Σλάλομ αντάξιο ενός Στένμαρκ…
O Μητσοτάκης κράτησε την υπόσχεσή του. Τα κόμματα που δεν θα ψηφίσουν την κ. Σακελλαροπούλου ως πρόεδρο της Δημοκρατίας, θα χρειαστεί να εξηγήσουν γιατί. Η πρόεδρος του ΣτΕ χαίρει σεβασμού στο νομικό κόσμο. Βεβαίως, ο αντίλογος είναι αναπόφευκτος. Σεβασμού στο νομικό κόσμο έχαιρε και ο κ. Παυλόπουλος, αλλά αυτό δεν τον έκανε καλύτερο πρόεδρο.
Ενδεχομένως δεν είναι ευρέως γνωστό, αλλά ο απερχόμενος πρόεδρος θεωρείται εκ των κορυφαίων καθηγητών του Διοικητικού Δικαίου -πολύ κρίμα που αφήνει πίσω του τέτοιο πολιτικό αποτύπωμα. Επίσης, την προηγούμενη φορά που επελέγη ως πρόεδρος της Δημοκρατίας ένας ανώτατος δικαστικός, και δη εγνωσμένου δημοκρατικού ήθους, τα πράγματα δεν πήγαν όσο καλά ελπίσαμε. Για την ακρίβεια, πήγαν μάλλον άσχημα. Αλλά αυτό είναι και θα παραμείνει χαρακτηριστικό των δικαστικών. Ασκούν ένα επάγγελμα όπου η κοινωνικότητα μπορεί να παρεξηγηθεί, σπανίως διατυπώνουν δημοσίως απόψεις γι’ αυτό και δύσκολα ανιχνεύεται η προσωπικότητά τους. Παραμένει ένα ερωτηματικό πώς θα αντιδράσουν σε περιβάλλον δημόσιας έκθεσης, στο οποίο είναι ασυνήθιστοι. Αντιθέτως, η προσωπικότητα όσων προέρχονται από την πολιτική υποβάλλεται καθημερινά σε μαγνητική τομογραφία. Τίποτε δεν μένει κρυφό.
Είναι καλό, είναι κακό αλλά, πάντως, είναι προφανές ότι ο πρωθυπουργός αναζήτησε μία υποψηφιότητα, η οποία κατ’ αρχάς δεν θα προκαλούσε αντιδράσεις στο εκλογικό σώμα. Αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί με σοβαρή πρόταση από το χώρο της πολιτικής. Όποιος πέρασε από την ενεργό πολιτική και είναι συμπαθής σε όλους, μάλλον κάτι δεν έκανε καλά. Στην Ελλάδα δεν μπορείς να είσαι χρήσιμος, κάνοντας απλώς διαχείριση.
Είναι χώρα κατσαπλιάδων, με γραβάτα ή χωρίς γραβάτα, αλλά πάντα με υψωμένη γροθιά και ωραία συνθήματα, όπου το κοινωνικό συμφέρον είναι άγνωστο και κάθε επαγγελματική ομάδα προσπαθεί να πάρει όσα περισσότερα μπορεί εις βάρος των άλλων, αποκαλώντας τα «κατακτήσεις». Για να είσαι χρήσιμος, πρέπει να κάνεις ανατροπές και μεταρρυθμίσεις, να ξεβολέψεις κόσμο, να καταργήσεις προνόμια. Αυτά σημαίνουν ρήξεις και οι ρήξεις σημαίνουν θυμό. Υποκριτικό μεν, αλλά θυμό. Το πιο ελεεινό από τα επιχειρήματα των «αγανακτισμένων» στις πλατείες ήταν ότι οι πολιτικοί δεν τους είπαν την αλήθεια. Εκείνο που παρέλειπαν ήταν ότι όσους πολιτικούς τόλμησαν να πουν την αλήθεια, ο σοφός λαός τους έστειλε κατευθείαν στα σπίτια τους. Και για να επιβεβαιώσουν την υποκρισία τους, αμέσως μετά συνωστίστηκαν για να ψηφίσουν εκείνους που υποσχέθηκαν στους πάντες τα πάντα.
Επίσης, προφανές είναι ότι ο πρωθυπουργός αναζήτησε μία υποψηφιότητα που θα μπορούσε να εξασφαλίσει συναινέσεις από κόμματα. Έστω και αμήχανες. Το δίλημμα μνημόνιο - αντιμνημόνιο μπορεί να γελοιοποιήθηκε στην πράξη, αλλά εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως στοιχείο πολιτικής ταυτότητος. Κανένας από εκείνους που έχτισαν πολιτικές καριέρες, καλλιεργώντας τα ευτελέστερα ένστικτα της κοινωνίας, δεν παραδέχθηκε δημοσίως το λάθος του και κανένας από εκείνους που «μάτωσαν», παίρνοντας τις δύσκολες αποφάσεις, δεν είναι διατεθειμένος να το ξεχάσει. Ο διχασμός που εξέφρασε το δημοψήφισμα είναι ενεργός. Η υποψηφιότητα μιας δικαστικού, που λόγω επαγγέλματος δεν μπορούσε να εκφράσει άποψη, λειτουργεί ως παρακαμπτήριος, προκειμένου ο κ. Μητσοτάκης να αποφύγει αυτό που εύλογα ζητούσε η κ. Γεννηματά: Ο πρόεδρος να ήταν παρών κατά την περίοδο των μνημονίων.
Και, τέλος, η πρόταση για την κ. Σακελλαροπούλου επιτρέπει στον πρωθυπουργό να κρατήσει τις ισορροπίες στο χώρο που εκείνος έχει επιλέξει ως «ζωτικό», δηλαδή Νέα Δημοκρατία - ΚΙΝΑΛ. Δεν ανανεώνει τη θητεία Παυλόπουλου, όπως απαιτούσε η λαϊκή δεξιά, αλλά δεν επιλέγει κάποιον που προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ, ώστε να δώσει μιαν αιτία πολέμου στην καραμανλική πτέρυγα. Και αντιστρόφως, δεν ικανοποιεί το ΚΙΝΑΛ αλλά ούτε το δυσαρεστεί επιλέγοντας έναν κομματικό υποψήφιο. Μιλώντας για σλάλομ, αυτή η κατάβαση είναι αντάξια ενός Ίνγκεμαρ Στένμαρκ.
Οι καραμανλικοί μπορούν να τον περιμένουν στην επόμενη στροφή…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19 Ιανουαρίου 2020