τον Ν. Ανδρουλάκη να λάβει ξεκάθαρη θέση πάνω στην ιδέα της προοδευτικής κυβέρνησης.
Πέρα από αυτές τις αναμενόμενες δηλώσεις το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ θα αντιμετωπίσει την πρόκληση των εκλογών με απλή αναλογική, όπου εκτιμάται πως θα εκλέξει 30-40 βουλευτές, ενδεχομένως και πιο πολλούς. Όταν θα λάβει από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη διερευνητική εντολή σχηματισμού κυβέρνησης τι θα πράξει; Δε θα απευθυνθεί στο πρώτο κόμμα για να συγκυβερνήσουν; Οι προτάσεις που θα κάνει θα είναι τέτοιες ώστε το πρώτο κόμμα να τις απορρίψει ή θα διακρίνονται για τον ρεαλισμό τους; Ας σημειωθεί πως στις δεύτερες εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ και θα δεχθεί πίεση στην εκλογική δύναμη του για να μη μείνει η χώρα ακυβέρνητη και λόγω του εκλογικού συστήματος θα εκλέξει περίπου 25 βουλευτές. Δηλαδή θα υποστεί σημαντική μείωση της κοινοβουλευτικής δύναμης του.
Συνεπώς, είναι λογικό ο Ν. Ανδρουλάκης να επιδιώξει να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας από τις πρώτες εκλογές, κάνοντας προγραμματικές προτάσεις που θα μπορεί να τις αποδεχθεί το πρώτο κόμμα.
Σε αυτήν την περίπτωση το πρώτο κόμμα, όποιο και αν είναι αυτό, τι θα κάνει; Θα ρισκάρει την αυτοδυναμία απορρίπτοντας τις προτάσεις συνεργασίας; Θα αναλάβει το πολιτικό κόστος τής εκ νέου προσφυγής στις κάλπες; Και αν και στις δεύτερες εκλογές δεν πετύχει την αυτοδυναμία πώς θα ζητήσει από το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ να συγκυβερνήσουν τη στιγμή που πριν από ένα μήνα απέρριψε τη δική του πρόταση συνεργασίας;
Είναι ολοφάνερο ότι έτσι όπως εξελίσσεται η κατάσταση ο βασικός παίκτης δεν είναι το πρώτο κόμμα, όσο είναι το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, γιατί χωρίς τη δική του συμμετοχή δύσκολα θα σχηματιστεί κυβέρνηση. Ως γνωστόν το δεύτερο με το τρίτο και το τέταρτο κόμμα, όλα μαζί, και πάλι, λόγω απλής αναλογικής, αδυνατούν να φτάσουν στο μαγικό αριθμό 151.
Οι δραματικές εξελίξεις στη διεθνή σκηνή και οι αντανακλάσεις τους στην εσωτερική πολιτική, προκαλούν μιαν αβεβαιότητα και μιαν ανασφάλεια στους πολίτες που αγωνιούν για την επόμενη ημέρα. Γι’ αυτό και το πολιτικό τοπίο αρχίζει να παρουσιάζει στοιχεία ρευστότητας.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10.04.2022